Κυριακή 22 Νοέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ακούραστος εργάτης του Λόγου και της Επανάστασης

Η εισηγητική ομιλία της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνης του Πολιτιστικού Τμήματός της

Ετούτη η αίθουσα των Συνεδρίων για πρώτη φορά φιλοξενεί επιστημονικό συνέδριο για έναν ποιητή. Ωστόσο, έχουμε απόλυτη επίγνωση πως αυτή η πρωτοβουλία είναι το λιγότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε για να τιμήσουμε τα 100 χρόνια από τη γέννηση της κορυφαίας και πολυαγαπημένης μορφής του Γιάννη Ρίτσου. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι το Συνέδριο αυτό, που η πραγματοποίησή του οφείλεται στην καθοριστική συμβολή των εκλεκτών εισηγητών μας, θα αποτελέσει όχι απλά ένα ακόμη ερέθισμα για να συνεχίσει να διαβάζεται και να αγαπιέται η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, αλλά προπαντός μια προσπάθεια για πιο βαθιά και ειλικρινή προσέγγισή της, ένα εγχείρημα διείσδυσης θα λέγαμε στην πεμπτουσία της.

Με την πολύπλευρη θεματολογία του και μέσα από την ενιαία θεώρηση του Λόγου και της Πράξης του ποιητή, θα επιδιώξουμε να αναδείξουμε το παιδευμένα αισιόδοξο κι επίκαιρο μήνυμα της ποίησης του Γιάννη Ρίτσου, ειδικά στους σημερινούς καιρούς που η πίστη και η θέληση για πίστη στο πανάρχαιο ιδανικό του ανθρώπου για την κοινωνική του απελευθέρωση δοκιμάζεται σκληρά απ' τα πισωγυρίσματα της Ιστορίας. Γι' αυτό είμαστε βέβαιοι ότι ο προβληματισμός που θα αναπτυχθεί στη συνέχεια θα αποδειχθεί χρήσιμος κι ενδιαφέρων όχι μόνο για ένα στενό κύκλο ειδημόνων, όπως πιθανά υποθέτει κανείς από το χαρακτηρισμό του Συνεδρίου ως επιστημονικού, αλλά για τον καθένα που ανησυχεί και προβληματίζεται για το συλλογικό παρόν και μέλλον.

Αυτό άλλωστε ήταν και η επιδίωξη του Γιάννη Ρίτσου: Η ποίησή του να αποτελεί οδηγό μάχης για τη ζωή, όπλο και σημαία στα χέρια του λαού στον αγώνα του για το φωτεινό μέλλον της ανθρωπότητας. Οπως έγραφε απευθυνόμενος στους συναδέλφους του στο ποίημά του το «Χρέος των ποιητών»:

«Ενας ποιητής δίνει παρών στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του

Η Ελένη Μηλιαρονικολάκη
Η Ελένη Μηλιαρονικολάκη
Αλλιώς θα μείνουν τα τραγούδια μας πάνω απ' τις σκάλες των αιώνων

ταριχευμένα, ωραία κι ανώφελα πουλιά...»1

Το ποιητικό ταλέντο του Γ. Ρίτσου είναι αναμφισβήτητο. Σ' αυτό έχουν προσυπογράψει με ενθουσιασμό οι πιο προικισμένοι εκπρόσωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών στη χώρα μας κι έξω απ΄ αυτή: Απ' τον Κωστή Παλαμά, που διαβάζοντας το «Τραγούδι της αδελφής μου» απάντησε εντυπωσιασμένος με την πασίγνωστη φράση «παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις», ως τον Λουί Αραγκόν που τον αποκάλεσε το «μεγαλύτερο ζώντα ποιητή», τον Ναζίμ Χικμέτ, τον Πάμπλο Νερούντα, τον Πικάσο κι άλλους πολλούς. Για τον ίδιο, όμως, οι μόνες περγαμηνές του ήταν τρεις λέξεις: Μακρόνησος, Γυάρος και Λέρος2, το πιο όμορφο ποίημά του ήταν τα αποτυπώματά του στα αρχεία της Ασφάλειας Αθηνών3, το πιο ωραίο τραγούδι του ήταν πως για μια ολόκληρη ζωή, από τα 25 του χρόνια, αγωνιζόταν για το δίκιο και τη λευτεριά μέσα από τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.

Και πράγματι έτσι είναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν είναι δα και πολλοί εκείνοι που, όπως αυτός, αντιμετώπισαν όλες τις θύελλες, τις δοκιμασίες και τα αναποδογυρίσματα του 20ού αιώνα με τη στερεότητα και την αντοχή του θαλασσοδαρμένου βράχου της Μονεμβασιάς. Ακριβώς γι' αυτό, επειδή ο κομμουνιστής Ρίτσος ένιωσε κατάσαρκα και κατάβαθα το θρίαμβο του ανθρώπου που - κρατημένος απ' το ιδανικό του - κατορθώνει να υπερνικά τον πόνο, την απογοήτευση και το φόβο του θανάτου, μόνο γι' αυτό η ποίησή του είναι το πιο τρανό, το πιο πλατύ, το πιο βαθύ τραγούδι πίστης στον άνθρωπο και την κοινωνική του απελευθέρωση.

