Ο Κανονισμός υποτίθεται ότι στοχεύει στην πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών, είτε μέσω διαμοιρασμού υλικού σεξουαλικής εκμετάλλευσης είτε μέσω της άγρας ανηλίκων (grooming). Ωστόσο, δεν είναι αυτός ο πραγματικός του σκοπός. Στην πραγματικότητα, με πρόσχημα αυτά τα άθλια φαινόμενα, που το σύστημά τους ούτε θέλει ούτε μπορεί να αντιμετωπίσει, ο Κανονισμός αποτελεί την κορωνίδα του ηλεκτρονικού φακελώματος, μιας και απελευθερώνει πλήρως τη μαζική παρακολούθηση, συλλογή, συγκέντρωση και επεξεργασία δεδομένων, ρίχνοντας και τα τελευταία «φύλλα συκής», αφού μέχρι σήμερα, τυπικά τουλάχιστον, απαιτούνταν εισαγγελική παραγγελία και αιτιολόγηση - ανεξάρτητα αν αυτές είχαν γίνει «λάστιχο» με τις διατάξεις για «εθνική ασφάλεια», «καταπολέμηση της τρομοκρατίας» ή τη χρήση «παράνομων» λογισμικών παρακολούθησης που με τη βούλα της ΕΕ ...διακινούνται νόμιμα.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Κανονισμό «Chat Control» προβλέπεται η μαζική παρακολούθηση όλων των ιδιωτικών επικοινωνιών, με την ΕΕ να επιδιώκει να απελευθερώσει εύκολα και γρήγορα, υπό τον μανδύα της δήθεν «πρόληψης», μέτρα καθολικής παρακολούθησης, π.χ. επισυνδέσεις, πρόσβαση στα προσωπικά μηνύματα στο κινητό, σε εικόνες, βίντεο, συνδέσμους, μεταδεδομένα, ακόμα και στις λεγόμενες «κρυπτογραφημένες πλατφόρμες» τύπου WhatsApp, Viber, Signal κ.ά. Πρόκειται για την «ταφόπλακα» της κρυπτογράφησης στις συνομιλίες μεταξύ των χρηστών, αφού για να στεφθεί με επιτυχία το εγχείρημα θα πρέπει να αποδυναμωθεί η κρυπτογράφηση στην ανταλλαγή μηνυμάτων στο διαδίκτυο και πλέον το περιεχόμενο θα μπορεί να σαρωθεί πριν κρυπτογραφηθεί.
Με αυτόν τον Κανονισμό θα επιτρέπεται η απευθείας συλλογή δεδομένων από τις συσκευές των χρηστών, καταργώντας πλήρως την οποιαδήποτε ιδιωτικότητα στις επικοινωνίες, απελευθερώνοντας το «προληπτικό» φακέλωμα και την άμεση πρόσβαση των επιχειρηματικών ομίλων και των αστικών επιτελείων στα δεδομένα εκατομμυρίων χρηστών, ενισχύοντας την καταστολή σε βάρος των λαών και ποδοπατώντας κάθε έννοια ελευθερίας της έκφρασης, ενώ συγχρόνως ο έλεγχος της διάδοσης δήθεν «κακοποιητικού περιεχομένου», με αυτοματοποιημένες διαδικασίες Τεχνητής Νοημοσύνης, εγείρει σοβαρά ζητήματα «παρερμηνειών».
Οσο κι αν πασχίζει η κυβέρνηση της Δανίας - που έχει σηκώσει «παντιέρα» την πρόταση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο - να πείσει ότι τάχα τα δεδομένα θα συλλέγονται και θα αποθηκεύονται για ορισμένο μόνο χρονικό διάστημα, είναι εύκολα αντιληπτό ότι πρόκειται για «επιχείρημα» - φούσκα, αφού τόσο οι δομές επικοινωνίας όσο και τα μέσα ελέγχου τους ανήκουν στο αστικό κράτος και στα μονοπώλια του είδους.
Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω εξαλείφονται οι έστω και υποτυπώδεις δικλίδες ασφαλείας που υπήρχαν μέχρι πρότινος. Είναι δε απορίας άξιο πώς καταργώντας την κρυπτογράφηση και επιτρέποντας τη μαζική παρακολούθηση δεν εκτίθενται σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο τα παιδιά, για τα οποία δήθεν κόπτεται η ΕΕ, από κακόβουλους χρήστες του διαδικτύου μέσω διαμοιρασμού πορνογραφικού υλικού.
Είναι τουλάχιστον υποκριτικό αυτοί που υπηρετούν πιστά με όλες τους τις δυνάμεις τον βούρκο της εκμεταλλευτικής κοινωνίας, τη σήψη και τη βρωμιά του καπιταλισμού, εκεί όπου γεννιέται και βρίσκει πρόσφορο έδαφος η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, να μιλούν για την «προστασία» τους, την ώρα που οι διαδικτυακοί τζίροι που καταγράφονται από τον διαμοιρασμό τέτοιου τύπου υλικού αγγίζουν «ταβάνι», αφού το ζητούμενο στον καπιταλισμό είναι πάντα το κέρδος.
Φυσικά και τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται, αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο όμως αυτό δεν μπορεί να καταστεί εφικτό, καθώς ο «λύκος» ούτε θέλει, ούτε μπορεί να φυλάξει τα «πρόβατα». Και αυτό φαίνεται και από το ότι ο συγκεκριμένος ευρωενωσιακός Κανονισμός αναθέτει τον εντοπισμό περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο στα μονοπώλια των τηλεπικοινωνιών, που είναι ακριβώς εκείνοι που προκειμένου να εξασφαλίσουν και να αυγατίσουν τα κέρδη τους δεν διστάζουν να φιλοξενήσουν, να διαμοιράσουν, ακόμα και να κάνουν τα «στραβά μάτια» στη διακίνηση παιδικού πορνογραφικού υλικού.
Και είναι ακόμα πιο υποκριτικό το γεγονός ότι ενώ στήνεται ένα κακοπαιγμένο θέατρο «ευαισθησίας», στην προσπάθεια - με όχημα την προστασία των παιδιών - να απλωθούν στο έπακρο τα πλοκάμια του ηλεκτρονικού φακελώματος, την ίδια στιγμή δεν υπάρχει καμία απολύτως «ευαισθησία» ή μέριμνα για ουσιαστική προστασία των παιδιών, αφού οι λιγοστές σχετικές δημόσιες υποδομές είναι υποβαθμισμένες και υπολειτουργούν, ενώ οι ιδιωτικές είναι απλησίαστες για τους γονείς και τα παιδιά της εργατικής τάξης, που θα πρέπει να χώσουν βαθιά το χέρι στην τσέπη...
Επιπλέον, παρόλο που ο Κανονισμός CSA - «Chat Control» υποτίθεται ότι προορίζεται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, αποκαλυπτικό είναι το γεγονός πως όταν αξιωματούχοι της Europol πρότειναν τη χρήση του για «σκανάρισμα» και για άλλους σκοπούς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν απέρριψε την ιδέα. Εξίσου αποκαλυπτικό αλλά και προκλητικό, βέβαια, είναι ότι από το «σκανάρισμα» θα εξαιρούνται επικοινωνίες στελεχών υπουργείων, Σωμάτων Ασφαλείας και υπηρεσιών πληροφοριών, σαν να πρόκειται για περιπτώσεις «υπεράνω υποψίας».
Πάντως, το γεγονός ότι μέχρι και φορείς ανθρώπων που έχουν κακοποιηθεί στο παρελθόν ως παιδιά σε όλη την Ευρώπη από την πρώτη στιγμή αντιδρούν σθεναρά στην εφαρμογή του «Chat Control» λέει κι αυτό πολλά...
Ταυτόχρονα, είναι παραπάνω από εξόφθαλμη η εφαρμογή του εν λόγου Κανονισμού με όρους καπιταλιστικής αγοράς, προκειμένου να κερδοφορήσουν ακόμα περισσότερο οι μεγάλοι τηλεπικοινωνιακοί όμιλοι και τα τεχνολογικά μεγαθήρια που θα αναλάβουν τον υποτιθέμενο «έλεγχο» για περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, προωθώντας το ηλεκτρονικό φακέλωμα.
Δεν χρειάζεται και πολύ για να το αντιληφθεί κανείς αυτό. Αρκεί μόνο να ρίξει μια ματιά στο κείμενο της πρότασης του Κανονισμού όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 11/5/2022 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Ηδη από τις πρώτες σελίδες αναφέρεται ότι η πρόταση «επιδιώκει να διασφαλίσει πως οι πάροχοι μπορούν να εκπληρώσουν τις ευθύνες τους, ιδρύοντας ένα Ευρωπαϊκό Κέντρο για την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών (το "Κέντρο της ΕΕ") για να διευκολύνει και να υποστηρίξει την εφαρμογή του παρόντος Κανονισμού, και ως εκ τούτου να βοηθήσει στην άρση των εμποδίων στην εσωτερική αγορά, ιδίως σε σχέση με τις υποχρεώσεις των παρόχων βάσει του παρόντος Κανονισμού να εντοπίζουν, να αναφέρουν και να αφαιρούν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο». Με πιο απλά λόγια, το κείμενο μιλά για την πλήρη «απελευθέρωση» της χρήσης των προσωπικών δεδομένων από τους μονοπωλιακούς παρόχους χάριν «της άρσης των εμποδίων της εσωτερικής αγοράς».
