Παπαγεωργίου Βασίλης |
Την «περιπέτεια» του γνωστού πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Μπέρκλεϊ, περιγράφει ο καθηγητής Ιμπραΐμ Γουόρντ:
«Το Νοέμβρη του 1998, το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, προχώρησε στη σύναψη συμφωνίας με την ελβετική εταιρεία Novartis, η οποία έκανε μια δωρεά 25 εκατομμυρίων δολαρίων (9,4 δισ. δρχ.) στον τομέα μικροβιολογίας του πανεπιστημίου.
Σε αντάλλαγμα, το δημόσιο πανεπιστήμιο παραχωρούσε στον ελβετικό κολοσσό της φαρμακοβιομηχανίας και της βιοτεχνολογίας, το δικαίωμα να ιδιοποιηθεί περισσότερο από το ένα τρίτο των ανακαλύψεων που πραγματοποιούνται από τους ερευνητές του τομέα (συμπεριλαμβανομένων και των ανακαλύψεων που χρηματοδοτήθηκαν από την Πολιτεία της Καλιφόρνιας ή την κυβέρνηση), καθώς επίσης και να διαπραγματεύεται τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας που απορρέουν από αυτές. Επιπλέον, το πανεπιστήμιο παραχωρούσε στη Novartis δύο από τις πέντε θέσεις της επιτροπής έρευνας του τομέα, η οποία έχει αναλάβει την κατανομή των κονδυλίων για την έρευνα».
Περιγράφοντας την κατάσταση των αμερικανικών πανεπιστημίων κατά τη δεκαετία του 1980 και μετά απ' αυτήν, ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Σάντα Μπάρμπαρα, Κρίστοφερ Νιούφιλντ (1), σημειώνει: «Τα πανεπιστήμια είδαν τους προϋπολογισμούς τους να μειώνονται κατά το ένα τρίτο εδώ και 25 χρόνια. Για το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, πρωτοπόρο στην έρευνα, η πτώση αγγίζει το 40% από το 1990. Προκειμένου να καλυφθεί το κενό αυτό, τα δημόσια πανεπιστήμια κατέφυγαν στις χορηγίες, ιδιαίτερα για να χρηματοδοτήσουν συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα. Αναζήτησαν, επίσης, περισσότερους ιδιωτικούς πόρους και αύξησαν αισθητά τα δίδακτρα... Η αντίθεση ανάμεσα στον πλούτο των ιδιωτικών πανεπιστημίων και στα προβλήματα των δημόσιων ιδρυμάτων, οδήγησε τα τελευταία στην ίδια λογική. Στο εξής, ακόμη και οι κοσμήτορες και οι πρόεδροι των σχολών μπαίνουν στο χορό, προσεγγίζοντας γονείς, παλιούς μαθητές, δημοτικές αρχές, κατοίκους».
Η επιβολή διδάκτρων είχε και μια άλλη παρενέργεια αφού τα ιδρύματα για να γίνουν πιο ελκυστικά στα μάτια του φοιτητή-πελάτη, αυτού που πληρώνει δηλαδή, διαθέτουν όλο και μεγαλύτερο μέρος των προϋπολογισμών τους σε τομείς που δεν έχουν να κάνουν με την εκπαίδευση, όπως το μάρκετινγκ ή η εξωτερική ανακαίνιση των εξοπλισμών. Σε τέτοιο σημείο που, μεταξύ των ετών 1975 και 1995, αν και τα δίδακτρα και το κόστος των φοιτητικών εστιών αυξήθηκαν κατά 400%, δε σημειώθηκε παρά μόνο μια αύξηση 32% των δαπανών που γίνονταν για τους φοιτητές.
Και για τον τελικό απολογισμό, ο Κρίστοφερ Νιούφιλντ σημειώνει: «το ποιοτικό εκπαιδευτικό σύστημα απευθύνεται μόνο στους πιο πλούσιους, προτιμώνται επενδύσεις που πρόκειται να αποφέρουν γρήγορα κέρδη, είναι ξεκάθαρη η κοινωνική στρωματοποίηση, ο ανταγωνισμός οδηγεί σε απαγορευτικά κόστη, σημειώνεται συγκέντρωση πόρων στην κορυφή της πυραμίδας».
(1) Κρίστοφερ Νιούφιλντ: «Εκπαίδευση με σπόνσορα», «Le Monde Diplomatique», Σεπτέμβρης 2007.