Σάββατο 7 Δεκέμβρη 2013 - 2η έκδοση
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Για τη συζήτηση σχετικά με τις ομαδικές απολύσεις

Τις τελευταίες μέρες, η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να εμφανίσει το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων ως ένα σημείο «σκληρής διαπραγμάτευσης» με την τρόικα. Ως ένα «αγκάθι», δήθεν, που πρέπει να απαλειφθεί, για να υπάρξει συμφωνία, στο πλαίσιο των συζητήσεων για την εκταμίευση της επόμενης δόσης. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για άλλη μια προσπάθεια εξαπάτησης και αποπροσανατολισμού των εργαζομένων, αφού οι αποφάσεις και γι' αυτό το ζήτημα έχουν ήδη ληφθεί και η πλήρης απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα έχει δρομολογηθεί εδώ και καιρό.

Αυτό που τώρα εμφανίζεται ως «αγκάθι», είναι μόνο ο τρόπος που θα πλασάρουν στους εργαζόμενους και αυτήν την αντεργατική ανατροπή. Αυτό απασχολεί την κυβέρνηση, αυτό είναι και το μοναδικό ζήτημα που «λύνει» στις διαβουλεύσεις με την τρόικα. Σε αυτή μάλιστα την προσπάθεια, έχει την αμέριστη στήριξη του αστικού Τύπου. Από κοινού επιχειρούν να πείσουν τους εργαζόμενους ότι το παραμικρό εμπόδιο στην πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων είναι «αναχρονισμός» και πολύ περισσότερο είναι η αιτία για το κλείσιμο των επιχειρήσεων και την αύξηση της ανεργίας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η εφημερίδα «Καθημερινή» (3/12/2013) έφτασε στο σημείο να γράψει: «Η απαγόρευση των απολύσεων δεν καθυστερεί απλώς τον εκσυγχρονισμό του ιδιωτικού τομέα. Μεταθέτει και το βάρος της προστασίας από το κράτος στην επιχείρηση...» και «αντί να προστατεύονται οι άνθρωποι, προστατεύονται βραχυχρονίως απαξιωμένες θέσεις εργασίας μέχρι την τελική απαξίωση των ίδιων των επιχειρήσεων».


Εδώ αξίζει να σταθούμε, μιας και η εφημερίδα αναπτύσσει έναν εξόχως «πρωτότυπο» συλλογισμό, ότι δηλαδή για το κλείσιμο των επιχειρήσεων φταίνε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και η «προστασία» που τάχα τους παρέχεται. Πριν σχολιάσουμε το συλλογισμό αυτό, πρέπει να πούμε ότι αυτός στηρίζεται σε ένα απροκάλυπτο ψέμα. Και το ψέμα είναι ότι στη χώρα μας υπάρχει «απαγόρευση απολύσεων»! Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει.

Στην Ελλάδα, οι απολύσεις είναι ελεύθερες. Ειδικά για τις επιχειρήσεις που απασχολούν μέχρι 20 εργαζόμενους, δηλαδή για τις 9 στις 10 επιχειρήσεις, δεν υπάρχει κανένας περιορισμός. Οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να απολύουν όσους εργάτες θέλουν. Και επειδή είμαστε μια χώρα με μεγάλο αριθμό «μικρών» -όσον αφορά στον αριθμό των εργαζομένων- επιχειρήσεων, αυτό σημαίνει ότι στο συντριπτικό κομμάτι του ιδιωτικού τομέα υπάρχει πλήρης απελευθέρωση απολύσεων.

Μόνο στις επιχειρήσεις άνω των 20 εργαζομένων υπάρχουν ορισμένοι περιορισμοί, χωρίς όμως και εδώ να υπάρχει κάποια απαγόρευση, όπως ψευδώς ισχυρίζεται η εφημερίδα.

Συγκεκριμένα, οι καπιταλιστές μπορούν να απολύουν κάθε μήνα:

  • Μέχρι 6 εργαζόμενους, προκειμένου για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που στην αρχή του μήνα απασχολούν από 20 έως 150 εργαζόμενους.
  • Ποσοστό 5% του προσωπικού και μέχρι 30 εργαζόμενους, για τις επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν περισσότερους από 150 εργαζόμενους.
  • Για απολύσεις κάθε μήνα, πάνω απ' αυτά τα όρια, απαιτείται έγκριση από το υπουργείο Εργασίας. Μια έγκριση που έτσι και αλλιώς μπορεί να δώσει το υπουργείο.
Τι θέλουν να κρύψουν;

Γιατί, όμως, η εφημερίδα ανασύρει ένα τόσο χοντροκομμένο ψέμα, για να στηρίξει την επιχειρηματολογία της; Τι της χρειαζόταν; Ο λόγος είναι προφανής. Το ψέμα χρειάζεται για να ενοχοποιηθούν οι εργάτες. Να ενοχοποιηθεί και το παραμικρό, ελάχιστο, εργασιακό δικαίωμα.

Η εφημερίδα, αλλά κυρίως οι κυβερνώντες που εκτοξεύουν τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα, θέλουν να κρύψουν ότι τις επιχειρήσεις δεν τις κλείνουν οι εργάτες, αλλά οι ίδιοι οι καπιταλιστές. Τις κλείνει το κυνήγι του καπιταλιστικού κέρδους, η αναρχία στην καπιταλιστική παραγωγή, ο σκληρός και αδυσώπητος ανταγωνισμός - τον οποίο οι ίδιοι εκθειάζουν. Τις κλείνει η καπιταλιστική κρίση, που είναι το φυσικό και αναπόφευκτο περιοδικό αποτέλεσμα όλων των παραπάνω.