Λίγο παρακάτω γίνεται λόγος για τον «στόχο της διασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τους παρόχους σε ολόκληρη την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά», ενώ αναφέρεται και ότι «δεν θα πρέπει να καταρτιστεί εξαντλητικός κατάλογος των υποχρεωτικών μέτρων μετριασμού, αντίθετα οι πάροχοι θα πρέπει να έχουν κάποιο βαθμό ευελιξίας, ώστε να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν μέτρα προσαρμοσμένα στον εντοπισμένο κίνδυνο, στα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών που παρέχουν και στους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιούνται οι εν λόγω υπηρεσίες. Συγκεκριμένα, οι πάροχοι είναι ελεύθεροι να σχεδιάζουν και να εφαρμόζουν σύμφωνα με το Δίκαιο της Ενωσης». Φυσικά, αυτά είναι μόνο μερικά ενδεικτικά παραδείγματα από ένα κείμενο που βρίθει τέτοιων αναφορών, οι οποίες φανερώνουν τον πραγματικό σκοπό του Κανονισμού CSA.
Ετσι, το μαζικό φακέλωμα και ο συνολικός έλεγχος των επικοινωνιών δημιουργούν ένα επικερδές πεδίο στην αγορά λογισμικού και υπηρεσιών, με τους μονοπωλιακούς «παίκτες» του κλάδου να «στριμώχνονται» ήδη εδώ και καιρό για να περάσουν την «πόρτα» του κέρδους. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το ότι ο Κανονισμός έχει απασχολήσει ποικιλοτρόπως και στο παρελθόν: Πίσω στο 2023, από κοινή έρευνα 7 πρακτορείων ενημέρωσης αποκαλύφθηκαν οι δεσμοί που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ μελών του Ευρωκοινοβουλίου που είναι υπεύθυνοι για τον Κανονισμό για τη Σεξουαλική Κακοποίηση Παιδιών (CSA) και εταιρειών τεχνολογίας, ως προς την προώθηση και χρηματοδότηση των προβλεπόμενων εφαρμογών ενσωμάτωσης παρακολούθησης, κυρίως μέσω τεχνολογιών AI που αναπτύσσει η εταιρεία «Thorn». Μάλιστα η συγκεκριμένη εταιρεία παρουσιάζεται ως ΜΚΟ, ωστόσο πουλάει τις τεχνολογίες της μεταξύ άλλων και στις αμερικανικές Ενοπλες Δυνάμεις.
Ολα τα παραπάνω κάθε άλλο παρά τυχαία είναι την ώρα που βαθαίνει η καταστολή και επιχειρείται να χειραγωγηθεί η λαϊκή συνείδηση, να «φιμωθεί» η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην πολιτική του κέρδους της ΕΕ, στα πολεμοκάπηλα σχέδια της λυκοσυμμαχίας, στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς που εξυφαίνουν οι αστικές κυβερνήσεις κάθε λεπτό που περνάει, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί το καπιταλιστικό κέρδος πάση θυσία.
Στο πλαίσιο αυτό γιγαντώνεται η επίθεση σε βάρος των λαών, των εργαζομένων και της νεολαίας, και με τη μορφή της μαζικής παρακολούθησης, αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες προς αυτήν την κατεύθυνση.
Το KKE είχε ήδη αναδείξει από το 2021 τον πραγματικό χαρακτήρα του CSA - «Chat Control», καταψηφίζοντας την Οδηγία 2021/1232 σχετικά με τη «Χρήση τεχνολογιών για την επεξεργασία δεδομένων με σκοπό την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο», τον προπομπό του Κανονισμού «Chat Control». Την εν λόγω Οδηγία είχαν ψηφίσει στο Ευρωκοινοβούλιο οι βουλευτές των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ελ. Λύσης και Χρυσής Αυγής. Τέτοιοι Κανονισμοί - Οδηγίες αποτελούν μία ακόμα τρανή απόδειξη της αντιδραστικής κατεύθυνσης στην οποία αξιοποιούνται οι εφαρμογές της τεχνολογίας στο έδαφος του καπιταλισμού. Ωστόσο, υπάρχει κι άλλος δρόμος. Η διέξοδος βρίσκεται στη συλλογική και οργανωμένη πάλη για την ανατροπή του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, που ψάχνει συνεχώς νέα «εργαλεία» για να βάλει στο χέρι τις λαϊκές συνειδήσεις, και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού, εκεί όπου η τεχνολογία δεν θα αποτελεί πεδίο φακελώματος και λογοκρισίας, αλλά αντίθετα θα εναρμονίζεται πλήρως με τις ολοένα και διευρυνόμενες κοινωνικές ανάγκες.