Πάνω στη σκηνή οι χορευτές πάσχιζαν να χορέψουν σε μια σκηνή που δεν έχει τις προδιαγραφές για χορό! Κάτω στη σάλα και στους εξώστες, οι θεατές έδιναν τη δική τους μάχη για να βλέπουν. Η κλίση του εδάφους και η τοποθέτηση των καθισμάτων έκανε την παρακολούθηση σχεδόν αδύνατη. Οταν οι χορευτές έφευγαν από τη μια άκρη να πάνε στην άλλη, όπως απαιτούσε η χορογραφία, στη σάλα και στους εξώστες γινόταν ο χαλασμός. Τα μπροστινά κεφάλια εμπόδιζαν τους πίσω θεατές να παρακολουθήσουν ολόκληρη τη διαδρομή. Φυσικά, τους μπροστινούς θεατές τους εμπόδιζαν οι πιο μπροστινοί και πάει λέγοντας. Μόνον αυτοί της πρώτης σειράς λογίζονταν τυχεροί. Λέω λογίζονταν, γιατί και αυτοί είχαν το δικό τους (άλλο) μαρτύριο. Επρεπε να έχουν τα κεφάλια τους ριγμένα ολόκληρα πίσω, να κοιτάζουν, περίπου, όπως κοιτάζουμε τα αστέρια ή τους ουρανοξύστες, γιατί η σκηνή ήταν πολύ ψηλότερη από τα μάτια τους. Και το χειρότερο γι' αυτούς ήταν πως έβλεπαν τους χορευτές από τα γόνατα και πάνω. Οι γάμπες και τα πέλματα, εκεί που γίνεται η περισσότερη «δουλιά» στο χορό, δε φαίνονταν. Το μπροστινό μέρος της σκηνής έκοβε τα ποδάρια των χορευτών! Τους πιο πίσω χορευτές, τους έκοβε στη μέση. Και τους ακόμα πιο πίσω στο στήθος. Τους προτελευταίους στα κεφάλια. Τους τελευταίους δεν τους έβλεπαν καθόλου.
Χορευτές με κομμένα ποδάρια! Με κομμένες μέσες! Χωρίς κεφάλια! `Η τελείως εξαφανισμένους! Αντιλαμβάνεστε το θέαμα! Αφήστε τους θεατές που είχαν την ατυχία να τους τοποθετήσουν στις πλάγιες θέσεις. Ετούτοι δεν έβλεπαν όλα τα δρώμενα. Εβλεπαν από τη μέση της σκηνής και την απέναντί τους πλευρά. Η πλευρά που ήταν προς το μέρος τους ήταν σαν να μην υπήρχε. Και, ωστόσο, στη σκοτεινή γι' αυτούς πλευρά της σκηνής, συμβαίνανε δραματικά χορευτικά γεγονότα. Τα οποία οι ίδιοι έπρεπε να τα φανταστούν ή να τα συμπεράνουν από τις κινήσεις των χορευτών που ήταν μέσα στο οπτικό τους πεδίο, αν, βέβαια, η χορογραφία προέβλεπε «αντιδράσεις» στην ορατή πλευρά της σκηνής. Οταν δεν προέβλεπε, και οι φανεροί χορευτές έμεναν ακίνητοι, οι πλαϊνοί θεατές γύριζαν προς τους θεατές του κέντρου και προσπαθούσαν από τις αντιδράσεις τους να καταλάβουν τι περίπου γίνεται στη σκηνή. Και επειδή τα συναισθήματα των θεατών ποικίλλουν, ανάλογα με τις εμπειρίες και τις γνώσεις του βλέπει ο καθένας, οι πλαϊνοί θεατές ήταν αδύνατο να καταλήξουν σε κάποιο συμπέρασμα.
Με λίγα λόγια, προσπαθώ να σας πω πως, τελικά, όσοι βρεθήκαμε στις παραστάσεις του μπαλέτου της Λυρικής, στο Θέατρο «Ακροπόλ», χορευτές και θεατές, μισά πράγματα κάναμε και μισά πράγματα είδαμε. Και, σκεφτείτε. Το ζητούμενο στην Τέχνη είναι η τελειότητα! Ο χορευτής πρέπει να χορεύει απερίσπαστος. Πάνω σε σανίδι φιλικό για τα πέλματά του. Σε σκηνή που να επιτρέπει τα ανοίγματά του. Να διευκολύνει τα πετάγματά του στον αέρα. Τις στροφές του. Τα άλματά του.
Το ίδιο απερίσπαστος πρέπει να είναι και ο θεατής. Να ακούει και να βλέπει σωστά. Να μην τον ενοχλεί τίποτα. Να μπορεί να επικοινωνεί με όλες τις λεπτομέρειες των χορευτών, των μουσικών, των φωτισμών, των σκηνικών, των κοστουμιών. Να μπορεί να χαρεί την ατμόσφαιρα...
Γιατί δεν έχουμε θέατρα με τις απαιτούμενες προδιαγραφές; Δε θα σας το πω εγώ, θα μας το πει, με το δικό της τρόπο, μια ταξιθέτρια που ρώτησα. «Γιατί, κύριε, η άρχουσα τάξη, και μαζί της και αυτοί που την υπηρετούν, δεν έρχονται ποτέ στο θέατρο. Και γιατί μισούν το λαό που, παρόλη την ακρίβεια και την έλλειψη παιδείας, έρχεται! Είδες ποτέ κάποιον της οικονομικής ολιγαρχίας, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό, τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την πρόεδρο της Βουλής (τον υπουργό Πολιτισμού δε θέλω ούτε καν να τον σχολιάσω), να πηγαίνουν στο θέατρο, να έρχονται στη Λυρική; Ο χώρος που ετούτοι διασκεδάζουν είναι τα νυχτομάγαζα ή οι βίλες στη Μύκονο και στην Πάρο. Και τα κότερα, βέβαια! Και οι ταβέρνες, φυσικά, για κάνα κοψίδι! Εκεί φρόντισαν και για την ακουστική, και για την οπτική, και για το στομάχι τους! Προπαντός γι' αυτό! Είμαστε άτυχοι, κύριε! Εδώ στην Ελλάδα, είμαστε διπλά άτυχοι! Γιατί δεν είχαμε ούτε καν την "τύχη" της υπόλοιπης Ευρώπης, που γνώρισε την παλιά άρχουσα τάξη, η οποία διασκέδαζε με αρκετό, για την εποχή της, γούστο. Και, ακριβώς, γιατί επιθυμούσε να διασκεδάζει καλύτερα, έφτιαχνε και ανετότερα θέατρα. Τα οποία μείνανε στους πολίτες των χωρών τους. Εμείς, δυστυχώς, περάσαμε από τον γνωστό Μεσαίωνα στον Μεσαίωνα των νεόπλουτων. Η δική μας άρχουσα τάξη και οι υπηρέτες της, ανάμεσα στα άλλα κακά, είναι κακόγουστοι, να μην πω και αμόρφωτοι»!
Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