Ακατάπαυστη μάχη με την αδικία


«Τα χέρια μας μείναν γυμνά.

Τα χέρια μας χιλιάδες φορές τρίφτηκαν

στο αξούριστο σαγόνι του αγέρα,

Χιλιάδες φορές γαντζωθήκανε στο συρματόπλεγμα.

Χιλιάδες φορές άγγιξαν

τα παγωμένα κάγκελα του θανάτου.

Τα χέρια μας μείναν γυμνά,

μάθανε τη δουλειά, τη σιωπή, το σημάδι.

Ανεβοκατεβάσανε μύριες φορές το σιδερένιο κόκκορα του θυμού,

Κόψαν και ξανάκοψαν μ' ένα σουγιά το καρβέλι της υπομονής,

χτύπησαν κατακούτελα τον τοίχο και τη νύχτα.

Τώρα τα χέρια μας κάθουνται ολόγυμνα πάνου στα γόνατά μας

όπως κάθεται ο ήλιος πάνου στο βουνό

όπως κάθεται το βουνό πάνου στη θάλασσα

όπως κάθεται η καρδιά του συντρόφου πάνου στην πίστη της.

Τούτα είναι τα χέρια των κομμουνιστών.

Οταν σου σφίγγουν το χέρι ξέρεις πως όλες οι πρωτεύουσες ηλεκτροφωτίζονται πίσω απ' τη νύχτα

όταν σηκώνουν τους κουβάδες το θαλασσινό νερό ίσα στον ανήφορο

ξέρεις πως το αύριο κι ο ήλιος κι η θάλασσα είναι του χεριού τους

ξέρεις πως το χοντρό τσουβάλι με τις πέτρες γίνεται ανάλαφρο στα χέρια τους

γιατί πάντοτε πιότερο απ' το μισό βάρος το σηκώνει η Λευτεριά.

Τούτα είναι τα χέρια των συντρόφων

............................................................

Γυμνά χέρια - μέσα στη φούχτα τους εσβήστηκε η γραμμή της τύχης

Στη φούχτα τους κρατάνε την τύχη του κόσμου.

Είναι τα χέρια των κομμουνιστών»4.


Αυτά έγραφε στη Μακρόνησο το 1950. Τέτοιου είδους όμως ποιήματα - βόλια στην ακατάπαυστη μάχη με την αδικία, υπαγορευμένα απ' τη συνείδησή του και όχι - όπως ισχυρίζονται κάποιοι - από κομματική εντολή, που ο Ρίτσος ποτέ στην ποιητική του διαδρομή δεν τα εγκατέλειψε, φαίνεται πως ακόμα και στις μέρες μας γίνονται πολύ ενοχλητικά. Μια νέα λογοκρισία, επιδέξια κι εκλεπτυσμένη στα μέτρα της καθωσπρεπισμένης ωμότητας των καιρών τους έχει επιβληθεί, γιατί είναι τάχα απλοϊκά, μονοδιάστατα, συνθηματολογικά, ψεύτικα αισιόδοξα και ανεπίκαιρα.

Ο Γ. Ρίτσος με την οξυμένη διορατικότητα του μεγάλου δημιουργού σε πολλά ποιήματά του, όπως στο εξαίσιο «Ο Ηρακλής κι εμείς», έχει δώσει την απάντηση:

«Κι αν αδέξιοι σας φανούν μια μέρα οι στίχοι μας, θυμηθείτε μονάχα πως γραφτήκαν

κάτω απ' τη μύτη των φρουρών, και με τη λόγχη πάντα στο πλευρό μας.

Κι ούτε χρειάζονται δικαιολογίες, - πάρτε τους γυμνούς, έτσι όπως είναι, -

Πιότερα ο Θουκυδίδης ο στεγνός θα σας πει, απ' τον περίτεχνο Ξενοφώντα»5

Για την πρακτική χρησιμότητα τέτοιων αποκαλούμενων «κατά παραγγελία» πολιτικών ποιημάτων αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι η παράνομη φυγάδευσή τους από το Κόμμα στο εξωτερικό, όπως έγινε με ένα άλλο «χοντροκομμένο κι απελέκητο» ποίημα - χωριάτη, όπως το αποκαλεί ο ίδιος ο Γιάννης Ρίτσος, το συγκλονιστικό «Γράμμα στο Ζολιό Κιουρί» - γραμμένο στον Αϊ-Στράτη σαν κάλεσμα προς όλους τους κομμουνιστές διανοούμενους και καλλιτέχνες για αλληλεγγύη στους εξόριστους - έγιναν η αφορμή για να φουντώσει η παγκόσμια κατακραυγή κατά των εφιαλτικών στρατοπέδων, που οδήγησε τελικά στο κλείσιμο της Μακρονήσου και του Αϊ-Στράτη.

