Στην εύθραυστη ιστορία στο «ΑΥΓΟ», ο ώριμος Γιουσούφ, ποιητής και ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείου στην Κωνσταντινούπολη, επιστρέφει μετά από μακρόχρονη απουσία στον τόπο της παιδικής και εφηβικής του ζωής, χώρος που ισορροπεί στο μεταίχμιο των παραδοσιακών αξιών και τρόπου ζωής και της επέλασης ενός εκ-μοντερνιστικού, διαβρωτικού πολιτισμικού μοντέλου. Ο Γιουσούφ επιστρέφει για την κηδεία της μητέρας του που πέθανε αιφνίδια. Η συνάντησή του με πρόσωπα - κλειδιά, συνδέσμους του παρελθόντος, συμβάλλει στην επαναπροσέγγιση της οπτικής του για τον τόπο και τον υποχρεώνει σε διακανονισμό των λογαριασμών του με τις ρίζες του!
Το «ΓΑΛΑ» είναι το δεύτερο και το πιο όμορφο μέρος της τριλογίας. Με έκφραση απλή, με στιλ, η ταινία ανταποκρίνεται στο ύψος της απαιτητικότητας, αλλά είναι λιγότερο εντυπωσιακή, σε σχήματα και χρώματα, από το «ΜΕΛΙ» που έπεται. Το «ΓΑΛΑ» βαδίζει την ήρεμη, μελαγχολική οδό της εσωτερικής αρμονίας με απόλυτη συνοχή, προκαλώντας παρέλαση συνειρμών και υποδόριων συγκινήσεων. Η αφήγηση ελλειπτική, περισσότερο για λόγους ανάγκης, ρέει χωρίς εμπόδια. Κυλά και χώνεται στην τετριμμένη καθημερινότητα των φτωχών ανθρώπων, στις οπτικές λεπτομέρειες των απλών πραγμάτων, στις ταλαιπωρίες τους, σε κάποιες χαρές τους και στην ονειροπόλα, ουμανιστική ενατένιση του μέλλοντος από τον νεαρό Γιουσούφ. Χωρίς μουσικό σχολιασμό και, σχεδόν, χωρίς λέξεις. Με μόνο ηχητικό φόντο τις αέναες ακουστικές λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, από τη φύση και τα ζώα, την ηχώ του ανέμου και της βροχής. Ο ρυθμός αργός, ιδιαίτερα στο εσωτερικό των ποιητικών, μεγάλης διάρκειας, πλάνων. Ο ρυθμός της ταινίας σιγά - σιγά επιταχύνεται και η ένταση κλιμακώνεται όσο πλησιάζει η κορύφωση του δράματος. Ο μοναχικός έφηβος Γιουσούφ ακουμπά στην ποίηση, στην καλλιτεχνική δημιουργία σαν απαραίτητο στοιχείο, ανάγκη της καθημερινότητάς του, με την - ακόμα νέα - χήρα μητέρα του που υπεραγαπά και βοηθάει στις βιοποριστικές της δραστηριότητες που σχετίζονται με το γάλα. Το γάλα που λειτουργεί συμβολικά σαν ομφάλιος λώρος μάνας και γιου, σύμβολο που επαναλαμβάνεται στωικά εν είδει ρεφρέν, σαν μεθυστικό δηλητήριο. Ο Γιουσούφ στο κατώφλι της ενηλικίωσης έχει δυσκολία απογαλακτισμού, ιδιαίτερα όταν ανακαλύπτει πως η μητέρα του έχει εραστή ...
Στο «ΜΕΛΙ» που βραβεύτηκε με τη Χρυσή Αρκτο στο Βερολίνο το 2010, τοποθετημένο στα βάθη των υποβλητικών πυκνών δασών της ενδοχώρας, ο Γιουσούφ είναι μικρός μαθητής που ζει με τους γονείς του σε ένα απομονωμένο σπίτι και έχει μια μοναδική και σπάνια σχέση με τον μελισσουργό πατέρα του, που, όταν εκείνος πεθαίνει ξαφνικά σε ατύχημα, ο μικρός μπαίνει ήδη από τα τρυφερά του χρόνια στη διαδικασία επεξεργασίας του πένθους, κάτι που συνεχίζει κάτω από το βάρος του πόνου και του χρόνου που περνάει.
Κάθε ένα από τα φιλμ της τριλογίας ανοίγει - προτού πέσουν οι τίτλοι της αρχής - με κάποιο επεισόδιο υψηλής ποιητικής. Το «ΓΑΛΑ» ανοίγει με ένα μαγευτικό, καταρχήν ακατανόητο πλάνο - σεκάνς με τον ηλικιωμένο εξορκιστή φιδιών, απαραίτητο στις αγροτικές περιοχές, τον οποίον ξανασυναντάμε μέσα στο σπίτι του Γιουσούφ, να απομακρύνει ένα φίδι. Ο Καπλάνογλου έχει πει ότι οι ταινίες του δεν είναι αμετάκλητα προσκολλημένες στην ιστορία που διηγούνται. Το σενάριο είναι μόνο ο καμβάς που πάνω του ο σκηνοθέτης υφαίνει τη θεμελιώδη ίντριγκα και τις ακατάπαυστες ερωταποκρίσεις πάνω σε αυτό που βρίσκεται «πίσω και πέρα» απ' αυτό που φαίνεται. Αποκλείοντας τις αναδρομικές επεξηγήσεις και τις ψυχαναλυτικές ερμηνείες, ο Καπλάνογλου κεφαλαιοποιεί περαιτέρω τις λανθάνουσες αισθήσεις με δύναμη οραματική και μαγική και με συμβολικές αναφορές, στη βάση μιας κινηματογραφικής μορφής, όπου το απλό πηγαίνει χέρι - χέρι με το θαυματουργό.
Ο Καπλάνογλου ορίζει σαν πρώτη ύλη στο δικό του κινηματογράφο το χρόνο. Ονοματίζει τον κινηματογράφο του, πνευματικό ρεαλισμό, με έντονη την παρουσία της φύσης, η οποία ενδυναμώνει την ταινία. Στοιχείο που ο σκηνοθέτης, μας καλεί να πλησιάσουμε και να εμπιστευτούμε, γιατί ίσως κατ' αυτόν τον τρόπο μπορέσουμε να βρούμε κάποιες απαντήσεις στις ανησυχίες μας...
Παίζουν: Μελίχ Σελτσούκ, Ρίζα Ακίν, Σααντέτ Ισίλ Ακσόι, κ.ά.
Παραγωγή: Τουρκία (2008).