Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΛΟΥΙ ΜΑΛ
Ασανσέρ για δολοφόνους

Χωρίς ρυτίδες μετά από 55 χρόνια η πρώτη ταινία του Λουί Μαλ πλησιάζει την τελειότητα. Με μια τρελή κομψότητα, τοποθετείται στο σημείο τομής του γαλλικού ποιοτικού σινεμά και του σινεμά του «νέου κύματος». Το μακιαβελικό της σενάριο είναι εύρωστη κατασκευή μέγιστης πρωτοτυπίας, με ασυνήθεις ανατροπές, χωρίς νεκρούς χρόνους, με σπάνια ειρωνεία, σπάνια εξυπνάδα και σπανιότατη φινέτσα και εγγράφεται στο είδος του αστυνομικού νουάρ. Στο εσωτερικό του μύθου διασταυρώνονται ιστορίες πολλών χαρακτήρων η μοίρα των οποίων, αργότερα, θα συνδεθεί αναγκαστικά με το φόνο. Η τραγωδία εκτυλίσσεται και γύρω από το κέντρο, με τρόπο άψογο, ενώ τα αποστάγματα αγωνίας σερβίρονται σε σωστές δόσεις. Οι εικόνες όπως και το καστ, εξαίρετες... Μια ταινία φτιαγμένη από μαιτρ!

Ο Ζυλιέν Ταβερνιέ δολοφονεί ψυχρά το αφεντικό του, ερωτευμένος όπως είναι με την Φλοράνς, τη γυναίκα του αφεντικού και ερωμένη του. Μετά το έγκλημα πάθους ανακαλύπτει ότι άφησε κάποια ένδειξη στον τόπο του εγκλήματος κι επιστρέφει στο γραφείο του αφεντικού με το ασανσέρ. Ωστόσο φευ, εκεί μέσα μπλοκάρεται για ένα ολόκληρο σαββατοκύριακο, ενώ η ανίδεη Φλοράνς περιπλανιέται και τον ψάχνει στους δρόμους του νυχτερινού Παρισιού. Η ταινία του Λουί Μαλ είναι φόρος τιμής στο λαμπρό (αμερικάνικο) φιλμ νουάρ. Από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή μάς κρατά σε αγωνία, ιχνογραφώντας πολλές παράλληλες ιστορίες χωρίς ποτέ να κάνει το θεατή να βαριέται ή να χάνεται αλλά τον μπάζει στο παιχνίδι και βιώνει αδιάκοπη απόλαυση. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το φιλμ γέρασε κατά τι, μετά τόσα χρόνια ζωής κι ότι αυτό γίνεται αισθητό από τον τρόπο εκφοράς του λόγου, τυπικός ήχος για τις αρχές του νέου κύματος...

Η ταινία αστυνομική, ή ακριβέστερα filmnoir, με μέτρο και μαεστρία η παρθενική ταινία του 25χρονου τότε σκηνοθέτη Λουί Μαλ. Αλήθεια, πόσοι σημερινοί «σκηνοθέτες» είναι σε θέση να φτιάξουν ένα τόσο «κινηματογραφικό» φιλμ; Ο Μαλ ξεκίνησε την καριέρα του στο σινεμά σαν βοηθός σκηνοθέτης το 1956, όταν συνεργάστηκε με τον Ζακ Κουστώ στο πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ του ερευνητή «Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ». Την ίδια χρονιά, συνεργάζεται και με τον μέγιστο Ρομπέρ Μπρεσόν στην εκπληκτική του ταινία «ΕΝΑΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ ΣΕ ΘΑΝΑΤΟ ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΕ». Το απολύτως προσωπικό ντεμπούτο του Μαλ, το «ΑΣΑΝΣΕΡ ΓΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ» του 1958 φαντάζει σαν λαμπρή άσκηση. Η ιστορία αρθρώνεται σιγά - σιγά και με γοητευτικό τρόπο έρχονται στην επιφάνεια και σωρεύονται απίστευτα αστάθμητοι παράγοντες, κακοτυχίες αλλά και παρεξηγήσεις. Ολα ανακύπτουν σχεδόν χιουμοριστικά...