Οσο για την ποιητική τους αξία, αυτή καταγράφεται στους παλμούς της καρδιάς του λαού, που τα τραγούδησε σαν εθνικό ύμνο, όπως το ανεπανάληπτο δοξαστικό στην εργατική τάξη, τον Επιτάφιο, κι αναγνωρίζεται στα σκιρτήματα που εξακολουθούν να προκαλούν σε όσους μπορούν μες στο σκοτάδι ν' ακούν «τα βήματα του επερχόμενου».

Ενιαία κοσμοθεωρητική και βιοθεωρητική θέση

Αν όμως κανείς απορρίψει αυτό το κομμάτι της ποίησης του Γ. Ρίτσου, όπου τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους, «τα σύκα - σύκα και η σκάφη - σκάφη», αν με άλλα λόγια αγνοήσει και προσπεράσει το «μόνο σεμνό, σιωπηλό και τελειωμένο λόγο»6 του ποιητή, «την πράξη» του να γίνει και να παραμείνει σε όλη του τη ζωή κομμουνιστής, τότε δεν έχει ελπίδα να κατανοήσει ούτε το υπόλοιπο έργο του. Γιατί τα περισσότερο σύνθετα και ώριμα ποιήματά του δεν είναι παρά η συνέχεια και η ολοκλήρωση των πιο άμεσων, μέσα από διαδικασίες γενίκευσης και καλλιτεχνικής σύνθεσης της θεωρητικής γνώσης και των βιωμάτων του στο ανώτερο, καθολικό, φιλοσοφικό επίπεδο του διαλεκτικού υλισμού.

Και για τον ίδιον ισχύουν όσα γράφει για τον Μαγιακόφσκη στα Μελετήματά του: «Το κύρος του αποτελεί μια έμπρακτη απόδειξη της αξίας της κοινωνικής ποίησης κ' ένα αποστομωτικό επιχείρημα ...των προοδευτικών ποιητών όλου του κόσμου, έναντι των δύσπιστων, των ταλαντευόμενων, των αναποφάσιστων ή των αμείλικτων αρνητών που αμφισβητούν κατά βάση τη δυνατότητα ύπαρξης μιας καθαρά κοινωνικής, ιδεολογικής, κι ακόμη περισσότερο κομματικής ποίησης.... Και πώς θα μπορούσαμε να διαχωρίσουμε το έργο σε αξίες ιδεολογικές, κοινωνικές, ψυχολογικές, εμπειρικές, ...όταν το ίδιο το έργο είναι μια ενότητα όλων αυτών των στοιχείων...;»7

Η ενιαία κοσμοθεωρητική και βιοθεωρητική θέση του Ρίτσου απέναντι στη ζωή τόσο στα κοινωνικά - ιστορικά όσο και στα αποκαλούμενα υπαρξιακά, δηλαδή στα διαχρονικά φανερώματά της, όπως ο φόβος του θανάτου και της φθοράς, ο έρωτας, η έλλειψη της απόλυτης ελευθερίας, είναι η ειδοποιός του διαφορά με άλλους αξιόλογους ποιητές του καιρού του. Οποιοι αποσιωπούν ή αμφισβητούν την ενότητα της ζωής και της ποίησης του Γ. Ρίτσου με το να παρουσιάζουν τον ποιητή - μετά πολλών επαίνων και άφθονου εκλεκτικισμού - διχοτομημένο, ασταθή και παραδομένο στη διαρκή ταλάντωση του εκκρεμούς, συνειδητά ή ασυνείδητα επιχειρούν να μειώσουν το μέγεθός του.

Γιατί, όπως ο ίδιος έγραφε, «το ιδεολογικό υπόβαθρο της τέχνης, το κοινωνικό και ηθικό, αν δεν είναι ο πρώτος λόγος της αξίας της, είναι ωστόσο ο τελικός»8. Αν ήθελε, για ν' αποκτήσει τα παράσημα και τις τιμές της εξουσίας, να απαρνηθεί την υλιστική διαλεκτική και να πετάξει στη σφαίρα της μεταφυσικής, της Εγελιανής διαλεκτικής, της θρησκείας ή να κλειστεί στο μοναχικό και αδιέξοδο υπαρξιακό του κόσμο, τότε δε θα χρειαζόταν να υποστεί τόσες διώξεις και μαρτύρια, ώσπου να επιβληθεί. Οπως ο ίδιος λέει στο ποίημα του η Πύλη,