Κυρίως, θέλουν να κρύψουν ότι την κρίση, τις απολύσεις, το κλείσιμο επιχειρήσεων, τα προκαλεί η καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της κοινωνικής παραγωγής, της οποίας αποκλειστικοί δημιουργοί και συντελεστές είναι οι εργαζόμενοι. Τα χοντροκομμένα ψέματα τούς είναι αναγκαία για να βγάλουν λάδι τον καπιταλισμό που υπηρετούν και για να φορτώσουν όλα τα δεινά που προκαλεί η λειτουργία αυτού του απάνθρωπου συστήματος στις πλάτες των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων.

Αυτός ο στόχος, η προστασία δηλαδή των καπιταλιστικών συμφερόντων, είναι και η επιδίωξη της νέας νομοθετικής παρέμβασης που ετοιμάζεται από την κυβέρνηση και την τρόικα. Η αύξηση του ποσοστού των απολύσεων πάνω από τα σημερινά ισχύοντα όρια, αλλά και ο παραμερισμός των όποιων τυπικών προϋποθέσεων ισχύουν ακόμα, είναι αναγκαία στους καπιταλιστές και ιδίως στις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις και ομίλους, πολύ περισσότερο στην παρούσα φάση.

Στόχος είναι να κλείνουν, να εξαγοράζουν και να συγχωνεύουν επιχειρήσεις χωρίς το παραμικρό εμπόδιο. Να ξεφορτώνονται το εργατικό δυναμικό ελεύθερα και με το ελάχιστο κόστος, να το αντικαθιστούν με άλλο, ευέλικτο και πιο φτηνό, για να γίνονται πιο ανταγωνιστικές και πιο κερδοφόρες. Και όλα αυτά στο όνομα της «αναδιάρθρωσης» μιας επιχείρησης.

Πρόκειται για ένα ακόμα «δώρο» στις μεγάλες επιχειρήσεις, που διευκολύνει αντικειμενικά συγχωνεύσεις και εξαγορές -όπως τώρα στην περίπτωση των τραπεζών και όχι μόνο- βάζοντας έτσι τις βάσεις για τη νέα φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε βάρος των εργαζομένων, αλλά και των μικρών επιχειρήσεων, που θα πνιγούν κάτω από το βάρος του ανελέητου ανταγωνισμού των ισχυρών σε κάθε κλάδο.

Σάρκα από τη σάρκα της ΕΕ

Αυτό επιβεβαίωνε πριν από μερικές βδομάδες στη Βουλή ο ίδιος ο υφυπουργός Εργασίας, Β. Κεγκέρογλου, όταν δήλωνε για το ίδιο θέμα: «Εχουμε δεσμευτεί να μελετήσουμε τη διαδικασία που έχει να κάνει με το αίτημα για ομαδικές απολύσεις και κυρίως την επίκληση που πολλές φορές έχουν κάνει οι εργοδότες, οι επιχειρηματίες και οι μεγάλες επιχειρήσεις για την οικονομική βιωσιμότητα της επιχείρησης».

Αποκαλύπτοντας τις θέσεις της κυβέρνησης, συμπλήρωνε: «Δυστυχώς η πραγματικότητα έχει ξεπεράσει το θεσμικό πλαίσιο (...), η προστασία που προβλέπει ο νόμος ισχύει όταν υπάρχει κανονική λειτουργία της οικονομίας, των επιχειρήσεων (...) οι έκτακτες συνθήκες που υπάρχουν χρειάζονται πραγματικά και διαφορετική αντιμετώπιση».

Ομολογούσε, δηλαδή, αυτό που η κυβέρνηση είχε συνομολογήσει με την τρόικα από καιρό για τις ομαδικές απολύσεις. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Ευρωπαίο Επίτροπο, Ολι Ρεν, η «ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε να προβεί στην αναθεώρηση της ισχύουσας εργασιακής νομοθεσίας (...) Το εν λόγω εγχείρημα αναμένεται να συμπεριλάβει τη συγκριτική αναθεώρηση ρυθμιστικών θεμάτων που αφορούν την αναδιάρθρωση εταιρειών και τις ομαδικές απολύσεις»...

Ιδού, λοιπόν, το «μυστικό» για το κεφάλαιο. «Αναδιαρθρώσεις»! Αυτή είναι η κομψή λέξη, που πίσω της ακολουθούν οι οδοστρωτήρες των εργασιακών δικαιωμάτων. Κατεύθυνση και στρατηγική που έχει χαραχτεί προ πολλού στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Μάλιστα, στην αρχή του έτους ευλογήθηκαν και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το ρόλο του οποίου τόσο εκθειάζουν και οι πάσης φύσης ντόπιοι ευρωλάγνοι.

Συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε στις 14 Γενάρη 2013 έκθεση της «Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων» της ΕΕ («Εκθεση Σέρκας»), με την οποία καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους να επιταχύνουν τις αναδιαρθρώσεις στη βάση των όσων προβλέπουν οι γενικές κατευθύνσεις της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», στο όνομα της κρίσης και των συνεπειών που έχει στην ανταγωνιστικότητα των μονοπωλιακών ομίλων.

Στο κείμενο της Εκθεσης αναφέρεται: «Οι αναδιαρθρώσεις δεν αποτελούν νέο φαινόμενο, αλλά μια πρακτική που ακολουθείται όλο και πιο συχνά, λόγω των οικονομικών προκλήσεων (...) Η παγκόσμια οικονομική κρίση που άρχισε το 2008 επιβάλλει στις εταιρείες και στους εργαζομένους τους να προβούν στις αναγκαίες αλλαγές, προκειμένου να προστατευτούν η ανταγωνιστικότητα και οι θέσεις εργασίας».

Πράγματι, δεν πρόκειται για κάτι νέο. Είναι η γνωστή παλιά συνταγή του καπιταλισμού και αυτών που τον υπηρετούν. Και είναι πάντα σε βάρος των εργαζομένων, σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ.


