«Μισώ τους ανίκανους και τους τιποτένιους, με ενοχλούν. Με αρρωσταίνουν, μου σπάνε τα νεύρα. Τίποτε δεν είναι πιο εξοργιστικό από αυτά τα ζώα που πάνε κουνιστά σαν τις χήνες, με μάτια γλαρά και το στόμα μισάνοιχτο. Σε όλη μου τη ζωή δεν κατάφερα να κάνω δυο βήματα χωρίς να συναντήσω τρεις βλαμμένους, κι αυτό με κάνει ράκος. Πλημμύρισε η πόλη από δαύτους, γέμισε το πλήθος χαζοβιόληδες που σε σταματούν στο δρόμο για να σου ξεράσουν κατάμουτρα τη μετριότητά τους. Περπατούν, μιλούν και όλα τους τα καμώματα, η φωνή τους, οι κινήσεις, με προσβάλλουν τόσο πολύ, που θα προτιμούσα όπως λέει και ο Σταντάλ, να μιλάω με καθάρματα παρά με τέτοιους κρετίνους...» (σελ. 34). Δεν ξέρω ποιους είχε στο νου του ο Ζολά όταν έγραφε αυτές τις αράδες, αλλά καθώς τις διαβάζω εμένα μου έρχονται στα μάτια πολλοί κρετίνοι, που συναντώ στο δρόμο. Διαβάστε το. Αξίζει.