Κυριακή 13 Γενάρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 21
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΦΑΡΜΑΚΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ
Ο κλάδος που δε γνώρισε ποτέ κρίση!
  • Ο μοναδικός κλάδος της μεταποίησης που δεν αντιμετώπιση προβλήματα συρρίκνωσης
  • Συνεχίζουν την πορεία της υψηλής κερδοφορίας οι βιομηχανίες του κλάδου

Παρά τη βαθιά κρίση που χτυπάει τους κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής και η οποία προσβάλλει το σύνολο της παραγωγικής δραστηριότητας σε ολόκληρη τη μεταποίηση, ο κλάδος της φαρμακοβιομηχανίας φαίνεται να ακολουθεί μια δική του πορεία, επιδεικνύοντας, κόντρα στις τάσεις και τις εξελίξεις που παρατηρούνται καθ' όλη την τελευταία δεκαετία, σταθερή αύξηση του όγκου της παραγωγής. Ως αποτέλεσμα αυτής της πορείας, εμφανίζεται ως ο πλέον δυναμικά αναπτυσσόμενος κλάδος της μεταποίησης, έχοντας διευρύνει σημαντικά το ποσοστό συμμετοχής του στην παραγωγή των μεταποιητικών κλάδων, ένα ποσοστό ωστόσο που εξακολουθεί - και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά - να παραμένει στα πολύ χαμηλά επίπεδα του 1,74%.

Ο κλάδος του φαρμάκου, μαζί με τον κλάδο «παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου», είναι ο μοναδικός κλάδος της μεταποίησης που το 2012 παράγει περισσότερο από ό,τι το 2000.

Με βάση τις νέες κωδικοποιήσεις που κάνει η ΕΛΣΤΑΤ, ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας φαρμάκων υπάγεται στους τομείς της Βιομηχανίας και του Εμπορίου και περιλαμβάνει τους ακόλουθους κλάδους ή υποκλάδους:

1) Παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων, ο οποίος χωρίζεται στους υποκλάδους α) Παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και β) Παραγωγή φαρμακευτικών σκευασμάτων.

2) Χονδρικό εμπόριο φαρμακευτικών προϊόντων

3) Λιανικό εμπόριο - Φαρμακευτικά είδη σε ειδικευμένα καταστήματα

Οταν μιλάμε για φαρμακοβιομηχανία στην Ελλάδα, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας μια σειρά παράγοντες που προσδίδουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στον κλάδο, χαρακτηριστικά που επηρεάζουν άμεσα και ορισμένες φορές αισθητά τα διάφορα στοιχεία που τον αφορούν. Για παράδειγμα...

Πρώτον, ο κλάδος στην πραγματικότητα, αποτελεί μια μικρογραφία του κλάδου της φαρμακοβιομηχανίας παγκοσμίως, κύρια επειδή οι περισσότερες και μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, αποτελούν θυγατρικές, παρακλάδια ή αντιπροσωπείες ξένων πολυεθνικών. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και οι οικονομικές καταστάσεις που εκδίδονται από τις εταιρείες, πολλές φορές συντάσσονται με βάση τη γενικότερη στρατηγική μιας πολυεθνικής, με ανάλογη ...προσαρμογή των συναλλαγών που αφορούν ενδο-ομιλικές εμπορικές πράξεις.

Δεύτερον, η ιδιομορφία της διαμόρφωσης των τιμών στα φάρμακα, ο καθορισμός των τιμών τους, δηλαδή, από το κράτος, αποτελεί συχνά την αφορμή για επιχειρηματικά παιχνίδια. Οι επιχειρήσεις του κλάδου πάντα πιέζουν για μεγαλύτερες τιμές, ενώ όταν δεν υπάρχει άμεση ανταπόκριση, προχωρούν σε διάφορες κινήσεις, αυξάνοντας τις εξαγωγές με φάρμακα που προορίζονται για την ελληνική αγορά, προκαλώντας τεχνητές ελλείψεις κ.ο.κ.

Τρίτον, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας μία ακόμα ιδιομορφία, που υπάρχει στο εμπόρευμα «φάρμακο». Πρόκειται για ένα εμπόρευμα, τη ζήτηση - ανάγκη του οποίου την προσδιορίζει η κατάσταση της υγείας των πολιτών, το επίπεδο όμως της κατανάλωσης το ορίζουν οι κυβερνώντες που κάνουν κουμάντο στα ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία πληρώνουν το μεγαλύτερο μέρος της φαρμακευτικής δαπάνης.

Με αυτή την έννοια, η πορεία και οι εξελίξεις στον κλάδο του φαρμάκου, δεν καθορίζονται από τις ανάγκες της κοινωνίας για φάρμακα, ούτε απλά από τις επιχειρηματικές σκοπιμότητες και την κερδοφορία, όπως γίνεται σε άλλους κλάδους. Η πορεία του προσδιορίζεται και είναι άρρηκτα δεμένη με τα επίπεδα της λεγόμενης «δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης», δηλαδή τον όγκο των πωλήσεων που καλύπτονται από τα Ασφαλιστικά Ταμεία και οι οποίες πωλήσεις ξεπερνούν το 50% των συνολικών πωλήσεων του κλάδου.

Το μέγεθος της «δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης» από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας μέχρι και το 2010 παρουσίαζε συνεχή ανοδική τάση, με αποτέλεσμα την περίοδο του 2010 να είναι υπερδιπλάσιο, σε σχέση με το 2004, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι παρατηρήθηκε κάποια βελτίωση στην κάλυψη των αναγκών υγείας των εργαζομένων. Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται σε άρθρο του ο Γιάννης Στουρνάρας1, με την ιδιότητα του προέδρου του ΙΟΒΕ, η «δημόσια φαρμακευτική δαπάνη» παρουσίασε την παρακάτω εξέλιξη:

  • 2004: 2,43 δισ. ευρώ
  • 2005: 2,87 δισ. ευρώ
  • 2006: 3,51 δισ. ευρώ
  • 2007: 4,04 δισ. ευρώ
  • 2008: 4,53 δισ. ευρώ
  • 2009: 5,09 δισ. ευρώ

Από τα μέσα του 2010, μετά τις αποφάσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και των μετέπειτα κυβερνητικών σχημάτων να συμφωνήσουν με την «τρόικα» τις κατευθυντήριες πολιτικές για ριζικό ψαλίδισμα κάθε κρατικής δαπάνης που είχε κοινωνικό περιεχόμενο, άρχισε η συστηματική πολιτική περικοπών στον κλάδο της Υγείας και ειδικότερα στον κλάδο του φαρμάκου. Η εξέλιξη, λοιπόν, μετά από το πρώτο μνημόνιο και τα όσα ακολούθησαν, παίρνοντας υπόψη και τον απολογισμό του 2012 έχει ως εξής:

  • 2010: 4,25 δισ. ευρώ
  • 2011: 3,92 δισ. ευρώ
  • 2012: 2,88 δισ. ευρώ

Η ραγδαίες ανατροπές που εύκολα διαπιστώνονται με την παρατήρηση των αριθμών, στην πραγματικότητα συνιστούν μια εγκληματική πολιτική σε βάρος των ασθενών, ειδικά σε βάρος των εργαζομένων ασθενών, για τους οποίους το πρόβλημα φαρμακευτική θεραπεία μετατρέπεται σε έναν απίστευτο Γολγοθά. Βέβαια, και εδώ έγκειται ακόμα μια λεπτομέρεια που αφορά τον κλάδο της βιομηχανίας φαρμάκων στη χώρα, οι μόνοι που μπορεί να βγουν κερδισμένοι από μια τέτοια διαδικασία, είναι οι επιχειρηματίες του κλάδου, αφού πολλοί από αυτούς ειδικεύονται στην παραγωγή γενόσημων φαρμάκων, φαρμάκων, δηλαδή, που θα προτείνονται μαζικά από εδώ και πέρα.

Αναλυτικά στοιχεία για τη συνολική φαρμακευτική δαπάνη, υπάρχουν για την περίοδο μέχρι και το 2007. Εκείνη τη χρονιά, για παράδειγμα, η συνολική δαπάνη είχε φτάσει τα 7,7 δισ. ευρώ, άρα η δημόσια αποτελούσε το 52,3% της συνολικής. Για να φανεί η τάση να αναφέρουμε ότι το 2004 η «δημόσια» δαπάνη κινούνταν στο 45,8% της συνολικής.