Γ. ΖΑΧ.

Τι κρύβει η συζήτηση για το φρέσκο γάλα;

Μεγάλη συζήτηση προκάλεσε τις τελευταίες μέρες η παρουσίαση της μελέτης του ΟΟΣΑ με τις 555 στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερο βάρος να πέφτει στην περίπτωση του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος.

Το γεγονός ότι στην Ελλάδα το «φρέσκο» παστεριωμένο γάλα κυκλοφορεί με διάρκεια ζωής 5 ημερών αποτελεί «μια αυστηρή απόκλιση από τις συνήθεις πρακτικές της ΕΕ που προκύπτουν από τη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η απόκλιση αυτή ενδεχομένως να βλάπτει τον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά σε σημαντικό βαθμό». Σημειώνει μάλιστα όλο νόημα η μελέτη ότι με βάση τον ευρωπαϊκό κανονισμό 852/2004 «εναπόκειται στον κατασκευαστή του προϊόντος να προσδιορίζει τη διάρκεια ζωής του».

Αρα, σύμφωνα με τη μελέτη, το γεγονός ότι η Ελλάδα προσδιορίζει με νόμο στις 5 μέρες τη διάρκεια ζωής του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος αποτελεί μια ελληνική ιδιαιτερότητα η οποία πρέπει να αρθεί, γιατί ουσιαστικά παραβιάζει το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο.

Η πίεση για άρση αυτού του περιορισμού και για συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία δεν είναι κάτι το καινούριο. Αυτή η πίεση σήμερα λόγω κρίσης πολλαπλασιάζεται. Γιατί; Γιατί πολύ απλά σήμερα, εν μέσω της καπιταλιστικής κρίσης, οι αστικές κυβερνήσεις και οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί λαμβάνουν μια σειρά από μέτρα με στόχο την αντιστάθμιση της τάσης πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους, η οποία με την κρίση βγαίνει με έντονο τρόπο στην επιφάνεια. Μέτρα που βασικό στόχο έχουν να ρίξουν την τιμή της εργατικής δύναμης, η οποία είναι η βασική παραγωγική δύναμη. Αυτό εξυπηρετεί η εφαρμοζόμενη πολιτική διεθνώς.


Ο καπιταλιστής, βέβαια, εκτός από φτηνή εργατική δύναμη χρειάζεται και φτηνές πρώτες ύλες. Στην περίπτωσή μας λοιπόν ο γαλακτοβιομήχανος χρειάζεται φτηνό γάλα και η ανάγκη του αυτή, σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΟΣΑ, θα εξυπηρετηθεί με την άρση του «εμποδίου» των 5 ημερών στη διάρκεια ζωής του «φρέσκου» παστεριωμένου γάλακτος καθώς «η κατάργηση του ορίου των πέντε ημερών θα δώσει επαρκή χρόνο στη βιομηχανία για την εισαγωγή γάλακτος από άλλες, φθηνότερες χώρες της ΕΕ, μειώνοντας έτσι το κόστος των πρώτων υλών».

Ποιος κερδίζει και ποιος χάνει;

Η μελέτη, λοιπόν, θεωρεί σίγουρο ότι με αυτόν τον τρόπο θα μειωθεί το κόστος των πρώτων υλών για τη βιομηχανία, δηλαδή για το καπιταλιστικό μονοπώλιο.

Οι τιμές όμως με τις οποίες πουλάει το μονοπώλιο θα πέσουν; Σε αυτό το σημείο είναι χαρακτηριστικό ότι ο ΟΟΣΑ κρατά μικρό καλάθι: «Υπάρχει μια ένδειξη ότι μακροπρόθεσμα η συνολική επίπτωση στις τιμές θα είναι πτωτική χωρίς όμως να μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια κατά πόσο οι τιμές θα πέσουν».

Καμιά λοιπόν σχέση με την προπαγάνδα που γίνεται από την κυβέρνηση και τα αστικά ΜΜΕ, ότι, δήθεν, αν καταργηθεί η διάρκεια των 5 ημερών στο παστεριωμένο, θα πίνουμε «τζάμπα» γάλα.

Ποιος θα είναι χαμένος από την εξέλιξη αυτή; Και εδώ η μελέτη είναι αποκαλυπτική: «Η εντατικοποίηση του ανταγωνισμού θα καταστήσει πολύ δύσκολο για τα τοπικά μικρά αγροκτήματα να λειτουργήσουν σύμφωνα με το ισχύον επιχειρηματικό τους μοντέλο και θα περίμενε κανείς ότι ορισμένα από αυτά θα αγοραστούν από τις μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις...». Δηλαδή, ένταση της συγκεντροποίησης και ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων παραγωγών.

Οσο για τους γαλακτοβιομήχανους, αυτοί δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ αρχικά η μελέτη επισημαίνει τα σημερινά πολύ υψηλά περιθώρια κέρδους στη βιομηχανία γάλακτος στην Ελλάδα, στη συνέχεια αποφεύγει να κάνει οποιαδήποτε εκτίμηση για την εξέλιξη αυτών των περιθωρίων σε περίπτωση που καταργηθεί η υποχρεωτική διάρκεια των πέντε ημερών στο παστεριωμένο γάλα. Τι να πει άλλωστε αφού «βγάζει μάτι» ότι με το φτήνεμα της πρώτης ύλης και με δεδομένη τη συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης τα περιθώρια κέρδους όχι μόνο δεν πέφτουν, αλλά εκτινάσσονται...

Οι εργαζόμενοι που καταναλώνουν «φρέσκο» παστεριωμένο γάλα θα ευεργετηθούν από την άρση του περιορισμού των πέντε ημερών, όπως ισχυρίζονται εκπρόσωποι της κυβέρνησης και αστικά ΜΜΕ; Σε ό,τι αφορά στην τιμή, σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΟΣΑ, είναι πιθανό να πέσει αλλά δεν αποκλείεται και να ανέβει. Σίγουρο όμως είναι το εξής: Μετά την κατάργηση του περιορισμού και την αύξηση ζωής του παστεριωμένου γάλακτος (μπορεί να φτάνει και τις 15 μέρες) θα καταναλώνεται γάλα το οποίο μέχρι σήμερα θεωρείται «ληγμένο».

Μπορεί το γάλα να παραμένει ασφαλές, γιατί η πρόοδος στην τεχνολογία της παστερίωσης επιτρέπει την παράταση της διάρκειας του χρόνου ζωής του, αυτή όμως η παράταση αναμφισβήτητα υποβαθμίζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Πρόκειται για άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση πώς η εξέλιξη της τεχνολογίας αξιοποιείται από τα μονοπώλια για αύξηση της κερδοφορίας τους, την οποία πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα.

Φουντώνει ο ανταγωνισμός

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στον κλάδο των τροφίμων ο ανταγωνισμός είναι ανελέητος στον τομέα της συντηρησιμότητας, με τα μονοπώλια να δίνουν μάχη μεταξύ τους για το ποιο θα πάρει το προβάδισμα στις μεθόδους παράτασης της διάρκειας ζωής των προϊόντων. Στον τομέα του γάλακτος η τάση αυτή εκφράζεται και στο εξής γεγονός: 7 στους 10 κατοίκους της ΕΕ καταναλώνουν κυρίως γάλα UHT.

Ενα γάλα δηλαδή που υφίσταται υπερπαστερίωση, μια μέθοδο εξυγίανσης που χρησιμοποιεί θερμοκρασίες πολύ υψηλότερες της παστερίωσης, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται αρκετά θρεπτικά συστατικά.

Αυτή όμως η μέθοδος ανεβάζει τη διάρκεια ζωής του γάλακτος από 6 έως 9 μήνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Γαλλία, στη δεύτερη σε παραγωγή αγελαδινού γάλακτος χώρα στην ΕΕ, το 95,5% της συνολικής ζήτησης καλύπτεται από γάλα UHT.

Γάλα δηλαδή του οποίου το κόστος παραγωγής είναι κατά πολύ μικρότερο σε σχέση με το παστεριωμένο λόγω της παρατεταμένης διάρκειάς του. Τις τελευταίες μέρες ακούστηκε και η άποψη ότι η άρση του «εμποδίου» των 5 ημερών θα συμβάλει, ώστε να στραφεί η βιομηχανία στην παραγωγή ποιοτικότερου γάλακτος π.χ. με τρεις μέρες διάρκειας. Γίνεται σαφές ότι αν λάβει κανείς υπόψη τις παραπάνω τάσεις, που δεν εκφράζουν τίποτε άλλο από την επιδίωξη των μονοπωλίων για μείωση του κόστους παραγωγής, ο κύριος προσανατολισμός είναι η αύξηση του χρόνου ζωής του γάλακτος.

Αλλωστε και σε αυτό το σημείο η μελέτη του ΟΟΣΑ ξεκαθαρίζει ότι με την κατάργηση της διάρκειας ζωής 5 ημερών «η διάρκεια ζωής του γάλακτος θα αυξηθεί».

Επίσης, πολλοί είναι και αυτοί που ξεσπάθωσαν ενάντια στην προώθηση του συγκεκριμένου μέτρου χύνοντας δάκρυα για την εγχώρια κτηνοτροφία, η οποία, όπως είπαμε πιο πάνω, είναι σίγουρο ότι θα δεχτεί μεγάλο πλήγμα από την εξέλιξη. Κριτήριο, ωστόσο, για το αν οι προθέσεις κάποιου είναι ειλικρινείς και τα δάκρυα αληθινά, αποτελεί η συνολική στάση του απέναντι στην πολιτική της ΕΕ στους τομείς της πρωτογενούς παραγωγής (ΚΑΠ) και των τροφίμων, η οποία με διάφορους τρόπους (ποσοστώσεις κ.λπ.) οδήγησε στο ξεκλήρισμα χιλιάδες μικρομεσαίους κτηνοτρόφους, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί αγελαδινού γάλακτος από 12.500 το 2000 σήμερα να μην ξεπερνούν τους 4.000.

Για την εφαρμογή της ευρωενωσιακής πολιτικής υπερθεματίζει άλλωστε και η μελέτη του ΟΟΣΑ, υπογραμμίζοντας ότι «αν ληφθεί υπόψη όλη η συναφής νομοθεσία της ΕΕ, πρέπει να καταργηθεί η ρύθμιση που προσδιορίζει διάρκεια ζωής 5 ημερών για το φρέσκο - παστεριωμένο γάλα».

Ορισμένες επισημάνσεις

Κλείνοντας θέλουμε να συνοψίσουμε τα εξής:

1. Το γάλα αποτελεί αναγκαίο για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης τρόφιμο. Η μείωση της αξίας του (μέσω της υποβάθμισής του) συμβάλλει στη μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης, απαραίτητη προϋπόθεση ώστε το κεφάλαιο να ξεπεράσει την κρίση του.

2. Οι εξελίξεις με το γάλα δείχνουν με ανάγλυφο τρόπο το εξής: Η ανάπτυξη στα πλαίσια του καπιταλισμού, για την οποία όλες οι πολιτικές δυνάμεις, πλην ΚΚΕ, είναι έτοιμες να κάνουν τα πάντα, προϋποθέτει μια εργατική τάξη από όλες τις απόψεις «στυμμένη λεμονόκουπα».

