«Αλλάζουμε και τον τρόπο αντιπολίτευσης», διακήρυξε ο Αντ. Σαμαράς απευθυνόμενος στα στελέχη της ΟΝΝΕΔ την περασμένη Κυριακή, επιχειρώντας να παρουσιάσει την «αντιπολίτευση» της συναίνεσης ως το σημαντικότερο επίτευγμα της δίμηνης θητείας του στην ηγεσία της ΝΔ. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η παραπάνω φράση του προέδρου της ΝΔ αντανακλά με ακρίβεια την πραγματικότητα.
Το κόμμα της ΝΔ, από τη θέση της (κατ' ευφημισμόν) αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι μια συμπαγής δύναμη που μάχεται καθημερινά στο πλευρό της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για να περάσουν τα πιο σκληρά αντιλαϊκά μέτρα. Ταυτόχρονα, δε διστάζει να έρθει σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα που θα αμφισβητήσουν έμπρακτα την κυρίαρχη πολιτική και θα διεκδικήσουν αγωνιστικά αυτά που δικαιούνται.
Αναπαράγοντας την κυβερνητική προπαγάνδα, η ηγεσία της ΝΔ έχει αναδείξει την έξοδο από την κρίση ως «εθνική υπόθεση», για την οποία «πρέπει όλοι να βάλουμε πλάτες», εννοείται προς όφελος της κερδοφορίας των μονοπωλίων που συνεχίζεται αμείωτη και κατά τη διάρκεια της καπιταλιστικής κρίσης.
Το νέο «Πρόγραμμα Σταθερότητας» που κατέθεσε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αποτελεί και το δικό της μπούσουλα, γνωρίζοντας βεβαίως ότι αυτός ο «οδικός χάρτης» της πρωτόγνωρης αντιλαϊκής επέλασης έχει συνταχθεί από κοινού με τις Βρυξέλλες και τις «διεθνείς αγορές», στη βάση των αποφάσεων που διαχρονικά έχουν συνδιαμορφώσει οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στο πλαίσιο της ΕΕ.
Το ζητούμενο, λοιπόν, για το αντιλαϊκό μαύρο μέτωπο είναι να γίνουν άμεσα πράξη οι πολιτικές και οι («ποσοτικοποιημένοι») στόχοι του «Προγράμματος Σταθερότητας». Σε αυτή την κατεύθυνση μπαίνει μπροστά η ηγεσία της ΝΔ, διεκδικώντας μάλιστα πρωταγωνιστικό ρόλο με αδιάκοπες παρεμβάσεις σε όλα τα επίπεδα. «Ολη η κοινωνία πρέπει να στηρίξει το κυβερνητικό σχέδιο του Προγράμματος Σταθερότητας», είναι το ξεκάθαρο μήνυμα συναίνεσης που εκπέμπουν καθημερινά τα «γαλάζια» στελέχη, δίνοντας δυναμικό «παρών» στο κάλεσμα της αστικής τάξης για τον «υπέρ πάντων αγώνα».
Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει την ηγεσία της ΝΔ πως δεν κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να στηρίξει τα συμφέροντα της τάξης της. Ηδη έχει να επιδείξει πλούσιο απολογισμό: Υπερψηφίζει κυβερνητικά νομοσχέδια που φορτώνουν τα βάρη της κρίσης στα λαϊκά στρώματα, όπως η αύξηση των έμμεσων φόρων στα ποτά και στα τσιγάρα, ή νομοσχέδια που προσφέρουν νέα προνόμια και χρήμα στις επιχειρήσεις, όπως αυτό για τη ρύθμιση των επιχειρηματικών χρεών.
Ενθαρρύνει την κυβέρνηση να προχωρήσει στη μείωση των μισθών και των συντάξεων των εργαζομένων στο δημόσιο και όχι μόνο, να επιταχύνει τις ανατροπές στο Ασφαλιστικό που εξαγγέλλει διαρκώς ο Α. Λοβέρδος, δίνει «πράσινο φως» για την αντιδραστική μεταρρύθμιση του κρατικού μηχανισμού («Καλλικράτης»), κ.ο.κ.
Ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς, δίνοντας το θεωρητικό πλαίσιο της συναινετικής σύμπλευσης, φρόντισε να αποσαφηνίσει ότι έχει θέσει εκτός αντιπολίτευσης οτιδήποτε σχετίζεται με τις ιερές λέξεις «έλλειμμα», «χρέος», «Βρυξέλλες», «Πρόγραμμα Σταθερότητας». Οπως είπε χαρακτηριστικά, στα θέματα αυτά «κατεβάζει τους τόνους» γιατί διαφορετικά θα έπληττε την εικόνα και την αξιοπιστία της χώρας στο εξωτερικό (!), παρουσιάζοντας έτσι ως «πατριωτικό καθήκον» την υποταγή και πειθαρχία στα αντιλαϊκά μέτρα που παίρνονται στο όνομα αυτών των «υψηλών ιδανικών»...
Πνεύμα απόλυτης συμμόρφωσης και πειθαρχίας στην εφαρμοζόμενη κυρίαρχη πολιτική αποπνέει και η φράση του ότι «εμείς δε θέλουμε να βουλιάξει η χώρα για να έλθουμε να κυβερνήσουμε στα ερείπια», με την οποία ουσιαστικά ενοχοποιεί όποιον κάνει αντιπολίτευση σε αυτή την πολιτική.
Σε κάθε περίπτωση η συναίνεση είναι στρατηγικό δόγμα για την ηγεσία της ΝΔ και αυτό το παραδέχονται ανοιχτά τα στελέχη της. «Η ΝΔ ακολουθεί μια συναινετική στάση σε αυτά τα κρίσιμα ζητήματα (σ.σ. της οικονομίας) και δε θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γ. Αλογοσκούφης, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος ο Γ. Παπαθανασίου ευχήθηκε «με όλη την ειλικρίνεια να πετύχει το Πρόγραμμα Σταθερότητας, διότι μιλάμε για μια εθνική υπόθεση»...
Αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της τακτικής είναι η αντιπαράθεση και σύγκρουση με τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα που βγαίνουν στους δρόμους του αγώνα, όπως έγινε και με τους αγρότες.
Από την πρώτη στιγμή η ηγεσία της ΝΔ αποδοκίμασε και καταδίκασε τα μπλόκα της φτωχομεσαίας αγροτιάς και δεν έμεινε μόνο στα λόγια. Τόσο η Ρηγίλλης όσο και οι «γαλάζιοι» αγροτοπατέρες, που σταθερά εκφράζουν τα συμφέροντα των σύγχρονων τσιφλικάδων-καπιταλιστών, έδιναν μάχη για να μην κλείσουν οι δρόμοι, αναμασώντας τα συνήθη επιχειρήματα του «κοινωνικού αυτοματισμού», ότι δηλαδή «τέτοιου είδους εκδηλώσεις προκαλούν προβλήματα σε άλλες κοινωνικές ομάδες».
Κάτω από την πίεση, όμως, των χιλιάδων τρακτέρ που βγήκαν στους δρόμους και προκειμένου να μην έρθει σε ρήξη με μια από τις δεξαμενές των ψηφοφόρων της, η ηγεσία της ΝΔ κατέφυγε στην τακτική της διγλωσσίας, κάνοντας ανέξοδα λόγο για «αυθόρμητη κάθοδο των αγροτών στους δρόμους υπό την πίεση των προβλημάτων» αλλά και για «δίκαια αιτήματα». Στην πράξη, είναι κόμμα εχθρικό προς τα πραγματικά συμφέροντα της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς, όπως αποδεικνύεται τόσο από τη στάση που κράτησε επί των ημερών της απέναντι στους αγρότες, όσο και από τις ευρωενωσιακές συνταγές που προτείνει και σήμερα για να εκτονωθούν οι κινητοποιήσεις και να προχωρήσει η καπιταλιστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής.
Η πλήρης σύμπλευση της ΝΔ με την κυβέρνηση σηματοδοτεί την ενιαία στρατηγική τους και το κοινό μέτωπο απέναντι στα πραγματικά λαϊκά συμφέροντα, το οποίο, όμως, αν ο λαός το πάρει απόφαση, δεν είναι ανίκητο. Αυτό το φόβο εξέφρασε τις προάλλες και ο Κ. Μητσοτάκης, μιλώντας για «αδύνατο πολιτικό κόσμο» από τη μια και για «αφηνιασμένο κόσμο» από την άλλη. Γνωρίζει καλά η αστική τάξη ότι η όξυνση της ταξικής πάλης μπορεί να φέρει απρόβλεπτα αποτελέσματα, πολύ περισσότερο όταν «το καζάνι βράζει» επικίνδυνα. Αυτό προσπαθούν να αποτρέψουν οι δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο.