Κυριακή 25 Ιούλη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Για τη σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος με τη διανόηση

Πρώτο μέρος

Επιστημονικότητα και ταξικότητα του ΚΚ

Στην εποχή των Μαρξ - Ενγκελς πραγματοποιήθηκε η συνένωση της επαναστατικής θεωρίας με τον ταξικό αγώνα που εκφραζόταν από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης. Μέσω αυτής της συνένωσης προέκυψε η ανώτερη μορφή οργάνωσης της εργατικής τάξης, η πολιτική οργάνωση που συνένωσε Αγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, Πολωνούς κ.ά. εργάτες στην «Ενωση των Κομμουνιστών», με Πρόγραμμά τους το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» (1848). Μετά από μιάμιση περίπου δεκαετία, η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης σε διεθνικό και εθνικό επίπεδο πήρε τη μορφή της Α' Διεθνούς (Διεθνούς Ενωσης των Εργατών) το 1864, ενώ μετά τη διάλυσή της, το 1876, διαμορφώθηκαν κόμματα σε εθνικό επίπεδο και η Β' (Σοσιαλδημοκρατική) Διεθνής.

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης ήταν σχολεία στην πορεία οργάνωσης και ωρίμανσής της ως τάξης. Σε αυτές έμαθαν οι εργάτες και εργάτριες τη σύγκρουση με την καπιταλιστική εργοδοσία, τη διεκδίκηση με συλλογικότητα και θυσία, ακόμα και με το αίμα τους, ενός πιο ανθρώπινου ωραρίου, ημερομισθίου, κατοικίας, συνθηκών διαβίωσης για τους ίδιους και τα παιδιά τους. Μέρες όπως η 8η Μάρτη 1857 και η 1η Μάη 1886 σηματοδοτούν τέτοιες σκληρές συνθήκες στον οικονομικό αγώνα της εργατικής τάξης.

Στην ιστορία του εργατικού κινήματος όλων των χωρών, όπως και της Ελλάδας, υπάρχουν κινητοποιήσεις - συγκρούσεις του εργατικού κινήματος με τις δυνάμεις καταστολής του κεφαλαίου (π.χ. το Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη), κινητοποιήσεις που δεν ήταν ενταγμένες σ' ένα σχεδιασμό μιας κοινωνικοπολιτικής ολοκληρωτικής σύγκρουσης με την αστική εξουσία. Βέβαια, υπάρχουν και τέτοιες, που πήραν τα χαρακτηριστικά πολιτικής απεργίας σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, που συνδέθηκαν με τον πολιτικό σχεδιασμό για την επαναστατική κατάκτηση της εξουσίας επιτυχώς στη Ρωσία το 1917 ή ανεπιτυχώς στις Γερμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία το 1919.

Ο ταξικός αγώνας πήρε χαρακτηριστικά συνειδητής πάλης για την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης μόνο όταν ωρίμασαν οι ιστορικές συνθήκες για τη θεωρητική ανάδειξη των αντιφάσεων του καπιταλιστικού συστήματος, με «Το Κεφάλαιο» του Καρλ Μαρξ, τη διαλεκτική υλιστική φιλοσοφία, τη διαλεκτική υλιστική ανάλυση της κοινωνικής εξέλιξης και την επιστημονική τεκμηρίωση του ρόλου της ταξικής πάλης, των επαναστατικών αλμάτων στο πέρασμα από έναν κατώτερο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό σε έναν ανώτερο, του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στο επαναστατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό - κομμουνισμό.

Μόνο αφού ωρίμασαν αυτές οι θεωρητικές προϋποθέσεις έγινε δυνατό να εμφανιστεί το επαναστατικό εργατικό κίνημα, το κομμουνιστικό, δηλαδή η πάλη για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό να θεμελιωθεί σε επιστημονική βάση, σε αντίθεση με τον ουτοπικό σοσιαλισμό που προηγήθηκε.

Βεβαίως, στη ζωή, στην κοινωνική - ταξική υπόσταση του ανθρώπου υφίσταται η διαλεκτική σχέση πράξης - συνείδησης. Οπωσδήποτε την ανάπτυξη της κομμουνιστικής ιδεολογίας τροφοδότησαν όχι μόνο οι προγενέστερες θεωρητικές κατακτήσεις αλλά και η πρακτική της ταξικής πάλης, με κορυφαία για το 19ο αιώνα την Παρισινή Κομμούνα (1871).

Το ιδεολογικό - θεωρητικό θησαυροφυλάκιο που θεμελιώθηκε από τους Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς στο 19ο αιώνα εμπλουτίστηκε από τον Β. Ι. Λένιν στις αρχές του 20ού αιώνα, που έδωσε νέα πείρα της επαναστατικής πράξης το 1917 και οδήγησε στην πρώτη επαναστατική εργατική εξουσία, καθώς και στη διαμόρφωση της Τρίτης, της Κομμουνιστικής Διεθνούς (1919).

Στον 20ό αιώνα η εργατική τάξη διέθετε το δικό της κόμμα - το ΚΚ -, είχε βγει από τα σκότη του αναλφαβητισμού και κυρίως είχε την ιστορική πείρα της επαναστατικής ανατροπής της τσαρικής και της αστικής εξουσίας στη Ρωσία, αλλά και σε χώρες της Ασίας, της Ευρώπης, ακόμη και της αμερικανικής ηπείρου. Αυτό το γεγονός, σε ορισμένες περιπτώσεις και φάσεις του κομμουνιστικού κινήματος, οδήγησε και οδηγεί ακόμα στη λαθεμένη αντίληψη ότι ολοκληρώθηκε ο κύκλος της αναγκαιότητας να παράγει θεωρία το ίδιο το επαναστατικό εργατικό κίνημα. Αν και αυτή η αντίληψη δεν εκδηλώνεται άμεσα, υπάρχει με μια ορισμένη μορφή υποτίμησης απέναντι στις επιστήμες. Ακριβέστερα θα λέγαμε ότι εκφράζεται με μειωμένη απαιτητικότητα στο σχεδιασμό ώστε κομμουνιστές και κομμουνίστριες να εξειδικεύονται στη θεωρητική δουλειά, στην έρευνα, ώστε ως επαναστάτες - παραγωγοί επιστημονικής γνώσης να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της επαναστατικής ιδεολογίας και επομένως στην αποτελεσματικότητα της ταξικής πάλης.

Το παρόν άρθρο περιλαμβάνει ορισμένους προβληματισμούς, σκέψεις σχετικά με τη σχέση του Κομμουνιστικού Κόμματος με τη διανόηση. Εκ των πραγμάτων οι προβληματισμοί επεκτείνονται και στα κριτήρια για ταξικό προσδιορισμό των επιστημόνων, καθώς και των καλλιτεχνών, στους όρους ριζοσπαστικοποίησης και κυρίως κομμουνιστικής συνειδητοποίησής τους. Περιλαμβάνονται επίσης σκέψεις για τη συμβολή των κομμουνιστών επιστημόνων στην ανάπτυξη της επιστημονικότητας ενός ΚΚ, στην κατεύθυνση ενίσχυσης της ταξικότητάς του, ώστε να επιβεβαιώνεται σε διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ο επαναστατικός του χαρακτήρας. Περιλαμβάνονται σκέψεις πώς συνειδητά θα σχεδιάζει το ΚΚ τη δράση του για την ενότητα της εργατικής τάξης, στον πιο ανεπτυγμένο ταξικό αγώνα, της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας. Εδώ θα μας απασχολήσουν τα προβλήματα που αφορούν ιδιαίτερα τις μέρες μας, που ως περίοδος έχει την αφετηρία της στην αντεπαναστατική οπισθοδρόμηση της κοινωνικής πορείας στην τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα.

Σε αυτή την περίοδο αμφισβητήθηκε, πολεμήθηκε ο ιστορικός ρόλος του εργατικού κινήματος και ως προς τον ιστορικά ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης στην κοινωνική πρόοδο και ως προς την αναγκαιότητα της επαναστατικής πολιτικής ανατροπής ως προϋπόθεσης για την κοινωνική ανατροπή.

Η κομμουνιστική ταυτότητα εξέφραζε την επαναστατική ιδεολογική - πολιτική οργάνωση του εργατικού κινήματος από τότε - στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα - που η σοσιαλδημοκρατική του ταυτότητα ολοκληρωτικά απώλεσε τον επαναστατικό της χαρακτήρα. Η καμπή αυτή επήλθε τότε που ο οπορτουνισμός στη Β' Διεθνή εξελίχθηκε σε ανοιχτή προδοσία, πηγαίνοντας με το μέρος της ιμπεριαλιστικά επιτιθέμενης αστικής τάξης, αρχικά στη Γερμανία (1914).

Στις μέρες μας συχνά διατηρείται ο κομμουνιστικός τίτλος, αλλά προγραμματικά αναθεωρείται είτε ο ηγετικός ρόλος της εργατικής τάξης είτε η αναγκαιότητα της επαναστατικής πολιτικής ανατροπής. Παρατηρείται μάλιστα το φαινόμενο, σε αντίθεση με τα πρώτα χρόνια της αντεπανάστασης, διακηρυκτικά ν' αναγνωρίζεται η κομμουνιστική ιδεολογία, ο μαρξισμός - λενινισμός, η προσφορά της Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στη Ρωσία και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ κι αλλού, αλλά να αναθεωρείται στην προγραμματική επεξεργασία, στη στρατηγική, στο όνομα των «εθνικών ιδιαιτεροτήτων ή ιδιομορφιών». Συχνά, νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης παρερμηνεύονται ως «ρωσική ιδιαιτερότητα». Οποιο ΚΚ δικαιώνει τον τίτλο του με την ιδεολογική και οργανωτική του συγκρότηση και την πολιτική του δράση, δέχεται συντονισμένη πολεμική αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων ως δογματικό, σεχταριστικό, «ιστορικό απολίθωμα», αντιδραστικό, κλπ. Ανάλογα και με το συσχετισμό δυνάμεων στη χώρα του, διαβαθμίζονται τα μέσα και οι μορφές του αντικομμουνισμού. Ετσι, αλλιώς εκφράζεται σε χώρες της πρώην σοσιαλιστικής οικοδόμησης, π.χ. στη Λετονία, στην Τσεχία, παίρνοντας τη μορφή της άμεσης κρατικής βίας και καταστολής κι αλλιώς, π.χ., στην Ελλάδα.