3. Οσο το πάνω χέρι θα το έχουν τα μονοπώλια κάθε τεχνολογική πρόοδος, η οποία αντικειμενικά μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση των όρων διαβίωσης των εργαζομένων, θα αξιοποιείται με μοναδικό κριτήριο την ανάπτυξη της κερδοφορίας.

Τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους και σκιαγραφούν τη μοναδική διέξοδο προς όφελος του λαού: Αυτό που σήμερα χρειάζεται είναι το χτίσιμο της συμμαχίας όλων εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων (εργατική τάξη, αυτοαπασχολούμενοι, φτωχοί αγρότες κ.λπ.) που θίγονται από τη σημερινή πορεία των πραγμάτων, στην κατεύθυνση της σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, στην κατεύθυνση σχεδιασμένης ανάπτυξης της παραγωγής με κριτήριο την κάλυψη των ολοένα αυξανόμενων ανθρώπινων αναγκών.

(Αναδημοσίευση από το portal του «902.gr»)

ΥΓΕΙΑ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ
Ο μύθος του βασιλιά που είναι όμως γυμνός

Από παλιότερη διαδήλωση εργαζομένων και ανέργων για την περικοπή των επιδομάτων ανεργίας

Associated Press

Από παλιότερη διαδήλωση εργαζομένων και ανέργων για την περικοπή των επιδομάτων ανεργίας
Βλέποντας την εκπομπή «Ερευνα» στο MEGA, του Π. Τσίμα, για το σύστημα Υγείας στην Ελλάδα και στη Σουηδία, στις 3 Δεκέμβρη, ακόμα κι ένας αδαής μπορεί να καταλάβει, πόσο μάλλον αν ζει κάποιος στη Σουηδία, ότι με επιφανειακές διαπιστώσεις και συγκρίσεις εμφανίζεται το σύστημα Υγείας στη Σουηδία ως επίγειος παράδεισος. Είναι όμως έτσι;

Στη Σουηδία, όταν το αστικό κράτος τις δεκαετίες '50 μέχρι και '80 ήθελε να αναπτύξει το σύστημα Υγείας ως αντίβαρο στις τότε σοσιαλιστικές χώρες, έκανε το σύστημα Υγείας να είναι καθολικό άσχετα αν κάποιος εργάζεται ή όχι, επένδυσε μεγάλα ποσά, προσέλαβε προσωπικό και ανέπτυξε την έρευνα. Ολες οι παρεχόμενες υπηρεσίες ήταν δωρεάν και αργότερα προσβάσιμες με ένα συμβολικό ποσό.

Στη συνέχεια, και ενώ εντείνονταν οι αντιθέσεις και τα προβλήματα του καπιταλιστικού συστήματος, εντάθηκε η προσαρμογή στις κατευθύνσεις της ΕΕ και ενισχύθηκαν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Ετσι, σε συνθήκες ανατροπής του σοσιαλισμού, το δημόσιο σύστημα Υγείας αλλά και όλοι οι υπόλοιποι τομείς όπως η Παιδεία, η Πρόνοια, άρχισαν και στη Σουηδία να απαξιώνονται από την επίθεση του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα μεγάλες περικοπές τις οποίες καλείται να πληρώσει ο σουηδικός λαός.

Τα αμέτρητα προβλήματα της Υγείας στην Ελλάδα υπήρχαν και υπάρχουν ως αποτέλεσμα του αντιλαϊκού χαρακτήρα του συστήματος και της πολιτικής του αστικού κράτους, ασχέτως κυβερνήσεων. Το ίδιο ισχύει για τις ελλείψεις στις υποδομές της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, αλλά και των νοσοκομείων και για να μην αναφέρουμε και τον τομέα της έρευνας.

Ιδια τάση με την Ελλάδα στη Σουηδία


Οσα παρουσιάστηκαν στην εκπομπή για την Ελλάδα κινούνται στην ίδια κατεύθυνση και στη Σουηδία, σε διαφορετικές αναλογίες, αλλά η τάση είναι ίδια. Ελλειψη νοσηλευτικού προσωπικού, χαράτσια για το κοινωνικό αγαθό της υγείας, ακριβά φάρμακα, άνεργοι αλλά και εργαζόμενοι που δεν έχουν χρήματα να επισκεφθούν ένα γιατρό, ένα νοσοκομείο ή ακόμα χειρότερα έναν οδοντογιατρό και να αγοράσουν τα πανάκριβα φάρμακα, παρότι είναι γενόσημα.

Το συμπέρασμα είναι αναμφισβήτητο. Οι υπηρεσίες Υγείας και το φάρμακο στην Ελλάδα αλλά και στη Σουηδία είναι εμπορεύματα και πουλιούνται στις λαϊκές οικογένειες. Η λειτουργία των δημόσιων μονάδων Υγείας στηρίζεται στα ιδιωτικά - επιχειρηματικά κριτήρια. Ενισχύεται ο ιδιωτικός τομέας Υγείας και οξύνεται ο ανταγωνισμός για το κέρδος. Η τάση αυτή δυναμώνει στη Σουηδία και την επόμενη περίοδο η κατάσταση θα χειροτερεύσει για την εργατική τάξη , για τα λαϊκά στρώματα.

Ενώ το ρεπορτάζ περιγράφει μια κατάσταση ονειρική για το λαό της Σουηδίας, πρόβαλε σαν λύση για το σύστημα Υγείας στην Ελλάδα, ένα ελάχιστο δίχτυ παροχών Υγείας για εξαθλιωμένους, την εθελοντική εργασία όπως και στην ...καλύτερη περίπτωση τη συμβολική αμοιβή. Ως πρόβλημα που εμφανίζει η εκπομπή για την κατάσταση είναι η αξιολόγηση του νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού. Βολική, βεβαίως, προπαγάνδα για να προχωρήσουν οι διαθεσιμότητες και οι απολύσεις, οι εργολαβίες στην Ελλάδα.

