Με αυτήν προσπαθούν και πάλι να ξεγελάσουν τους εργαζόμενους. Γιατί όταν μιλάνε για δημόσιο χαρακτήρα δε μιλάνε για το ιδιοκτησιακό καθεστώς, αλλά για το ρόλο που δήθεν μπορεί να παίξουν στρατηγικοί τομείς της οικονομίας, μεταξύ αυτών και οι μεταφορές - συγκοινωνίες.
Είναι τάχα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, αλλά δε λένε κουβέντα για την απελευθέρωση των συγκοινωνιών, που οδηγεί και στην ιδιωτικοποίηση των όποιων κρατικών επιχειρήσεων. Ούτε λένε ότι μέσα στον καπιταλισμό κάθε επιχείρηση είτε στα χέρια του αστικού κράτους είτε στα χέρια των μονοπωλίων έχει ως στόχο το κέρδος και όχι την εξυπηρέτηση των αναγκών των εργαζομένων και του λαού. Επομένως, τα περί δημόσιου χαρακτήρα πάνε περίπατο...
Από την άλλη, όπου σταθούν και όπου βρεθούν, τονίζουν ξανά και ξανά ότι «τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα» και ότι χρειάζεται «διάλογος με την κυβέρνηση». Είναι φανερό ότι είναι έτοιμοι να παζαρέψουν, όπως και άλλες φορές, τα δικαιώματα των εργαζομένων και συνολικά του λαού. Είναι έτοιμοι να συναινέσουν στην ιδιωτικοποίηση, αρκεί να πάρουν κάποια ψίχουλα που θα τα παρουσιάσουν ως τεράστιο κατόρθωμα, για να συντηρήσουν το φιλεργατικό τους προσωπείο.
Οι εργαζόμενοι από αυτές τις πλειοψηφίες πρέπει να περιμένουν ένα μόνο πράγμα. Το ξεπούλημα των συμφερόντων τους. Γι' αυτό είναι ανάγκη να τους βάλουν στην άκρη και να απαντήσουν στις αντεργατικές πολιτικές με πάλη για την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων.
Μιλάνε χωρίς μέτρο και χωρίς αιδώ οι «νεκροθάφτες» των λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων. Αυτοί που επεξεργάζονται και εφαρμόζουν άγρια αντιλαϊκά μέτρα με το μνημόνιο και τις συμφωνίες με την τρόικα, στο όνομα της δήθεν ανόρθωσης του τόπου, αλλά με μοναδικό σκοπό τους την ενίσχυση της ευημερίας και της κυριαρχίας του μεγάλου κεφαλαίου. Αυτοί που παρέα με τις άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ λεηλατούν το λαϊκό εισόδημα καταργώντας ακόμα και το δικαίωμα των εργαζομένων στις διακοπές.
Το μέτρο χάθηκε και αντικαταστάθηκε από το θράσος και την πρόκληση από τα κυβερνητικά στελέχη, όπως ο υφυπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού Γ. Νικητιάδης, ο νέος «εκλεκτός» του τουριστικού κεφαλαίου.
Στη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κ. Παπούλια, για να τον ενημερώσει για τα τουριστικά θέματα, είπε μόλις τον είδε: «Αντεξε ο τουρισμός μας φέτος. Θα μπορούσαμε και καλύτερα, αν δεν είχαμε τις αντιξοότητες, τους θανάτους, τις διαδηλώσεις, τους καταπέλτες με τους συνδικαλιστές επάνω. Αλλά άντεξε. Και του χρόνου θα είναι πολύ καλύτερα, αν δεν έχουμε τέτοια τραγικά γεγονότα».
Η μικροκομματική, αντιδραστική και προκλητική προπαγάνδα κυβέρνησης και επιχειρηματιών, που ταύτισε την τουριστική μείωση με τους αγώνες του λαού, μέσα σε ένα περιβάλλον οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο, οδηγεί και σε τέτοια ατοπήματα.