Στη χώρα μας αυτή την περίοδο η επίθεση έχει κυρίως το χαρακτήρα της ιδεολογικής - πολιτικής πίεσης για να αλλάξει στρατηγική το ΚΚΕ, να απαρνηθεί την προσέγγιση της ιστορίας του και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης με γνώμονα τις νομοτέλειες της ταξικής πάλης. Σε αυτή την κατεύθυνση ασκείται πολεμική στις θέσεις του Κόμματος για το σοσιαλισμό, για τη στήριξη απεργιακών κινητοποιήσεων ενάντια στην αντεργατική - αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική.

Αποκαλυπτική είναι η παρέμβαση τμήματος του αστικού πολιτικού κόσμου, π.χ. του ΛΑ.Ο.Σ. ως κόμματος, του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, στελεχών της ΝΔ περί δράσης του ΚΚΕ «στα όρια της νομιμότητας». Παράλληλα, καλλιεργείται κλίμα, οπορτουνιστικής πίεσης, που όπως πάντα επικεντρώνεται στο χαρακτήρα της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ, στον κοινωνικό χαρακτήρα της συμμαχίας και στο αντιμονοπωλιακό - αντιιμπεριαλιστικό προγραμματικό πλαίσιό της.

Αναπαράγονται διάφορες εκδοχές οπορτουνιστικής ρυμούλκησης του ΚΚΕ σε μια «αριστερή» συμμαχία για τη διεκδίκηση ενός ήπιου καπιταλισμού, λιγότερο «άγριου, ακραίου, φιλελεύθερου». Η οπορτουνιστική «αριστερή» διαχείριση, ανάλογα με τις εξελίξεις, ανάλογα με τη φάση της οικονομικής κρίσης όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, ταλαντεύεται μεταξύ της ρυθμιζόμενης «οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης της ΕΕ» και της προστασίας της εγχώριας παραγωγής (βλ. σημερινή τάση στο ΣΥΝ που εκπροσωπείται από τους Π. Λαφαζάνη. Λ. Καλύβη, Δ. Στρατούλη και Γ. Τόλιο). Σε φάσεις όπως η σημερινή που ο διεθνής καπιταλισμός δεν μπορεί να κρύψει την όξυνση των αντιφάσεων και αντιθέσεών του, ο οπορτουνισμός προσαρμόζεται, γίνεται πιο ύπουλος στη φρασεολογία, επιχειρεί μια επιφανειακή αυτοκριτική («ο ΣΥΝ έκανε κρίσιμο στρατηγικό λάθος με την υπερψήφιση το 1992 της Συνθήκης του Μάαστριχτ»), προκειμένου να γίνει πιο πειστικός στην αποπροσανατολιστική πολιτική ενσωμάτωσης που πρεσβεύει. Αυτό το στόχο εξυπηρετούν οι εξής θέσεις του: «Ενα στρατηγικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων για την αναδιοργάνωση και ανασυγκρότηση του κράτους», με στόχο την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας της ΕΕ, τη χρηματοδότηση των κρατών - μελών της ΕΕ από την EΚΤ με τους όρους που δανειοδοτούνται οι τράπεζες (1%), τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της απελευθέρωσης των αγορών. Στην καλύτερη περίπτωση, η «αριστερή» οπορτουνιστική πτέρυγα του ΣΥΝ ουτοπικά υποστηρίζει έναν ελεγχόμενο μονοπωλιακό καπιταλισμό που θα ευνοεί περισσότερο το βιομηχανικό κεφάλαιο και λιγότερο το συγκεντρωμένο κεφάλαιο στη σφαίρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και του κεφαλαίου (χρηματικού).

Διόλου τυχαία η φαινομενική «αριστερή» στροφή προέρχεται από γνήσιους οπορτουνιστές, γεννήματα - αποστάτες του κομμουνιστικού κινήματος.

Σήμερα το ΚΚΕ έχει βαθιά γνώση και πείρα στο φαινόμενο του οπορτουνισμού, στην ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική αντιμετώπισή του, ώστε να μην υποκύπτει στην πίεση που οδηγεί στη διάβρωση και υπονόμευση του εργατικού κινήματος, της λαϊκής αντιμονοπωλιακής συμμαχίας για την κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας, του σοσιαλισμού.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Της
Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ Μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