Ομως, ο λαός της Σουηδίας βλέπει την κατάσταση διαφορετικά από τους μεγαλογιατρούς, τους «οικονομολόγους υγείας» που παρέλασαν από την εκπομπή, προσπαθώντας να μας πείσουν ότι είναι πρόοδος στη Σουηδία να μην πληρώσεις μόνο κατά την εισαγωγή σου στο νοσοκομείο την 6η... φορά το χρόνο.

Τα στοιχεία μιλάνε από μόνα τους

Σε δημοσκοπήσεις της σουηδικής τηλεόρασης, SVT, τον Σεπτέμβρη του 2013, το 60% των Σουηδών λένε ότι η κατάσταση στην Υγεία έχει χειροτερέψει δραματικά τα τελευταία χρόνια. Το τηλεοπτικό κανάλι TV4 υπολογίζει τις μειώσεις στο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό τα επόμενα 2-3 χρόνια στις 3.000 άτομα, πέρα από τις περικοπές που έχουν γίνει ήδη.

Στις αρχές του Δεκέμβρη 2013, το πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Λουντ, στη νότια Σουηδία, ανακοίνωσε ότι πρέπει να περικόψει 4 εκατομμύρια ευρώ, γιατί θα παρουσιαστεί, μέχρι το τέλος του χρόνου, έλλειμμα. Οι γιατροί διαμαρτυρήθηκαν έντονα ότι με τις περικοπές αυτές κινδυνεύει η υγεία των ασθενών. Η τοπική διοίκηση στο Vοsterbotten, στη βόρεια Σουηδία, θα περικόψει τα επόμενα δύο χρόνια 14 εκατομμύρια ευρώ από την περίθαλψη, γενικότερα από τις υπηρεσίες Υγείας, στην περιοχή. Ετσι περίπου είναι η κατάσταση σε όλη τη Σουηδία.

Σχεδόν καθημερινές είναι οι δημοσιεύσεις στα σουηδικά ΜΜΕ για την άσχημη κατάσταση στο σύστημα Υγείας. Ακόμα και στα προπύργια του συστήματος Υγείας στη Σουηδία, στο Καρολίνσκα και στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Ουψάλας, υπάρχουν τεράστιες περικοπές.

Οι περικοπές σε μερικούς κλάδους της Υγείας έχουν φτάσει το σύστημα σε οριακά επίπεδα.

Στις μαιευτικές κλινικές, εδώ και μερικά χρόνια, τα προβλήματα οξύνονται χρόνο με το χρόνο. Σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχουν κρεβάτια για να γεννήσει μια μέλλουσα μητέρα και αναγκάζεται να πάει να γεννήσει εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο κατοικίας. Μόνο στη Στοκχόλμη το 2011 είχαμε 1.580 τέτοιες περιπτώσεις, ενώ το 2012 αυξήθηκαν στις 1.780. Οι μαίες οργάνωσαν το προηγούμενο διάστημα διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες και επισήμαναν ότι η κατάσταση είναι οριακή και ότι η υγεία πολλών νέων μητέρων κινδυνεύει κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις.

Το καλοκαίρι που πέρασε, το νοσηλευτικό προσωπικό στο Καρολίνσκα και στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Ουψάλας, αλλά και στα υπόλοιπα, δούλευε ασταμάτητα με τεράστιες ελλείψεις, ενώ οι διοικήσεις των νοσοκομείων για να μην υπερβούν τον προϋπολογισμό τους αρνούνταν να προσλάβουν προσωπικό. Οι μισθοί, επίσης, είναι χαμηλοί για να μπορέσουν να ζήσουν αξιοπρεπώς και έγιναν αξιοσημείωτες κινητοποιήσεις από το νοσηλευτικό προσωπικό για αυξήσεις μισθών στους νεοδιοριζόμενους.

Την ευθύνη για τα νοσοκομεία στη Σουηδία την έχουν οι νομαρχίες και για την Πρωτοβάθμια Υγεία οι δήμοι. Η τοπική διοίκηση, λοιπόν, κάθε χρόνο στους προϋπολογισμούς μειώνει την επιχορήγηση στο σύστημα Υγείας, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει τα χαράτσια για την Υγεία. Σήμερα, το εισιτήριο για να επισκεφθείς ένα γιατρό στην Πρωτοβάθμια Υγεία (Κέντρα Υγείας) κάθε φορά είναι 20 ευρώ, ενώ στα επείγοντα στα νοσοκομεία είναι 35 ευρώ. Πρέπει να φτάσεις το ποσό των 150 ευρώ που έχεις πληρώσει για να μην πληρώσεις πλέον άλλο χαράτσι, αλλά ισχύει για ένα χρόνο, μετά το χαράτσι των 150 ευρώ ανανεώνεται. Τα δε παιδιά και οι νέοι δεν πληρώνουν στα Κέντρα Υγείας, ενώ το χαράτσι στα νοσοκομεία υπάρχει και σ' αυτούς αλλά «μόνο» με το ποσό των 12 ευρώ τη φορά.

Ο ρόλος της Πρωτοβάθμιας Υγείας είναι κύρια να σταματάει τη ροή των ασθενών προς τα νοσοκομεία και όχι αναγκαστικά να δίνει ικανοποιητική περίθαλψη. Πολλές είναι οι καταγγελίες για διαγνώσεις που γίνονται αργότερα στα νοσοκομεία και οφείλονται στο φρένο που βάζουν τα Κέντρα Υγείας, έτσι ώστε να μην «υπερθερμαίνεται» το σύστημα μιας που υπάρχει μεγάλη μείωση κλινών στα νοσοκομεία μετά το κλείσιμο αρκετών νοσοκομείων τη δεκαετία του '80 και του '90.

Κερδισμένο το ιδιωτικό κεφάλαιο

Η απαξίωση αυτή έχει ωφελήσει το ιδιωτικό κεφάλαιο, που έχει μπει επιθετικά στο χώρο της Υγείας τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει ιδιωτικοποίηση μεγάλων νοσοκομειακών μονάδων, όπως το νοσοκομείο St:G'ran στη Στοκχόλμη, που ανήκει πλέον στην πολυεθνική Capio. Επίσης, έχουν ανοίξει πολλά ιδιωτικά ιατρεία που ελέγχονται από μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους, όπως Carema, Attendo, Aleris κι άλλες με δισεκατομμύρια ευρώ κέρδη κάθε χρόνο κλεμμένα από τα λαϊκά εισοδήματα. Κατά τα άλλα, σύμφωνα με την εκπομπή «δεν μπορεί κάποιος να πλουτίσει στον κλάδο της Υγείας στη Σουηδία»...

Σημαντικό στοιχείο είναι ότι ώθηση στα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων της Υγείας δίνει η ίδια η τοπική διοίκηση που τους εξασφαλίζει ζεστό χρήμα μέσω των εισιτηρίων (χαράτσια) που πληρώνει ο σουηδικός λαός, αλλά και από την επιχορήγηση από την τοπική διοίκηση για να εξασφαλίζουν δήθεν ένα καλό επίπεδο υγείας στον πληθυσμό.

Η κατάσταση είναι παρόμοια και στα επείγοντα των νοσοκομείων. Οι ασθενείς πολλές φορές, αν είναι τυχεροί, κάνουν εισαγωγή μέσα σε 2-3 ώρες, αλλά η πλειοψηφία των ασθενών περιμένει περισσότερο, 8 και 10 ώρες δεν είναι σπάνιο γεγονός. Υπάρχουν πολλές διαμαρτυρίες, επίσης, για τη μείωση των ασθενοφόρων, ιδίως στην επαρχία. Ενώ η καθυστέρηση σε εξετάσεις, όπως και στην Ελλάδα, σπρώχνει τους ασθενείς στους ιδιώτες.

Η κατάσταση, επίσης, στην Ψυχική Υγεία είναι καταστροφική εδώ και χρόνια. Στο όνομα της αποασυλοποίησης έκλεισαν όλες οι ψυχιατρικές κλινικές και νοσοκομεία και οι ασθενείς πετάχτηκαν στο δρόμο. Πολλοί ασθενείς ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας μιας και δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους, λόγω των συμπτωμάτων της ασθένειας που έχουν, και η τοπική διοίκηση δεν έχει καμιά υποχρέωση να τους περιθάλψει. Αντίθετα, προωθεί τον εθελοντισμό από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, εκκλησίες κ.λπ., με το αζημίωτο πάντα.

Η οδοντιατρική περίθαλψη είναι ένας τομέας που πρέπει κάποιος να ξοδέψει μια περιουσία για να μπορέσει να έχει την περίθαλψη που πρέπει. Αν και τα παιδιά και οι νέοι δεν πληρώνουν χαράτσι, όλοι πάνω από 19 χρόνων πληρώνουν αδρά τις επισκέψεις στον οδοντογιατρό και τις θεραπείες. Ενδεικτικά μια επίσκεψη κοστίζει γύρω στα 70 - 80 ευρώ.

Τα έξοδα της φαρμακευτικής περίθαλψης έχουν μετακινηθεί στις πλάτες του λαού, μιας και η συμμετοχή της τοπικής διοίκησης στα φάρμακα είναι πολύ μικρή. Πρέπει να πληρώσει ο ασθενής μόνος του τα πρώτα 250 ευρώ και μετά είναι δωρεάν τα φάρμακα που βέβαια είναι συνταγογραφημένα, για ένα χρόνο, μετά ανανεώνεται και εδώ το χαράτσι. Τα υπόλοιπα φάρμακα που δεν είναι συνταγογραφημένα τα πληρώνει ο ασθενής από το δικό του βαλάντιο.

Στην εκπομπή, εμφανίστηκε ως υγιές φαινόμενο ο γιατρός να δουλεύει άλλες μέρες στο ιδιωτικό του ιατρείο ή στην ιδιωτική κλινική κι άλλες στο δημόσιο νοσοκομείο. Δεν απασχόλησε, βέβαια, την εκπομπή ότι μπορεί να μην υπάρχει καθόλου ιδιώτης, επιχειρηματική δράση, να μην είναι η Υγεία, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη εμπόρευμα.

Οι εικόνες, λοιπόν, για τον παράδεισο της Σουηδίας στους «ιθαγενείς» στην Ελλάδα είναι εξόχως ρετουσαρισμένες. Ο λαός της Σουηδίας, παρά τις αυταπάτες που καλλιεργούν τα αστικά κόμματα, πρώτα απ' όλα η σοσιαλδημοκρατία, βλέπει ότι η κατάσταση χειροτερεύει. Στο χέρι του είναι να απεγκλωβιστεί, να πάρει τις τύχες στα χέρια του, να αλλάξει τα πράγματα. Γιατί, είναι φανερό ότι όπου υπάρχει καπιταλισμός υπάρχει εκμετάλλευση και συνεπώς και στη Σουηδία χρειάζεται συγκρότηση κοινωνικού, λαϊκού μετώπου για την ανατροπή της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, για να ανοίξει ο δρόμος ανάπτυξης που θα οδηγήσει στην ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών.

Τα πλεονεκτήματα του σοσιαλισμού, και στον τομέα της Υγείας, αναδεικνύονται όλο και πιο έντονα μέσα από την πείρα των λαών των καπιταλιστικών κρατών.