Ο Λουί Μαλ είναι ένας ιδιαίτερα εκλεκτικός κινηματογραφιστής και οι καταβολές που σφραγίζουν την προσωπικότητά του, ως άσωτου υιού της υψηλής μπουρζουαζίας, διαπερνούν πάντα τις ταινίες του. Ο Μαλ διαθέτει αμίμητη οπτική, βουτηγμένη στο χιούμορ και την ειρωνεία για το περιβάλλον από το οποίο προέρχεται, ενώ στο φόντο διακρίνεται κάποιος αμοραλισμός που το καθιστά πολύ προσφιλές. Στο «ΑΣΑΝΣΕΡ ΓΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ» αυτό το στοιχείο αποκρυσταλλώνεται κυρίως μέσα από το ρόλο της Ζαν Μορό. Η ταινία έχει μια εγγενή ομορφιά και προσφέρει αφειδώς μια ευρεία γκάμα συστατικών της κινηματογραφόφιλης απόλαυσης. Η τρομπέτα του Μάιλς Ντέιβις αγκυροβολεί αρμονικά τόσο στην ίντριγκα της ταινίας όσο και στις σκηνές που έχουν απουσία δράσης, στις περιγραφικές και τις ψυχολογικές σκηνές... Σε κάθε περίπτωση της υψηλής αισθητικής εικόνες από το ασπρόμαυρο Παρίσι της νύχτας ή τις εκφράσεις της θεϊκής Ζαν Μορό. Πρόκειται για ένα μουσικό αριστούργημα εντός του πλαισίου ενός κινηματογραφικού αριστουργήματος... Ισως μια από τις καλύτερες γαλλικές ταινίες όλων των εποχών.

Παρούσες και οι, εν εξελίξει, μελλοντικές βεντέτες του γαλλικού σινεμά, σε δευτερεύοντες ρόλους. Επικεφαλής ο χαρισματικότατος Λίνο Βεντούρα στο ρόλο του αστυνομικού επιθεωρητή, μετά ο Ζαν Κλοντ Μπριαλί... Η ταινία ακολουθεί τους κώδικες του φιλμ νουάρ, αλλά όχι μόνο... μέσα της υπάρχει και το χιτσκοκικό στοιχείο, ο Μαλ εξάλλου έχει ομολογήσει ότι εμπνεύστηκε από τον «μαιτρ της σουσπάνς». Αλλες σκηνές, πάλι, παραπέμπουν στον Μπρεσόν... Η ταινία στο σύνολό της αναγγέλλει κάποιες όψεις του επικείμενου «νέου κύματος» (Nouvelle Vague), στον τρόπο αφήγησης της ιστορίας και στο μοντάζ. Η διαφορά είναι ότι στον Λουί Μαλ η διαδικασία δεν καθίσταται στοιχείο επίδειξης. Η ίντριγκα είναι εντυπωσιακά καλαίσθητη, την καταλαβαίνουμε αλλά και την εικάζουμε κομμάτι το κομμάτι. Είναι από τις λίγες - σπάνιες μάλλον - φορές που ο θεατής δεν αντιμετωπίζεται σαν χαζός. Ο πρωταγωνιστής Μορίς Ρονέ - στο απόγειο της δόξας του - παρότι γειτνιάζει με αυτό που ονομάζουμε «λευκό χαρακτήρα» λόγω του αυτοελέγχου που δείχνει με αποτέλεσμα την έλλειψη εκδήλωσης από πλευράς του συγκινήσεων, προκαλεί την εμπάθειά μας και την αγανάκτησή μας με τη συμπεριφορά των δύο νεαρών που κλέβουν το αυτοκίνητό του. Η ταινία δεν τελειώνει με χάπι εντ, ούτε με μοραλιστικές νουθεσίες, ούτε ακόμη με αποκαλύψεις. Η λύση είναι δίκαιη και πράγματι προκαλεί ευχαρίστηση. Το «ΑΣΑΝΣΕΡ ΓΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ» θέλει συγκέντρωση, ώστε να δρέψει ο θεατής την καλλιτεχνική της πεμπτουσία...

Παίζουν: Μορίς Ρονέ, Ζαν Μορό, Λίνο Βεντούρα, Κλοντ Μπριαλί, κ.ά.

Παραγωγή: ΓΑΛΛΙΑ (1958)

Οι επανεκδόσεις σώζουν – και πάλι - τη βδομάδα…

Συνεχίζουν να είναι οι επανεκδόσεις - δύο συναρπαστικές ταινίες, το «ΑΣΑΝΣΕΡ ΓΙΑ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥΣ» (1958) του Λουί Μαλ και η πρώτη γαλλική ταινία του Κριστόφ Κισλόφσκι, η γοητευτικά κινηματογραφική «ΔΙΠΛΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΒΕΡΟΝΙΚΑ» (1991) - που σώζουν και πάλι, αυτή, την πρώτη βδομάδα του «ζεστού μήνα Αυγούστου». Ενας μήνας που μπαίνει φέρνοντας μπόλικες αριθμητικά, αλλά από αδιάφορες έως κακές, πρεμιέρες που κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ο έρωτας, σε πληθώρα εκδοχών... Υπάρχει π.χ. η βερσιόν της ρομαντικής κομεντί: «ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΝΑΙ...» (2012) της Δανέζας σκηνοθέτιδας Σουζάνε Μπίερ, που όποιος μέχρι πρότινος εκτιμούσε για την όποια, σκανδιναβικού τύπου, ευθεία σχέση ανδρών/γυναικών στις ταινίες της, τώρα δε θα πιστεύει στα μάτια του με αυτή την πικρόχολη όψη του ροζ ειδυλλίου με σκηνοθετικές δυσκολίες στο να βρει τη φόρμα και το ρυθμό του. Αυτό το μπαγιάτικο χολιγουντιανό παραμύθι - με την καθοριστική παρουσία του Πιρς Μπρόσναν που παραπέμπει στο αφρώδες «MAMMAMIA!» χωρίς όμως τις φυσαλίδες της φρεσκάδας - έχει ενσωματώσει στοιχεία ενοχλητικά, όπως, την προσπάθεια να κατορθώσει η ταινία να κάνει το κοινό να «χύσει δάκρυα», χτυπώντας στα σημείο που η «αδυναμία» αγγίζει το όριο του συναισθηματικού εκβιασμού. Η ιστορία τοποθετείται στο εσωτερικό μιας σειράς καρτ ποστάλ από το Σορέντο (από το τουριστικότερο ιταλικό τρίγωνο Σορέντο - Κάπρι - Αμάλφι, στην επαρχία της Νάπολης) και υπό τις μουσικές νότες του αθάνατου τουριστικού άσματος του Ντιν Μάρτιν «That's amore»... Η Δανέζα κομμώτρια Ιντα βγαίνοντας από τις χημειοθεραπείες για έναν καρκίνο στο στήθος ανακαλύπτει ότι ο άνδρας της την έχει ήδη αντικαταστήσει με μια νεαρή συνάδελφό του. Σαν να μην έφταναν αυτά που λειτουργούν σωρευτικά στον δικαιολογημένο υπαρξιακό της φόβο, με το που προσγειώνεται στην Ιταλία για το γάμο της κόρης της Αστριντ στο Σορέντο (όνειρο των Βόρειων μικροαστών), τρακάρει με το αυτοκίνητο του πατέρα του γαμπρού, ενός Αγγλου χήρου ονόματι Φίλιπ, που απαντά με οργισμένο ξέσπασμα - αυτός που για χρόνια καταπιέζει την οργή του. Αλλά μέχρι σήμερα, γιατί όπως φαίνεται η Ιντα είναι μάλλον η γυναίκα που θα τον αλλάξει για πάντα. «Ολα τα κακά δεν έρχονται μόνο να μας βλάψουν» θα μπορούσε να είναι το απόσταγμα του ηθικού διδάγματος της ταινίας, για όποιον θα ήθελε να συνθέσει το μάξιμουμ που δίνει το φιλμ της Μπίερ, το οποίο εγγράφεται στο είδος που αποκαλείται «συναισθηματικό», στο πλαίσιο του οποίου η κωμωδία ρέει άφθονη άλλοτε ειρωνική κι άλλοτε πολύ φθαρμένη...

Πρεμιέρα απόψε και για τη γαλλοαργεντινή συμπαραγωγή του 2012 «ΑΝΟΙΧΤΗ ΚΑΡΔΙΑ» σε σκηνοθεσία της Γαλλίδας Μαριόν Λεν με πρωταγωνιστές την Ζιλιέτ Μπινός και τον Εντγκάρ Ραμίρες στους πρωταγωνιστικούς ρόλους του ζευγαριού καρδιοχειρουργών που μετά από δεκάχρονη συμβίωση κρατιέται μαζί από εξαρτήσεις και θανάσιμες ψευδαισθήσεις... Καθόλου πειστική και χωρίς ουσία η «μεταφορά» πάνω στον έρωτα/θάνατο που αφήνει το θεατή ξεκρέμαστο και που μόνο η σκηνική αλχημεία των ηθοποιών μπορεί να καταστήσει κάπως χωνέψιμο το υπερηχογράφημα αυτό της τοξικά μελαγχολικής σχέσης...

