Associated Press |
Εισήγηση παρουσίασε ο Α` Γραμματέας της ΚΕ του ΚΕΚΡ Βίκτορ Τιούλκιν, ο οποίος σημείωσε ότι οι πρώτες οργανωτικές μορφές αντίστασης εμφανίστηκαν το 1990, στα πρόθυρα του 28ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ. Η πιο πλατιά και σημαντική μορφή αυτής της αντίστασης ήταν το Κίνημα Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας και τα Συνέδρια που πραγματοποίησε στο Λένινγκραντ. Σ' αυτά τα φόρουμ συναντιούνταν, συζητούσαν όλα τα ζητήματα και επεξεργάζονταν τη γραμμή το Κίνημα Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας, που αποτέλεσε τον οργανωτικό πυρήνα για τη δημιουργία του ΚΕΚΡ, η Μπολσεβίκικη Πλατφόρμα, η οποία μετεξελίχθηκε βασικά στο ΠΚΚΜπ., η Μαρξιστική Πλατφόρμα, η οποία χωρίστηκε και σαν αποτέλεσμα εμφανίστηκαν το Κόμμα Κομμουνιστών της Ρωσίας, το ΚΚ Ρωσίας - ΚΚΣΕ, η Ενωση Κομμουνιστών (ΕΚ), η Αριστερή Ρωσίας και μερικά ακόμα κινήματα. Παρά τις διαφωνίες, τους ένωνε όλους τότε το άμεσο καθήκον - να μπει φρένο στον Γκορμπατσόφ και στην κατρακύλα του ΚΚΣΕ προς τα δεξιά. Η μάχη δόθηκε στο 28ο Συνέδριο. Αποκορύφωμα ήταν η «Δήλωση της μειοψηφίας», που έγινε εξ ονόματος του Κινήματος Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας και της Μαρξιστικής Πλατφόρμας, ότι «η θεραπεία του σοσιαλισμού με τον καπιταλισμό δε θα οδηγήσει στην άνοδο της εθνικής οικονομίας και στην ευημερία των πολιτών, ούτε στην άνθηση της οικονομίας, αλλά, αντίθετα, στη χρεοκοπία και την πτώση του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων». «Τη δήλωσή μας υποστήριξαν τότε 1.259 αντιπρόσωποι, κάτι το λιγότερο από το 1/3 του Συνεδρίου, αλλά δεν ήταν αρκετό για να αλλάξει η πορεία των γεγονότων. Η αντίστασή μας συνεχίστηκε και μετά το 28ο Συνέδριο. Πρέπει να σημειωθεί όμως ότι ακριβώς το 28ο Συνέδριο υιοθέτησε τη γραμμή της οικονομίας της αγοράς και της καπιταλιστικοποίησης της χώρας. Υπήρξε η καμπή, το σημείο καμπής και η παράδοση των θέσεων, πράγμα που πολλοί δε θέλουν να το παρατηρήσουν», υπογράμμισε ο Τιούλκιν. Επισήμανε στη συνέχεια ότι «δε στάθηκε δυνατό να ξεδιπλωθεί το ΚΚΣΕ», γιατί «πάρα πολύ μεγάλη ήταν η μάζα και η αδράνεια των μη κομμουνιστικών στοιχείων, πάρα πολύ συμπαγή ήταν τα κάθε λογής φανερά και αντικομμουνιστικά καθάρματα, σαν τους Γκαϊντάρ, Σατάλιν, Μπούνιτς, Βολκογκόνοφ, Γιάκοβλεφ, Σομπτσάκ κ.ά. Αυτό μας δείχνει και το παράδειγμα όλων των προέδρων των λεγόμενων κυρίαρχων κρατών, πρώην μελών του Πολιτικού Γραφείου και γραμματέων της ΚΕ των ΚΚ των Δημοκρατιών. Παράλληλα, η τεράστια μάζα των μελών του ΚΚΣΕ αποτελούσε ένα οπορτουνιστικό υλικό».
Μετά τον Αύγουστο του 1991, παρά τις απαγορεύσεις από μέρους του Γιέλτσιν, η αντίσταση στην καπιταλιστικοποίηση της χώρας εντάθηκε και δυνάμωσε πριν απ' όλα κάτω από τις κόκκινες σημαίες. Την οργάνωσαν και ηγήθηκαν του ΚΕΚΡ, το ΠΚΚΜπ., το ΚΚΡ, η ΕΚ, η «Εργαζόμενη Ρωσία». Και τότε το Συνταγματικό Δικαστήριο επέτρεψε στους κομματικούς υπαλλήλους να ιδρύσουν το ΚΚΡΟ. Κοινωνική βάση της καιροσκοπικής νομενκλατούρας υπήρξαν τα «καιροσκοπικά» μέλη του ΚΚΣΕ, αν και είχαν προσελκυστεί και μέλη άλλων κομμάτων, που ελάχιστα κατανοούσαν το μαρξισμό. Το ΚΚΡΟ, που δημιουργήθηκε δήθεν στη θέση του ΚΚ ΣΟΣΔ Ρωσίας, από ιδεολογική άποψη συνέχισε το έργο του 28ου Συνεδρίου: «Τη γραμμή προς την αγορά, τον πολιτικό πλουραλισμό, την αταξική λαϊκή εξουσία», τόνισε ο Τιούλκιν στην εισήγηση. «Στη συνέχεια έθεσε στην κυκλοφορία τη θέση της εξάντλησης του ορίου της επανάστασης στη Ρωσία, αφαίρεσε από τις σημαίες το σύνθημα "Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!", εγκατέλειψε τη θέση "κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας" - την κύρια θέση της κομμουνιστικής θεωρίας... Το καθήκον της σταθεροποίησης έφερε στην ημερήσια διάταξη τη δημιουργία της δικής του κατευθυνόμενης αντιπολίτευσης. Αυτό το καθήκον εκπληρώνει το ΚΚΡΟ μ' επικεφαλής τον Ζιουγκάνοφ, όπως φάνηκε στις βουλευτικές εκλογές του 1993 και 1995 και στις προεδρικές εκλογές του 1996 και 2000. Πρέπει να σημειώσουμε και να καταλάβουμε πιο καθαρά ότι κοινό καθήκον του καθεστώτος και του ΚΚΡΟ είναι η κατάπνιξη της πραγματικής κομμουνιστικής αντιπολίτευσης, ο εκτοπισμός της έξω από τα πλαίσια της δημόσιας πολιτικής... Οι εκλογές του 1999 έδειξαν την άμεση αντιπαράθεση όχι μόνο του ΚΚΡΟ και του "Μπλοκ Νο.7" (Κομμουνιστές, εργαζόμενοι της Ρωσίας - για τη Σοβιετική Ενωση), αλλά γενικά την αντιπαράθεση του ΚΚΡΟ με κάθε κάπως ανεξάρτητα σκεπτόμενο πολιτικό πατριωτικού προσανατολισμού. Οι Μπαμπούριν, Αλξνις, Μακασόφ, Αβαλιάνι, Γκριγκόριεφ, Γκλότοφ, άνθρωποι που αναδείχτηκαν στους κοινωνικούς αγώνες, δεν εκλέχθηκαν, επειδή το ΚΚΡΟ έβαλε ενάντια στους περισσότερους απ' αυτούς τους δικούς του υποψήφιους, με σκοπό να μην τους επιτρέψει να περάσουν, έστω και με το τίμημα να μην περάσουν οι υποψήφιοί του».
Στη συνάντηση οι ηγέτες των κομμάτων όχι μόνο ανέλυσαν τη δεκαετία που πέρασε και την τρέχουσα κατάσταση, όπου οι θέσεις τους βασικά συνέπεσαν, αλλά και συζήτησαν το ζήτημα τι θα κάνουν τώρα και στην προοπτική. Κι εδώ ακριβώς φάνηκαν οι αντιθέσεις και οι διαφωνίες ανάμεσα στα κόμματα. Κύριο αντικείμενο της συζήτησης ήταν το πρόβλημα της συνένωσης των ΚΚ της Ρωσίας σ' ένα ενιαίο κομμουνιστικό κόμμα, σε σχέση με το οποίο συζητήθηκε έντονα η ακολουθούμενη από τον πρόεδρο του Συμβουλίου της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ Ολέγκ Σένιν γραμμή για τη δημιουργία ενιαίου ενωσιακού κόμματος.
Η θέση του Τιούλκιν: «Μοναδική διέξοδος από τη σημερινή κατάσταση είναι η ένωση σ' ένα ενιαίο ΚΚ. Ολες οι διαφορές μπορούν να λυθούν στο πλαίσιο της ενιαίας οργάνωσης». Πρότεινε στους συμμάχους του ΚΕΚΡ να ενωθούν με βάση κοινό Καταστατικό, Πρόγραμμα, με κοινή πειθαρχία, με κοινά σχέδια και κοινές δομές και να γίνει αυτό με βάση τις δομές του ΚΕΚΡ. Μιλώντας για την Ενωση Ρωσίας - Λευκορωσίας, είπε: «Ναι, δεν τρέφουμε αυταπάτες σχετικά μ' αυτή την Ενωση, αλλά σημαίνει άραγε αυτό ότι πρέπει να αρνηθούμε αυτή και το ενωσιακό κόμμα; Οχι, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη διαδικασία για την ενίσχυση των θέσεών μας. Το σύνθημά μας - "Ελάτε να ενωθούμε στην πράξη!" - ισχύει. Ωστόσο, αυτή η έκκληση δε βρήκε υποστήριξη. Στα λόγια, αναγνωρίζοντας τη ζημιά της κομμουνιστικής πολυκομματικότητας, οι ηγέτες των κομμάτων της Κομμουνιστικής Ενωσης Ρωσίας προβάλλουν πολλούς λόγους που για την ώρα δεν πρέπει να ενωθούν.
Ο πρόεδρος του ΚΚ Ρωσίας-ΚΚΣΕ Αλεξέι Πριγκάριν θεωρεί: «Μερικά κόμματα είναι χειρότερα από το ένα, αλλά ένα κόμμα πρέπει να επιτρέπει την ελευθερία γνωμών και θέσεων. `Η μερικά κόμματα με σαφή καθορισμένα όρια, ή ένα κόμμα με ελευθερία γνωμών. Σε ό,τι αφορά την ένωση, πρέπει να εφαρμοστούν οι αποφάσεις του Συνεδρίου της ΚΕΡ του 1996: να αναλυθούν επισταμένα το Καταστατικό και τα προγράμματα των κομμάτων και να επιτευχθεί στις περισσότερες θέσεις η ενότητα. Να συγκληθεί το φθινόπωρο Συνέδριο του κομμουνιστικού κινήματος της Ρωσίας. Να δημιουργηθεί ένα κέντρο για την ανάλυση των ντοκουμέντων».
Ο ηγέτης του Κόμματος Κομμουνιστών της Ρωσίας Ανατόλι Κριουτσκόφ κάλεσε να καταδικαστεί η διασπαστική δραστηριότητα όλων που δημιούργησαν τα κόμματά τους μετά το 1991, να δημιουργηθεί μια σχολή κομματικών στελεχών και να αποκατασταθεί η προηγούμενη σύνθεση της ΚΕΡ. Είπε: «Δεν πρέπει να βοηθήσουμε τον Σένιν στην προσπάθεια να θέσει υπό τον έλεγχο το κομμουνιστικό κίνημα της Ρωσίας, διότι αύριο θα παλεύουμε με τη σοσιαλδημοκρατική ηγεσία της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ». Απέρριψε την ιδέα της δημιουργίας ενιαίου κόμματος. Κατά τη γνώμη του, πρέπει να γίνει προσπάθεια, ώστε η ΚΕΡ να γίνει μια πραγματική δύναμη.
