ΣΤΕΦΑΝ ΜΠΡΙΖΕ

Ο νόμος της αγοράς

Πέμπτη 15 Οχτώβρη 2015

Οσο περισσότερο οξύνονται τα κοινωνικά προβλήματα εργαζομένων και ανέργων των φτωχών στρωμάτων, τόσο σπανίζουν οι κινηματογραφικές παραγωγές που έστω επιδερμικά αγγίζουν αντίστοιχα θέματα. Τόσο πληθαίνει ο κατακλυσμός εμπορευματικής γκλαμουριάς και γενικευμένης μπουρδολογίας από τα μεγάλα στούντιο. Δεν μπορεί, λοιπόν, παρά να ξεχωρίζει για τη ρεαλιστική, λειτουργική της στράτευση η «μικρή» παραγωγή του σκηνοθέτη Στεφάν Μπριζέ και του πάντα εξαίρετου ηθοποιού Βενσάν Λιντόν, «Νόμος της αγοράς». Μάλλον «νόμος της καπιταλιστικής ζούγκλας» θα έπρεπε να ονομάζεται, στον οποίο υποκλίνονται κήνσορες και θεράποντες του αστικού συστήματος, παλαιοί τε και φρέσκοι, που φροντίζουν να προϊδεάζουν τους αδαείς εργαζόμενους, με τον «καλολαδωμένο, έγκριτο και έγκυρο μηχανισμό» τους, ότι στο όνομα της επιβίωσης θα αναγκαστούν να υποστούν ακόμη χειρότερα. Μην τυχόν ισχυρισθείτε ότι δεν αναγνωρίζετε την κατάσταση, εκτός εάν ανήκετε σε προνομιούχα στρώματα ή σ' όσους προσβλέπουν σε οικονομικά συμφέροντα, ή στους πολλούς, εθελοτυφλούντες ημιμαθείς!

Ο Βενσάν Λιντόν είναι ο μοναδικός επαγγελματίας ηθοποιός στην ταινία «Νόμος της αγοράς», την τρίτη που Μπριζέ και Λιντόν κάνουν μαζί. Ο συμπαθής ηθοποιός, με περίσσια αλήθεια και ερμηνευτική οικονομία, επωμίζεται το συνολικό βάρος της ταινίας, υποδυόμενος τον πενηντάχρονο, άνεργο εργάτη Τιερί, έναν από τα εκατομμύρια των ανέργων στη γη της καπιταλιστικής επαγγελίας της ΕΕ. Ο Τιερί, με οικογένεια κι έναν έφηβο γιο με ειδικές ανάγκες, κάνει ό,τι είναι δυνατόν να βγει από την ανεργία, παρακολουθεί σεμινάρια επιμόρφωσης, διά βίου μάθησης κι όποια άλλη τέτοια σοφιστεία κυκλοφορεί. Με πολλές δεκαετίες δουλειάς αγόρασε ένα - ανεξόφλητο ακόμα - διαμερισματάκι, ένα μικρό λυόμενο κι ένα σαραβαλάκι. Ο άνεργος Τιερί είναι βαρίδι στο καπιταλιστικό κράτος, που εφευρίσκει «νόμιμους» τρόπους να τον ξεφορτωθεί... Αλήθεια, γιατί δεν πουλά το διαμέρισμά του ώστε να καλύψει τις ανάγκες του γιου του, τώρα που τα προνοιακά επιδόματα όλο και δυσκολεύουν; Γιατί δεν κάνει και ιδιωτική ασφάλιση ώστε να εξασφαλίσει τους δικούς του; Το επίδομα ανεργίας είναι πλέον αμφίβολο ότι θα δίνεται σε ανέργους που έχουν περιουσία (sic), ένα κεραμίδι δηλαδή... ας το πουλήσει ο άνεργος να ζήσει... Σημειωτέον, η παραπάνω πρόταση πρωτακούστηκε 15 - 20 χρόνια πριν, στα γερμανικά συνδικάτα... Τώρα επανέρχεται, έφθασε μάλλον η ώρα ενεργοποίησής της. Ιδια κι απαράλλαχτη με το αυστραλιανό μοντέλο συνταξιοδότησης, έτσι δεν είναι;

Τις γαλλικές κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές έχουν απασχολήσει, με κορύφωση στα τέλη του 1990, θέματα ανεργίας και «νόμιμων» εργοδοτικών επιθέσεων εναντίον όσων δεν έφυγαν με πρόωρη συνταξιοδότηση. Διάσπαρτες στους χώρους δουλειάς οι εργοδοτικές κάμερες, καταγράφουν κάθε ύποπτη κίνηση προσωπικού και πελατών που μπορεί να ζημιώσει το πολυκατάστημα. Καταγράφουν κλοπές αντικειμένων, κυρίως τροφίμων, από καθωσπρέπει ανθρώπους, από συνταξιούχους, ξένους και Γάλλους, που δεν τα βγάζουν πέρα οικονομικά. Στην ταινία επανέρχεται το πρόβλημα των νεόπτωχων εργαζομένων, που έθεσε ιδιαίτερα συγκροτημένα η Κλερ Ντεβέρ στην ταινία της «La voleuse de Saint Lubin» (1999) (Η κλέφτρα του Σεν Λουμπάν). Μια κακοπληρωμένη εργαζόμενη κλέβει - όπως ο Γιάννης Αγιάννης - συσκευασίες με κρεατικά για να κάνει Χριστούγεννα με τις κόρες της. Αλλά χωρίς εμπιστοσύνη μεταξύ προσωπικού και επιχείρησης, ισχυρίζεται η εργοδοσία, δεν μπορεί να υπάρξει σχέση εργασίας. Γιατί, όπως λέει και το τραγούδι, για ένα κομμάτι ψωμί δεν φθάνει μόνο η δουλειά ή το κορμί, το πιο σπουδαίο είναι η κατάθεση ψυχής στον μονόδρομο του καπιταλιστικού κέρδους. Ο ισχυρισμός αναφέρεται σε υπαλλήλους που καταχράστηκαν εκπτωτικά κουπόνια... Οι σεκιουριτάδες που ελέγχουν τους εργαζόμενους, σαν τον Τιερί που βρήκε δουλειά και προσπαθεί να ανταποκριθεί στο καθήκον του, είναι κι αυτοί εργαζόμενοι, ο ένας απέναντι στον άλλον δηλαδή... Πόσο όμως ένας έντιμος άνθρωπος μπορεί να αντέξει μ' αυτά που βλέπει;

Ο «Νόμος της αγοράς» με όρους σινεμά «βεριτέ» (αλήθεια), στη διασταύρωση μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, χωρίς πλοκή και δραματική εξέλιξη, με μορφή απλή, ωμή και καταγγελτικά ρηξικέλευθη, είναι δομημένη σε μακρές λεπτομερείς σεκάνς ακριβώς για να καλύπτονται οι όποιες αποχρώσεις του εκάστοτε θεματικού κεφαλαίου. Δυστυχώς, η ξεκάθαρη αυτή κοινωνικοπολιτική ταινία δεν κάνει χρήση επιστημονικών πολιτικών όρων ώστε να τροφοδοτήσει ένα έργο ουσιαστικής αντίστασης και αγώνα... Πουθενά δεν αναφέρεται η λέξη καπιταλισμός, ως μήτρα του κακού, όσο κι αν η εικόνα κραυγάζει περί αυτού... Τι φοβάται η ταινία; Μήπως κατηγορηθεί από το οπορτουνιστικό πολιτικό τοπίο της Γαλλίας για υπερβάλλουσα απλοϊκότητα; Μα τα πράγματα είναι ακριβώς τόσο απλά... Κάτω απ' αυτό το πρίσμα η ταινία δεν τείνει ουσιαστικό χέρι βοήθειας προς την εργατική τάξη...