Η πρόταση, βεβαίως, του ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται ότι τα σκάνδαλα του παρελθόντος θα έχουν και μέλλον. Συμπληρώνει ο Γ. Μηλιός: «Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε μια τράπεζα ειδικού σκοπού ή ένα σχήμα χρηματοδότησης που θα είναι έξω από τις τέσσερις βασικές συστημικές τράπεζες, ώστε να καλύπτει ζητήματα που έχουν να κάνουν με την κοινωνική πολιτική ή με συγκεκριμένα αναπτυξιακά προγράμματα»!
Γι' αυτό, όπου βεβαίως ο λαός ακούει «αναπτυξιακά προγράμματα» πρέπει να κουμπώνεται. Η καπιταλιστική ανάπτυξη και τα προγράμματα ενίσχυσής της σέρνουν μαζί τους όπως ο διάολος την ουρά του τη διαφθορά, που είναι συνυφασμένη με το κυνήγι του κέρδους ενός συστήματος που εδράζεται στη σκανδαλώδη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Οποιος θέλει να υπηρετήσει τον καπιταλισμό, και ο ΣΥΡΙΖΑ αυτόν υπηρετεί, αλλά υπόσχεται ότι θα τον συνετίσει και με τη δική του διαχείριση θα τον φρονιμέψει, θα τον εξωραΐσει, κοροϊδεύει το λαό. Ασε που συγκαλύπτει τη «νόμιμη» κλοπή του πλούτου που παράγουν οι εργαζόμενοι, από τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Με αφορμή αυτό το γεγονός, η Χρυσή Αυγή ρωτάει τους υπουργούς γιατί το νοσοκομείο, «παρότι δημόσιο, ζητά χρήματα από Ελληνες πολίτες, την ίδια στιγμή που οι αλλοδαποί στη χώρα μας απολαμβάνουν πολύ περισσότερα προνόμια σε θέματα υγείας;». Οι φασίστες προσπερνούν το διαχωρισμό ασφαλισμένος - ανασφάλιστος και στέκονται στον πλαστό διαχωρισμό Ελληνας - αλλοδαπός, πολύ απλά επειδή υποστηρίζουν τις πληρωμές και το εμπόριο σε Υγεία - Φάρμακο. Αποφεύγουν να πάρουν θέση υπέρ των δημόσιων δωρεάν υπηρεσιών Υγείας, χωρίς καμία πληρωμή για όλους όσοι έχουν ανάγκη και ρίχνουν το φταίξιμο στους αλλοδαπούς, εξαιτίας των οποίων, τάχα, οι Ελληνες δεν έχουν δωρεάν παροχές.
Αυτή την απάνθρωπη πολιτική για Ελληνες και μετανάστες και μάλιστα για τους πιο φτωχούς κι ευάλωτους χειροκροτεί η ΧΑ, στηρίζοντας την κυρίαρχη πολιτική, την ίδια ώρα που προσπαθεί να εμφανιστεί σαν «αντισυστημική». Στην ίδια Ερώτηση η ΧΑ ρωτά «τι μέτρα θα ληφθούν προκειμένου να παταχθούν φαινόμενα διαφθοράς στα δημόσια νοσοκομεία και να ισχύει στην πράξη η δημόσια και δωρεάν υγεία». Αν αυτό δεν είναι «λεζάντα» στην πολιτική και την προπαγάνδα του υπουργείου Υγείας και της κυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, τότε τι είναι; Η εκστρατεία των περικοπών σε Υγεία, ασφάλιση, συντάξεις, επιδόματα, παροχές, των υπουργείων Υγείας και Εργασίας έχει για σημαία της την πάταξη της διαφθοράς, της σπατάλης, των ανάπηρων ή των συνταξιούχων-«μαϊμού» κ.ά.