Κι άλλο ένα κοινότοπο, ημι-βιογραφικό, συναισθηματικό δράμα, αμερικάνικο τη φορά αυτή, παραγωγής 2012, έχει πρεμιέρα απόψε. Τίτλος του «ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ» σε σκηνοθεσία του πρωτοεμφανιζόμενου Τζος Μπουν. Θέμα της ταινίας τα «τρομερά» προβλήματα, οι νευρώσεις και οι υπαρξιακές αγωνίες που ταλανίζουν τα μυαλά των βολεμένων μικροαστών της πολυτελούς, κατάλευκης παραλίας της πόλης όπου δεν εμφανίζεται ίχνος μαύρου ή κίτρινου Αμερικανού. Η πρωταγωνιστική οικογένεια κινείται στη σφαίρα του κοινωνικού εποικοδομήματος έχοντας επαγγελματική σχέση με τη συγγραφή βιβλίων... σχέση που φαίνεται να έχει κολλήσει σε φαντασιώσεις για τη λογοτεχνική ζωή του 1950 και όχι του σήμερα. Παίζουν οι: Γκρεγκ Κίνεαρ, Τζένιφερ Κόνελι, Λίλι Κόλινς κ.ά.

«ΚΑΤΣΕ ΦΡΟΝΙΜΑ» ο τίτλος μιας ακόμα μπανάλ «έξτρα λάιτ» αμερικάνικης, αισθηματικής κομεντί που κάνει πρεμιέρα σήμερα. Μια φρέσκια παραγωγή (2013), στο καστ της οποίας, συναντάμε δυο ηθοποιούς από την παραπάνω ταινία, τον Γκρεγκ Κίνεαρ και την Λίλι Κόλινς. Στο φιλμ αυτό του Κρέιγκ Ζισκ απόλυτη πρωταγωνίστρια είναι η Τζουλιάνε Μουρ στον ρόλο μιας καθηγήτριας αγγλικής λογοτεχνίας σε γυμνάσιο επαρχιακής πόλης που εκδηλώνει καλλιτεχνικά και ερωτικά σκιρτήματα... Πρεμιέρα επίσης και για το επίσης αμερικάνικο - γυρισμένο στην Ν. Αφρική - θρίλερ «Ο ΜΑΧΗΤΗΣ» (2013) σε σκηνοθεσία Μουκούντα Μάικλ Ντεγουίλ, με τον Πολ Γουόκερ, στο ρόλο ενός πρώην κατάδικου που παραβιάζει τους όρους αναστολής του για να συναντήσει την πρώην γυναίκα και άθελά του μπλέκεται σε πλήρως ανεγκέφαλες - ακόμα και για ταινίες του Πολ Γουόκερ - περιπέτειες!

Τέλος, από σήμερα μπορούμε να ξαναδούμε στη μεγάλη οθόνη τη «ΔΙΠΛΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΒΕΡΟΝΙΚΑ» (1991) του Κριστόφ Κισλόφσκι με την Ιρέν Ζακόμπ και τον Φιλίπ Βολτέρ στους ρόλους που ο σκηνοθέτης ήθελε αρχικά την Αντι μακ Ντόουελ και τον Νάνι Μορέτι... Από τις γοητευτικότερες ταινίες του ιδιαίτερου Πολωνού σκηνοθέτη. Ταινία που μιλά για ευαισθησίες, ασαφείς αισθήσεις και σχέσεις, καταστάσεις παράλογες, αδύνατον να εκφραστούν με λέξεις... εκφράζονται όμως περίφημα μέσα από τη θεϊκή μουσική του Πράισνερ...

ΣΕΘ ΡΟΓΚΕΝ ΚΑΙ ΕΒΑΝ ΓΚΟΛΝΤΜΠΕΡΓΚ
This is the end…

� 2013 Columbia Pictures Indus

Η ιδέα «εκκίνησης» σίγουρα ακούγεται πρωτότυπη: Κάθε ηθοποιός ερμηνεύει το ρόλο του εαυτού του. Μια ομάδα νέων και ανερχόμενων ηθοποιών του Χόλιγουντ δεσμεύτηκαν να «καούν» ως εκεί που δεν παίρνει, στο πλαίσιο ενός σούπερ κιτς πάρτι με αφορμή τα εγκαίνια της καινούριας κατοικίας ενός συναδέλφου, όταν ένας τρομαχτικός σεισμός δίνει το σύνθημα για την παρωδία του τέλους του κόσμου, της μέρας της κρίσης, της βιβλικής Αποκάλυψης. Η ταινία ωστόσο είναι τόσο ενοχλητικά παιδιάστικη και ανεπανόρθωτα βλακώδης που σε κάνει να αμφισβητείς αν όντως πίσω απ' όλο αυτό το εγχείρημα υφίσταται ίχνος πραγματικής, ουσιαστικής εξυπνάδας ενηλίκων κι αν αυτή η έλλειψη εντοπίζεται σε επίπεδο σκηνοθετών ή ηθοποιών... Αρα, παραμένει ξεκρέμαστη και η απάντηση, αν όλος αυτός ο παράφρων αχταρμάς είναι αποτέλεσμα λεπτομερούς προσχεδιασμού ή, απλά, έτσι τους βγήκε αυθόρμητα στην πορεία... Πάντως, δίπλα στο λογικό σνομπάρισμα που πρέπει να επιδείξει το νοήμον κοινό - γιατί θα υπάρξουν πολλοί που θα χαρακτηρίσουν το φιλμ «αριστούργημα» - σε τέτοιου είδους προϊόντα, που μέσα από την πλάκα στοχεύουν κατευθείαν στη διαμόρφωση νεανικής συνείδησης στο πνεύμα των επιταγών των σημερινών αναγκών των μονοπωλίων, θα πρέπει να αρχίσει σοβαρά η σπουδή του φαινομένου ως αντικείμενο εξερεύνησης των μεταμοντέρνων τεχνικών και των σαλαμοποιητικών τρόπων που οι διεθνείς όμιλοι παραγωγής / διανομής οπτικοακουστικών προϊόντων προωθούν τη διαμόρφωση σχέσεων συγγένειας των νέων ανθρώπων με τον κυρίαρχο πολιτισμό της ηγεμονικής τάξης...

Οι Ρόγκεν και Γκόλντμπεργκ προέρχονται από τηλεοπτικό / κινηματογραφικό πλέγμα και έχουν καιρό που ασχολούνται με ένα τύπο παράφρονης εφηβικής κωμωδίας με αθυρόστομους διαλόγους και κλινική παρατήρηση της αμερικάνικης «ποπ» κουλτούρας.

Ηδη από την εισαγωγή της ταινίας - όταν ο Μπαρουσέλ προσγειώνεται από τον Καναδά στο Λος Αντζελες και καταλήγουν στο σπίτι του Σεθ - δίνεται το στίγμα των θεμελιωδών (και μοναδικών) ενδιαφερόντων που οι νέες χολιγουντιανές ελπίδες έχουν. Ποτό, ναρκωτικά και παιχνίδια βίντεο. Οι ανθρώπινες σχέσεις στιγματίζονται στο πάρτι του Τζέιμς Φράνκο ως υποκριτικές (όρα Τζονα Χιλ) και ωφελιμιστικές, με τον ικανοποιημένο από τη ζωή του ιδιοκτήτη να θέλει να περνά και για «μορφωμένος» συλλέκτης μοντέρνας τέχνης.

Στο πάρτι βρίσκεται το σύνολο της αφρόκρεμας των εκκολαπτόμενων σταρ της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Οι σταρ δεν ερμηνεύουν απλά τον εαυτό τους, αλλά το κάνουν μέσα από μια εκδοχή ανόητη, κυνική, χωρίς ίχνος ευστροφίας, μικροπρεπή και βλακώδη σε σχέση με αυτό που, ίσως, είναι στην πραγματικότητα. Επί δύο ώρες βλέπουμε το στερεότυπο του επιτυχημένου σταρ του Χόλιγουντ, του εγωκεντρικού, κακομαθημένου και ανώριμου σε μια κατάσταση υπερβολής, πέρα από κάθε ρεαλιστική διάσταση. Οι σταρ επιδεικνύουν αναίσχυντη και έξαλλη βλακεία χωρίς αξιώσεις σοβαρότητας με χυδαία γλώσσα. Οι καταστάσεις είναι ανοιχτές και μπορούν να συμβούν τα πάντα υπό την προϋπόθεση να μην μπαίνουν όρια στους ηθοποιούς που ερμηνεύουν την καρικατουρίστικη εκδοχή του χαρακτήρα αλλά και της δημόσιας εικόνας τους.

Το τέλος του κόσμου αναγγέλλεται με έναν φριχτό, βιβλικό σεισμό όπου «ανοίγει» η γη και ρουφά ό,τι βρει στα πυρωμένα σωθικά της, ενώ τεράστιες φωτιές ξεριζώνουν και ερημώνουν το κατεστραμμένο τοπίο. Η βίλα του Φράνκο μοιάζει το μόνο σίγουρο καταφύγιο. Εκεί μέσα αμπαρωμένοι οι ελάχιστοι επιζήσαντες της καταστροφής έχουν να αντιμετωπίσουν εκτός από το ισότιμο μοίρασμα των προμηθειών και του νερού, και τα τρομερά, τεράστια τέρατα που εμφανίζονται από το πουθενά και περνούν την ώρα τους εισβάλλοντας στα σπίτια, κυνηγώντας, φοβερίζοντας και κατασπαράζοντας ό,τι ζωντανό μέσα στα σπίτια.

Παγιδευμένοι σε ένα είδος απίθανου φιλμ τρόμου και δράσης, οι σταρ εγωιστές, μπάσταρδοι και αναίσχυντοι μοιάζουν κλινικοί βλάκες. Μέσα από καταιγιστικούς ανούσιους διάλογους για αυτοϊκανοποίηση, ομαδικό βιασμό, κανιβαλισμό, τέρατα, ναρκωτικά κι εξορκισμούς, έρχονται κάθε τόσο στην επιφάνεια θέματα σχετικά με την ανιδιοτελή φιλία μεταξύ των ανθρώπων...

Στην ταινία που σφύζει από ειδικά εφέ - ειδικά από σπλάτερ που δείχνουν το θάνατο κάποιων σταρ - σε εκτεταμένο κομμάτι της, αδυνατεί κανείς να καταλάβει τι πρόκειται να συμβεί παρακάτω. Μέχρι τότε η ετοιμόρροπη χυδαιότητα είναι ανεκτή... Οταν όμως η ένταση φθάνει σε σημείο καμπής και πρέπει να βρει διέξοδο/λύση τότε η ιστορία πέφτει σε τραγικά κοινότοπα του είδους. Το φινάλε, δε, είναι τόσο προβλέψιμο και ανούσιο που δεν έχει καμιά απολύτως σημασία...

Η ταινία είναι ταινία καταστροφής, ιδωμένη από διασκεδαστική σκοπιά, είναι παραλλαγή πάνω σε θέματα που ήδη έχουν ευρέως διερευνηθεί με προσθήκες και πλήθος αναφορών σε κλασικές ταινίες τρόμου.

Τα οπτικά εφέ της Αποκάλυψης είναι φροντισμένα, υπάρχει επίσης η αίσθηση ότι οι ηθοποιοί «το διασκεδάζουν». Από τα πιο ποταπά σημεία, εκείνο όπου ο Ντάνι Μακ Μπράιντ και ο Τζέιμς Φράνκο αντιπαρατίθενται ζωηρά, απειλώντας να εκσπερματώσει ο ένας πάνω στον άλλο... Οι σχέσεις των πρωταγωνιστών θυμίζουν τη συμπεριφορά «μοντέλο» στα ριάλιτι σόου. Είναι επίσης ισχυρή και μια ηδονοβλεπτική συνιστώσα, στο θέαμα της πτώσης σε δυσμένεια, των βλακών, των αδέξιων και των ανίκανων να διαχειριστούν τη συμβίωση μέσα σε τέσσερις τοίχους. Τελικά βρισκόμαστε μπροστά στο πανόραμα του νέου Χόλιγουντ, σε μια αμείλικτη παρωδία που καταδικάζει το έκλυτο είδωλό του αλλά με λανθασμένο τρόπο. Είναι εύλογο ότι, ανά την υφήλιο, ορδές θεατών έχουν εκπαιδευτεί από το σύστημα ώστε να επιθυμούν διακαώς να αγοράζουν ηλιθιότητες κάθε είδους, αυτό όμως το μείγμα που χτυπήθηκε στο μίξερ, ανακατεύοντας σκληρή βλακεία και απερίγραπτη χυδαιότητα σπάει όλα τα ρεκόρ...

Παίζουν: Τζέιμς Φράνκο, Τζόνα Χιλ, Σεθ Ρόγκεν, Τζέι Μπαρουσέλ, Ντάνι Μακ Μπράιντ, Εμα Γουότσον, Ριάνα, Μάικλ Σέρα, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