Οι επιχειρήσεις

Στον κλάδο υπάρχουν αρκετές δεκάδες βιομηχανίες παραγωγής φαρμάκων και φαρμακευτικών σκευασμάτων, ωστόσο περίπου 70 από αυτές καλύπτουν κομμάτι που ξεπερνά το 97% του κλάδου. Ακόμα, λειτουργούν 150 φαρμακαποθήκες και συνεταιρισμοί φαρμακοποιών, ενώ η τελική διάθεση πέραν των νοσοκομείων γίνεται από τα περίπου 12.000 φαρμακεία που λειτουργούν.

Σύμφωνα με την ανάλυση ισολογισμών που κάνει η ICAP, το 2007 στον κλάδο «φάρμακα - καλλυντικά - απορρυπαντικά», εμφανίζονταν 99 επιχειρήσεις με απασχόληση 15.200 άτομα. Με βάση τα στοιχεία του 2009, οι επιχειρήσεις είναι 107 και οι απασχολούμενο. 13.230 άτομα.

Στην ελληνική αγορά φαρμάκου δραστηριοποιούνται παραγωγικές και εισαγωγικές επιχειρήσεις, συσκευαστές, ενδιάμεσοι μεταπωλητές (φαρμακαποθήκες και συνεταιρισμοί) και επιχειρήσεις λιανικής (φαρμακεία).

Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι παρότι ο κλάδος του φαρμάκου εμφανίζεται ως ο κλάδος που όχι μόνο δε συρρικνώθηκε αλλά παρουσιάζει συνεχή άνοδο, εντούτοις στον τομέα της κάλυψης των εγχώριων αναγκών σε φάρμακα λειτούργησε αρνητικά η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ. Οπως σημειώνεται σε σχετική έρευνα της Τράπεζας Πειραιώς, «μέχρι το 2000 η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία κάλυπτε σημαντικό μέρος της εγχώριας κατανάλωσης, αλλά στη συνέχεια, λόγω της ένταξης στην ΟΝΕ (...) το ποσοστό κάλυψης μειώθηκε σημαντικά»2. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που περιλαμβάνονται στη σχετική μελέτη, η εγχώρια βιομηχανία φαρμάκων το 1990 κάλυπτε το 55,4% των αναγκών, το σχετικό ποσοστό μειώθηκε στο 30,9% το 1999, ενώ το 2004 είχε γκρεμίστηκε στο 17,6%.3

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι εισαγωγές φαρμάκων όλα τα τελευταία χρόνια σημειώνουν αξιοπρόσεκτη αύξηση, αφού από 1,1 δισ. ευρώ που ήταν η αξία του το 2000, το 2009 είχαν ήδη διαμορφωθεί στα 3,3 δισ. ευρώ. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι παράλληλα αυξήθηκε και η λεγόμενη εξωστρέφεια των εταιρειών που λειτουργούν στην Ελλάδα, ωστόσο το τελικό αποτέλεσμα είναι αρνητικό, αφού υπάρχει συνεχής και αισθητή αύξηση του ελλείμματος του σχετικού ισοζυγίου εισαγωγών - εξαγωγών.