Να ανακατεύεις στο «μίξερ» της αντίδρασης θανάτους, διαδηλώσεις, εργατικούς αγώνες, να τα κάνεις έναν αχταρμά και να τα χαρακτηρίζεις «τραγικά γεγονότα», όταν η τουριστική κίνηση μειώνεται εξαιτίας της πολιτικής λιτότητας σ' ολόκληρη την ΕΕ, όταν οι τουριστικές εισπράξεις μειώνονται λόγω των «τουρ οπερέιτορ» που ελέγχουν ολόκληρη την τουριστική αγορά, όταν χρήματα δεν έρχονται επειδή διευρύνεται ο «all inclusive» τουρισμός, όταν πολλές από τις εισπράξεις των ντόπιων αφεντικών του κλάδου, μένουν στο εξωτερικό για ...ώρα ανάγκης.
Αλλά αυτό είναι το ΠΑΣΟΚ, αυτό και τα στελέχη του. Βαθιά αντιδραστικοί και διαρκώς φοβισμένοι από το ενδεχόμενο να ξεσηκωθεί ο λαός, οι κατάλληλοι άνθρωποι για την προώθηση των επιταγών του μεγάλου κεφαλαίου, οι ιδανικοί συνεργάτες ΕΕ, ΔΝΤ και ΕΚΤ.
Τη σφαγή των αγροτικών επιδοτήσεων προανήγγειλε ο Επίτροπος της ΕΕ που είναι αρμόδιος για τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Σε σχετική δήλωσή του, σημείωσε πως οι δαπάνες της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής θα πρέπει να περιοριστούν στο ένα τρίτο του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προκειμένου οι πόροι να διοχετευτούν στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας. Στην ΕΕ έχει στηθεί ένα σκηνικό με δηλώσεις, ανακοινώσεις και εκθέσεις, για ακόμα πιο μεγάλη μείωση των αγροτικών επιδοτήσεων στην κατάρτιση του κοινοτικού προϋπολογισμού για το διάστημα 2013 - 2020 και στην επικείμενη αναθεώρηση της ΚΑΠ. Από την άλλη, οι εγχώριοι θιασώτες του ευρωμονόδρομου επιχειρούν να δημιουργήσουν προσδοκίες ότι με σκληρές διαπραγματεύσεις και ρεαλιστικές θέσεις οι διαφαινόμενες απώλειες δε θα είναι τελικά μεγάλες. Το θέμα όμως είναι ότι η αγροτιά, αναθεώρηση με αναθεώρηση της ΚΑΠ, βγαίνει όλο και πιο ζημιωμένη και οδηγείται με πιο γοργούς ρυθμούς στη φτώχεια και το ξεκλήρισμα. Το σίγουρο, επίσης, είναι ότι η αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ θα επιδεινωθεί. Και γίνεται φανερό ότι η πολιτική αυτή δε φτιασιδώνεται, μόνο ανατρέπεται. Μπροστά σ' αυτές τις συνθήκες, η αγροτιά καλείται να εντείνει τον αγώνα της ενάντια στην ακολουθούμενη αντιαγροτική πολιτική και να παλέψει μαζί με την εργατιά, τους αυτοαπασχολούμενους και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα για την ανατροπή αυτής της πολιτικής και την εφαρμογή μιας άλλης φιλολαϊκής - φιλοαγροτικής πολιτικής. Γιατί, αλλιώς το μέλλον της είναι η φτώχεια και το ξεκλήρισμα.
Στην πραγματικότητα ο Φ. Κάστρο, απαντώντας σε ερώτηση του δημοσιογράφου για τη δυνατότητα «εξαγωγής του οικονομικού μοντέλου της Κούβας», απάντησε πως «το κουβανικό μοντέλο δεν είναι πλέον λειτουργικό ούτε για εμάς».
Από τα παραπάνω γίνεται φανερή η λαθροχειρία που επιχειρείται. Οπως έχει τονίσει το ΚΚΕ, δεν υπάρχει ζήτημα απόρριψης ή «μίμησης» κάποιου μοντέλου. Εκείνο που υπάρχει είναι η επιλογή δρόμου ανάπτυξης, καπιταλιστικού ή σοσιαλιστικού, καθώς και ακλόνητες αρχές, πάνω στις οποίες πρέπει να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός.
Σήμερα, ενώ η ηγεσία της Κούβας επιδιώκει αλλαγές, που όπως επανειλημμένα έχει δηλώσει, θα είναι στα πλαίσια του σοσιαλισμού, τα αστικά ΜΜΕ (κρατικά κι ιδιωτικά) βιάζονται να ανακηρύξουν το τέλος της κουβανέζικης Επανάστασης! Οπως είχαν κάνει και το 1991, όταν μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση βιάστηκαν να κηρύξουν το «τέλος της Ιστορίας» κι ακόμη και το γρήγορο τέλος της Σοσιαλιστικής Κούβας.
Είκοσι χρόνια μετά, η πραγματικότητα τους διαψεύδει! Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση δείχνει στους λαούς πιο επιτακτικά τη μοναδική εναλλακτική λύση: τη σοσιαλιστική - κομμουνιστική κοινωνία! Η Κούβα, εδώ και είκοσι χρόνια, παρά τις δυσκολίες και τις στερήσεις που έφερε η ανατροπή του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ενωση, στην οποία σε σημαντικό βαθμό στηριζόταν η κουβανική οικονομία, καθώς κι ο πολύχρονος αποκλεισμός της και ο οικονομικός και πολιτικός πόλεμος των ΗΠΑ και της ΕΕ, άντεξε! Κι ενώ σήμερα κλιμακώνεται η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα σε βάρος της, προχωρά σε μέτρα, που εμείς οι κομμουνιστές σ' όλον τον κόσμο ευχόμαστε να δυναμώσουν την εργατική - λαϊκή εξουσία, να λύσουν προβλήματα, να εδραιώσουν ακόμη περισσότερο το σοσιαλισμό και βέβαια, λαμβάνοντας υπόψη και την αρνητική εμπειρία της ΕΣΣΔ και της σημερινής Κίνας, να μην επιτρέψουν την παλινόρθωση των καπιταλιστικών σχέσεων!
Ο εκ νέου υποψήφιος των ΝΔ - ΛΑ.Ο.Σ. για το Δήμο Αθηναίων Ν. Κακλαμάνης στάθηκε ουσιαστικά ο καλύτερος δήμαρχος Αθήνας και πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ για την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ. Υποστήριξε το αντιλαϊκό «Μνημόνιο» και τον αντιδραστικό «Καλλικράτη». Συνέχισε την εμπορευματοποίηση των δημοτικών υπηρεσιών και τη φορολόγηση των δημοτών. Εκλεισε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς, σπρώχνοντας τα παιδιά στους ιδιώτες που λυμαίνονται το χώρο. Τάχθηκε κατά των εργατικών κινητοποιήσεων στο κέντρο. Χαρακτηριστικό ότι πρόσφατα, μέσω επιστολών, ο Καρατζαφέρης του έθεσε ζητήματα όπως ότι «η Αθήνα υποφέρει από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση (..) από το παρεμπόριο, από τις συνεχείς πορείες και διαδηλώσεις στο κέντρο (...) Επιβάλλεται πληρέστερη αστυνόμευση (...) να αναδείξουμε τα προβλήματα από τις διαρκώς αυξανόμενες διαδηλώσεις που αναστατώνουν, στην κυριολεξία ρημάζουν, το εμπορικό κέντρο, να δοθεί ένα τέλος στις αυθαιρεσίες». Ο δε Κακλαμάνης του απαντούσε «ότι μάλλον υπάρχει κοινή θέση στον κορμό των θεμάτων που θίγεις».