Η Γενική Γραμματέας της ΚΕ του ΠΚΚΜπ. Νίνα Αντρέγεβα τάχθηκε κατηγορηματικά ενάντια στη δημιουργία ενιαίου κόμματος και γενικά ενάντια στη συνένωση. «Οσο κι αν θέλουμε όλοι να ενωθούμε, δεν μπορεί να γίνει. Η συνένωση είναι πρόωρη. Δεν μπορεί να μπει το κάρο μπροστά από το άλογο. Πρέπει να συγκροτηθεί ένα συμβουλευτικό όργανο όλων των αριστερών αντιπολιτευόμενων οργανώσεων για το συντονισμό των ενεργειών μας. Και μόνο μετά, όταν θα μάθουμε να δρούμε συντονισμένα, μπορούμε να μιλήσουμε για συνένωση. Η ΚΕΡ πρέπει να αγκαλιάσει όσο το δυνατόν περισσότερα κόμματα. Δεν πρέπει να ενωθούμε πάνω στη βάση της ΕΚΚ-ΚΚΣΕ».
Στην ουσία, όλοι διατήρησαν τις απόψεις τους, η συνάντηση δεν κατέληξε σε τίποτα. Διότι είναι σαφέστατο ότι κανένα κόμμα της ΚΕΡ χωριστά δεν μπορεί να νικήσει στις εκλογές, δεν μπορεί να ανεβάσει το εργατικό κίνημα, να το κάνει πραγματικό μαχητικό και μαζικό, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει εκφραστής των συμφερόντων ολόκληρου του λαού. Μόνο η ένωση των δυνάμεων, μόνο η υπερνίκηση της κομμουνιστικής πολυκομματικότητας, μόνο η δημιουργία ενιαίου κομμουνιστικού κόμματος, το οποίο θα μπει στην πρωτοπορία της πάλης των εργαζομένων, θα μπορέσει να ξαναδώσει στο λαό αυτά που του άρπαξαν με την απάτη και τη δολιότητα: τη σοβιετική εξουσία των εργαζομένων, τη Σοβιετική Ενωση, το σοσιαλισμό.
Associated Press |
Στην πρώτη αυτή επέτειο, μαθητές, δάσκαλοι και γονείς συγκεντρώθηκαν στο χώρο του σχολείου αυτού για να πενθήσουν ομαδικά για την τραγική αυτή απώλεια. Αργότερα, την ίδια μέρα, 2.500 άτομα έκαναν πορεία σε ένα γειτονικό πάρκο, για να τιμήσουν τα αθώα αυτά θύματα. Σε ομιλία του εκεί, ο γυμνασιάρχης του σχολείου, Φρανκ Ντε Αντζελις, που είχε καρφιτσωμένο στο πέτο του σκακιού του το σύνθημα «Καιρός να Θυμόμαστε, Καιρός να Ελπίζουμε», διάβασε τα ονόματα των 13 θυμάτων και, ταυτόχρονα, απέτισε φόρο τιμής σε δυο άλλους μαθητές του Γυμνασίου Κολουμπάιν, που δολοφονήθηκαν σε ένα μικρό εστιατόριο της ίδιας περιοχής τον περασμένο Φλεβάρη. «Δε θα ξεχάσουμε ποτέ», είπε ο γυμνασιάρχης, «τα 13 αθώα θύματα που έχασαν τη ζωή τους πριν ένα χρόνο. Αν και δεν είναι φυσικά μαζί μας, τα πνεύματά τους παραμένουν ισχυρά».
Παρόμοια συγκέντρωση τιμής και πένθους έγινε νωρίτερα την ίδια μέρα και στο καπιτώλιο του Ντένβερ, κατά την οποία ο κυβερνήτης του Κολοράδο, Μπιλ Οουενς, κάλεσε τους κατοίκους της πολιτείας αυτής να τηρήσουν ενός λεπτού σιγή.
Στην Ουάσιγκτον, ο Πρόεδρος Κλίντον, απευθυνόμενος στους κατοίκους της τραγικής αυτής επαρχίας, διακήρυξε ότι οι Αμερικανοί «πρέπει να συνεχίσουν να τιμούν τη μνήμη των θυμάτων και το δικό σας κουράγιο, αποφασίζοντας να κάνουν την Αμερική έναν ασφαλέστερο τόπο για όλα τα παιδιά μας».
Associated Press |
Πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι, όπως μεταδόθηκε από το Λίτλετον, οι γονείς ενός δολοφονημένου μαθητή στο Γυμνάσιο Κολομπάιν, του 15χρονου Ντάνιελ Ρόρμπουργκ, μια μέρα πριν από την τραγική αυτή επέτειο, είχαν υποβάλει αγωγή, υποστηρίζοντας ότι το παιδί τους δεν είχε σκοτωθεί από τους δύο αχαλίνωτους συμμαθητές του, αλλά από έναν αστυνόμο. Τόνιζαν, μάλιστα, στην αγωγή τους, ότι η έκθεση της αυτοψίας, οι καταθέσεις ενός δασκάλου και ενός αστυνομικού, που ήταν αυτόπτες, και η θέση όπου βρέθηκε το πτώμα του νέου δείχνουν πως σκοτώθηκε από άλλον δράστη και όχι από τους συμμαθητές του.
Παράλληλα, πολλοί γονείς κατηγορούν το γραφείο του σερίφη Τζον Στον αυτής της περιοχής ότι αγνόησε τις προειδοποιητικές ενδείξεις γύρω από τους δύο δολοφόνους, πράγμα που θα μπορούσε να αποτρέψει τη σφαγή.
Με αφορμή την τραγωδία αυτή, δημοσιεύτηκαν νεότερα στοιχεία για το εγκληματικό όργιο στις ΗΠΑ. Κατά την ακροδεξιά εφημερίδα «Νιου Γιορκ Ποστ» (21/4), οι αντίπαλοι της οπλοφορίας έχουν καταγγείλει ότι 13 έως 17 παιδιά χάνουν κάθε μέρα τη ζωή τους από πυροβόλα όπλα σ' αυτήν τη χώρα. Ενας άλλος παράγοντας, ο καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Φλόριδας, Γκέρι Κλερκ, δήλωσε στην αρθρογράφο της ίδιας εφημερίδας, Αντρια Πέιζερ, ότι ο αριθμός των θανάτων από πιστόλια το 1997 - τον πιο πρόσφατο χρόνο, για τον οποίο σχετικές στατιστικές ήταν διαθέσιμες - έφταναν τις 32.436. Σ' αυτούς περιλαμβάνονταν και ατυχήματα, καθώς και αυτοκτονίες. Εξάλλου, ο Ντέιβ Κοπέλ, πρώην δημόσιος κατήγορος της περιοχής Μανχάταν της Νέας Υόρκης, που έχει ταχθεί υπέρ της οπλοφορίας, σε άρθρο του στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Εθνική Επιθεώρηση», έγραφε ότι σήμερα 250 εκατομμύρια όπλα βρίσκονται στα χέρια Αμερικανών, που, κατά τον ίδιο, «μπορούν να μας κάνουν ασφαλέστερους, όχι απλά πιο ευπρόσβλητους»! Σαν παράδειγμα, ανέφερε την Αγγλία, όπου, όπως δήλωσε στην ίδια εφημερίδα, ενώ οι θάνατοι από όπλα μειώθηκαν αμέσως μετά την παρανομοποίησή τους, άλλα εγκλήματα, όπως οι διαρρήξεις, αυξήθηκαν. Κι αυτό, είπε, γιατί «οι απατεώνες έχουν λιγότερο φόβο ότι οι άνθρωποι που ληστεύονται είναι οπλισμένοι»...
