Κυριακή 26 Σεπτέμβρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ «ΕΠΙΣΗΜΗ» ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Στυγνή εκμετάλλευση σε όφελος του μεγάλου κεφαλαίου

Γιορτασμός εργατικής πρωτομαγιάς στη Γερμανία με μεγάλη συμμετοχή Ελλήνων εργατών
Γιορτασμός εργατικής πρωτομαγιάς στη Γερμανία με μεγάλη συμμετοχή Ελλήνων εργατών
Πενήντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος από την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ Ομόσπονδης Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Ελλάδας που άνοιξε το δρόμο για την εξαγωγή εκεί εκατοντάδων Ελλήνων εργατών. Η επέτειος έδωσε αφορμή για φιέστες όπου εκτός από εκπροσώπους των κυβερνήσεων συμμετέχουν π.χ. και ο Γερμανοελληνικός Επιχειρηματικός Σύνδεσμος ή η Ενωση Γερμανοελληνικών Εταιρειών. Δικαιολογημένα εφόσον με το μόχθο των μεταναστών, τη στυγνή εκμετάλλευση που βίωσαν στις φάμπρικες της Γερμανίας, το δυτικογερμανικό μεγάλο κεφάλαιο διόγκωσε τα κέρδη του, παράλληλα υποστήριξε το αστικό πολιτικό καθεστώς λύνοντας μια σειρά ζητήματά του.

Η Ελλάδα έκανε εξαγωγή εργατών ολόκληρο τον 20ό αιώνα. Στην περίοδο 1900-1930 σπρώχτηκαν στη μετανάστευση 402.538 Ελληνες (384.000 προς βόρεια Αμερική, οι υπόλοιποι Καναδά και Αυστραλία). Ανέκαθεν, η κυρίαρχη τάξη της χώρας υποστήριζε τη μετανάστευση, την πρόβαλε σαν «μέτρο οικονομικής βοήθειας» από αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες στις φτωχές, υπανάπτυκτες. Ηταν μια σχέση «δούναι και λαβείν» μεταξύ καπιταλιστών. Ενα «κράτα με να σε κρατώ» στην ενιαία εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.

Στις δεκαετίες 1950-1960 υπερσυγκεντρώθηκε πληθυσμός στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην Αθήνα 2.530.207 σε συνολικό πληθυσμό 8.736.367. Οι βασικές αιτίες της εσωτερικής μετανάστευσης ήταν οικονομικοπολιτικές. Η αστική τάξη χρειαζόταν συγκεντρωμένη, φτηνή εργατική δύναμη, μικρό μεταφορικό κόστος κλπ. Συνέβαλε το μετεμφυλιακό πολιτικό κλίμα, το ξερίζωμα των κομμουνιστών, της φτωχολογιάς της υπαίθρου, η μεγάλη ανεργία και υποαπασχόληση της αγροτιάς, όλοι όσοι κατέκλυζαν τις πόλεις για ένα ξεροκόμματο.

Μια ομάδα από Ελληνες εργαζόμενους στην 3ωρη στάση που έγινε στη βιομηχανία της Νυρεμβέργης
Μια ομάδα από Ελληνες εργαζόμενους στην 3ωρη στάση που έγινε στη βιομηχανία της Νυρεμβέργης
Υπολογίζεται ότι το 1961 οι άνεργοι στην Ελλάδα ήταν 238.900 ή 6,5% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων (2,8 εκατ.). Μαζί με τους υποαπασχολούμενους, κυρίως στη γεωργία, έφταναν τις 863.600 ή το 26,6% του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων («Ριζοσπάστης» 29/8/2004).

Τα κόμματα της πλουτοκρατίας (ΕΡΕ/Ενωση Κέντρου), με έκδηλη ακόμα την αγωνία τους για την αντιμετώπιση του ΚΚΕ, την καθυπόταξη του εργατικού/λαϊκού κινήματος, φρόντισαν να απαλλαγούν από ένα σημαντικό τμήμα αυτού του εργατόκοσμου εξάγοντάς τον στις αναπτυγμένες βιομηχανικά καπιταλιστικές χώρες. Εδιωξαν ανεργία και κοινωνικές εντάσεις. Εξασφάλισαν εισαγωγή ξένου συναλλάγματος που ελάττωνε πιέσεις στο ισοζύγιο πληρωμών κλπ.

Χαρακτηριστική η δήλωση ειδικού συμβούλου του ελληνικού υπουργείου Εργασίας το 1965: «Oι μετακινηθέντες προς Γερμανίαν απλώς ανεκούφισαν την αγοράν εργασίας εκ των πιεστικών επιπτώσεων ας θα υφιστάμεθα μοιραίως με όλας τας εντεύθεν δυσμενείς οικονομικάς και ιδία κοινωνικάς συνεπείας» («Καθημερινή» 13/12/1998).

Εδιωξαν τον «ανθό» του λαού

Η μεταπολεμική μετανάστευση ξεκίνησε μέσα της δεκαετίας του '50. Στοιχεία της ΕΣΥΕ και άλλα δείχνουν ότι στην πενταετία 1956-1960 μετανάστευσαν 162.000 Ελληνες (το 52% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1961-1965 466.000 (25% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1966-1970 365.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1971-1975 177.000 (36% στις υπερπόντιες χώρες). Το 1976-1977 37.000 (38% στις υπερπόντιες χώρες). Στα αντίστοιχα διαστήματα το ποσοστό μεταναστών ανδρών στις ηλικίες 20-44 ετών, ήταν 72% του συνόλου των αποδημούντων, 79%, 73%, 65% και 66%.

Στη δεκαετία 1961-1971 έφυγαν 892.175 άτομα σε χώρες της δυτικής Ευρώπης (βασικά στη λεγόμενη Δυτική Γερμανία), κυρίως άνδρες αλλά και γυναίκες, ηλικίας 18-35 χρόνων. Το 90% προερχόταν από την ελληνική επαρχία, άκληροι, μικροαγρότες, δίχως πείρα βιομηχανικού εργάτη. Συνυπολογίζοντας ναυτεργάτες και όσους καταχωρήθηκαν ως «προσωρινώς μεταναστεύσαντες» ο συνολικός αριθμός ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο εργαζόμενους Ελληνες.

Προκύπτει ότι από το 1960 αυξήθηκε αισθητά η προς τις ευρωπαϊκές χώρες μετανάστευση, χωρίς όμως να μειώνεται ο αριθμός των μεταναστών προς τις υπερπόντιες. Οι δε νέοι και πιο παραγωγικοί μετανάστες αποτελούσαν χοντρικά το 70% των αποδημούντων.

Οι κυβερνώντες χαρακτήριζαν τη μετανάστευση «ευλογία Θεού». Παρότρυναν τους νέους να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις είχαν ανθίσει δουλεμπορικά γραφεία που τις συγκέντρωναν και τις προωθούσαν. Οι βουλευτές των ΕΡΕ/ΕΚ υπόσχονταν θέσεις στις λίστες των υποψήφιων μεταναστών για Γερμανία.

Πρωτύτερα είχε υπογραφεί η διαβόητη «Ελληνογερμανική» συμφωνία που όπως προπαγανδίστηκε δεόντως από τις δύο κυβερνήσεις θα «έλυνε» τα μεγάλα προβλήματα των Ελλήνων μεταναστών. Στη Γερμανία ονομάστηκε και «διπλή συνθήκη» καθώς υπογράφτηκε μεταξύ Δ. Γερμανίας και Ισπανίας στις 29/3/1960, και ακολούθησε η υπογραφή με Ελλάδα στις 30/3/1960 της «Σύμβασης Περί Επιλογής και Τοποθετήσεως Ελλήνων εργατών εις γερμανικάς επιχειρήσεις». Αντίστοιχες διακρατικές συμφωνίες της Δ. Γερμανίας: το 1955 με Ιταλία (για εισαγωγή Ιταλών εργατών), το 1961 με Τουρκία, 1963 με Μαρόκο, 1964 με Πορτογαλία, 1965 με Τυνησία και 1968 με Γιουγκοσλαβία. Ετσι οι Γερμανοί μεγαλοβιομήχανοι εξασφάλιζαν φτηνό εργατικό δυναμικό για τη ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανία τους. Παράλληλα, η Δ. Γερμανία αποκαταστούσε σχέσεις εξωτερικής πολιτικής και με χώρες που είχαν υποφέρει από τη ναζιστική κατοχή.

«Gastarbeiter» και «Katzelmacher»

Για τις πραγματικές συνθήκες διαβίωσης των Ελλήνων μεταναστών γράφει χαρακτηριστικά το δυτικογερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» (τεύχος 13/1973): «Την ημέρα σκουπίζουν και καθαρίζουν τους δρόμους ή θερμαίνουν τις υψικαμίνους, τη νύχτα κατακλύζουν τους σιδηροδρομικούς σταθμούς των πόλεων της ΟΔΓ και κοιμούνται σε άθλιες παράγκες». Αποσιωπά όμως ότι οι Ελληνες μετανάστες συγκεντρώνονταν στους παγωμένους σιδηροδρομικούς σταθμούς των δυτικογερμανικών πόλεων, τους πρώτους χειμώνες μετανάστευσής τους (όπως συνηθίζουν να κάνουν οι εδώ μετανάστες σε πλατείες) επειδή οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και των χωρών προέλευσης των μεταναστών δεν ενδιαφέρθηκαν για αυτούς. Δε χρηματοδότησαν τη δημιουργία Μορφωτικών Κέντρων Μεταναστών, Κέντρων εξυπηρέτησής τους, Κέντρα Εκμάθησης γερμανικών κλπ.

Γερμανικό κεφάλαιο και εκπρόσωποί του ήθελαν συνολικά τους μετανάστες φτηνό εργατικό δυναμικό, ασυνείδητο, καθυστερημένο απεργοσπαστικό μηχανισμό, ενάντια στη γερμανική εργατική τάξη και τους αγώνες της. Προσπερνώντας το γεγονός ότι υπήρχαν άνεργοι Γερμανοί, τους έφεραν και τους πήγαν κατευθείαν σε πόλεις όπως η Νυρεμβέργη, για να δουλέψουν σε επιχειρήσεις όπως οι «Siemens», «Bosch», «MAN», «AEG», «GRUNDIG».

Τους ονόμασαν «Gastarbeiter» («Φιλοξενούμενος εργάτης») ή «Katzelmacher» (στην αργκό της Βαυαρίας ο «Ιταλός», γενικά υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους μετανάστες από νότιες χώρες). Οργάνωσαν μηχανισμούς για να σπείρουν αντικομμουνισμό, εθνικιστικά/ρατσιστικά μίση, διχόνοια μεταξύ Γερμανών και αλλοδαπών. Εμπόδιζαν την ενότητα και κοινή δράση όλων των εργαζομένων. Ανέθεταν την εκπροσώπηση των μεταναστών σε εκκλησιαστικές κι άλλες «φιλανθρωπικές» οργανώσεις, φορείς ειδικευμένους στο «διαίρει και βασίλευε». Δεν προσανατόλιζαν κεντρικά στη διεκδίκηση των κοινωνικών, πολιτικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων των αλλοδαπών εργατών, καταδικάζοντας τις πολιτικές των διακρίσεων.

Περιορισμοί και τρομοκρατία

Χαρακτηρίζοντάς τους «φιλοξενούμενους εργάτες», βάσει διεθνών συμβάσεων τους καταδίκαζαν σε καθεστώς μόνιμης ...προσωρινότητας και δεν τους παρείχαν ίσα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και άλλα δικαιώματα με το ντόπιο εργάτη. Παράλληλα, τους έφεραν αντιμέτωπους με τον αντιδραστικό «Νόμο περί αλλοδαπών». Πρόδρομός του έως το 1955 θεωρούνταν σχετική γερμανική αστυνομική διάταξη του 1938, δηλαδή του ναζιστικού 3ου Ράιχ. Εκεί καθοριζόταν: «Η παραμονή του αλλοδαπού στην επικράτεια του Ράιχ επιτρέπεται όταν αυτός με την προσωπικότητά του και το σκοπό της παραμονής του εγγυάται ότι θα συμπεριφέρεται αξιοπρεπώς απέναντι στη φιλοξενία που του παρέχεται».

Η αλλαγή που έγινε στο «Νόμο περί αλλοδαπών» το 1965 δεν το βελτίωνε ουσιαστικά. Επρόκειτο για νομοθεσία διαποτισμένη από πνεύμα απόλυτης κυριαρχίας των γερμανικών αρχών απέναντι στους ξένους.

Οι δε ελληνικές κυβερνήσεις (ΕΡΕ/ΕΚ) δεν ασχολήθηκαν με τα προβλήματα, τις ανάγκες, τις δυσκολίες και ελλείψεις των μεταναστών και των οικογενειών τους (ελλείψεις ελληνικών σχολείων, κέντρων συνάντησης, κέντρων εκμάθησης γερμανικών κλπ.).

Μάλιστα, μηχανισμοί του ελληνικού κράτους στη Δ. Γερμανία δρούσαν καθαρά τρομοκρατικά εναντίον των Ελλήνων εργατών. Π.χ., τουλάχιστον από το 1965 στο ελληνικό προξενείο της Στουτγάρδης, πόλη όπου ζούσαν και εργάζονταν πολλές χιλιάδες Ελλήνων, επίτιμος πρόξενος αναγορεύτηκε ο γερμανικής καταγωγής Γερμανός υπήκοος, τέως μέλος του ναζιστικού κόμματος και ταγματάρχης του χιτλερικού στρατού Αιμίλιος Νίταμερ (NIETHAMER). Υπό την καθοδήγησή του δρούσε ομάδα παρακρατικών και φασιστών τρομοκρατώντας τους Ελληνες εργάτες. Οργανα της ομάδος αυτής με επικεφαλής τον Γιώργο Χατζόπουλο, αυτοδιαφημιζόμενος ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, στις 11 Φλεβάρη 1966 έσχιζαν στο «Ελληνικό Κέντρο» Στουτγάρδης αντίτυπα δημοκρατικών εφημερίδων της εποχής, απειλώντας με ξυλοδαρμό τους αναγνώστες αυτών και διανέμοντας προκηρύξεις καλώντας τους Ελληνες της Δ. Γερμανίας σε ...εξέγερση «προς εκκαθάρισιν του κομμουνιστικού μιάσματος».


Κείμενα:
Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