Βρετανία και ΕΕ έσπευσαν να ταχθούν υπέρ των αμερικανικών βομβαρδισμών, έστω και με διαφορετικές «αποχρώσεις», ξεκαθαρίζοντας πως δεν πρέπει να επιτραπεί στο Ιράν να αναπτύξει πυρηνικά όπλα - την ίδια ώρα που φυσικά δεν λένε κουβέντα για τα πυρηνικά όπλα του ισραηλινού κράτους - δολοφόνου.
Αντίθετα, Κίνα και Ρωσία «καταδικάζουν έντονα» τις επιθέσεις των ΗΠΑ και δεν αρνούνται μια κατάσταση, όπου το Ιράν θα έχει πυρηνικό πρόγραμμα.
Είναι ενδεικτικό πως ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Αμπάς Αραγτσί, γνωστοποίησε ότι θα συναντηθεί σήμερα με τον Ρώσο Πρόεδρο, Βλ. Πούτιν, στη Μόσχα για «σοβαρές διαβουλεύσεις».
Ο δε αναπληρωτής επικεφαλής του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας και πρώην Πρόεδρος της χώρας, Ντμ. Μεντβέντεφ, σε ανάρτησή του θέτει θέμα ετοιμότητας από σειρά κρατών να παράσχουν δικά τους πυρηνικά όπλα στο Ιράν...
Την ίδια ώρα, αραβικά και ισλαμικά κράτη τονίζουν τον κίνδυνο επέκτασης της σύγκρουσης και χωρίς να καταδικάζουν ευθέως τις αμερικανικές επιθέσεις καλούν τη διεθνή κοινότητα να σταματήσει την επιθετικότητα του Ισραήλ.
Στη Βρετανία, κυβέρνηση (Εργατικοί) και αντιπολίτευση (Συντηρητικοί, Φάρατζ) υποστήριξαν πλήρως τις επιθέσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράν, ενώ το Λονδίνο είχε ενημερωθεί από την Ουάσιγκτον για αυτές πριν πραγματοποιηθούν.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κ. Στάρμερ, δήλωσε απροκάλυπτα ότι «δεν μπορεί ποτέ να επιτραπεί στο Ιράν να αναπτύξει πυρηνικά όπλα και οι ΗΠΑ έχουν λάβει μέτρα για να μετριάσουν αυτήν την απειλή». «Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή παραμένει ασταθής και η σταθερότητα στην περιοχή αποτελεί προτεραιότητα», πρόσθεσε και κάλεσε το Ιράν «να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να καταλήξει σε διπλωματική λύση».
Ο υπουργός Επιχειρήσεων και Εμπορίου, Τζ. Ρέινολντς, δήλωσε στο «Sky News» πως το Λονδίνο ήταν ενημερωμένο για την επίθεση της Ουάσιγκτον, αλλά δεν υπήρξε καμία εμπλοκή της Βρετανίας, καθώς δεν έλαβε αίτημα από τις ΗΠΑ, για να χρησιμοποιήσουν βρετανικές βάσεις, «το Ακρωτήρι (στην Κύπρο) ή τη Ντιέγκο Γκαρσία», στον Ινδικό Ωκεανό.
Παράλληλα, ξεκαθάρισε πως η βρετανική κυβέρνηση έχει κάνει εκτεταμένες προετοιμασίες για όλα τα ενδεχόμενα, όπως για την προστασία των βρετανικών υποδομών, των βρετανικών βάσεων, του βρετανικού προσωπικού, εάν χρειαστεί.
Σε «αυτοσυγκράτηση» και «αποκλιμάκωση» καλεί προκλητικά η ΕΕ, την ίδια ώρα που αναπαράγει όλη την «επιχειρηματολογία», με την οποία οι σύμμαχοί της ΗΠΑ και Ισραήλ σπρώχνουν στον όλεθρο τη Μέση Ανατολή.
Η επικεφαλής Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Κ. Κάλας, χωρίς να αναφερθεί άμεσα στις αμερικανικές επιθέσεις, τόνισε πως «δεν πρέπει να επιτραπεί στο Ιράν να αναπτύξει πυρηνικά όπλα, καθώς αυτό θα αποτελούσε απειλή για τη διεθνή ασφάλεια» και κάλεσε «όλες τις πλευρές να κάνουν ένα βήμα πίσω, να επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να αποτρέψουν περαιτέρω κλιμάκωση».
