Μια ζωή συνυφασμένη με τη δράση του ΚΚΕ κάτω από τις οποιεσδήποτε συνθήκες, δοσμένη στην τάξη του
Στην εκδήλωση συμμετείχε πλήθος κόσμου, ανάμεσά τους η κόρη του, Γαλήνη Ερυθριάδη, και άλλοι συγγενείς του. Στο χώρο υπήρχε έκθεση σημαντικών ντοκουμέντων τόσο από το Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, όσο και υλικού με προσωπικά αντικείμενα του «Πετρή» που προσέφεραν οι συγγενείς του στο Κόμμα.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα ντοκουμέντα είχαν η απολογία του στη δίκη του 1960, το γράμμα προς τον ίδιο από τον Νίκο Ζαχαριάδη, η βαλίτσα με τα προσωπικά του είδη που χρησιμοποιούσε στις φυλακές και τις εξορίες, απ' που πέρασε, το τηλεγράφημα που ανάγγελλε το θάνατό του στην αδελφή του και η φορτωτική της μεταφοράς της σορού του από το Ιτζεδίν στην Αθήνα.
Σε ειδικά διαμορφωμένα ταμπλό, μέσα από φωτογραφική έκθεση ξεδιπλωνόταν η ζωή του Γιώργη Ερυθριάδη, ενώ η εκδήλωση, εκτός από την ομιλία του Μάκη Μαΐλη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνου του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ, περιλάμβανε μουσικό - οπτικό - ακουστικό αφιέρωμα στη ζωή και τη δράση του.
Ξεχωριστές στιγμές από την παρουσίαση του αφιερώματος αποτέλεσαν οι ηχητικές μαρτυρίες συναγωνιστών του, όπως της συντρόφου του Ελλης και των σ. Γιώργη Τρικαλινού και Χρυσούλας Γκόγκογλου καθώς και η αναφορά στις τελευταίες μέρες της ζωής του, στο θάνατό του. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κηδεία και η ταφή του έγιναν πέντε μέρες μετά το θάνατό του, καθώς οι αρχές δεν έδιναν τη σχετική άδεια. Η κηδεία μάλιστα έγινε η αφορμή για να ξανασμίξει η οικογένειά του, αφού με παρέμβαση των βουλευτών της ΕΔΑ δόθηκε ειδική άδεια να παραβρεθούν η γυναίκα του Ελλη, που τότε ήταν έγκλειστη στις φυλακές Αβέρωφ καθώς και τα τρία παιδιά του που βρίσκονταν στην πολιτική προσφυγιά, στη Βουλγαρία. Μετά την κηδεία η οικογένεια ξαναχωρίστηκε...
Στιγμιότυπο της εκδήλωσης στο Κρυονέρι |
Το γράμμα που συγκίνησε τους παρευρισκόμενους, ενώ συγχρόνως ακουγόταν ρυθμικά το «Επέσατε θύματα» έλεγε:
«Αγαπημένε μου πατέρα,
Μάθατε ασφαλώς τη συμφορά που μας χτύπησε. Πέθανε ο μπάρμπα Γιώργης. Τώρα μείναμε δεκατρείς. Φαντάζεστε τη θλίψη και τον πόνο μας. Είμαστε μετρημένοι στα δάχτυλα, μια μικρή οικογένεια, και να μας παίρνει ο χάροντας έναν, το γέρο μας. Δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Δεν κλείσαμε τρία μερόνυχτα μάτι. Τον βλέπουμε μπροστά μας. Δεν το πιστεύουμε. Κι όμως έφυγε πια. Και για πάντα. Ενα μεγάλο βάσανο προστέθηκε στα τόσα άλλα. Ενα χτύπημα τρομερό! Γυρνάμε γύρω από τη γωνιά του. Βλέπουμε το κρεβάτι του, τα πράγματά του. Τις φωτογραφίες των 3 ορφανών παιδιών του που κρέμονται στον τοίχο. Τα σκεφτόμαστε. Συλλογιζόμαστε τη δύστυχη γυναίκα του. Δράμα μεγάλο... Αυτός στον τάφο από τη φυλακή. Η γυναίκα του στη φυλακή. Τα παιδάκια του μακριά, στην ξενιτιά.
Ο Γ. Ερυθριάδης απολογούμενος στη δίκη για «κατασκοπεία» το 1960. Το Διαρκές Στρατοδικείο Αθηνών τον καταδίκασε σε ισόβια δεσμά, όπως και άλλους πέντε από τους δώδεκα κατηγορούμενους. |
- "Εγώ θα ζήσω περισσότερα", λέει ο μακαρίτης.
- "Μπα του λέω μπάρμπα Γιώργη. Εμείς δεν ζούμε τόσο" και γελάσαμε.
Κι ύστερα από 10 λεπτά, καθώς μπήκα στο θάλαμο, τον βρίσκω τέντα. Κρατούσε το κεφάλι του.
- "Τι έπαθες;" τον ρώτησα.
Αρχίζει εμετούς ακατάσχετους, ζαλάδες, παράλυση. Βογκούσε φοβερά. Το απόγευμα τον πήραν για το νοσοκομείο. Τον ανεβάσανε στο αυτοκίνητο. Κατέβηκα τελευταίος. Πιάνω το κεφάλι του ζεμάταγε, φωτιά.
- "Κουράγια μπάρμπα Γιώργη", του λέω
Εφυγε. Τον περιμέναμε πίσω. Κανείς δεν πίστευε πως μπορεί να συμβεί αυτό. Το πρωί ο Καλιόρης μας λέει: "Ρωτήστε για τον μπάρμπα Γιώργη". Και σκιζότανε! "Ρωτήστε!.... Είδα ένα κακό όνειρο και ξύπνησα τρομαγμένος. Είδα τον μπάρμπα Γιώργη πεθαμένο".
Το απόγευμα μάθαμε πως ο μπάρμπα Γιώργης είχε πεθάνει. Δεν ξαναγύρισε κοντά μας. Να τον ξαναδούμε. Να τον κλάψουμε. Δεν είναι εύκολο να ξεχάσουμε. Δεν ξεχνάς εδώ μέσα στους τέσσερις τοίχους. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει. Εμείς δεν θα τον λησμονήσουμε ποτέ. Πιστεύω ότι θα πήγατε στην κηδεία του. Να πάτε και από εμάς στον τάφο του λίγα λουλούδια. Και να του πείτε να κοιμάται ήσυχος. Μένουμε στη θέση του εμείς. Οσο και αν χρειαστεί, και μέχρι την τελευταία μας πνοή, θα μείνουμε εδώ μέσα. Οπως εκείνος. Αυτή την υπόσχεση μπορούμε να του τη δώσουμε. Και ξέρει αυτός πόσο βαρύς είναι ο λόγος μας. Ας είναι αυτά τα λόγια σε ελάχιστος φόρος τιμής».
Ο Ερυθριάδης μεταφέρθηκε στις φυλακές Ιτζεδίν, όπου, αν και βαριά άρρωστος, τον έκλεισαν επί 17 μήνες στην απομόνωση. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Γενάρη του 1963. |
Από παιδί ακόμη, έζησε και ανδρώθηκε στους εργατικούς και λαϊκούς αγώνες στη Νάουσα, όπου ανέπτυξε πλούσια συνδικαλιστική και κομματική δράση μέσα από τις γραμμές της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ. Πήρε πολλές φορές το δρόμο της φυλακής και της εξορίας, γνωρίζοντας πολλούς διωγμούς.
Από τα 35 χρόνια της ζωής του στο Κόμμα και τη Νεολαία του πέρασε 15 χρόνια στις φυλακές και στις εξορίες, 6 στα βουνά, 4 στην παρανομία, 5 στην πολιτική προσφυγιά και άλλα 5 μεταξύ νόμιμης και μισοπαράνομης δράσης. Ετσι κύλησε όλη η αγωνιστική του πορεία που ξεκίνησε από τα εφηβικά του χρόνια και διάρκεσε έως τα 53 του.
Ανέπτυξε πλούσια δράση στην Κομματική Οργάνωση Θεσσαλονίκης ως μέλος και Γραμματέας του Μακεδονικού Γραφείου του Κόμματος κατά τη διάρκεια της Κατοχής έως την Απελευθέρωση. Πολέμαρχος του ΔΣΕ, συμμετείχε ως μέλος του Πολεμικού Συμβουλίου στο ένδοξο αυτό έπος μέχρι την υποχώρησή του.
Ξαναβρέθηκε στην Ελλάδα παράνομα, με αποστολή την καθοδήγηση των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων. Συνελήφθη και καταδικάστηκε το 1960 με το νόμο 375, στις δίκες περί κατασκοπείας. Εξοντώθηκε το Γενάρη του 1963, στη φυλακή του Ιτζεδίν Κρήτης. Αρχικά τάφηκε στο Κρυονέρι, ενώ αργότερα η σορός του μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο της Καισαριανής.
Τηλεγράφημα προς τη γυναίκα του Γ. Ερυθριάδη, Ελλη για τον θάνατο του στελέχους του Κόμματος |
Από την έκθεση που στήθηκε στην εκδήλωση: Προσωπικά αντικείμενα του Γ. Ερυθριάδη |