Στην αλυσίδα παραγωγής της σαπουνοποιίας «Παπουτσάνης» στη Ριτσώνα |
Η αξία της εργατικής δύναμης καθοριζόταν όχι μόνο από τον εργάσιμο χρόνο που ήταν αναγκαίος για τη συντήρηση του ενήλικου εργάτη σαν ατόμου, μα και από τον εργάσιμο χρόνο που ήταν αναγκαίος για τη συντήρηση της εργατικής οικογένειας. Οι μηχανές, ρίχνοντας όλα τα μέλη της εργατικής οικογένειας στην αγορά εργασίας, κατανέμουν την αξία της εργατικής δύναμης του άνδρα σ' όλα τα μέλη της οικογένειάς του. Γι' αυτό κατεβάζουν την αξία της εργατικής του δύναμης».
(Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο, τ. 1ος, σελ. 409-410)
Η ΕΕ «αξιοποιεί» τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων σε ρόλο «Δούρειου Ιππου», για τη γενίκευση της αντεργατικής της πολιτικής. Δεν είναι τυχαίο πως η μερική απασχόληση, το ελαστικό ωράριο, εφαρμόστηκαν πρώτα στις γυναίκες εργαζόμενες. Με το επιχείρημα ότι «έτσι η μητέρα μπορεί να είναι και στο σπίτι και στη δουλιά», ότι έτσι διευκολύνεται ο «συνδυασμός της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής». Οι γυναίκες συνεχίζουν να αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των μερικώς απασχολούμενων, την ώρα που υποχρεώνονται να καλύψουν όσα κενά αφήνει πίσω της η κατεδάφιση της δημόσιας Πρόνοιας, Υγείας, Παιδείας, συνέπεια κι αυτή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.
Η υπερεντατικοποίηση, η κατάργηση του οχτάωρου, η παραπέρα συρρίκνωση ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων θα επηρεάσει πολλαπλά την ίδια την αναπαραγωγική ικανότητα της γυναίκας, καθώς οι απαιτήσεις και οι ανάγκες του οργανισμού της (λόγω του ότι επιβαρύνεται με την κυοφορία και τον τοκετό) είναι ακόμα μεγαλύτερες.
Ο χρόνος για ανάπαυση και ψυχαγωγία σχεδόν εξαφανίζεται. Οι επαγγελματικές ασθένειες πολλαπλασιάζονται και θερίζουν, σακατεύουν εργάτες και εργάτριες. Αλλωστε, η λεγόμενη «ανταγωνιστικότητα της οικονομίας» επιτάσσει ακόμα και την εγκληματική και, συχνά, απροσχημάτιστη εργοδοτική καταδίωξη της μητέρας εργαζόμενης. Η απόλυση μιας γυναίκας, όταν ανακοινώσει ότι παντρεύεται, ή ότι περιμένει παιδί, είναι μόνιμο φαινόμενο, όπως και η απαίτηση μιας επιχείρησης να δεσμευτεί ενυπόγραφα η εργαζόμενη ότι δε θα μείνει έγκυος, ότι αν αυτό συμβεί θα χάσει τη δουλιά της. Η μητρότητα λογίζεται για τους κεφαλαιοκράτες ως ασύμφορη δαπάνη, κάτι από αυτά που ανεβάζουν, όπως λένε, το εργασιακό κόστος.
Την ίδια ώρα, οι κρατικοί παιδικοί σταθμοί εντάχθηκαν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία τούς λειτουργεί ως ιδιωτικούς, ενώ δε φτάνουν για την κάλυψη των αναγκών των εργατικών οικογενειών. Ετσι, πέρα από τη διάσπαση του ενιαίου συστήματος Προσχολικής Αγωγής, λειτουργούν χωρίς επαρκές προσωπικό, αφού υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ένας παιδαγωγός έχει την ευθύνη για 30, ακόμα και 40 παιδάκια, χωρίς αντισεισμική και αντιπυρική θωράκιση, αφού πολλοί στεγάζονται σε παλιά και μη ασφαλή κτίρια, και χωρίς να αποτελούν δωρεάν και για όλους ανεξαίρετα τους εργαζόμενους κοινωνική παροχή, αφού ο ...τιμοκατάλογος των τροφείων μπορεί να φτάσει τα 240 ευρώ. Επίσης, για να γίνει δεκτό ένα παιδί σε δημοτικό παιδικό σταθμό (με δεδομένο πάντα τον ανεπαρκή αριθμό των θέσεων), πρέπει να είναι και οι δυο του γονείς άνεργοι. Και αφού η Πρόνοια εξελίσσεται σε έναν ακόμα επενδυτικό χώρο για τους ιδιώτες, οι ιδιωτικοί παιδικοί σταθμοί «ξεπηδούν» σαν τα μανιτάρια. Σ' αυτήν την περίπτωση, το ετήσιο κόστος κυμαίνεται από 2.500-4.800 ευρώ.
Στη μεθοδευμένη και γενικευμένη επίθεση που δέχεται η εργαζόμενη, ταξικά και φυλετικά, μόνη αποτελεσματική απάντηση μπορεί να είναι η συνειδητή της εναντίωση, μαζί με τους άνδρες εργάτες, στην πολιτική και την εξουσία του κεφαλαίου, η οργανωμένη ταξική διεκδικητική δράση της και μέσα από τα συνδικάτα, η αντεπίθεση, για την οικοδόμηση της λαϊκής εξουσίας και της λαϊκής οικονομίας.