«Καλώ όλα τα μέρη να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και την πυρηνική ασφάλεια. Η διπλωματία παραμένει ο μόνος τρόπος για ειρήνη και ασφάλεια στη Μέση Ανατολή», ανέφερε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντ. Κόστα.
«Ηταν θεμιτό να εμποδιστεί η Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικό όπλο και οι ΗΠΑ ένιωσαν προφανώς υποχρεωμένες να κάνουν αυτό το βήμα», δήλωσε ο Γερμανός ΥΠΕΞ, Γ. Βάντεφουλ στη γερμανική δημόσια τηλεόραση ARD.
Ο Γερμανός καγκελάριος, Φρ. Μερτς, σε έκτακτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ασφαλείας κάλεσε «το Ιράν να αρχίσει άμεσα διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ» και σημείωσε πως το Βερολίνο δεν είχε ενημερωθεί από πριν για τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς.
«Η Γαλλία έλαβε γνώση, με ανησυχία, των επιθέσεων που εξαπέλυσαν οι ΗΠΑ κατά ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων και δηλώνει ότι ουδεμία συμμετοχή είχε τόσο στα χτυπήματα όσο και στο σχεδιασμό τους», δήλωσε ο Γάλλος ΥΠΕΞ, Ζαν Νοέλ Μπαρό.
Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, συγκάλεσε χθες βράδυ το Συμβούλιο Αμυνας και Εθνικής Ασφάλειας με αντικείμενο τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ενώ είχε επικοινωνίες με ηγέτες κρατών της ΕΕ και της Μέσης Ανατολής.
Χτες πραγματοποιήθηκαν επίσης διαβουλεύσεις μεταξύ του Φρ. Μερτς, του Εμ. Μακρόν, του Κιρ Στάρμερ, και της Ιταλίδας πρωθυπουργού, Τζ. Μελόνι.
«Ανησυχούμε πολύ, η στρατιωτική απάντηση κινδυνεύει να προκαλέσει μια ιδιαίτερα επικίνδυνη κορύφωση της έντασης. Τη στιγμή αυτή, πρέπει να καταφέρει να υπερισχύσει η διπλωματία», δήλωσε ο Ιταλός ΥΠΕΞ, Αντ. Ταγιάνι.
Υπέρ των επιθέσεων των ΗΠΑ και του Ισραήλ κατά του Ιράν τάσσεται το καθεστώς του Κιέβου, με το ουκρανικό ΥΠΕΞ να αναφέρει ότι οι επιθέσεις αυτές «στέλνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα στο ιρανικό καθεστώς: Το μήνυμα ότι δεν γίνεται αποδεκτή η συνέχιση της πολιτικής αποσταθεροποίησης της ασφάλειας στη Μέση Ανατολή». Στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται ότι το Ιράν είναι χορηγός στρατιωτικής βοήθειας στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα καταδίκασαν «έντονα» τις αμερικανικές επιθέσεις κατά του Ιράν, που είναι βασικός τους εταίρος στη Μέση Ανατολή και στους σχεδιασμούς περί «ευρασιατικής ολοκλήρωσης». Στο Ιράν και την ευρύτερη περιοχή κρίνεται τόσο ο κινεζικός «δρόμος του μεταξιού», όσο και ο ρωσικός «Διάδρομος Βορρά - Νότου».
«Η ανεύθυνη απόφαση για πυραυλικές και βομβαρδιστικές επιθέσεις στο έδαφος ενός κυρίαρχου κράτους, ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν, παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο», τόνισε το ρωσικό ΥΠΕΞ και ζήτησε «τον τερματισμό της επιθετικότητας και την αύξηση των προσπαθειών για τη δημιουργία συνθηκών για την επιστροφή σε μια πολιτική και διπλωματική οδό».
Ο δε Ντμ. Μεντβέντεφ, αφού εκτίμησε ότι οι κρίσιμες ιρανικές πυρηνικές υποδομές φαίνεται να έχουν υποστεί ελάχιστες ως καθόλου ζημιές από τις αμερικανικές επιθέσεις, επισήμανε ότι «ο εμπλουτισμός πυρηνικών υλικών - και, τώρα μπορούμε να το πούμε ευθέως, η μελλοντική παραγωγή πυρηνικών όπλων - θα συνεχιστεί».
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «μια σειρά χωρών είναι έτοιμες να προμηθεύσουν απευθείας το Ιράν με τις δικές τους πυρηνικές κεφαλές».
«Η Κίνα καταδικάζει έντονα τις επιθέσεις των ΗΠΑ στο Ιράν και τους βομβαρδισμούς πυρηνικών εγκαταστάσεων που λειτουργούν υπό τις διασφαλίσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας», ανακοίνωσε χτες το κινεζικό ΥΠΕΞ.
«Οι ενέργειες των ΗΠΑ παραβιάζουν σοβαρά τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του διεθνούς δικαίου και έχουν επιδεινώσει τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή», σημειώνει το Πεκίνο και «καλεί τα εμπλεκόμενα μέρη της σύγκρουσης, και ιδιαίτερα το Ισραήλ, να καταλήξουν σε κατάπαυση του πυρός το συντομότερο δυνατό» και να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις.
Μάλιστα, η Κίνα δήλωσε «έτοιμη» παίξει ρόλο στις συνομιλίες για «αποκατάσταση της ειρήνης και της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή».
Σε ό,τι αφορά στις αντιδράσεις από κράτη του Κόλπου για τις αμερικανικές επιθέσεις, «βαραίνει» το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν μεγάλη επιρροή και διατηρούν στενές οικονομικές σχέσεις και στρατιωτική παρουσία στην περιοχή, με βάσεις στο Κουβέιτ, στο Ιράκ, στο Κατάρ, στο Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Το Κατάρ, το οποίο διαδραματίζει ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, προειδοποίησε ότι «η επικίνδυνη κλιμάκωση στην περιοχή μπορεί να επιφέρει καταστροφικές συνέπειες τόσο σε περιφερειακό, όσο και σε διεθνές επίπεδο», καλώντας «όλα τα μέρη να επιδείξουν σύνεση, αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν κάθε νέα κλιμάκωση».
Η Σαουδική Αραβία εξέφρασε «μεγάλη ανησυχία» μετά τα αμερικανικά πλήγματα και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να αυξήσει τις προσπάθειες σ' αυτές τις «τόσο ευαίσθητες συνθήκες» για την επίτευξη μιας πολιτικής λύσης.
Το Ομάν, το οποίο συμμετέχει στη διαμεσολάβηση μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, καταδίκασε «αυτήν την παράνομη επίθεση» και καλεί σε «άμεση αποκλιμάκωση», προσθέτοντας ότι «η δράση που ανελήφθη από τις ΗΠΑ απειλεί να διευρύνει την έκταση του πολέμου και αποτελεί σοβαρή παραβίαση του διεθνούς δικαίου».
Η Τουρκία εξέφρασε «βαθιά ανησυχία» για τις «πιθανές συνέπειες της επίθεσης των ΗΠΑ κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν» υπογραμμίζοντας ότι «ενδέχεται να οδηγήσουν σε παγκόσμια κλιμάκωση την περιφερειακή σύγκρουση». Σε ανακοίνωσή του, το τουρκικό ΥΠΕΞ κάλεσε «όλα τα μέρη να ενεργήσουν με υπευθυνότητα και να τερματίσουν αμέσως τις επιθέσεις».
Ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας, που συνεδρίασε χτες στην Κωνσταντινούπολη ανακοίνωσε ότι θα συστήσει μια υπουργική ομάδα επαφής για την καθιέρωση τακτικών επαφών με περιφερειακούς και διεθνείς «παίκτες», με στόχο «την υποστήριξη των προσπαθειών αποκλιμάκωσης» και τον «τερματισμό της επιθετικότητας κατά του Ιράν».
Η 57μελής ομάδα καταδίκασε «την επιθετικότητα του Ισραήλ» και τόνισε «την επείγουσα ανάγκη να σταματήσουν οι ισραηλινές επιθέσεις και τη μεγάλη ανησυχία τους σχετικά με αυτήν την επικίνδυνη κλιμάκωση», ενώ είναι χαρακτηριστικό της γεωπολιτικής επιρροής των ΗΠΑ ότι στην κοινή ανακοίνωση δεν αναφέρονται οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί.