Στα όρια της επιβίωσης βρίσκεται η συντριπτική πλειοψηφία των μικρών κτηνοτρόφων της χώρας, πολλοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εκμεταλλεύσεις τους και την ίδια στιγμή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ακολουθώντας την πάγια κυβερνητική τακτική, προβαίνει σε επικοινωνιακού τύπου ανακοινώσεις, «αραδιάζοντας» λίστες με εκατομμύρια ευρώ που έχουν «χορηγηθεί» στους παραγωγούς.
Η κυβέρνηση κάνει σαν να μην γνωρίζει τίποτε για το κόστος παραγωγής, ιδιαίτερα των ζωοτροφών, τίποτε για τις περικοπές στις επιστροφές ΕΦΚ πετρελαίου και ΦΠΑ, τίποτε για τη μείωση των τιμών παραγωγού στα κτηνοτροφικά προϊόντα. Για παράδειγμα, είναι ενδεικτικά τα επίσημα στοιχεία του Ελληνικού Οργανισμού Γάλακτος και Κρέατος (ΕΛΟΓΑΚ) σύμφωνα με τα οποία μέσα σε μια δεκαετία οι επτά στους δέκα αγελαδοτρόφους - γαλακτοπαραγωγούς εγκατέλειψαν το επάγγελμά τους. Από τους 12.402 αγελαδοτρόφους το 2001 φτάσαμε στους 3.932 το 2012, ενώ το 2009 ο συνολικός τους αριθμός ήταν 4.561 και όλες οι ενδείξεις αναφέρουν ότι η μείωση θα συνεχιστεί και το έτος που διανύουμε.
Είναι ακριβώς η δράση των μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στον αγροτοδιατροφικό τομέα της χώρας μας και οι ασφυκτικές συνθήκες που δημιουργούνται για τους μικρούς παραγωγούς η μοναδική αιτία εγκατάλειψης των εκμεταλλεύσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εγχώρια παραγωγή τροφίμων, την επάρκεια σε κρέας και γάλα και το ξεκλήρισμα των ίδιων. Απ' ό,τι φαίνεται, τα μηνύματα για τον αναβρασμό που επικρατεί στην ελληνική ύπαιθρο φτάνουν στην έδρα του υπουργείου, η πολιτική του ηγεσία θεωρεί σκόπιμο να ρίχνει «στάχτη στα μάτια» στους κατοίκους των πόλεων κατά κύριο λόγο απαριθμώντας ποσά με τα οποία υποτίθεται ότι ενισχύεται η κτηνοτροφία, την ίδια στιγμή που συνεχίζει την πολιτική ενίσχυσης των μονοπωλίων. Ομως με τέτοια φτηνά επικοινωνιακά κόλπα, δεν πρόκειται να κάμψει τους επερχόμενους αγώνες των μικρομεσαίων κτηνοτρόφων.
Σε... κυρίαρχο ζήτημα της Παιδείας ανήγαγαν αυτές τις μέρες τα ΜΜΕ τις δηλώσεις της βουλευτή της ΔΗΜΑΡ Μ. Ρεπούση ότι το μάθημα των θρησκευτικών δεν έχει θέση στο σχολείο. Πράγμα που αποτελεί πρόκληση, τη στιγμή που ετοιμάζεται να εφαρμοστεί μια νέα σοβαρή αντιδραστική τομή στην εκπαίδευση μέσα από το νομοσχέδιο για το νέο λύκειο και την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση.
Σήμερα, το σχολείο έχει «εμπλουτιστεί» με ευρωπαϊκά προγράμματα που στοχεύουν στην προπαγάνδα και όχι στη μόρφωση, οι επιχειρήσεις κάνουν μάθημα στους πελάτες τους και τους υπαλλήλους τους, η καλλιέργεια της «επιχειρηματικότητας» προβάλλεται σαν ένας από τους στόχους του σχολείου όχι απλά σαν μάθημα, ακόμα και οι επιστήμες κόβονται και ράβονται στα μέτρα του συστήματος. Ολη η δομή και λειτουργία του υποτάσσεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων για εργατικό δυναμικό με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Για τις σοβαρές αυτές προσαρμογές στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων κουβέντα δε λένε όσοι στηρίζουν αυτό το σύστημα.
Το τι Παιδεία παρέχεται και για ποιον είναι θεμελιώδες ερώτημα και σήμερα οι απαντήσεις είναι: Παιδεία που οδηγεί στην ημιμάθεια και την αμορφωσιά, Παιδεία για τις ανάγκες κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου. Ο λαός δεν μπορεί να αφήνει να τον αποπροσανατολίζουν μικροπολιτικά - επικοινωνιακά παιχνίδια από το στόχο για μία Παιδεία που θα υπηρετεί τις ανάγκες του, θα είναι πραγματικά σύγχρονη στη μορφή και στο περιεχόμενο και καθολική.