Στο μεταξύ, στη Νέα Υόρκη συνεχίζεται και εντείνεται ο αγώνας κατά της αστυνομικής θηριωδίας, δεδομένου ότι συχνότατα σημειώνονται τέτοια κρούσματα. Στις 17/4, ένας 21χρονος μαύρος απ' το Μπρούκλιν, ο Ερλ Κάναντι, κατάγγειλε στον Τύπο, ότι το Μάρτη, ενώ βάδιζε σε ένα δρόμο αυτής της περιοχής με ένα φίλο του, τέσσερις αστυνομικοί του 73ου Τμήματος, με πολιτική περιβολή, όρμησαν εναντίον τους, όταν ο φίλος του σταμάτησε να μιλήσει με κάποιους άλλους άνδρες. Δυο από τους αστυνομικούς, κατά τον ίδιον, όρμησαν κατά του φίλου του και των άλλων ανδρών, ένας τρίτος άρπαξε αυτόν και τον έριξε κάτω, άρχισε να τον κλοτσάει και να τον γρονθοκοπεί, ενώ ένας άλλος αστυνομικός του κρατούσε τα μπράτσα. «Ενιωσα τα χτυπήματα στο πρόσωπό μου», είπε. «Ενας άλλος με κλότσησε μια φορά και συνέχισε να με γρονθοκοπεί. Ο άλλος συνέχιζε να στρέφει τα μπράτσα μου πίσω κοντά στο κεφάλι μου. Εγώ ποτέ δεν πρόβαλλα αντίσταση». Κατόπιν, πάντα κατά τον ίδιον, του φόρεσαν χειροπέδες, τον έβαλαν στο αυτοκίνητό τους, τον έβγαλαν έξω σε μια απόσταση, του αφαίρεσαν τις χειροπέδες και τον άφησαν να φύγει. Αμέσως έπεσε κάτω λιπόθυμος, ακουμπώντας στον τοίχο ενός διπλανού κτιρίου.
Αξιωματικός της Αστυνομίας δικαιολόγησε τη βάρβαρη αυτή κακοποίηση, λέγοντας πως ο Κάναντι καταράστηκε και χτύπησε έναν από τους αστυνομικούς, προκαλώντας έτσι την προσοχή των περαστικών σε αυτό το επεισόδιο, για το οποίο, όπως δήλωσε ο ίδιος αστυνομικός, του έστειλαν ένταλμα μόνο για άτακτη συμπεριφορά. Αλλωστε, αν είχε χτυπήσει αστυνομικό, θα τον είχαν συλλάβει.
Πολύ σωστά, όπως δήλωσε στα μέσα δημοσιότητας ο καθηγητής Δικαίου του Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, Πολ Σεβινί, κάτι τέτοια επεισόδια προκαλούν λαϊκή εχθρότητα κατά της αστυνομίας. «Ο κόσμος», είπε, «εξοργίζεται, και όταν έχεις τέτοια επεισόδια στα οποία κάποιος κακοποιείται, αντιδρά ακόμη περισσότερο».
Η υπόθεση αυτή παραπέμφθηκε στο Πολιτικό Συμβούλιο Θεώρησης Παραπόνων. Ωστόσο, το Γραφείο Εσωτερικών Ζητημάτων της Αστυνομίας αποφάνθηκε ότι «τα τραύματα του Κάναντι δεν ήταν αρκετά σοβαρά, ώστε να απαιτείται εξέτασή του. Το θύμα, όμως, επιμένει ότι εξακολουθεί να έχει πονοκεφάλους και ότι η όρασή του έχει παραβλαφτεί. Επίσης, ότι λόγω των τραυμάτων του, που απαιτούσαν θεραπεία σε νοσοκομείο, έχασε τη δουλιά του σε μια εταιρία εμπορευμάτων.
Στις 20/4, πάνω από 2.200 διαδηλωτές έκαναν πορεία προς το Δημαρχείο της Νέας Υόρκης, καταγγέλλοντας την αστυνομική βία και ζητώντας την παραίτηση του δημάρχου Ρούντοφ Τζουλιάνι, που πάντα επικροτεί τη βάρβαρη αυτή συμπεριφορά.
Η μαχητική αυτή διαδήλωση, στη διάρκεια της οποίας ο κόσμος φώναζε «ο Τζουλιάνι πρέπει να φύγει», ήταν η πιο πρόσφατη διαμαρτυρία για τη δολοφονία του Αϊτινού μετανάστη Πάτρικ Ντόρισμοντ από έναν μυστικό αστυνομικό, που ρωτούσε προκλητικά το θύμα από πού θα μπορούσε να αγοράσει ναρκωτικά.
«Είμαστε εδώ λόγω του θέματος αστυνομικής κτηνωδίας», είπε ένας 15χρονος αγωνιστής μαθητής. «Θέλουμε να δείξουμε υποστήριξη στην αϊτινή κοινότητα. Οι έγχρωμοι άνθρωποι ταλαιπωρούνται από τους αστυνομικούς», πρόσθεσε.
Η αδελφή του Ντόρισμοντ, Μαρί, μίλησε στο πλήθος έξω από το Δημαρχείο, προτρέποντάς το να αντιταχθεί στον Τζιουλιάνι και να τον καταψηφίσει στις εκλογές του Νοέμβρη, όπου κατεβαίνει σαν υποψήφιος ομοσπονδιακός γερουσιαστής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, με αντίπαλο την Χίλαρι Κλίντον. Η αγανακτισμένη νέα είπε ότι προσεύχεται για τις οικογένειες του Δυτικοαφρικανού μετανάστη Αμαντού Ντιάλο, που είχε εξοντωθεί από τέσσερις αστυνομικούς πέρσι, και του Αμπνέρ Λουίμα, που βασανίστηκε απάνθρωπα σε ένα αστυνομικό τμήμα του Μπρούκλιν. Ας σημειωθεί ότι οι γονείς του Ντιάλο ήγειραν αγωγή (18/4) κατά του Δήμου της Νέας Υόρκης και των τεσσάρων δολοφόνων του 24χρονου άοπλου παιδιού τους τον περσινό Φλεβάρη, έξω από το διαμέρισμά του στην περιοχή Μπρονξ της Νέας Υόρκης, ρίχνοντας εναντίον του πολυάριθμους πυροβολισμούς και απαλλάχτηκαν αναίσχυντα από το ορκωτό δικαστήριο.
Τέλος, δύο ομοσπονδιακοί Δημοκρατικοί βουλευτές της Νέας Υόρκης, ο μαύρος Τσαρλς Ρόνγκελ από το Χάρλεμ και ο λευκός Τζέραλντ Νάντλερ από το Μανχάταν, συναντήθηκαν στις 18/4 στην Ουάσιγκτον με τον υφυπουργό Δικαιοσύνης Ερικ Χόλντερ και του ζήτησαν, όπως οι ομοσπονδιακές αρχές επεκτείνουν την έρευνά τους για τα πολιτικά δικαιώματα, σχετικά με τους αστυνομικούς πυροβολισμούς, ώστε να συμπεριλάβει το δήμαρχο Τζουλιάνι και τον διοικητή της αστυνομίας Χάουαρντ Σαφίρ, που παράνομα αμέσως μετά τη δολοφονία του Ντορισμόντ, για να δικαιολογήσουν το αποτρόπαιο έγκλημα, έσπευσαν να δώσουν στη δημοσιότητα σφραγισμένα και απόρρητα έγγραφα γύρω από κάποια μικροπαραπτώματα κατά την εφηβική του ηλικία, για τα οποία, μάλιστα, δεν είχε δικαστεί!