«Η μέχρι τώρα εξέλιξη δείχνει ότι ο εργοδοτικός και κυβερνητικός συνδικαλισμός είναι μια Λερναία Υδρα που παράγεται, αναπαράγεται και μεταμορφώνεται διαρκώς σαν το χαμαιλέοντα. Παράγεται και αναπαράγεται γιατί είναι ο κύριος βραχίονας της εργοδοσίας για να κρατιέται η εργατική τάξη και το κίνημά της υποταγμένη και καθηλωμένη στην υποταγή και τη μοιρολατρία ή ως συνέταιρος της αστικής τάξης για τη διατήρηση των προνομίων και της κυριαρχίας της (...)
Η πείρα δείχνει ότι ο πόλεμος με αυτόν το μηχανισμό για τη συντριβή ή την απομόνωσή του είναι σκληρός, αλλά υποχρεωτικός για να ανασάνει η εργατική τάξη και το κίνημά της και να προχωρήσει η ανασύνταξή του. Σήμερα, αυτός ο πόλεμος μπαίνει σε νέα φάση. Μπροστά στην απαξίωση, στην αποκάλυψη της σήψης και της διαφθοράς και της μπόχας που αναδίνει όλο αυτό το πλέγμα, επιχειρείται η αναστήλωσή του, η μεταμόρφωσή του σε ένα νέο εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό».
Πράγματι, τον τελευταίο καιρό ανακυκλώνεται από διάφορες πλευρές η συζήτηση για την ανάγκη «αλλαγών» στη δομή και το ρόλο του συνδικαλιστικού κινήματος. Η συζήτηση αυτή «πασπαλίζεται» με αποκαλύψεις για εργατοπατέρες που χρηματίστηκαν στο παρελθόν ή πλούτισαν με νομιμοφανή μέσα. Γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ο συνδικαλισμός σαν μια προσοδοφόρα ενασχόληση, να συκοφαντηθούν στα μάτια των εργαζομένων τα σωματεία και ο συλλογικός αγώνας, με την αξιοποίηση υπαρκτών φαινομένων διαφθοράς, που αφορούν όμως κατ' αποκλειστικότητα εκπροσώπους του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Στη συζήτηση συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της ομάδας εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ), Γ. Ντάσσης, ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, Σ. Ρομπόλης, από το ΠΑΣΟΚ ο πρώην πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πρωτόπαππας, από τη ΝΔ ο Φ. Ταυρής, πρώην μέλος της διοίκησης της ΟΤΟΕ, ο Αντ. Μπιρμπιλής, στέλεχος της ΔΑΚΕ στον ΟΤΕ και η νομικός Κλ. Αγγελίδη και από τον ΣΥΡΙΖΑ ο βουλευτής Αλ. Μητρόπουλος. Οι κατάλληλοι άνθρωποι, στην κατάλληλη θέση...
Τη συζήτηση συντόνισε η δημοσιογράφος της «Καθημερινής» Χρ. Κοψίνη, η οποία έγραψε στο ρεπορτάζ (4/1/2014): «Αναδρομικός οικονομικός έλεγχος σε όσους συνδικαλιστικούς φορείς έχουν λάβει κρατική επιχορήγηση ή υποχρεωτικές συνδρομές μελών. Ερευνα του "πόθεν έσχες" για όσους συνδικαλιστές υπάρχει έστω και υπόνοια παραβατικότητας. Αυτοργάνωση των συνδικάτων και άρση της κρατικής (οικονομικής) εξάρτησής τους. Κατάργηση από τα καταστατικά των κομμάτων της διάταξης που ορίζει ότι ο πολιτικός φορέας διαθέτει και συνδικαλιστική παράταξη. Αλλαγή του βασικού συνδικαλιστικού νόμου 1264, αλλά με πρόταση των ίδιων των συνδικάτων (...)
Η κ. Αγγελίδη (ΝΔ) σημείωσε ότι σύμφωνα με τις επίσημες παραδοχές του υπουργείου Εργασίας, (τα συνδικάτα) έγιναν την περίοδο 2000 - 2010 αποδέκτες, χωρίς τα απαραίτητα παραστατικά από τα δημόσια ταμεία, ποσού 177 εκατομμυρίων.
Ειδική αναφορά και πρόταση για αλλαγή του νόμου έγινε σχετικά με τη διαδικασία λήψης απόφασης για τις απεργίες. "Τα συνδικάτα στη Γερμανία μπορούν να κάνουν απεργία όποτε θέλουν, με τη διαφορά ότι την απόφαση για την απεργία πρέπει να έχει ψηφίσει το 70% των μελών του σωματείου", σημείωσε ο εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής ΟΚΕ, κ. Γ. Ντάσσης, ο οποίος, αναφερόμενος και στα θέματα οργάνωσης, τάχθηκε κατά του "συντεχνιακού" συνδικαλισμού και υπέρ ενός μοντέλου με "κλαδικές ή πολυκλαδικές ομοσπονδίες" κατά τα πρότυπα του Βελγίου ή της Γερμανίας (...)
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν και οι αναφορές στις χρόνιες ασθένειες των ελληνικών συνδικαλιστικών οργανώσεων. "Τα τελευταία 10 - 15 χρόνια, στα τριήμερα συνέδριά μας, τα τέσσερα πέμπτα του χρόνου των διαδικασιών ήταν για τη νομιμοποίηση των αντιπροσώπων και μόλις το ένα πέμπτο για να εκδώσουμε ένα ψήφισμα το οποίο, εκ των προτέρων, κάποιοι είχαν συγγράψει προκειμένου να ψηφιστεί από τις παρατάξεις", σημείωσε ο κ. Μπιρμπιλής, εκ των παλαιοτέρων συνδικαλιστών της ΟΜΕ - ΟΤΕ.
"Οταν κάποιος έχει μάθει να λειτουργεί 20 - 25 χρόνια με τον ίδιο τρόπο, είναι δύσκολο να αλλάξει", παραδέχθηκε ο κ. Χρ. Πρωτόπαππας, υπενθυμίζοντας ότι υπήρχαν μέχρι πρόσφατα συνδικαλιστές που διατηρούσαν την ίδια θέση (στην ΑΔΕΔΥ) επί 30 χρόνια!».
Καθόλου τυχαία, στη συζήτηση για το κίνημα κυριαρχούν η διαχείριση των οικονομικών των συνδικαλιστικών οργανώσεων, καθώς και τα ζητήματα της δομής και του τρόπου που παίρνονται οι αποφάσεις. Μιλάνε για «κρατικοδίαιτα» συνδικάτα οι εκπρόσωποι του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, που για δεκαετίες προωθούσαν τη στρατηγική των αστικών κυβερνήσεων και της εργοδοσίας στο εργατικό κίνημα.
Τα συνδικάτα στα οποία πλειοψηφούσαν οι παρατάξεις τους, ήταν «κοινωνικοί εταίροι» του κράτους και των επιχειρήσεων, που τους ανταπέδιδαν πλουσιοπάροχα τις υπηρεσίες τους, με κρατικό και εταιρικό χρήμα, δημιουργώντας ισχυρούς μηχανισμούς εξαγοράς συνδικαλιστών και εργαζομένων. Τι ήταν άραγε τα προνόμια που απολάμβαναν διαχρονικά οι συνδικαλιστές στο Δημόσιο και τις πρώην ΔΕΚΟ, ή στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, οι οποίοι δικαιούνταν ακόμα και σύνταξη από το περίφημο «ταμείο των εργατοπατέρων»;
Τα προνόμια αυτά καμιά σχέση δεν έχουν με κατακτήσεις του κινήματος που διευκολύνουν και προστατεύουν τη συνδικαλιστική δράση, όπως οι άδειες για εκλεγμένους σε όργανα του κινήματος ανάλογα με τη βαθμίδα, η προστασία από τις απολύσεις και άλλα.
Τώρα, στο όνομα των διαφόρων «Τσουκαλάδων» και «Ρίζων», που «φύτεψε» το σύστημα και «εκκόλαψε» το θερμοκήπιο του εργοδοτικού συνδικαλισμού, γίνεται προσπάθεια να συκοφαντηθεί συνολικά η συνδικαλιστική οργάνωση, με στόχο το ταξικό κίνημα, που ποτέ δεν είχε σχέση με τα φαινόμενα του εκφυλισμού, αλλά με συνέπεια τα ανέδειξε και τα πολέμησε. Ταυτόχρονα, με την απαξίωση του «παλιού» εργοδοτικού συνδικαλισμού, φέρνουν στο προσκήνιο τον «νέο», που είναι προσαρμοσμένος στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου και του κράτους του.
Η όλη συζήτηση αποσιωπά συνειδητά ότι τα συνδικάτα χρηματοδοτούνται από τις εισφορές των μελών τους και από χρήματα των εργαζομένων, που εισπράττονται μέσω διαφόρων οργανισμών του κράτους, όπως η Εργατική Εστία. Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, με τις εξελεγκτικές επιτροπές που εκλέγουν στα συνέδρια των οργανώσεών τους, είναι οι μόνοι αρμόδιοι να ελέγχουν τα οικονομικά των συνδικάτων τους.
Οσο πιο μαζικές και ζωντανές είναι οι διαδικασίες σε ένα συνδικάτο, όσο καλύτερα οι εργαζόμενοι περιφρουρούν το καταστατικό, ελέγχουν και ανακαλούν τις διοικήσεις, αλλά κυρίως όσο σφυρηλατούν την ταξική γραμμή στη συνδικαλιστική τους οργάνωση, ενάντια στην εργοδοσία και το κράτος της και όχι σε συνδιαλλαγή μαζί τους, τόσο θα αποκλείονται φαινόμενα εκφυλισμού, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο.
Εκ του πονηρού είναι και η προετοιμασία του εδάφους για αντιδραστική αλλαγή του 1264, αλλά και των προϋποθέσεων για να πάρει ένα σωματείο απόφαση για απεργία. Θέλουν να ξεμπερδεύουν με τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, ιδιαίτερα με το δικαίωμα στην απεργία, που χτυπάει στην καρδιά τον καπιταλιστή, αφού σταματάει την παραγωγή. Γι' αυτό παρουσιάζουν σαν «εκσυγχρονισμό» τη διαμόρφωση περισσότερων νομικών κωλυμάτων για να αποφασιστεί και να οργανωθεί ένας αγώνας στην επιχείρηση ή στον κλάδο.
Δεν τους ενδιαφέρει οι αποφάσεις αυτές να είναι μαζικές και η υλοποίησή τους να είναι υπόθεση όσο το δυνατόν περισσότερων εργαζομένων. Τους ενδιαφέρει να μην παίρνονται αποφάσεις για απεργία και όταν υπάρχουν τέτοιες, να ποινικοποιούνται πιο εύκολα από τα αστικά δικαστήρια, τα οποία, ήδη με τους νόμους που ισχύουν, κρίνουν παράνομες εννιά στις δέκα απεργιακές κινητοποιήσεις! Οι προτάσεις τους επί της ουσίας δυσκολεύουν την οργάνωση στο επίπεδο του κλάδου. Αυτό το στόχο υπηρετούν και οι αλλαγές που προτείνουν στη δομή του συνδικαλιστικού κινήματος.
Εξίσου επικίνδυνη είναι και η καλλιέργεια της αντίληψης «έξω τα κόμματα από το εργατικό κίνημα», η οποία στρέφεται πρώτα απ' όλα ενάντια στο ΚΚΕ και στη δράση των κομμουνιστών στα συνδικάτα. Θέλουν να παρουσιάσουν σαν «κομματική» την ταξική γραμμή, για να αφήσουν το πεδίο ελεύθερο στην αστική τάξη να «παίζει μπάλα» και να προωθεί τη στρατηγική της στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα, με παρατάξεις που θα εμφανίζονται σαν «ανεξάρτητες» από τα αστικά κόμματα, αλλά θα παραμένουν φορείς της γραμμής τους.
Τέλος, προκαλεί τουλάχιστον αγανάκτηση το γεγονός ότι εμφανίζονται σαν τιμητές της σαπίλας στο συνδικαλιστικό κίνημα στελέχη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, που έχουν την πρώτη ευθύνη για τον εκφυλισμό του. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται μετά τις τελευταίες εκλογές σε αναζήτηση νέας πολιτικής στέγης και διεκδικούν ρόλο στο νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό, που συγκροτείται με πρωτοστάτες τον ΣΥΡΙΖΑ και πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ.
Για όλους αυτούς το ΠΑΜΕ σημείωνε στο κάλεσμα για την ανασύνταξη του κινήματος: «Αντιγράφοντας το σύνθημα και το στόχο του ΠΑΜΕ για την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος, οι πρωταγωνιστές του πολέμου ενάντια στο ΠΑΜΕ, π.χ. οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο συνδικαλιστικό κίνημα, ανακάλυψαν ξαφνικά τη χρεοκοπία των εργατοπατέρων και επιχειρούν να πρωταγωνιστήσουν στην ανασύνταξη δήθεν του συνδικαλιστικού κινήματος (...)
Τι είναι εκείνο που τους οδηγεί στην υιοθέτηση της ανάγκης για ανασύνταξη και τι περιεχόμενο δίνουν σε αυτό το στόχο; Το καινούριο είναι η πιθανότητα της διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας. Θέλουν το συνδικαλιστικό κίνημα χειροκροτητή της πολιτικής τους, να στηρίζει τους νέους χαλίφηδες που θέλουν να αντικαταστήσουν τους παλιούς.
Μπροστά στο ενδεχόμενο της κυβερνητικής καρέκλας, αλλά και της κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ σε αρκετούς χώρους, θέλουν να υποτάξουν το συνδικαλιστικό κίνημα και τους αγώνες του σε αυτόν το σκοπό. Σε αυτήν την κατεύθυνση, συσπειρώνεται ό,τι πιο ετερόκλητο, τυχοδιωκτικό και διεφθαρμένο στοιχείο από όλο τον παλιό μηχανισμό. Είναι, άλλωστε, χρήσιμοι, γιατί είναι εκπαιδευμένοι στις δολοπλοκίες, στην υπονόμευση, στον καιροσκοπισμό, στη συναίνεση, στους κοινωνικούς διαλόγους, στη λογική του "μικρότερου κακού", που το έχει πληρώσει ακριβά ο λαός.
Η μεγαλοεργοδοσία δεν ανησυχεί. Τους χρησιμοποιεί και παρεμβαίνει διαρκώς στην προετοιμασία τους ως εναλλακτικής λύσης. Πολύ περισσότερο υπολογίζει ότι με ένα νέο προσωπείο ο εργοδοτικός και κυβερνητικός συνδικαλισμός μπορεί να φανεί σήμερα πιο αποτελεσματικός στην παρεμπόδιση της ανάπτυξης της ταξικής πάλης με πρωταγωνιστή το ΠΑΜΕ, με τα υποκριτικά συνθήματα περί ακομμάτιστου συνδικαλισμού.
Ο,τι πιάνουν στα χέρια τους το βρωμίζουν. Ετσι, προσπαθούν να λερώσουν και το σημερινό σύνθημα της "ανασύνταξης του κινήματος", κοροϊδεύοντας τους φτωχούς, άνεργους, απελπισμένους εργατοϋπαλλήλους, τάζοντάς τους λαγούς με πετραχήλια».