Copyright 2016 The Associated |
Αναστασιάδης, Αϊντε και Ακιντζί αναμένεται να πυκνώσουν και πάλι τις επαφές τους το επόμενο διάστημα |
Σε αυτήν τη βάση, άλλωστε, τη βδομάδα που πέρασε συνεχίστηκαν πολλές επαφές σε Λευκωσία, Νέα Υόρκη, Βρυξέλλες και αλλού, όπου φυσικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι μεγάλων μονοπωλιακών συμφερόντων συνέχισαν να υπογραμμίζουν τη σημασία που μια «λύση» του Κυπριακού θα έχει συνολικά για τη «σταθερότητα» και την «ευημερία» σε όλη την περιοχή, αναδεικνύοντας τη ραγδαία όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σε όλα τα επίπεδα: Ειδικά, σε σχέση με τις επενδυτικές δραστηριότητες επιχειρηματικών ομίλων που στρέφουν την προσοχή τους στη «γειτονιά» όλο και περισσότερο, αλλά και σχετικά με τις γεωστρατηγικές «κόντρες» που κλιμακώνονται όπως επιβεβαιώνουν και οι συνεχιζόμενες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε Συρία, Ιράκ, Λιβύη κ.τ.λ.
Μόνο από την περασμένη Δευτέρα και μετά, το Κυπριακό κυριάρχησε:
Ενδεικτικές του αντιλαϊκού χαρακτήρα της προωθούμενης «λύσης» είναι οι δηλώσεις που έκανε το βράδυ της Δευτέρας ο κατοχικός ηγέτης, Μ. Ακιντζί, ο οποίος αφού επανέλαβε ότι οι συνομιλίες (πρέπει να) συνεχίζονται με «οδηγό» την Κοινή Δήλωση του Φλεβάρη του 2014 - εκεί γινόταν ρητά λόγος για «δύο συνιστώντα κράτη» - τόνισε ότι για να βρεθεί λύση, οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να πάψουν να βλέπουν τους Τουρκοκύπριους ως μειονότητα και υποστήριξε ότι στόχος της προσπάθειας που συνεχίζεται είναι η διασφάλιση εκ περιτροπής προεδρίας με δίχρονη θητεία για Ελληνοκύπριο πρόεδρο και ετήσια θητεία για Τουρκοκύπριο πρόεδρο. Πρόσθεσε πως όταν ο Πρόεδρος θα είναι Ελληνοκύπριος ο υπουργός Εξωτερικών θα είναι Τουρκοκύπριος, ενώ από το υπουργικό συμβούλιο δεν θα εγκρίνεται απόφαση χωρίς έστω την ψήφο ενός Τουρκοκύπριου υπουργού. Ακόμα, πως δεν θα εφαρμόζεται νόμος που θα έχει εγκρίνει μεν η κάτω Βουλή αλλά όχι η άνω Βουλή, συμπληρώνοντας ότι γίνεται προσπάθεια για «αριθμητική ισότητα» και στη δικαστική εξουσία.
Υπογράμμισε χαρακτηριστικά ο Ακιντζί: «Ενιαίο κράτος, η πλειοψηφία να διοικεί τη μειοψηφία, το να μην υπάρχουν δύο ίσες συνιστώσες πολιτείες, δεν είναι κάτι που εμείς μπορούμε να αποδεχθούμε, αυτό πρέπει να το αποδεχθούν όλοι οι Ελληνοκύπριοι. Δεν μπορέσαμε να κάνουμε τη διεθνή κοινότητα να αποδεχθεί δύο ολωσδιόλου ανεξάρτητα κράτη, αν αυτό γινόταν αποδεκτό, δεν θα υπήρχε ανάγκη για επανένωση, για ομοσπονδία. Μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έγινε, ούτε και υπήρξε κάποιο σημάδι ότι κάτι τέτοιο θα γίνει».
Επίσης, ο κατοχικός ηγέτης είπε ότι για να υπάρξει λύση χρειάζεται να γίνουν αποδεκτές και οι «απαραίτητες προϋποθέσεις» για «την ασφάλεια». Σημείωσε ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα αφεθούν να κωλυσιεργούν και ότι «ο Απρίλης και ο Μάιος (θα) είναι μήνες αποφάσεων, είναι μήνες που θα έρθουμε αντιμέτωποι με τις πραγματικότητες» και ότι αναζητείται φόρμουλα που θα περιλαμβάνει τις ενεργές εγγυήσεις της Τουρκίας και οι Ελληνοκύπριοι θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη τις δηλώσεις ότι «δεν μπορεί να γίνει συμφωνία χωρίς μηδενικές εγγυήσεις».
Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε ειδικά στα Βαρώσια (του «φιλέτου» στην περιοχή της Αμμοχώστου), σχολιάζοντας ότι αυτά δεν μπορούν να ανοίξουν χωρίς μια συνολική λύση και ότι «αν ανοίξουν άμεσα, αυτό θα ωφελήσει και τις δύο πλευρές».
Την ίδια στιγμή, αποκαλυπτική της σημασίας που αποκτά η Κύπρος για την υλοποίηση επενδυτικών σχεδιασμών ισχυρών κολοσσών ήταν η τοποθέτηση που έκανε ο αναπληρωτής υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζόναθαν Κοέν, στο Φόρουμ με τίτλο «Επενδύστε στην Κύπρο» που οργάνωσαν στη Νέα Υόρκη κυπριακές και αμερικανικές επιχειρηματικές οργανώσεις. Ο συγκεκριμένος διπλωμάτης έχει θητεύσει στην Κύπρο, στην Τουρκία και το Ιράκ ανάμεσα σε άλλες χώρες. Είπε συγκεκριμένα:
«Η Κύπρος είναι ένα νησί αποδεδειγμένης ικανότητας και ακόμα παραμένει ένα νησί με δυνατότητες που δεν έχουν συνειδητοποιηθεί. Συμφωνούμε ότι υπάρχουν υποσχόμενες ευκαιρίες σήμερα, συμπεριλαμβανομένων κλάδων όπως ο Τουρισμός, η Τεχνολογία, η Ναυτιλία και η Ενέργεια. Η Κύπρος θα μπορούσε να γίνει η Σιγκαπούρη της Μεσογείου, αλλά για να προωθηθούν οι δυνατότητες (που έχει) πλήρως, απαιτείται το σταθερό, ειρηνικό και ολοκληρωμένο περιβάλλον σε όλες τις πλευρές που μόνο η επανένωση μπορεί να προσφέρει...». Ο Κοέν επισήμανε ότι «η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί έναν πολύτιμο φίλο και έναν στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ», ότι οι ΗΠΑ «εκτιμούν τη συμβολή της Κύπρου για τη σταθερότητα της περιοχής», ότι η Ουάσιγκτον εργάζεται για να ενισχύσει τη «διμερή συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και θα συνεχίσουμε να αναζητούμε τρόπους αμοιβαία επωφελείς».
Αναδεικνύοντας και ευρύτερες γεωπολιτικές «κόντρες», π.χ. μεταξύ Ρωσίας - Δύσης, που συνδέονται με την τύχη της Κύπρου, ο Κοέν υπογράμμισε ακόμα ότι «είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης και των ΗΠΑ να στηρίξουν τις προσπάθειες της Κύπρου να γίνει ένα σταθερό, ακμάζον οικονομικό κέντρο και να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στις ακτές της», υποστηρίζοντας ότι «δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα μέλλον της Ανατολικής Μεσογείου που περιλαμβάνει αγωγούς που θα συνδέουν τα υπεράκτια κοιτάσματα του Ισραήλ με την Ιορδανία, την Αίγυπτο, την Τουρκία και την Παλαιστινιακή Αρχή, με πολλούς (από αυτούς) να διαπερνούν την ΑΟΖ της Κύπρου. Φυσικά, αυτό το όραμα προβλέπει και κυπριακές εξαγωγές σε περιφερειακούς παίκτες, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας όπως και (των) ευρωπαϊκών αγορών... Μετά τη διευθέτηση (του Κυπριακού) η Κύπρος θα μπορούσε επίσης να λειτουργήσει ως ένα μεγαλύτερο κέντρο καινοτομίας και (νέας) τεχνολογίας και ως ένα πιο αποτελεσματικό κέντρο για εταιρείες που θέλουν να έχουν πρόσβαση στην Ανατολική Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής και της Ευρώπης.
Ο ιδιωτικός τομέας ήδη κινητοποιεί κεφάλαια για να διασφαλιστούν πόροι μετά τη συμφωνία (για το Κυπριακό)... Στοχεύουμε να συνεχίσουμε την ενθάρρυνση προσπαθειών... Να αναπτύξουμε κι άλλο την αξιόλογη υποστήριξη από τον αμερικανικό ιδιωτικό τομέα, για μια διευθέτηση και να ενθαρρύνουμε περαιτέρω αμερικανικές επενδύσεις στην Κύπρο... Υπάρχει ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας για μια ιστορική πολιτική επιτυχία με τεράστια οικονομικά μερίσματα. Αυτό το παράθυρο δεν θα μείνει ανοιχτό για πάντα και είναι ευχή των Ηνωμένων Πολιτειών οι (δυο) ηγέτες να αρπάξουν την ευκαιρία τις επόμενες βδομάδες και μήνες ώστε να πραγματοποιήσουν το κοινό τους όραμα».
Οι επισημάνσεις Κοέν είναι ενδεικτικές των προσδοκιών που μια λύση του Κυπριακού αυξάνει για πολλά ιμπεριαλιστικά και μονοπωλιακά συμφέροντα.
Ασφαλώς, ειδικό βάρος έχουν και οι σχεδιασμοί της Τουρκίας, όπως και η τακτική με την οποία θα τους υπερασπιστεί. Στις 24 Μάρτη, ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών αντιδρούσε στις πρόσφατες επαφές που είχε ο Κύπριος Πρόεδρος με εκπροσώπους ενεργειακών κολοσσών στις ΗΠΑ και κατηγόρησε την «ελληνοκυπριακή διοίκηση» ότι «αγνοεί, με τη μονομερή άσκηση των δραστηριοτήτων για τους υδρογονάνθρακες, τα αναφαίρετα δικαιώματα που ο τουρκοκυπριακός "λαός", συνιδιοκτήτης του νησιού, έχει στους φυσικούς πόρους». Με ύφος γεμάτο νόημα, το υπουργείο υποστήριξε ότι «αυτή η συμπεριφορά δείχνει ότι η ελληνοκυπριακή διοίκηση ακόμα δεν μπορεί να κατανοήσει τις δυνατότητες για αμοιβαία επωφελή οικονομική συνεργασία που μπορεί να προκύψει στο Νησί και την Ανατολική Μεσόγειο από μια συνολική διευθέτηση».
Επίσης, εκφράστηκε η προσδοκία «η ελληνοκυπριακή πλευρά, που αρνείται να δεχτεί τους Τουρκοκύπριους ως πολιτικά ισότιμους εταίρους στο Νησί, να απόσχει από ενέργειες που την κάνουν να δείχνει ο μοναδικός ιδιοκτήτης των φυσικών πόρων του νησιού και να σταματήσει τις δραστηριότητες που συνδέονται με υδρογονάνθρακες». Μάλιστα, υπενθυμίστηκε ότι αντίστοιχες ενέργειες «τα προηγούμενα χρόνια οδήγησαν στην αποτυχία των συνομιλιών» και δεν παραλείφθηκε να σημειωθεί πως «η Τουρκία θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατέψει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως και τα δικαιώματα της "Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου"».
Στο μεταξύ, τη σημασία που έχει το Κυπριακό και για τις επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης ανέδειξε και η επίσκεψη του Ελληνα ΥΠΕΞ, Νίκου Κοτζιά, στη Λευκωσία στις αρχές της βδομάδας, ο οποίος αναφερόμενος ξανά στην «πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, επιβεβαίωσε ότι το Κυπριακό αφορά ευρύτερους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. «Σ' αυτή την περιοχή της μεγάλης αστάθειας, η Ελλάδα και η Κύπρος, η Κύπρος και η Ελλάδα, αποτελούν έναν άξονα σταθερότητας που μπορεί να συμβάλει στο να σταθεροποιηθεί ολόκληρη η περιοχή και ιδιαίτερα τα κράτη τα οποία ενδιαφέρουν τη σημερινή αμερικανική εξωτερική πολιτική, Αίγυπτος και Ισραήλ», ανέφερε.