Εκεί, πάντως, που τα πράγματα φαίνεται να είναι ακλόνητα είναι τα κέρδη που εμφανίζουν οι φαρμακευτικές εταιρείες. Παρά την κρίση και το σχετικό περιορισμό της αγοράς φαρμάκων, παρά την κατακρήμνιση των κρατικών δαπανών για το φάρμακο, παρά τις περιβόητες καθυστερήσεις στην πληρωμή των κρατικών παραγγελιών, οι φαρμακοβιομηχανίες, οι φαρμακοβιομήχανοι στην πραγματικότητα, δε δείχνουν να καταλαβαίνουν τίποτα. Δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις δεν μπορούν να σταυρώσουν τζίρο, οι φαρμακοβιομηχανίες ακόμα και όταν ο τζίρος τους πέφτει, εξακολουθούν και έχουν ικανοποιητική κερδοφορία, αποδεικνύοντας, για μια ακόμα φορά, τα ιδιαίτερα υψηλά περιθώρια κέρδους που έχουν καταφέρει να επιβάλουν στην αγορά. Ο σχετικός πίνακας με τα αποτελέσματα των εταιρειών το 2012 είναι απόλυτα χαρακτηριστικός, ωστόσο για να κατανοηθεί είναι απαραίτητες ορισμένες παρατηρήσεις. Πρώτον, από τα αποτελέσματα λείπει η εταιρεία ALAPIS, του ...ομίλου Λαυρεντιάδη, όχι επειδή λογιστικά εμφανίζει μεγάλες ζημιές, αλλά επειδή η συγκεκριμένη εταιρεία βρίσκεται στο επίκεντρο μιας τεράστιας επιχειρηματικής κομπίνας, στην οποία εμπλέκονται μία τράπεζα και δεκάδες άλλες εταιρείες, στα πλαίσια μιας υπόθεσης που το αφεντικό είναι ήδη στον Κορυδαλλό. Δεύτερον, η «ΠΦΑΙΖΕΡ ΕΛΛΑΣ», παράρτημα της γνωστής πολυεθνικής, εμφανίζει στη διετία μεγάλες ζημιές, επειδή ήταν μεγάλος ...προμηθευτής του ελληνικού δημοσίου, με αποτέλεσμα να «κουρευτούν» τα «ομόλογα» που είχε στην κατοχή της. Να σημειώσουμε ότι τα πέντε προηγούμενα χρόνια είχε καθαρά κέρδη που ξεπερνούσαν τα 131 εκ. ευρώ, Τρίτον, σε ό,τι αφορά την LAVIPHARM, οι ζημιές της συνδέονται περισσότερο με το ότι οι δουλειές τους έπεσαν έξω στις ΗΠΑ και όχι με τις εξελίξεις στην Ελλάδα.

Πέρα βέβαια από αυτά, είναι γεγονός ότι το 2012, στο διάστημα Γενάρη - Νοέμβρη, για το οποίο υπάρχουν στοιχεία, παρατηρήθηκε μείωση των πωλήσεων στα φάρμακα κατά 15,8% σε αξία και κατά 12% σε όγκο. Στις πρώτες πέντε θέσεις του πίνακα, με κριτήριο τα έσοδα, βρέθηκαν οι επιχειρήσεις:

1. Novartis με μερίδιο 8,7%

2. Pfizer με 8,0%

3. Sanofi με 7,3%

4. AstraZeneca με 5,6%

5. Βιανέξ με 5,2%

Διαδικασίες συγκέντρωσης

Ενα από τα κύρια χαρακτηριστικά των εξελίξεων στον κλάδο, είναι ότι μαζί, ταυτόχρονα με την ανάπτυξη της παραγωγής, παρατηρούνται σαφείς τάσεις συγκέντρωσης από τις μεγάλες επιχειρήσεις, με ρυθμούς που ξεχωρίζουν από κάθε άλλη περίπτωση τις τελευταίες δεκαετίες. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που αφορούν τις πωλήσεις των φαρμακευτικών εταιρειών, το μερίδιο των 20 πρώτων επιχειρήσεων του κλάδου διαμορφώνεται ως εξής:

Το 2003 κατείχαν το 72,3%4

Το 2005 κατείχαν το 76,1%5

Το 2007 κατείχαν το 78,6%6

Το 2009 κατείχαν το 89,6%7

Θεωρείται βέβαιο ότι η εικόνα αυτή συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις και τις ανακατατάξεις που γίνονται στην αγορά του φαρμάκου διεθνώς, αλλά και σε ιδιομορφίες της ελληνικής αγοράς, όπου σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αρκετές από τις μικρές επιχειρήσεις δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν με τους όρους ανταγωνισμού που επιβάλλουν οι μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια συνεχής κινητικότητα σε εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων.

ΠΗΓΕΣ:

1. Περιοδικό «ΘΕΣΕΙΣ» του ΣΦΕΕ, Αρ. Τεύχους 80, σελ. 54

2. ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ; ΚΛΑΔΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: «Παραγωγή και εμπορία Φαρμάκων», σελ. 17

3. Το ίδιο σελ. 39

4. HELLASTAT: Φαρμακευτικός Κλάδος, Ιούνης 2006

5. HELLASTAT: Φαρμακευτικός Κλάδος, Ιούνης 2006

6. ΙΟΒΕ: Ετήσια Εκθεση Φαρμάκου 2009, σελ. 48

7. ICAP: Η Ελλάδα σε αριθμούς 2011. σελ. 87


Κ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