Πέμπτη 8 Μάη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΓΕΪΛ
«Μαθήματα» υποταγής των πανεπιστημίων στην αγορά

Φιλότιμη, πραγματικά, η προσπάθεια του «μέντορα» υπερασπιστή των ιδιωτικών πανεπιστημίων, προέδρου του Γέιλ, Δρ Ρίτσαρντ Λέβιν, να εμφανίσει «ρόδινη» την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και τη λειτουργία των δημόσιων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και σε άμεση σύνδεση με την αγορά. Ωστόσο, ακόμα και η ωραιοποιημένη διάλεξή του προχτές το απόγευμα από το Ζάππειο Μέγαρο με θέμα «Η Διεθνοποίηση του Πανεπιστημίου» δε στάθηκε αρκετή για να κρύψει την πραγματικότητα.

Χαρακτηριστικά, ανέφερε ότι το δημόσιο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ, πριν από 20 χρόνια δεχόταν τη μισή του χρηματοδότηση από το κράτος. Σήμερα αυτή αποτελεί το 1/4 της χρηματοδότησης. Τότε τα δίδακτρα κάλυπταν το 6% των εσόδων, σήμερα αποτελούν το 25% των εσόδων του «δημόσιου» πανεπιστημίου. Οσο δηλαδή και η κρατική χρηματοδότηση!

Για τα δημόσια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στις ΗΠΑ είπε πως δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ τους αναφορικά με τους στόχους τους και τις προσεγγίσεις τους. Μάλιστα, «οι πηγές χρηματοδότησης τώρα συγκλίνουν στα ιδιωτικά και στα δημόσια, προέρχονται όλο και περισσότερο από δωρεές και δίδακτρα», σημείωσε.

Κατά τα άλλα, προέτρεψε το ελληνικό κοινό: «Μη φοβάστε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δημόσιων και ιδιωτικών λειτουργεί επωφελώς και για τα δυο, τα κάνει ισχυρότερα».

Αποκαλυπτικός ήταν και για το «τι εστί αξιολόγηση». Αφού τάχθηκε υπέρ της αξιολόγησης της «ποιότητας» όλων των Ιδρυμάτων, χωρίς κόμπλεξ και περιστροφές εξήγησε: «Στις ΗΠΑ η πλειονότητα των ΑΕΙ εξαρτάται από τις χρηματοδοτήσεις ιδιωτών, τα δίδακτρα και τις δωρεές, παρά από τις κρατικές επιχορηγήσεις, αλλά όλα αξιολογούνται συστηματικά».

Ο πρόεδρος του Γέιλ ήταν περιεκτικός και σύντομος. Με το γνωστό προκάλυμμα της «προόδου» και ταυτίζοντας αυθαίρετα την «κοινωνία» με την «αγορά» και την καπιταλιστική οικονομία, επιχείρησε να δικαιολογήσει τις αντιδραστικές αλλαγές που επιβάλλεται να γίνουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Επιχειρηματολόγησε για τις αλλαγές στα προγράμματα σπουδών από τη σκοπιά των καπιταλιστικών αναγκών, την προσαρμογή δηλαδή των προγραμμάτων, του περιεχομένου της εκπαίδευσης στις νέες ανάγκες του κεφαλαίου για αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Ενδεικτικά, σημείωσε ως λόγους που τεκμηριώνουν την ανάγκη αλλαγής των προγραμμάτων σπουδών τούς εξής: «Σήμερα η κίνηση του κεφαλαίου, των ανθρώπων και των προϊόντων είναι πιο ελεύθερη και ταχύτερη από ποτέ», «κάθε κλάδος της οικονομίας είναι ανοιχτός στην παγκόσμια αγορά», «η διακυβέρνηση σε επίπεδο κράτους είναι αδύνατη», «χρειάζεται διεθνής ρύθμιση» όσον αφορά την επέμβαση των εθνικών κυβερνήσεων στις επιχειρήσεις. Ολα περιστρέφονται γύρω από τη διαιώνιση των μονοπωλίων. Και το περιεχόμενο της διδασκαλίας δεν αφήνει ούτε στιγμή τη σκέψη του φοιτητή να ξεφύγει.

Αλλωστε, κατέληξε ότι σε κάθε χώρα τα πανεπιστήμια παρέχουν ανθρώπινο δυναμικό στις επιχειρήσεις και αποστολή της έρευνας είναι να βοηθά την οικονομία. Ετσι πρέπει να προσαρμοστεί ανάλογα και η ύλη που διδάσκεται και η διασυνοριακή ροή των φοιτητών. Δηλαδή να προετοιμάζουν φθηνό εργατικό δυναμικό, προσαρμοσμένο στην καπιταλιστική οικονομία όπου Γης και να διεξάγουν με δημόσιο χρήμα έρευνες - χρυσωρυχείο για τις επιχειρήσεις.

Πολλές φορές αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι από το Γέιλ βγαίνουν οι αυριανοί ηγέτες του κόσμου, έκανε λόγο για «κορυφαία δημόσια και κορυφαία ιδιωτικά πανεπιστήμια» παραδεχόμενος την υπαρκτή κατηγοριοποίηση των πανεπιστημίων. Παραδέχτηκε εξάλλου σε σχετική ερώτηση ότι η διεθνοποίηση της εκπαίδευσης απαιτεί τεράστια χρηματοδότηση και ότι δεν είναι όλα τα Ιδρύματα σε θέση να ανταποκριθούν. «Δεν μπορούν όλα τα Ιδρύματα να έχουν εκτεταμένο δίκτυο προγραμμάτων, όπως το Γέιλ ή το Χάρβαρντ, αλλά κάνουν μεγάλες προσπάθειες. Ο κόσμος αναπόφευκτα είναι άνισος...», κατέληξε.


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