Το γεγονός ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα προέρχονται στο μεγαλύτερο μέρος τους από τη φορολογία, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη αντίδραση των καπιταλιστών για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), που σύμφωνα με την «Αλφα Μπανκ» είναι βαρίδι και αντικίνητρο για την καπιταλιστική ανάπτυξη και αποθαρρύνει τις επενδύσεις, άνοιξε νέο γύρο αντιπαράθεσης στο πλαίσιο του αστικού πολιτικού συστήματος για την αναγκαιότητα διαμόρφωσης φορολογικού συστήματος «δικαιοσύνης». Για τους καπιταλιστές, βεβαίως, «φορολογική δικαιοσύνη» σημαίνει φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο, ως έναν παράγοντα για να κάνουν επενδύσεις, αφού οι φοροαπαλλαγές συμβάλλουν στην αύξηση της κερδοφορίας. Βεβαίως, οι αστοί στην προπαγάνδα τους προβάλλουν και το γεγονός ότι η φοροληστεία των φτωχών λαϊκών νοικοκυριών είναι αβάσταχτη προκειμένου να ενισχύσουν τη δική τους διεκδίκηση για τεράστιες φοροαπαλλαγές. Πράγματι, τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι «αιματοβαμμένα» από τη φοροσφαγή των εργαζομένων και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, είναι αποτέλεσμα μέτρων όπως η κατάργηση του αφορολόγητου ορίου για τις λαϊκές οικογένειες, η κατάργηση της γκάμας των ελαφρύνσεων για τις δαπάνες διαβίωσης και για τα προστατευόμενα παιδιά, το χαράτσωμα των αυτοαπασχολούμενων με 26% από το πρώτο ευρώ εισοδήματος κ.ά. Η φοροληστεία των λαϊκών στρωμάτων είναι το άλλοθι των αστών για την προώθηση των δικών τους σχεδίων, άλλωστε, η κυβέρνηση τους έχει υποσχεθεί φοροαπαλλαγές. Και σ' αυτή τη ρότα συμβάλλει τα μέγιστα ο ΣΥΡΙΖΑ αφού λέει ότι «πλήττει τις δυνατότητες ανάπτυξης της οικονομίας».
Βεβαίως η κυβέρνηση ήδη προετοιμάζεται για κάποιες φοροαπαλλαγές (ελάχιστες τις εκτιμά ο ΣΥΡΙΖΑ, που προετοιμάζει τη δική του φορολογική πολιτική, χωρίς έως τώρα να λέει τίποτα το συγκεκριμένο, αλλά την εντάσσει στην αναγκαιότητα ενίσχυσης των επιχειρηματιών), ενόψει των διαπραγματεύσεων με την τρόικα αρχές Σεπτέμβρη. Και ο κουρνιαχτός της αστικής προπαγάνδας συμβάλλει ως πίεση σ' αυτήν την κατεύθυνση σε συνδυασμό με τη χειραγώγηση του λαού στην αστική πολιτική. Αλλά όλες οι διαχειριστικές συνταγές και «λύσεις» συγκαταλέγονται στο μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής που σχεδιάζεται για τη συνέχεια στη φάση της «ανάκαμψης», όπως λένε. Η όποια διαχείριση συμπιέζει τα λαϊκά εισοδήματα στις μυλόπετρες της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο, τα «αιματοβαμμένα» πρωτογενή πλεονάσματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς θα συνεχίζουν και σε συνθήκες ανάκαμψης και καπιταλιστικής ανάπτυξης. Μην ξεχνάμε τους ελέγχους της ΕΕ σε όλα τα κράτη - μέλη για πλεονάσματα. Ταυτόχρονα, θα συνεχίζεται η συρρίκνωση των κρατικών κονδυλίων που αφορούν στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών, για Υγεία, Πρόνοια, Παιδεία, κ.ά. Αυτή η πολιτική είναι αναγκαία για να δοθούν νέες φοροελαφρύνσεις στο κεφάλαιο, για παραπέρα μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλουν στα ταμεία των εργαζομένων, μειώσεις του ενεργειακού κόστους των βιομηχάνων, κρατικό χρήμα και επιδοτήσεις για κερδοφόρες επενδύσεις σε τμήματα του κεφαλαίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, έχει αποδείξει ότι είναι απόλυτα ενταγμένος στο κάδρο της διαχείρισης του κεφαλαίου και μάλιστα με ρόλο ενσωμάτωσης λαϊκών δυνάμεων, αφού, προβάλλοντας την ανάγκη φοροελάφρυνσής τους, «κλείνει το μάτι» στους επιχειρηματικούς ομίλους γιατί ετοιμάζει τις δικές τους φοροαπαλλαγές για την ενίσχυσή τους και την ανάπτυξη.
Απέναντι στη στρατηγική της ΕΕ και του κεφαλαίου, όπως και αν αυτή εξειδικεύεται σε κάθε φάση, για το λαό υπάρχει ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, που περνάει από την ανατροπή της δικτατορίας των μονοπωλίων, την αποδέσμευση από την ΕΕ, την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, με εργατική - λαϊκή εξουσία και το λαό ιδιοκτήτη του πλούτου που παράγει.