Αφρικανική έκδοση της υπόθεσης Πινοτσέτ;
Κυριακή 30 Γενάρη 2000

Associated Press

καθημερινές σχεδόν είναι οι πικετοφορίες στο Σαντιάγο ενάντια στην απελευθέρωση του Πινοσετ
NTAKAP.-

Η πολύκροτη υπόθεση Πινοτσέτ φαίνεται πως έχει ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου και για άλλους δικτάτορες. Χτες, εισαγγελέας δικαστηρίου της πρωτεύουσας της Σενεγάλης, Ντακάρ, ακροάστηκε τις καταθέσεις μαρτύρων και εκπροσώπων οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά του πρώην Αφρικανού ηγέτη, Χισέν Χάμπρε, που την περίοδο της δεκαετίας του '80 ήταν Πρόεδρος του Τσαντ. Οι ενάγοντες επιδιώκουν την παραπομπή του Χάμπρε σε δίκη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Οι καταθέσεις των μαρτύρων άρχισαν χτες, αρκετές ώρες αφότου ο ανώτατος εισαγγελέας της Σενεγάλης, Αμπντουλάγε Γκέιε, κοινοποίησε αργά το βράδυ της Πέμπτης πως ο πρώην δικτάτορας του Τσαντ «πρέπει να λογοδοτήσει σε μία σοβαρή υπόθεση».

Οπως καταγγέλλει ένας από τους μάρτυρες που κατέθεσαν χτες, ο 53χρονος Σαμουέλ Τογκότο, στα δύο χρόνια που έμεινε στη φυλακή τον είχαν δέσει χειροπόδαρα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε έμεινε παράλυτος. Μια μέρα του έδεσαν τα μάτια, τον οδήγησαν σε ανοιχτό τάφο και απείλησαν να τον ρίξουν μέσα, αν δεν ομολογήσει ότι πολεμά το καθεστώς του Χάμπρε. Ο Τογκότο κέρδισε τελικά την ελευθερία του, όταν ο Χάμπρε έφυγε από τη χώρα. «Αυτά που είδα στη φυλακή είναι υπεράνω της ανθρώπινης φαντασίας», δηλώνει. Ο Τογκότο, που βρίσκεται αυτές τις μέρες στο Ντακάρ, την πρωτεύουσα της Σενεγάλης, δεν είναι μόνος. Συνοδεύεται από άλλους έξι συμπατριώτες του, εκπροσωπώντας την «Ενωση Θυμάτων της Πολιτικής Καταστολής στο Τσαντ», που έχει καταθέσει αγωγή εναντίον του Χάμπρε.

Σύμφωνα με δικηγορικές πηγές, έως χτες τέσσερις πολίτες του Τσαντ κατέθεσαν ότι υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια κατά την περίοδο 1982-90, οπότε μονοπωλούσε την εξουσία της χώρας ο Χισάν Χάμπρε.

Ο πρώην δικτάτορας του Τσαντ ζει σήμερα εξόριστος σε μία βίλα στα περίχωρα του Ντακάρ, όπου από χτες αναφέρθηκε ότι έχουν σταλεί εκεί ισχυρές αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις, σε μια προσπάθεια να εμποδιστεί πιθανή προσπάθεια διαφυγής του Χάμπρε από τη Σενεγάλη.

Η κυβέρνηση του Προέδρου του Τσαντ, Ιντρις Ντέμπι, που ανέτρεψε τον Χάμπρε με πραξικόπημα («βοηθούμενο» από τους Γάλλους) το Δεκέμβρη του 1990, αρκέστηκε να ανακοινώσει: «Η παρούσα ενέργεια έχει τις ρίζες της σε όσα βήματα έκανε η κυβέρνηση της χώρας από το 1991». Στην ίδια κυβερνητική ανακοίνωση υπογραμμίζεται πως από το 1991 έχει συγκροτηθεί ποινικός φάκελος (με κατηγορίες για την αυτουργία 40.000 πολιτικών δολοφονιών και τουλάχιστον 200.000 υποθέσεων βασανισμού) κατά του Χάμπρε, σημειώνοντας πως έκτοτε, και παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις, οι αρχές της Σενεγάλης αρνήθηκαν την έκδοσή του στο Τσαντ ή την παροχή πληροφοριών και βοήθειας για τον επαναπατρισμό κλεμμένων χρημάτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων από τον πρώην δικτάτορα.

