Το «Απόσπασμα 201» αποτυπώνει την απογείωση της συνεργασίας ανάμεσα στον στρατό και τα μονοπώλια της τεχνολογίας αιχμής, σε συνθήκες κλιμάκωσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών
Τα στελέχη των ομίλων της τεχνολογίας ορκίζονται αξιωματικοί του αμερικανικού στρατού |
Στις 13 Ιουνίου, ο αμερικανικός στρατός ανακοίνωσε τη δημιουργία του «Αποσπάσματος 201», γνωστού και ως «Executive Innovation Corps» (Σώμα Εκτελεστικής Καινοτομίας), το οποίο περιγράφει ως «μια νέα πρωτοβουλία που αποσκοπεί στη συγχώνευση της τεχνογνωσίας αιχμής με τη στρατιωτική καινοτομία».
«Το "Απόσπασμα 201" είναι μια προσπάθεια προσέλκυσης ανώτερων στελεχών του τεχνολογικού τομέα, για να υπηρετήσουν με μερική απασχόληση στην Εφεδρεία του Στρατού ως ανώτεροι σύμβουλοι», αναφέρει η ανακοίνωση και προσθέτει:
«Σε αυτόν τον ρόλο, θα εργαστούν σε στοχευμένα, έργα για να βοηθήσουν στην καθοδήγηση γρήγορων και επεκτάσιμων τεχνολογικών λύσεων σε σύνθετα προβλήματα. Φέρνοντας την τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα στο στρατό, το "απόσπασμα 201" ενισχύει προσπάθειες όπως η "πρωτοβουλία αναμόρφωσης του Στρατού", η οποία στοχεύει να κάνει τις ένοπλες δυνάμεις πιο ευέλικτες, πιο έξυπνες και πιο αποτελεσματικές».
Οι τέσσερις νέοι αξιωματικοί είναι διευθύνοντες σύμβουλοι των τριών κολοσσών. Η ορκωμοσία τους «είναι μόνο η αρχή μιας μεγαλύτερης αποστολής που έχει ως στόχο να εμπνεύσει περισσότερους επαγγελματίες του τεχνολογικού τομέα να υπηρετήσουν χωρίς να εγκαταλείψουν την καριέρα τους, δείχνοντας στη νέα γενιά πώς μπορούν να κάνουν τη διαφορά φορώντας τη στολή», αναφέρει ο αμερικανικός στρατός.
Οι «Meta» και «OpenAI» είναι γνωστές ως ιδιοκτήτριες των Facebook/Instagram και ChatGPT αντίστοιχα. Ωστόσο, έχουν αναπτύξει στενή συνεργασία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, προκειμένου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και για τις ανάγκες του αμερικανικού στρατού. Η διαβόητη «Palantir» εστιάζει ιδιαίτερα σε πελάτες όπως οι ένοπλες δυνάμεις, οι κυβερνητικές υπηρεσίες και τα υπουργεία, οι μυστικές υπηρεσίες.
Η μετοχή της «Palantir» έχει μακράν την καλύτερη απόδοση του χρηματιστηριακού δείκτη S&P 500 για το έτος, σε μεγάλο βαθμό χάρη στα τεράστια συμβόλαια που έχει υπογράψει με την κυβέρνηση Τραμπ. Είναι εταιρεία λογισμικού, που δημιουργεί πλατφόρμες συλλογής, σύνδεσης και ανάλυσης δεδομένων. Χρηματοδοτήθηκε από την ίδρυσή της, το 2003, από τον επενδυτικό βραχίονα της CIA, την «In-Q-Tel», η οποία δαπάνησε συνολικά πάνω από 300 εκατ. δολάρια στην «Palantir», και για χρόνια παρέμεινε ο μοναδικός της πελάτης.
Οι περιγραφές των προϊόντων της «Palantir» είναι κάπως ασαφείς. Σύμφωνα με τον συνιδρυτή της εταιρείας, Alex Carp, η «Palantir» «είναι εδώ για να αναστατώσει (...) και όταν είναι απαραίτητο, να τρομάξει τους εχθρούς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να τους σκοτώσει». Σε συνέντευξη, είπε: «Αυτή είναι μια εταιρεία που δημιουργήθηκε για δύσκολες εποχές. Οι δύσκολες εποχές είναι πολύ καλές για την "Palantir", επειδή δημιουργούμε προϊόντα (...) που είναι κατασκευασμένα για τον κίνδυνο».
Τα τελευταία χρόνια, η «Palantir» έχει αναδειχθεί σε κυρίαρχη εταιρεία στον χώρο της συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών. Πλέον, απολαμβάνει απεριόριστη πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα πολιτών στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και αλλού. Στο πελατολόγιό της εντάσσονται το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας, η CIA, η NSA, το FBI, η ICE και η Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων του αμερικανικού στρατού.
Σε αρκετές περιπτώσεις, έχει αναλάβει «έργα» του αμερικανικού στρατού που άλλες τεχνολογικές εταιρείες έχουν αρνηθεί ύστερα από αντιδράσεις εργαζομένων. Ετσι, η «Palantir» έχει αναπτύξει τη φήμη μιας εταιρείας που δεν αντιμετωπίζει τέτοια «ηθικά» διλήμματα. Αλλωστε, ο Carp είχε προειδοποιήσει τους υποψήφιους εργαζόμενους της εταιρείας: «Αν δεν αισθάνεστε άνετα να υποστηρίζετε τις νόμιμες προσπάθειες της Αμερικής και των συμμάχων της στο πλαίσιο του πολέμου, μην ενταχθείτε στην "Palanti,r"».