«Αν ήθελα να σφαντάξω μπορούσα να πετάξω

Ξέρω καλά τα μυστικά των πουλιών όπως και της σιωπής

Προτίμησα τη γη κάθουμε κατάχαμα στο ζεστό χώμα

Μοιράζομαι τη μοίρα τους (σ.σ. των αδικημένων) την παλεύω

Είπα ναι και κόκκινο

Οπου έπρεπε είπα όχι στους άλλους, και σε μένα

Εχω τη λαδωμένη τραγιάσκα του Λένιν, μια οδοντόβουρτσα, μια τσατσάρα

Φτιάχνω σταμνιά τσουκάλια αγαλμάτια με αργιλόχωμα

Φτιάχνω με λυγαριά και καλάμι καλάθια για τ' αυγά και τα μήλα

Φτιάχνω ποιήματα για μικρούς και μεγάλους, πεθαμένους κι αγέννητους»9.

Ετσι λοιπόν και τα στοχαστικά και συμβολικά έργα του Ρίτσου επιτελούν με την ίδια συνέπεια αυτό που σύμφωνα με το δικό του ορισμό αποτελεί τον υπέρτατο προορισμό του ποιητή: «Να συγκεντρώνει αδελφικά τις ανθρώπινες δυνάμεις και να τις οργανώνει ενάντια στην τυραννία, την αδικία και την ασκήμια»10.

Εχοντας βαθύ το αίσθημα της κοινωνικής αποστολής της ποίησης εξερευνά τις διεργασίες που συντελούνται στην ανθρώπινη συνείδηση σε καιρούς δύσκολους, όπως και οι σημερινοί, όπου η έξοδος προς την αντίσταση και τη συμμετοχή είναι στενή, και ρίχνεται σ' ένα δημιουργικό και αδιάλλακτο αγώνα για να φαρδύνει αυτή την έξοδο. Τα ποιήματά του αυτά, όπως η πολυσυζητημένη αλλά και αντιπροσωπευτική Τέταρτη Διάσταση, αποτελούν μεγαλοφυή μετουσίωση των νομοτελειών της ζωής σε λόγο ποιητικό.

Είναι «μια ένωση της ζωής και της ποίησης»11, μια μεγαλειώδης σύλληψη που μέσα από την αναπόφευκτη πάλη των αντιθέτων, της ελευθερίας με την αναγκαιότητα, του ατομικού συμφέροντος με το κοινωνικό, της αδράνειας με τη δράση, του θανάτου με τη ζωή, του πανάρχαιου εκμεταλλευτικού κόσμου με το νέο σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό, αποκαλύπτεται σε όλο της το βάθος και την έκταση η διαλεκτική κίνηση της ιστορίας και η αντανάκλασή της στην ανθρώπινη σκέψη και ψυχή, η κίνηση της ζωής.

Η άρνηση της άρνησης, σύμφωνα με τη φιλοσοφική ορολογία, δηλαδή η ανυποταγή, είναι για τον ποιητή η μόνη πράξη θετικής υπέρβασης αυτών των αντιθέσεων, η μόνη αντιμετώπιση που μπορεί να δικαιώσει την ύπαρξη και τη συμβολή του ατόμου στην ιστορία και να του χαρίσει έτσι ένα είδος αθανασίας μέσα από το έργο του. Αρνηση της ατομικής ελευθερίας για περισσότερη κοινωνική, επομένως και ατομική ελευθερία, άρνηση του φυσικού θανάτου με τη θυσία της ζωής που τη ζωή ανεβάζει, άρνηση του κοινωνικού θανάτου, της αδικίας, της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης, ή του ηθικού, όπως της πλήξης, της μόνωσης, της αδιαφορίας με τη συμμετοχή στον κοινωνικό αγώνα και την επαναστατική πάλη, άρνηση της γοητείας που εξακολουθεί να εκπέμπει ο παρακμασμένος παλιός κόσμος για ν' ανοίξει χώρος στον νέο είναι τα συμπεράσματα που μας προσκαλεί να υιοθετήσουμε με απίστευτη πειθώ, καθώς πηγάζουν από την καθηλωτικά ρεαλιστική ποιητική απόδοση των επώδυνων εσωτερικών συγκρούσεων, των ταλαντεύσεων και των αναστολών των ηρώων του.

Ποιητής - οδηγητής κι επαναστάτης

Σαν πρώτο ποίημα στη συλλογή αυτή ο Ρίτσος επιλέγει σκόπιμα «το παράθυρο», καλώντας μας να κοιτάξουμε μέσα απ' αυτό τη ζωή, δηλαδή από απόσταση κι έξω απ' τη φόρτιση της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής, έτσι που να μπορέσουμε να δούμε κάτω από την επιφάνεια τις εσωτερικές σχέσεις και τους γενικούς νόμους που κυβερνούν την πραγματικότητα, την κίνηση μέσα στην ακινησία.

