Η ιστορία της ταινίας για τη δολοφονία δυο παιδιών από την ίδια τη μητέρα τους προέρχεται από τον Ευριπίδη και είναι ένα, από την αρχαιότητα και μετά, άπειρες φορές ανακυκλωμένο θέμα που δεν έχει χάσει τίποτα από τη σύγχρονη και φρικαλέα επικαιρότητά του. Πρόκειται για μια ταινία που ξεκίνησε από τη μαγνητοσκόπηση μιας παράστασης μπαλέτου και συνδέει τον αρχαίο ελληνικό μύθο με τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, τη χορευτική ερμηνεία της Μαρίας Κουσουνή, τη χορογραφία του Ρενάτο Ζανέλα και την ερμηνεία της Μουσικής Ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης.
Το φιλμ ξεκινάει με τα πρώτα μέτρα της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη και τελειώνει με τα τελευταία μέτρα της μουσικής του, η οποία συνοδεύει τις λιγοστές φράσεις που προφέρονται. Εξι σολίστες χορευτές, ανάμεσά τους η Μαρία Κουσουνή ως Μήδεια - σε εκφραστικές κοντινές λήψεις, λυρικές χορευτικές σκηνές, αποκαλυπτικές καταστάσεις πρόβας, μια μείξη από κλασικό μπαλέτο και σύγχρονο εκφραστικό χορό, συνυφασμένη με εικόνες από εξεγερμένους και κουκουλοφόρους νεαρούς, βαριά οπλισμένους και ανεξέλεγκτους αστυνομικούς, μορφές από έναν άλλον, αμείλικτο κόσμο που έχει σφετεριστεί την καθημερινή πραγματικότητα.
Μέσα σε αυτόν τον κόσμο προβάλλει ξαφνικά η μορφή της δεκαπεντάχρονης Bella Oelmann που, παίζοντας τον ίδιο της τον εαυτό, κάνει το κινηματογραφικό ντεμπούτο της. Η «Aθωότητα» που είναι καταραμένη, εξοβελισμένη από την κοινωνία, στο έλεος της εξάντλησης, της απογοήτευσης, της έλλειψης στοργής. Είναι μια ταινία αφιερωμένη σε αμήχανους γονείς και ιδίως σε νέους που προσπαθούν να κατανοήσουν τη σκληρή μοίρα που τους επιφυλάσσει το μέλλον.