Το ΚΚΕ στη Βουλή: Υπουλο χτύπημα της εργοδοσίας στη συνδικαλιστική δράση με την κάλυψη της κυβέρνησης
Μαζί με εκπροσώπους σωματείων άλλων κλάδων απαίτησαν επιπλέον τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, μέτρα υγείας και ασφάλειας, αυξήσεις στους μισθούς.
Οι εκπρόσωποι του σωματείου κατήγγειλαν ότι η εργοδοσία θέλει δούλους τους εργαζόμενους, γι' αυτό και στο επίκεντρο των συζητήσεων βρέθηκε το νομοσχέδιο για το 13ωρο. Μια συνθήκη γνωστή άλλωστε στο αεροδρόμιο, με τα εξαντλητικά ωράρια, τους «ανενεργούς χρόνους» που δεν πληρώνονται, τις συμβάσεις λίγων ημερών.
Ανέδειξαν ότι η απόλυση του προέδρου του Σωματείου Ιδιωτικών Υπαλλήλων στόχο έχει να επιβάλει σιγή νεκροταφείου. «Ο συνάδελφος ήταν στην πρώτη γραμμή: Διεκδίκησε αυξήσεις, κατήγγειλε τα ελλιπή μέτρα ασφάλειας και αποκάλυψε την εντατικοποίηση που φέρνει ατυχήματα. Η απόλυση αυτή δεν είναι τυχαία - είναι το "συμπλήρωμα" στο νομοσχέδιο, για να μη μιλάει κανείς. Θέλουν εργαζόμενους στο αεροδρόμιο εξαντλημένους, αναλώσιμους και τρομοκρατημένους», είπαν.
Και κάλεσαν τους εργαζόμενους με τη συμμετοχή τους στην απεργία την 1η Οκτώβρη να απαντήσουν στην κυβέρνηση και την εργοδοσία.
Στο μεταξύ, στη Βουλή έφερε το θέμα της εκδικητικής απόλυσης το ΚΚΕ, με σχετική Επίκαιρη Ερώτηση που κατέθεσε ο βουλευτής του Κόμματος Λεωνίδας Στολτίδης, μεταφέροντας την απαίτηση για ανάκληση της απόλυσης.
Ο βουλευτής του ΚΚΕ κατήγγειλε συγκεκριμένα ότι η εταιρεία εμπαίζει τους εργαζόμενους, όταν επικαλείται «οικονομικά προβλήματα» για την απόλυση, την ώρα που τα κέρδη της - σύμφωνα με επίσημα στοιχεία - συνεχώς αυξάνονται, όπως το 2023 που παρουσίασε αύξηση του τζίρου κατά 75% σε σχέση με το 2021!
Σημείωσε μάλιστα ότι η εκδικητική απόλυση ήρθε λίγο μετά τις καταγγελίες από το Σωματείο σχετικά με τα τέσσερα πρόσφατα εργατικά «ατυχήματα», κι ενώ οι εργαζόμενοι μαζί με το Σωματείο τους διεκδικούν αυξήσεις και συμβάσεις με ανθρώπινους όρους. Πρόσθεσε ότι αυτή η απόλυση στοχεύει, όπως και μια σειρά άλλες ανά τη χώρα και πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη («Regency» Καζίνο, ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης) στην επιβολή «σιγής νεκροταφείου» μέσα στους χώρους δουλειάς, την ώρα που τα εργατικά «ατυχήματα» έχουν πολλαπλασιαστεί.
Τόνισε ότι η επίθεση αυτή εντείνεται ιδιαίτερα σε μια περίοδο που η κυβέρνηση της ΝΔ ετοιμάζεται να νομοθετήσει τη 13ωρη εργασία και τις συμβάσεις μίας ημέρας, καθώς και την εφαρμογή «ωραρίου - λάστιχο», με μοναδικό στόχο την αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, σε συνθήκες γενικότερου προσανατολισμού της οικονομίας προς την πολεμική προετοιμασία.
Ο Λ. Στολτίδης κατήγγειλε ότι από τότε που έχουν τεθεί εκτός αεροδρομίου οι αερολιμενικοί, το 2021, που έλεγχαν και έβαζαν πρόστιμα στις εταιρείες και τους υπεργολάβους που δραστηριοποιούνται στο αεροδρόμιο, τα εργατικά «ατυχήματα» έχουν εκτοξευτεί και πολλά από αυτά παρ' ολίγον να ήταν θανατηφόρα.
Ο συγκεκριμένος εργαζόμενος έθετε μαχητικά τα αιτήματα των εργαζομένων για αυξήσεις στους μισθούς, μέτρα υγιεινής και ασφάλειας και υπογραφή ΣΣΕ, με αποτέλεσμα η εργοδοσία - για να μη μειώσει τα κέρδη της - να τον απολύσει. Η απόλυση είναι ύπουλο και θρασύδειλο χτύπημα της εργοδοσίας, επισήμανε ο Λ. Στολτίδης, τονίζοντας πως πρόκειται για επίθεση στο δικαίωμα της συνδικαλιστικής δράσης, αξιοποιώντας το σύνολο του αντεργατικού νομικού οπλοστασίου που έχουν θεσπίσει τόσο η σημερινή όσο και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Τέλος, σημείωσε ότι οι εργαζόμενοι θα δώσουν δυναμική απάντηση στην αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης, με τη μαζική τους συμμετοχή στην απεργία της 1ης Οκτώβρη.
Πλήρη κάλυψη στην εργοδοσία αλλά και την αντεργατική πολιτική προσέφερε ο υφυπουργός Εργασίας, Γιώργος Καραγκούνης, στην απάντησή του. Επικαλούμενος εκθέσεις της δήθεν ανεξάρτητης αρχής της Επιθεώρησης Εργασίας, σημείωσε ότι τα εργατικά «ατυχήματα» ήταν «ήσσονος σημασίας», δηλαδή δεν είχαν νεκρό ή σακατεμένο εργάτη, ενώ μετέφερε ότι δεν διαπιστώθηκαν παραβάσεις εκ μέρους της εργοδοσίας. Πρόκειται για «ατυχήματα» τα οποία με κρατική εντολή μάλιστα δεν διερευνώνται καν από τις αρμόδιες αρχές, στρώνοντας έτσι το έδαφος για σοβαρότερα «ατυχήματα». Στο «διά ταύτα» απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε συγκεκριμένη απάντηση, παραπέμποντας στις διαδικασίες της «εργατικής διαφοράς».