Η γνώση μας αυτή είναι η μόνη που θα μας επιτρέψει να επιστρέψουμε στην κοινωνική ζωή, πιο ώριμοι, πιο συνειδητοί και προπαντός δυναμωμένοι απέναντι στις ήττες, τις απώλειες και τις ιστορικές επιβραδύνσεις, αλλά και απέναντι στο φόβο, τη μοναξιά, το θάνατο και τα άλλα προβλήματα του αποκαλούμενου «αιώνιου ανθρώπου». Στο ίδιο θέμα επανέρχεται και με το τελευταίο ποίημα της συλλογής με τον τίτλο «Οταν έρχεται ο Ξένος». Ο Ξένος, που αντιπροσωπεύει τον ποιητή - οδηγητή κι επαναστάτη, συμβολισμό που συναντάμε και σε πολλά άλλα ποιήματα του Ρίτσου (ο Φαροφύλακας, ο οδηγός του Ασανσέρ, ο Τροχονόμος κλπ.), έρχεται στο σπίτι μας που είναι βυθισμένο στο πένθος για να μας δώσει, ολοκληρωμένα πια, τα λυτρωτικά συμπεράσματα του έντονου προβληματισμού των ποιημάτων που προηγήθηκαν.

«Είναι πάντα μια γέννηση, - έλεγε ο Ξένος, -

κι ο θάνατος μια πρόσθεση, όχι αφαίρεση. Τίποτα δε χάνεται»12και αυτό μπορούμε να το συναισθανθούμε, «αρκεί να σπάσουμε την πολιορκία της στιγμής»13. Αρκεί, δηλαδή, να απαλλαγούμε από τη φθορά του ατομικού χρόνου και να αναγνωρίσουμε το γενικό ανθρώπινο χρόνο. Και τότε θα συνειδητοποιήσουμε πόσο μικρές λεπτομέρειες είναι οι προσωρινές ήττες, πόσο ανώφελες είναι οι απογοητεύσεις κι οι αγωνίες μας και θα λάμψει μπροστά μας ολόκληρη η ανθρώπινη πορεία, σα μεγάλος ποταμός που χύνεται στο φως14.

Γιατί για τον Ρίτσο «ολόκληρη η ζωή, ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας» δεν είναι κύκλος, μια μάταιη και δίχως νόημα επανάληψη λαθών κι αποτυχιών, αλλά μια συνέχεια σε υψηλότερο κάθε φορά επίπεδο, «μια σπείρα, μια ανερχόμενη, ανελισσόμενη σπείρα, όλο και πιο πάνω, όλο και πιο πάνω, που δεν έχει τέλος...»15. Αυτή η ιστορία της ανθρωπότητας, σύμφωνα με τον Ρίτσο, γράφεται στις σπουδαίες της στιγμές και από εκείνους τους συνηθισμένους ανθρώπους, που όμως με τις πράξεις τους καταφέρνουν τελικά να εκπροσωπούν τα μεγάλα συμφέροντα της κάθε εποχής.

Ετσι, οι αρχαίοι μυθολογικοί ήρωες ή οι ήρωες του '21 συγχωνεύονται και ξαναζωντανεύουν στα πρόσωπα των σύγχρονων ηρώων, που από γενιά σε γενιά κληρονομούν τα υψηλότερα ιδεώδη της διαθήκης των προγόνων τους και κουβαλούν το σπέρμα των νέων, ακόμη ανώτερων χαρακτηριστικών της ιστορίας του μέλλοντος. Οταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα16, γιατί από τη θυσία τους δεν αντλούμε μόνο τη δύναμη του χρέους να συνεχίσουμε και να δικαιώσουμε τον αγώνα τους, αλλά και την πείρα και τη γνώση αυτών που «πρέπει ν' αποφύγουμε»17 για να επιχειρήσουμε πιο αποτελεσματικά την πραγμάτωση του ιδανικού μας.

Εξέφρασε τα πιο προχωρημένα ιδανικά της εποχής

Σε ένα σχετικά πρώιμο ποίημα του Γ. Ρίτσου, το «Ονειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», αναφέρεται ο παρακάτω στίχος, σαν προάγγελος για τη μεταγενέστερη σύνθεση της Τέταρτης Διάστασης με τον τίτλο «Το νεκρό σπίτι», που συμβολίζει τον παλιό κόσμο:

«Δεν το ξέρεις τάχα πως κι αν πέσει το σπίτι, θα μείνει

το φως

να μας δείξει να χτίσουμε σ' ένα καλύτερο σχέδιο το καινούριο σπίτι;»18

Αποτέλεσμα αυτής της βαθιάς και καθόλου επιπόλαιης αυτοπεποίθησης, που του εμπνέει η γνώση των καθολικών νομοτελειών της ζωής, είναι και ο στίχος «αν τίποτ' άλλο δεν κερδίσαμε, μάθαμε τουλάχιστον πως αύριο θα συναντηθούμε»19, πως δηλαδή ό,τι κι αν έγινε και ό,τι κι αν γίνει, θα έρθει σίγουρα εκείνη η ώρα της πανανθρώπινης αδελφοσύνης, που κάθε ταξικός, φυλετικός, γεωγραφικός, πνευματικός διαχωρισμός θα καταργηθεί και θα εκπληρωθεί, όπως αλλού γράφει, το πανάρχαιο ανθρώπινο όνειρο για μια ειρηνική και δημιουργική αταξική κοινωνία, επιστημονικά πια στηριγμένο και ασφαλισμένο20. Ο δε άνθρωπος θ' απελευθερωθεί από τις έννοιες του, μόνο αν μπορέσει να αφουγκραστεί το βηματισμό της ιστορίας και συντονιστεί με αυτόν γιατί: «Αν είναι ο θάνατος πάντοτε δεύτερος είναι. Η λευτεριά πάντοτε είναι πρώτη»21.

Γίνεται έτσι φανερό πως αυτή η κατάδυση στον εξωτερικό και μαζί στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου ξεκινά από την πρόθεση του ποιητή η συμμετοχή μας στην ιστορική πραγματικότητα, στα κοινωνικά ενδιαφέροντα και προβλήματα, να γίνει πιο αποφασιστική, πιο ουσιαστική και καθολική. Οπως ταιριάζει στην καθολικότητα της κοσμοθεωρίας του και του νέου ανθρωπισμού που φέρνει η κομμουνιστική ιδεολογία: Εναν ανθρωπισμό που χωρά όλο το γιγάντιο πλέγμα των λαϊκών συμφερόντων, από τα πιο φανερά κοινωνικά, ως τα πιο μύχια και κρυφά. Αλλωστε, σαν ποιητικός εκπρόσωπος της πρωτοπόρας τάξης στην πάλη για την κοινωνική απελευθέρωση, της εργατικής, δεν μπορεί παρά να εκφράζει τα πιο προχωρημένα ιδανικά της εποχής, που είναι τα ιδανικά της ίδιας ανθρωπότητας. «Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ' τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο»22.

Ετσι κι οι λέξεις του παίρνουν κι αυτές περιεχόμενο καθολικό. Θάνατος δεν είναι μόνο ο φυσικός αλλά και ο κοινωνικός, ο ψυχικός, ο ηθικός. Ερωτας δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο ανθρώπινο αίσθημα, αλλά η κινητήρια δύναμη της δημιουργίας, το πάθος κι η αγάπη για κάθε τι όμορφο στη φύση και τη ζωή και πάνω απ' όλα για τους ανθρώπους, γιατί «πρέπει να χαριστείς για να κερδίσεις». Λόγος είναι το αντίθετο της σιωπής, της απόδρασης απ' τα κοινωνικά προβλήματα, αλλά κι η γνώση, γιατί, όπως γράφει, «αν δεν το πω, δεν τόχω»23. Λευτεριά είναι η απελευθέρωση από κάθε είδους καταναγκασμό, κοινωνικό, φυσικό, ψυχικό. Ποίηση είναι η ανθρώπινη δημιουργία που μάχεται με κάθε είδους ανασταλτική δύναμη.

Δίχως αμφιβολία ο Ρίτσος εμπνέεται από το μεγαλείο και τον ηρωισμό του ανθρώπου, που έχοντας για πρώτη φορά μέσα στα χιλιάδες χρόνια της ζωής του αποκτήσει την ολοκληρωτική ιστορική συνείδηση της δημιουργικής λειτουργίας κι αποστολής του, ανακαλύπτει τη δύναμη να γκρεμίσει τον κόσμο της ανάγκης για να χτίσει το βασίλειο της ελευθερίας. «Μονάχα ο θάνατός μας είναι του καθενός μας ο ίσος»24 γράφει, δηλαδή όλα τα άλλα είναι κατώτερα του ανθρώπου και γι' αυτό μπορεί να τα πολιορκεί και να τα εκπορθεί, ακόμη και το μέχρι σήμερα ανεξήγητο και μυστήριο, στη μεγαλειώδη, ατελεύτητη κι ανεξάντλητη ανοδική πορεία του «από δω προς τον ήλιο».

Ευαίσθητος και γι' αυτό δυνατός

Η έκστασή του απέναντι στα κρυμμένα ακόμη μυστικά της ζωής θα μπορούσαμε να πούμε, μεταφέροντας εδώ τις σκέψεις του από το δοκίμιό του για το Μαγιακόφσκη, «δεν αποτελούν μια μεταφυσική διαφυγή, αλλά ένα γεφύρωμα ανάμεσα στο παρόν και στο μέλλον... μια φυσική αδημονία για την πραγμάτωση ενός πανανθρώπινου, ρεαλιστικού ιδανικού μέσα στον "ταχύτερο" χώρο της φαντασίας και της τέχνης»25.

Αλλωστε, αυτή η μοναδική ικανότητα του Ρίτσου να συνδέει το καθημερινό με το διαρκές, το παρόν με το μέλλον, το μέρος με το όλον είναι που τον τοποθετεί στο στερέωμα εκείνων των μεγάλων δημιουργών, που συνηθίζουμε να αποκαλούμε κλασικούς. Γιατί ο λόγος του Γιάννη Ρίτσου απλώνεται πέρα από τα όρια της εποχής μας και διεκδικεί να παραμείνει οδηγητικός και στη μελλοντική εποχή, που ο άνθρωπος έχοντας καταλύσει την κοινωνική σκλαβιά θα δίνει απερίσπαστα τη μάχη για τη συνολική απελευθέρωσή του.

Ολες οι ποιητικές μορφές, απ' το πολύστιχο ως το μονόστιχο ποίημα, απ' το πολυφωνικό χορικό ως τους εσωτερικούς μονολόγους κι όλες οι αισθητικές φόρμες έξω από κάθε συμβατικότητα, από τις πιο παραδοσιακές, όπως ο δεκαπεντασύλλαβος, ως τις πιο τολμηρές, όπως η συμβολική, η σουρεαλιστική ή η εξπρεσιονιστική μετάπλαση των εικόνων, επιστρατεύονται και αφομοιώνονται στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου για ν' αποδώσουν τα πρωτοποριακά της μηνύματα και να εισχωρήσουν στο έξω και το μέσα, και στο μάτι μας που βλέπει.

Κι αυτό αποτελεί επιβεβαίωση κι όχι απόρριψη του ρεαλισμού, γιατί ρεαλισμός δεν είναι η προσκόλληση στα καθιερωμένα ως ρεαλιστικά πρότυπα, αλλά η αναζήτηση εκείνης της μορφής που κάθε φορά συμβαδίζει με την πραγματικότητα και την εξέλιξή της. Για τον ίδιο λόγο δε θα πρέπει να θεωρηθούν φυγή από την πραγματικότητα και το κοινωνικό χρέος η φευγαλέα αίσθηση ματαιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς και οι υπέροχες στιγμές ανάπαυλας, ρεμβασμού και θαυμασμού στην ομορφιά της φύσης και των πλασμάτων της, όπως το ανθρώπινο σώμα, που διαχέονται σε όλο το έργο του.

Το αντίθετο μάλιστα. Ο έρωτας, οι απλές και ταπεινές καθημερινές χαρές, η ομορφιά με λίγα λόγια της ζωής δεν αποτελούν αφορμή για απόδραση, αλλά ορμητήριο για δράση, ώστε να φτάσει ο άνθρωπος ανεμπόδιστα να τις απολαμβάνει: «Γιατί όταν λείπει το ψωμί απ' το τραπέζι ποιος ο πλούτος των άστρων;»26

Το σπουδαιότερο όμως είναι πως όλα αυτά τα συστατικά της ποίησης του Ρίτσου και προπαντός η αντιφατικότητα των συναισθημάτων και των καταστάσεων συνηγορούν σε ένα βαθύτερο, διαλεκτικό ρεαλισμό που τίποτα το ανθρώπινο δεν παραγνωρίζει, και συνεργάζονται αρμονικά για ένα σκοπό: Να βαθύνουν τη γνώση μας και ταυτόχρονα να οξύνουν την ευαισθησία μας, ώστε να μας καλλιεργήσουν ένα καθολικό αισθητήριο και κριτήριο, που θα μας βοηθά όχι μόνο ν' αναγνωρίζουμε την αδικία και την ασκήμια, αλλά και να μην αντέχουμε να υποκύψουμε σ' αυτή, ακόμη και αν το τίμημα είναι ο θάνατος.

Με άλλα λόγια, η τέχνη του Ρίτσου κατορθώνει να διαπλάθει ανθρώπους ικανούς να κατανοούν την κίνηση και τη συνέχεια της ζωής και μαζί ανίκανους να πορευτούν σκυφτοί και συμβιβασμένοι μέσα σ' αυτή, ανθρώπους ανήμπορους - όπως κι εκείνος - να περπατήσουν με «κομμένα τα γόνατα της ψυχής τους»27, έτσι που τελικά να δημιουργεί δημιουργούς της νέας κι απαλλαγμένης απ' την παλιά δυστυχία ζωής. Κι αυτό δεν είναι τίποτ' άλλο παρά ο αληθινός σοσιαλιστικός ρεαλισμός.

Να γιατί, αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι, τον Γιάννη Ρίτσο τον φοβήθηκαν και τον φοβούνται στρατηγοί, δικτάτορες, βασιλιάδες κι όλοι οι φρουροί και οι προσκυνημένοι του ξεπεσμένου αστικού κόσμου,

«παρότι δεν είχε στην κωλότσεπη μπιστόλι

πάρεξ ένα τρεμάμενο χαμόγελο μπροστά στο θαύμα του κόσμου που ετοιμάζουν οι πραγματικοί επαναστάτες»28.

Πρωτοπόρος όσο η εργατική τάξη που τον προορισμό της ζέστανε στον κόρφο της τέχνης του. Ανεξάντλητος όσο η θάλασσα και η ζωή. Ακούραστος εργάτης του Λόγου όσο και της Επανάστασης. Ασυμβίβαστος όσο ο άνθρωπος που ξέρει το νόημα της ζωής. Φωτεινός όσο το κόκκινο, που από κανένα δε δανείστηκε, το δικό του αίμα. Ακλόνητος όσο το πρέπει του σήμερα που ασπάστηκε. Ανθρώπινος όσο το χέρι που πιάνει ένα άλλο χέρι. Μα πάνω απ' όλα ευαίσθητος και γι' αυτό δυνατός.

Στο όνομά του αντηχάει ακέριο το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Με τα βουνά του μεγαλείου και της λεβεντιάς, με τα μεγάλα ιδανικά και τις πρωτοπόρες ιδέες, με τις πίκρες και τις ανησυχίες, αλλά και την ακατανίκητη πίστη σ' ένα ευτυχισμένο μέλλον και στη δύναμη του λαού που θα το επιβάλει. Στο όνομά του αντηχάει ακέριο το Κομμουνιστικό Κόμμα του Κόσμου, το λαμπρό μέλλον της πανανθρώπινης συνάντησης.

Γι' αυτό

«Ξέρουμε πως ο ίσκιος του θα μείνει πάντα, πάνου στα χωράφια

πάνου στην πλίνθινη μάντρα του φτωχόσπιτου

πάνω στους τοίχους των μεγάλων σπιτιών που θα χτίζονται αύριο.... Το ξέρουμε.»29

Μας έδωσε ό,τι καλύτερο είχε. Μας συνδαύλισε ό,τι καλύτερο έχουμε. Ας του δώσουμε κι εμείς με τη σειρά μας αυτό που περίμενε από μας:

«Συνέχεια στη συνέχεια ως εκεί που μαλακώνει η καμπύλη των φρυδιών, και πιο πάνω,

τα χείλη να τεντώνονται σ' ένα συντροφικό γεια σου, χαρά σου...»30.

Σημειώσεις

1. «Το χρέος των ποιητών», Ανθρωποι και τοπία, Τα Επικαιρικά

2. «Ο Ηρακλής κι εμείς», Επαναλήψεις Β΄, Ποιήματα Ι

3. «Η αρχιτεκτονική των δέντρων», Τα Επικαιρικά

4. «Τα χέρια των συντρόφων», Πέτρινος χρόνος, Τα Επικαιρικά

5. «Ο Ηρακλής κι εμείς», Επαναλήψεις Β΄, Ποιήματα Ι

6. «Το χορικό των σφουγγαράδων», Ποιήματα Δ

7. «Περί Μαγιακόφσκη», Μελετήματα

8. «Περί Μαγιακόφσκη», Μελετήματα

9. «Η Πύλη», Γίγνεσθαι

10. Δήλωση του ποιητή το 1956 από το «Η κατοχή και η αντίσταση στην ποίηση του Ρίτσου» Κ. Μυρσιάδη, Αφιέρωμα στο Γιάννη Ρίτσο, Κέδρος

11. «Οταν έρχεται ο ξένος», Τέταρτη Διάσταση

12. «Οταν έρχεται ο ξένος», Τέταρτη Διάσταση

13. Ο.π. στο ίδιο

14. «Η ποίηση του Ερενμπουργκ», Μελετήματα

15. Συνέντευξη του ποιητή από το ντοκιμαντέρ του Γ. Σγουράκη

16. «Ρωμιοσύνη», Αγρύπνια, Ποιήματα Β΄

17. «Το νεκρό σπίτι», Τέταρτη Διάσταση

18. «Ονειρο καλοκαιρινού μεσημεριού», Δοκιμασία, Ποιήματα Α'

19. «Οχι πολιτική», Ασκήσεις, Ποιήματα Γ΄

20. «Περί Μαγιακόφσκη», Μελετήματα

21. «Τα στοιχειώδη», Διαδρομές και Σκάλα, Ποιήματα Ι

22. «Το καπνισμένο τσουκάλι», Μετακινήσεις, Ποιήματα Β΄

23. «Βολιδοσκόπος», Γίγνεσθαι

24. «Αίας», Τέταρτη Διάσταση

25. «Περί Μαγιακόφσκη», Μελετήματα

26. «Η Γέφυρα», Ποιήματα Γ΄

27. «Αποχαιρετισμός», Ποιήματα Γ΄

28. «Το τερατώδες Αριστούργημα», Γίγνεσθαι

29. «Καπνισμένο τσουκάλι», Μετακινήσεις, Ποιήματα Β΄

30. «Τροχονόμος», Γίγνεσθαι


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