Γιάννης ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ
Στοκχόλμη

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Είναι πράγματι ευαίσθητοι;

Να λοιπόν που οι δήμοι εμφανίζονται θετικοί στο να συλλέξουν στοιχεία νοικοκυριών στα οποία έχει κοπεί το ρεύμα, με στόχο την επανασύνδεση. Με αφορμή το ανθρώπινο δράμα στο Κορδελιό - κάτι που αφορά χιλιάδες άλλα λαϊκά σπίτια σε όλη τη χώρα - οι εκπρόσωποι της Τοπικής Διοίκησης ανταποκρίθηκαν σε αυτή την πρόταση που έπεσε στο τραπέζι από την κυβέρνηση και που θα συζητηθεί σήμερα σε υπουργική σύσκεψη. Και επειδή αυτή η υπόθεση θα απασχολήσει κατά πώς φαίνεται την επικαιρότητα το επόμενο διάστημα, ενώ δεν αποκλείεται πάνω σε αυτήν να "επενδυθεί" το στήσιμο ενός κοινωνικού προφίλ κυβέρνησης, δήμων και ΔΕΗ, καλό είναι να αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία. Που αποκαλύπτουν ότι η υποκρισία και ο εμπαιγμός δεν έχει όρια.

***

Ας τα πάρουμε με τη σειρά:

1. Είναι γνωστό ότι στους λογαριασμούς της ΔΕΗ που πληρώνουν τα νοικοκυριά, είναι ενσωματωμένα τα λεγόμενα ανταποδοτικά τέλη. Δηλαδή, τα τέλη και οι φόροι που επιβάλλουν οι δήμοι σε όλη τη χώρα με την αιτιολογία ότι με αυτά τα χρήματα θα κάνουν έργο στους τομείς της καθαριότητας και τον ηλεκτροφωτισμό. Η λογική της επιβολής αυτών των τελών μέσω της ΔΕΗ είναι η σίγουρη είσπραξή τους, αφού εάν κάποιος δεν πληρώσει τότε θα κοπεί το ρεύμα...

2. Τα προηγούμενα χρόνια, όταν το τιμολόγιο του ρεύματος ήταν πιο φτηνό και δεν είχε επιβληθεί το χαράτσι για τα ακίνητα, υπήρχαν καταναλωτές που δεν μπορούσαν να καταβάλλουν τα υπέρογκα τέλη και προτιμούσαν να πληρώνουν μόνο το ρεύμα, για να μην κοπεί. Πάγια πρακτική των δήμων της χώρας, απέναντι σε αυτό ήταν: να επιδιώκουν μέσω της ΔΕΗ την πίεση προς τους καταναλωτές για να πληρώσουν, πράγμα που σήμαινε ακόμα και διακοπή ρεύματος. Εάν δεν το κατάφερναν αυτό, έστελναν ειδοποιητήρια στους «ασυνεπείς» δημότες και εάν δεν τα πλήρωναν, τότε βεβαίωναν το χρέος στην εφορία και προχωρούσαν ακόμα και σε κατάσχεση...

3. Εχει ενδιαφέρον μια χτεσινή δήλωση του προέδρου της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής της ΚΕΔΕ. Λέει: «Μπορούμε να παρέμβουμε (σ.σ. για το ζήτημα της συνεργασίας ΔΕΗ - Δήμων) γιατί υπάρχει έννομο συμφέρον, δεδομένου ότι όταν κάποιος δεν πληρώνει τη ΔΕΗ, οι δήμοι δεν εισπράττουν τα ανταποδοτικά τέλη τα οποία χρεώνονται μέσω των λογαριασμών της». Τι ακριβώς εννοεί; Μήπως η δημιουργία ενός μηχανισμού μέσω των δήμων, θα έχει σαν στόχο το να εντοπιστούν και πιο εύκολα όλοι οι οφειλέτες ανταποδοτικών τελών;

4. Θυμίζουμε, την περιβόητη επιτροπή (σ.σ. συμμετείχε αστυνομικός, έφορος και διάφοροι άλλοι) που είχε θεσμοθετηθεί για να ελέγχει «ειδικές περιπτώσεις», ώστε να μην επιβάλλεται το χαράτσι ακινήτων μέσω της ΔΕΗ. Στην πραγματικότητα, αυτή η επιτροπή έπαιξε ρόλο για να αποκλείει περισσότερους από την απαλλαγή του φόρου. Εάν κάποιος πληρούσε όλα τα κριτήρια που είχαν μπει, θα ήταν σπάνιο εάν είχε σπίτι να μείνει είτε με είτε χωρίς ρεύμα...

***

Γιατί αναφέρουμε όλα τα παραπάνω; Γιατί η πείρα έχει δείξει πως για τα λαϊκά νοικοκυριά δεν μπορεί να είναι αποκούμπι, εκείνος που με το ένα χέρι κόβει το ρεύμα και με το άλλο πουλά «φιλανθρωπία». Δεν μπορεί να είναι στήριγμα εκείνος που με το ένα χέρι επιβάλλει φόρους και εκβιάζει με διακοπή ρεύματος για να εισπράξει με το άλλο τα ανταποδοτικά τέλη. Η εμπειρία έχει δείξει ότι οι εργαζόμενοι από την πρώτη στιγμή που απειλούνται με κατασχέσεις κινητής και ακίνητης περιουσίας, διακοπές ρεύματος κ.ά. πρέπει να απευθύνονται στα σωματεία, στις Λαϊκές Επιτροπές. Παράδειγμα χαρακτηριστικό του μεταλλεργάτη στο Πέραμα, που για χρέος στην ΕΥΔΑΠ, επιχείρησαν να βγάλουν στο σφυρί το σπίτι του. Απευθύνθηκε αμέσως στο σωματείο του και οδήγησε ακαριαία σε οργανωμένη, συλλογική αντίδραση και παρέμβαση, με αποτέλεσμα να μην περάσει η κατάσχεση...


Κ. Πασ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