Η «Palantir» έχει συνάψει συμφωνίες με πολλούς από τους μεγαλύτερους επιχειρηματικούς ομίλους της τεχνολογίας. Για παράδειγμα, τον περασμένο Αύγουστο, ανακοίνωσε με τη «Μicrosoft» μια νέα συνεργασία, για την παροχή βελτιωμένων υπηρεσιών ανάλυσης και τεχνητής νοημοσύνης σε απόρρητα δίκτυα για κρίσιμες επιχειρήσεις εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.
«Πρόκειται για μια πρωτοποριακή, ολοκληρωμένο πακέτο τεχνολογιών που θα επιτρέπει σε κρίσιμες αποστολές εθνικής ασφάλειας να αξιοποιούν τα κορυφαία μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLM) της "Microsoft" μέσω της υπηρεσίας Azure OpenAI Service εντός των πλατφορμών τεχνητής νοημοσύνης της "Palantir" σε κυβερνητικά και απόρρητα περιβάλλοντα cloud της "Microsoft"», ανέφεραν οι δύο εταιρείες σε κοινή ανακοίνωση.
Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε την ημέρα που ο αμερικανικός στρατός αποκάλυψε την δημιουργία του «αποσπάσματος 201», ο Shyam Sankar, Διευθύνων Σύμβουλος Τεχνολογίας της «Palantir», εξήγησε τους λόγους που η αμερικανική κυβέρνηση θέλει να αξιοποιήσει ο στρατός τις «τεχνικές ικανότητες» των τεχνολογικών κολοσσών.
Ο διευθυντής της «Palantir» ανέφερε ότι οι επιχειρήσεις όπως αυτή με τους βομβητές της Μοσάντ, που σκότωσε δεκάδες αξιωματικούς της λιβανέζικης Χεζμπολάχ, και η πρόσφατη επίθεση της Ουκρανίας σε στρατηγικές αεροπορικές βάσεις της Ρωσίας με drones κρυμμένα σε κοντέινερ, είναι επιθέσεις που «αποδεικνύουν ότι η τεχνολογία έχει αλλάξει, για άλλη μια φορά, το πεδίο της μάχης» και ότι «ο στρατός μας πρέπει να αλλάξει μαζί της».
«Πριν από μια δεκαετία, θα ήταν αδιανόητο τόσοι πολλοί τεχνολογικοί κολοσσοί να συμμαχήσουν ανοιχτά με τον αμερικανικό στρατό», έγραψε. «Ομοίως, θα ήταν ασυνήθιστο για τον στρατό να ζητήσει την υποστήριξη της επιχειρηματικής ελίτ της χώρας, πόσο μάλλον να δημιουργήσει ένα ειδικό σώμα, ώστε να μπορεί να αξιοποιήσει τα τεχνικά ταλέντα του στην υπηρεσία της κυβέρνησης».
Τι είναι όμως αυτό που έκανε πραγματικότητα όλα αυτά που πριν από δέκα χρόνια ήταν αδιανόητα; Η δημιουργία της τεχνολογικής ομάδας ήταν «απαραίτητη», όπως υπογράμμισε ο Sankar, λόγω μιας γεωπολιτικής «μεγάλης αλλαγής», στην οποία «οι πόλεμοι στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή και, πάνω απ' όλα, η απειλή ενός πολέμου στον Ειρηνικό» έχουν «εστιάσει την προσοχή της χώρας και έχουν ξεκινήσει μια προσπάθεια κινητοποίησης».
Η ανάπτυξη και η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στα πεδία του ιμπεριαλιστικού πολέμου και των μυστικών υπηρεσιών αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μάχης για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ΗΠΑ, όπως και οι ευρωατλαντικοί τους σύμμαχοι έχουν επιταχύνει τις προσπάθειές τους σε διάφορους τομείς, με αιχμή του δόρατος την ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης, προχωρώντας σε νέες επενδύσεις για την ενσωμάτωσή τους στην ανάπτυξη όπλων, συστημάτων πρόβλεψης πολέμου και κυβερνοασφάλειας.
Οι νέες τεχνολογίες, που αναπτύσσονται υπό τον έλεγχο των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, «ενδυναμώνουν» τους ιμπεριαλιστές και τους στρατούς τουςμ την ώρα που αυτοί προετοιμάζονται εντατικά για μια γενικευμένη ανάφλεξη, στη μάχη για την πρωτοκαθεδρία.
Τα βήματα ενσωμάτωσης όλο και περισσότερων κλάδων στην οικονομία του πολέμου αποτελούν καμπανάκι κινδύνου για τους λαούς. Κάνουν ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη να δυναμώσει η πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, στο καπιταλιστικό σύστημα γενικότερα που αναπτύσσει την έρευνα και την τεχνολογία με κριτήριο το κέρδος και τις ανάγκες των πολεμικών μηχανών.