Μ' αυτή την κίνηση των οργανώσεων προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα απαντηθεί το καυτό ερώτημα: Κατά πόσον το νομικό προηγούμενο που έθεσε η Βρετανία, εξετάζοντας το αίτημα έκδοσης του Αουγκούστο Πινοτσέτ στην Ισπανία, μπορεί να έχει γενικότερη εφαρμογή.

Οι ενάγοντες ζητούν από τις αρχές της Σενεγάλης να συλλάβουν τον Χάμπρε, ο οποίος διέφυγε στη χώρα αυτή με 11 εκατομμύρια δολάρια στην τσέπη και ένα αεροπλάνο που ανήκε στη χώρα του. Παρά τις εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ή μάλλον ακριβώς γι' αυτό!) ο Χάμπρε έχαιρε της αμέριστης αμερικανικής υποστήριξης, επειδή ήταν αντίπαλος του Μουαμάρ Καντάφι. Ανατράπηκε το 1990 από τον σημερινό Πρόεδρο του Τσαντ Ιντρις Ντέμπι, ο οποίος τέθηκε στην αρχή επικεφαλής στρατιωτικής κυβέρνησης και στη συνέχεια διενήργησε εκλογές, τις οποίες κέρδισε.

Ενας άλλος πρώην δικτάτορας τον οποίο οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ελπίζουν να δουν στη φυλακή είναι ο Ιντι Αμίν, «αυτοκράτορας» της Ουγκάντας κατά τη δεκαετία του '70 και κατηγορούμενος ως ηθικός αυτουργός για 300.000 πολιτικές δολοφονίες. Ο Αμίν ζει σήμερα στη Σαουδική Αραβία.

Μια άλλη πτυχή του «συνδρόμου Πινοτσέτ»...

Οπως σημείωνε χτες χαρακτηριστικά σε σχετικό τηλεγράφημά του το ΑΠΕ, ο Βρετανός δημοσιογράφος Μαρκ Ερμπαν (διπλωματικός συντάκτης του BBC 2), πρόσθετε σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα «Εξπρές» μια άλλη εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διάσταση αυτού του θέματος.

Κατά την άποψη του Βρετανού δημοσιογράφου, για τις επιπτώσεις του «συνδρόμου Πινοτσέτ» δεν ανησυχούν μόνο οι Αφρικανοί δικτάτορες, αλλά και Δυτικοί ηγέτες, όπως οι Βρετανοί πρωθυπουργοί Μάργκαρετ Θάτσερ και Τόνι Μπλερ, ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους και ο νυν Μπιλ Κλίντον.

Η πρώην «Σιδηρά Κυρία» της Βρετανίας φέρεται μάλιστα να έχει ζητήσει τις συμβουλές έγκυρων νομικών σε σχέση με ταξίδια που πραγματοποιεί στο εξωτερικό. Ενας δικηγόρος της Αργεντινής, για παράδειγμα, θα μπορούσε να ζητήσει τη σύλληψη της Θάτσερ για τη βύθιση του καταδρομικού Μπελγκράνο, το 1982. Οι Λίβυοι θα μπορούσαν να προσφύγουν εναντίον της για την απόφασή της να επιτρέψει σε αμερικανικά μαχητικά να βομβαρδίσουν τη χώρα τους από το έδαφός της τέσσερα χρόνια αργότερα. Στο ίδιο άρθρο, ο Βρετανός δημοσιογράφος Μαρκ Ερμπαν, σημειώνει χαρακτηριστικά: «Ο φόβος να βρεθούν σε μια χώρα που έχει υπογράψει συνθήκες έκδοσης με άλλες "ανεπιθύμητες" χώρες έχει αναγκάσει και Αμερικανούς πολιτικούς να συμβουλεύονται τους δικηγόρους τους πριν ταξιδέψουν. Μεταξύ των πολιτικών αυτών είναι ο Χένρι Κίσινγκερ και ο Τζορτζ Μπους. Ο πρώτος είχε διατάξει το βομβαρδισμό της Καμπότζης, κρατώντας το Κογκρέσο στο σκοτάδι. Ο δεύτερος διέταξε την εισβολή στον Παναμά το 1989 χωρίς να τηρήσει ακριβώς τους διεθνείς κανόνες». Οψόμεθα...