Ο επίσημος κυβερνητικός υποψήφιος (με τη στήριξη μερίδας τής πάντα πρόθυμης «ανανεωτικής αριστεράς») για την Αθήνα, Γ. Καμίνης, διορισμένος από κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ «Συνήγορος του Πολίτη», ισχυριζόταν ήδη από τις 10/11/2003, ότι λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας (διώξεις αντιφρονούντων, όπως τις προσδιόρισε, και χούντα), μεγάλα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας δεν αποδέχονται «ρυθμίσεις» στο δικαίωμα π.χ. της ελεύθερης συνάθροισης, το οποίο (έλεγε) ασκείται πολλές φορές καταχρηστικά. Χαρακτήριζε σκανδαλώδη την ανοχή σε καταλήψεις δρόμων και του κέντρου της πόλης. Πρόσθετε ότι πρέπει το θέμα να ρυθμιστεί και να επιβληθούν στοιχειώδεις περιορισμοί. Παρέμεινε «Συνήγορος» και επί ΝΔ. Βέβαια, ουδέποτε «συνηγόρησε» υπέρ του «πολίτη» που γκρεμοτσακίζεται από τις σκαλωσιές για το μεροκάματο ή κακοπληρώνεται, δουλεύοντας δεκάωρα ανασφάλιστος σε επιχειρήσεις. Αλλά επαναλάμβανε στις 9/12/09: «Τίθεται ένα γενικότερο ζήτημα προστασίας δικαιωμάτων, το οποίο είναι στενά συνδεδεμένο με το θέμα των συναθροίσεων (...) Δυστυχώς η δημοκρατική πολιτεία ακόμα (...) δεν έχει κατορθώσει να ψηφίσει ένα νόμο για τις διαδηλώσεις, που θα προστατεύει τα δικαιώματα όλων. Και των ανθρώπων οι οποίοι δημόσια διαδηλώνουν τις πεποιθήσεις τους, αλλά και αυτών των υπολοίπων, των οποίων ενδεχομένως να κινδυνεύει η ιδιοκτησία, οι επιχειρήσεις τους».
Πάνε να το στήσουν πάλι το παιχνίδι. Πατώντας σε υπαρκτά προβλήματα που όμως χρεώνονται αποκλειστικά στη δική τους πολιτική, να βγουν λάδι. Σε αγαστή συνεργασία δημοτική αρχή και αξιωματική αντιπολίτευση, να παραδώσουν ένα κέντρο «καθαρισμένο» από εργατικές κινητοποιήσεις και λαϊκά στρώματα, στα μεγάλα συμφέροντα για να θησαυρίσουν με τα φιλέτα του. Ομως οι άνθρωποι του μόχθου γνωρίζουν ότι δεν τους λείπει η αστυνόμευση, ούτε τους εμποδίζουν οι διαδηλώσεις να ψωνίσουν. Δουλειά τούς λείπει και εισόδημα, ασφάλιση και σύγχρονα δικαιώματα, όλα όσα τους αφαιρεί η πολιτική των ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΕΕ και των εκλεκτών τους σε δήμους και περιφέρειες. Αυτούς και την πολιτική τους πρέπει να καταδικάσουν με βάση τα δικά τους συμφέροντα. Ενισχύοντας στις επικείμενες εκλογές τα ψηφοδέλτια της «Λαϊκής Συσπείρωσης».
Η πρωτοβουλία αυτή είναι ώριμο τέκνο των καιρών, απαντά στην επείγουσα ανάγκη ο λαός να βγει στο προσκήνιο, να αποκτήσει αυτοπεποίθηση, να πιστέψει στις ανεξάντλητες δυνάμεις του, να παλέψει για να βγει από το φαύλο κύκλο της καπιταλιστικής «ανάπτυξης» και της κρίσης που τον καταδίκασε η πλουτοκρατία και τα κόμματά της, η πολιτική της ΕΕ. Απαντά στην άμεση απαίτηση να ορθωθεί ένα λαϊκό κίνημα αντίστασης και ανατροπής στην πολιτική του ευρωμονόδρομου και του μνημονίου, κίνημα προστασίας του βιοτικού επιπέδου του λαού, που δεν αναγνωρίζει το χρέος που δημιούργησε η υπερκερδοφορία των μονοπωλίων, η καταλήστευση του παραγόμενου πλούτου και του ιδρώτα του λαού και θα απαιτεί να πληρώσει η πλουτοκρατία.