Παρά τη μεγάλη αντίδραση των εκπαιδευτικών στην αυτοαξιολόγηση στα σχολεία το υπουργείο Παιδείας ξεκίνησε, χτες, διαβούλευση με τίτλο «Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου: διαδικασίες αυτοαξιολόγησης στη σχολική μονάδα». Χαρακτηριστικό της απορριπτικής στάσης των εκπαιδευτικών για την «αυτοαξιολόγηση» είναι ότι μόλις 80 σχολεία (σύμφωνα με την ΟΛΜΕ) ή 200 (σύμφωνα με το υπουργείο) από το σύνολο των 3.500 σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν θετική στάση! Αντίθετα, η συντριπτική πλειοψηφία των συλλόγων διδασκόντων έχει αρνητική στάση στην αυτοαξιολόγηση. Υπενθυμίζουμε ότι ο στόχος της αυτοαξιολόγησης περιγράφεται στο νόμο 3848/10 (για τις προσλήψεις των εκπαιδευτικών) και το συγκεκριμένο κείμενο διαβούλευσης εξειδικεύει ορισμένα ζητήματα.
Στο κείμενο «διαβούλευσης» του υπουργείου αποτυπώνονται οι σκοποί της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Ενας από αυτούς τους στόχους είναι «η ανάδειξη σχολικής μονάδας ως βασικού φορέα προγραμματισμού και αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου». Πρακτικά, πρόκειται για το πρώτο βήμα «αυτονόμησης» του σχολείου, ώστε να διαμορφωθούν τα σχολεία πολλών ταχυτήτων, σε άμεση σύνδεση με την «αγορά», τα οποία θα χρηματοδοτούνται απ' την «τοπική κοινωνία», ενώ οι γονείς θα επιβαρύνονται και οικονομικά.
Το υπουργείο δίνει το πλαίσιο διαμόρφωσης ενός σχολείου που θα λειτουργεί με όρους επιχείρησης, αφήνοντας διάπλατα ανοιχτά παράθυρα για τη σύνδεσή του με την «αγορά».
Παράλληλα, δημιουργεί, βήμα βήμα, έναν ασφυκτικό κλοιό για να υλοποιήσει τους σχεδιασμούς του. Σύμφωνα με το κείμενο, στα σχολεία θα υπάρχουν οι παρακάτω τομείς, δείκτες και κριτήρια αξιολόγησης:
Γενικότερα οι δείκτες είναι βασικό στοιχείο της αξιολόγησης και αποτιμώνται με «ποσοτικά» και «ποιοτικά» κριτήρια, σε φόρμες αποτύπωσης και ερωτηματολόγια, αντίστοιχα. Το υπουργείο στοχεύει η διαδικασία της αυτοαξιολόγησης να εφαρμοστεί πρώτα σε έναν αριθμό σχολείων και θέτει χρονοδιαγράμματα για ενημερώσεις. Επίσης, κάνει λόγο για παρατηρητήριο αξιολόγησης.
Οι διαδικασίες αξιολόγησης έχουν μια επίφαση δημοκρατικότητας και συμμετοχής, αλλά, στην ουσία, πρόκειται για μια κατευθυνόμενη λειτουργία που στόχο έχει να προετοιμάσει για το «νέο» σχολείο - επιχείρηση. Στις διαδικασίες, σύμφωνα με το υπουργείο, θα συμμετέχουν ο διευθυντής και οι εκπαιδευτικοί, ενώ με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων συμμετέχουν ή όχι γονείς και μαθητές, «με κριτήριο το ενδιαφέρον, την ικανότητα και τη δέσμευσή τους για ουσιαστική συμμετοχή».
Τη γενική ευθύνη θα την έχει ο διευθυντής του σχολείου, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για το καλό κλίμα της «ολομέλειας» ή των «ομάδων» που θα δημιουργούνται. Μάλιστα, σε περίπτωση που μια ομάδα δεν ανταποκρίνεται στις ευθύνες που έχει αναλάβει, ο διευθυντής συγκαλεί την ολομέλεια και διαφοροποιεί τη σύνθεση της ομάδας! Κατά τ' άλλα «οι όποιες παρεμβάσεις πρέπει να είναι διακριτικές» και ...φυσικά σε συνεννόηση με τον υπεύθυνο σχολικό σύμβουλο. Στο κείμενο κυριαρχούν οι λέξεις όπως «διάλογος» ή «διαπραγμάτευση», που κρύβουν ότι οι «ανεπιθύμητοι» καθηγητές θα κρίνονται αρνητικά με ...δημοκρατικές διαδικασίες.
Το αποτέλεσμα των όποιων συζητήσεων θα αποτυπώνεται με τη χρήση μιας τετραβάθμιας κλίμακας, ενώ στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί συναίνεση για κάποιον τομέα καταγράφονται τα δύο «πλειοψηφικά» αποτελέσματα, κ.ά. Η τελική έκθεση γίνεται κάθε διετία, ενώ υπάρχουν και οι ετήσιες αξιολογήσεις και αξιολογήσεις των τετραμήνων. Οι αξιολογήσεις των τετραμήνων υποβάλλονται από το σχολικό σύμβουλο, ο οποίος κρίνει εάν πρέπει να προωθηθεί αντιμετώπιση κάποιων προβλημάτων. Η τελική έκθεση θα υποβάλλεται από ομάδα εκπαιδευτικών που επιλέγεται απ' την ολομέλεια και θα δημοσιεύεται στο διαδίκτυο (με επιλεγμένα στοιχεία). Τα «όργανα της πολιτείας» με εμπιστευτικό κωδικό θα έχουν πρόσβαση στα στοιχεία των εκθέσεων, τα οποία θα πηγαίνουν στο παρατηρητήριο αξιολόγησης, που θα προτείνει στο υπουργείο Παιδείας αλλαγές στην εκπαιδευτική πολιτική.