Κεντρικός ομιλητής στην εκδήλωση ήταν ο Δημήτρης Κοιλάκος, μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος αναφέρθηκε στην κατάσταση που υπάρχει σήμερα στην Ανώτατη Εκπαίδευση και την Ερευνα. Οπως τόνισε, ανάμεσα σε άλλα:
«Αντικειμενικά προκύπτουν δύο στρατηγικές για την Εκπαίδευση, που συνδέονται με τους δύο δρόμους ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας - οικονομίας. Ο ένας σχετίζεται με τη διατήρηση της εξουσίας των μονοπωλίων και αξιοποιεί την Εκπαίδευση για να υπηρετήσει την κερδοφορία τους. Ο δρόμος ανάπτυξης που προτείνει το ΚΚΕ μπορεί να διασφαλίσει το χαρακτήρα της πραγματικά Ενιαίας και Ανώτατης Εκπαίδευσης, χωρίς αντιεπιστημονικούς και παρωχημένους διαχωρισμούς πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης, χωρίς κύκλους σπουδών, με την επιστημονική ειδίκευση σε προπτυχιακό επίπεδο, με μεταπτυχιακές σπουδές που να οδηγούν σε διδακτορικό. Με αυτήν την έννοια, η πρόταση του ΚΚΕ για Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση, δημόσια και δωρεάν, δεν αφορά το αύριο, έρχεται να απαντήσει στο σήμερα και από την πλευρά των προϋποθέσεων και από την πλευρά των αναγκών.
Η πρόταση του ΚΚΕ για Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν, απαντά στις αναχρονιστικές διακρίσεις σε πανεπιστημιακή και τεχνολογική, που αναπαράγουν τις αλληλοεπικαλύψεις και την ανισοτιμία πανεπιστημίων - ΤΕΙ. Καταργεί τις κατηγοριοποιήσεις ανάμεσα στα ιδρύματα, τα τμήματα και τους αποφοίτους τους. Καταλύει τον αντιεπιστημονικό, ταξικό διαχωρισμό των προπτυχιακών σπουδών από την επιστημονική επαγγελματική ειδίκευση και τη διάσπασή τους σε κύκλους. Στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής, η εκπαίδευση συμβάλλει στην ανάπτυξη των νέων κομμουνιστικών σχέσεων μέσα από την άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής της εργατικής εξουσίας.
Η θέση της Εκπαίδευσης στη νέα κοινωνία σχετίζεται με το ότι ο κεντρικός σχεδιασμός, σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση, στοχεύει στη γενικευμένη ανάπτυξη της ικανότητας για εξειδικευμένη εργασία, αλλά και εναλλαγών στον τεχνικό καταμερισμό της εργασίας, στη γενικευμένη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της μείωσης του εργάσιμου χρόνου, στην προοπτική εξάλειψης της διαφοράς μεταξύ εκτελεστικής και επιτελικής εργασίας, μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας».