Πραγματοποιήθηκε στην Πτολεμαΐδα η ημερίδα για την ενεργειακή πολιτική, που διοργάνωσε η Επιτροπή Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ
Στην ημερίδα συμμετείχαν εργαζόμενοι και εκπρόσωποι φορέων της περιοχής, όπως οι Σύλλογοι των κατοίκων της Ποντοκώμης, της Μαυροπηγής, κ.λπ. που παλεύουν για τη μετεγκατάσταση των οικισμών τους καθώς η ΔΕΗ επεκτείνει διαρκώς τα ορυχεία της, αλλά και για τη λήψη μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος από τη δραστηριότητα της ΔΕΗ. Παρέμβαση πραγματοποίησε ο πρόεδρος του Σωματείου Εργατοτεχνιτών και Εργαζομένων στην Ενέργεια (ΣΕΕΕΝ) Δυτικής Μακεδονίας, Π. Ταταρίδης, ο οποίος αναφέρθηκε στις επιπτώσεις που βιώνουν οι εργαζόμενοι στις συνθήκες δουλειάς, στις εργασιακές σχέσεις και τις αμοιβές, ως αποτέλεσμα της πολιτικής απελευθέρωσης της ενέργειας και της ανταγωνιστικότητας.
Στην εισηγητική του ομιλία ο Μάκης Παπαδόπουλος, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στις πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες της χώρας και ειδικότερα στις ενεργειακές πηγές και στην αξιοποίησή τους μέσα από τη λαϊκή εξουσία και οικονομία, σε όφελος του λαού και του τόπου. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην επανασύσταση του Εθνικού Φορέα Διαχείρισης Υδρογονανθράκων για να παραδώσει στη συνέχεια την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων στους ιδιωτικούς ομίλους.
Αναλυτικά σημείωσε:
«Αν επιχειρήσει κάποιος μια απλή καταγραφή των ενεργειακών πηγών, του ορυκτού πλούτου, των παραγωγικών δυνατοτήτων της Ελλάδας, θα καταλήξει αβίαστα σε ένα ερώτημα: Πώς μια τόσο πλούσια χώρα, που έχει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις να ικανοποιήσει τις ανάγκες του λαού της, αντιμετωπίζει τόσο βαθιά κρίση, υψηλή ανεργία, επιδείνωση της κατάστασης των εργαζομένων και διόγκωση του δημόσιου χρέους;
Ας σταθούμε μόνο στις ενεργειακές πηγές:
Η Ελλάδα είναι στη δεύτερη θέση στην παραγωγή λιγνίτη στην ΕΕ και στην έκτη θέση παγκοσμίως, με εκμεταλλεύσιμα αποθέματα που ξεπερνούν τα 3,2 δισ. τόνους.
Απ' το αξιοποιήσιμο υδάτινο δυναμικό της δεν έχει αξιοποιήσει ούτε το 1/3. Οι δυνατότητες αξιοποίησης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι μεγάλες.
Τα παλιότερα ερευνητικά δεδομένα δίνουν πλούσια πιθανά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Βόρειο Αιγαίο, στη λεκάνη του Ηροδότου νότια της Κρήτης αλλά και στο Ιόνιο Πέλαγος.
Γιατί, λοιπόν, δεν έχουν αξιοποιηθεί αυτές οι παραγωγικές δυνατότητες προς όφελος του λαού; Το πραγματικό εμπόδιο είναι ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης, η ζούγκλα της απελευθερωμένης αγοράς, όπου ο κάθε όμιλος παράγει και ανταγωνίζεται άναρχα τους υπόλοιπους με γνώμονα το κέρδος του, ενώ η κυβερνητική πολιτική υπηρετεί τα συμφέροντα των ιδιωτών επενδυτών και διαχειρίζεται τις αντιθέσεις τους.
Για παράδειγμα, η αξιοποίηση των λιγνιτικών κοιτασμάτων. Οι λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ ΑΕ διασφαλίζουν φθηνότερο κόστος ηλεκτροπαραγωγής και επομένως συγκριτικά πλεονεκτήματα στη ΔΕΗ έναντι των ανταγωνιστών της μέσα στην "απελευθερωμένη" αγορά. Γι' αυτό το λόγο η ΕΕ και οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ για να διαχειριστούν τις αντιθέσεις των ομίλων:
-- Μεθοδεύουν την απόσυρση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στη Δυτική Μακεδονία έως το 2025 που αντιστοιχούν στο 80% της σημερινής εγκατεστημένης ισχύος και την αντικατάσταση ενός μικρού μέρους από σύγχρονες μονάδες.
-- Σχεδιάζουν την πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και την παράδοση των λιγνιτικών αποθεμάτων και των λιγνιτωρυχείων στο ιδιωτικό κεφάλαιο με άμεσο στόχο τη Βεύη και επόμενους τα αποθέματα της Ελασσόνας, της Δράμας, της Βεγόρας, για να διασφαλίσουν οι υπόλοιποι ιδιωτικοί όμιλοι φθηνότερο κόστος ηλεκτροπαραγωγής και μεγαλύτερα κέρδη.
Διευκολύνουν με πολλούς τρόπους την ηλεκτροπαραγωγή από ιδιωτικούς σταθμούς εισαγόμενου φυσικού αερίου, η οποία οδηγεί σε υψηλότερο κόστος ηλεκτροπαραγωγής και σε σπατάλη ενέργειας αντί για εξοικονόμηση.
Η κυβέρνηση θριαμβολογεί γιατί μετά από 15 χρόνια αδράνειας προχώρησε στην επανασύσταση Εθνικού Φορέα Διαχείρισης Υδρογονανθράκων και δρομολόγησε έρευνες στο Ιόνιο και στην Κρήτη. Στην πραγματικότητα, ο συγκεκριμένος φορέας δε θα διεξάγει αυτοδύναμη έρευνα αλλά θα διανέμει τον ενεργειακό πλούτο της χώρας σε μια χούφτα ισχυρούς ομίλους που θα κερδίζουν τη μερίδα του λέοντος απ' την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων.
Η νέα νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης τον Ιούλη του 2011 μείωσε τη φορολογία των ομίλων απ' το 45% στο 20%, αύξησε το χρόνο παράτασης της εκμετάλλευσης. Ο κρατικός φορέας δε θα συμμετάσχει ούτε καν σε κοινοπραξίες εκμετάλλευσης, ενώ ήδη απαξιώνονται το ΙΓΜΕ και το ΕΛΚΕΘΕ.
Το αστείο αντεπιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι κανένα κράτος δε ρισκάρει σήμερα να αναλάβει τέτοιο επιχειρηματικό κίνδυνο, τη στιγμή που είναι πασίγνωστη η επιτυχής δράση των κρατικών ομίλων του Ιράν, της Βενεζουέλας, της Βραζιλίας, της Μαλαισίας. Ηδη κάθονται στο τραπέζι για το μεγάλο φαγοπότι των κοιτασμάτων Ιονίου - Κρήτης η αμερικανοβρετανική "Spectrum" και οι νορβηγικές PGS και TGS (σεισμικές έρευνες και στη συνέχεια πρώτος γύρος εξόρυξης).
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δεν προχωρά στην ανακήρυξη Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Η επιλογή αυτή δεν οφείλεται μόνο στις υπαρκτές πιέσεις της Τουρκίας. Αντανακλά την πρόθεση της άρχουσας τάξης να διαπραγματευτεί κυριαρχικά δικαιώματα προκειμένου να διασφαλίσει κέρδη απ' τη συνεκμετάλλευση των εγχώριων κοιτασμάτων με τις ΗΠΑ και την Τουρκία και την αναβάθμιση της Ελλάδας σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων.
Αποτελεί, επίσης, μύθο ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ αποτελούν εγγυητές των κυριαρχικών δικαιωμάτων στην τουρκική επιθετικότητα. Οι ΗΠΑ διασφαλίζουν τα μεγαλύτερα οφέλη και ταυτόχρονα επιχειρούν να επαναφέρουν ένα τροποποιημένο σχέδιο Ανάν στην Κύπρο, με πρόσχημα να διασφαλισθεί η ισόνομη διανομή των ενεργειακών πηγών μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Ο δρόμος που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση εμπλέκει όλο και περισσότερο τη χώρα στο κουβάρι των οξυμένων ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Το σύνολο των εξελίξεων αποδεικνύει ότι ανάπτυξη με κίνητρο το κέρδος και λαϊκή ευημερία δε συμβαδίζουν. Μέσα στη ζούγκλα της καπιταλιστικής αγοράς οι λαϊκές ανάγκες θα θυσιάζονται πάντα στον ανταγωνισμό των επιχειρηματικών ομίλων για να διασφαλίσουν πρόσθετο κέρδος.
Γι' αυτό το ΚΚΕ απευθύνεται με ξεκάθαρο λόγο στους εργαζόμενους και προτείνει το δρόμο της λαϊκής εξουσίας και οικονομίας, όπου τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα αποτελούν κρατική - κοινωνική ιδιοκτησία, θα μετατραπούν σε λαϊκή περιουσία. Σε αυτό το πλαίσιο, η παραγωγή θα σχεδιάζεται πανεθνικά, κεντρικά, επιστημονικά και θα υλοποιείται με λαϊκή συμμετοχή και εργατικό έλεγχο.
Ετσι, στην ενέργεια, όπως και σε όλους τους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας, θα λειτουργεί ενιαίος αποκλειστικά κρατικός φορέας ενέργειας, που θα υπηρετεί ένα σύνολο στόχων και κριτηρίων: