ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΕΪΝ
Οι απόγονοι
Πέμπτη 26 Γενάρη 2012

Από την μετά Μπάτμαν και Ρόμπιν εποχή, ο συνεπής στην αξιοπρεπή ρότα επαγγελματικών επιλογών Τζορτζ Κλούνι, καίτοι αισθησιακός σούπερ σταρ, συνήθισε το κοινό του σε διακριτικούς ρόλους σε έξυπνες ταινίες. Το μετριοπαθές και χωρίς εξάρσεις οικογενειακό δράμα του ενδιαφέροντος σκηνοθέτη Αλεξάντερ Πέιν ανήκει ακριβώς σε αυτήν την κατηγορία. Είναι η πρώτη ταινία του υπερτιμημένου έως το 2004 Πέιν - όταν με την αριστουργηματική ταινία «SIDEWAYS» κατέγραψε ένα εξαίρετο παράδειγμα αισθητικής νηφαλιότητας και θέλησης να σκάψει σε βάθος στην ψυχή και στα συναισθήματα των κοινών ανθρώπων. Μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια ο Πέιν επανακάμπτει με το φιλμ «ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ» που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Kaui Hart Hemmings.

Hρωας της ιστορίας ο Ματ Κινγκ. Ο Κινγκ είναι γέννημα - θρέμμα της Χαβάης, κάποια προ, προ, προγιαγιά του παντρεύτηκε έναν λευκό ιεραπόστολο και το γενεαλογικό δέντρο του άρχισε να βγάζει ρίζες που σήμερα, μετά από 150 χρόνια, είναι πολύ βαθιές. Δικηγόρος ο ίδιος και διαχειριστής - εξ ονόματος των πολυπληθών συγγενών του - μιας τεράστιας παραθαλάσσιας έκτασης, την οποία σύσσωμοι οι κληρονόμοι σχεδιάζουν να πουλήσουν έναντι εκατομμυρίων δολαρίων. Ετσι στην παρθένα σήμερα τουριστικής αξίας γη προγραμματίζεται η κατασκευή ενός τεράστιου ιδιωτικού ξενοδοχειακού συγκροτήματος, με εμπορικό κέντρο, με χώρους διασκέδασης, με γήπεδα γκολφ, με ιδιωτική παραλία και όλα τα συναφή, που φυσικά θα καταστρέψουν ακόμα έναν όρμο φυσικής καλλονής. Τη σημαντική αυτή αγοραπωλησία έρχεται να σκιάσει το γεγονός ότι η σύζυγος του Κινγκ, Ελίζαμπεθ, βρίσκεται σε μη αντιστρέψιμο κώμα μετά από ένα δυστύχημα που συνέβη σε αγώνες θαλάσσιων σπορ, ενώ η μεγαλύτερή του κόρη, η 17χρονη Αλεξάνδρα, συνεχίζει να διανύει περίοδο εφηβικής εξέγερσης και η συμπεριφορά της δεκάχρονης Σκότι έχει αλλάξει και παραπέμπει σε ύπαρξη ψυχολογικών προβλημάτων. Ο πόνος του εργασιομανή και κατ' επέκταση αποστασιοποιημένου από την οικογενειακή καθημερινότητα Κινγκ μετατρέπεται σε απογοήτευση και εκρηκτικό θυμό όταν ανακαλύπτει ότι η γυναίκα του - που τώρα πια απομένει στους οικείους της να αποφασίσουν το πότε θα διακοπεί η τεχνητή υποστήριξη ώστε να πεθάνει, όπως η ίδια επιθυμούσε, «αξιοπρεπώς» - είχε έναν εξωσυζυγικό δεσμό ...και μάλιστα σκόπευε να του ζητήσει διαζύγιο. Ο Κινγκ, προδομένος και απελπισμένος μέλλων χήρος, αποφασίζει να πέσει με τα μούτρα στο κυνήγι της ανακάλυψης της ταυτότητας του αγαπητικού της γυναίκας του.

Τα παραπάνω, βέβαια, συνιστούν απλώς τους όρους και τις προϋποθέσεις, αναπόφευκτα δηλαδή συστατικά δυσλειτουργίας για τη δραματουργική κατασκευή ενός οικογενειακού δράματος. Παρότι αυτό το κινηματογραφικό είδος, που στις μέρες μας ανθεί, κάνει κατάχρηση της λύσης της «θεραπείας», ο Πέιν, χωρίς τη βοήθεια θεραπείας, κάνει με το οικογενειακό του δράμα καλή δουλειά! Στην ταινία, πάρα πολλά έχουν να κάνουν με το τι κάνει κανείς και τι δεν κάνει, αλλά και με το να μην έχεις την παραμικρή ιδέα για το αν αυτό που κάνεις είναι το σωστό. Με ειρωνεία, σαρκασμό, ευαισθησία και τεχνογνωσία η ταινία δείχνει πως και οι πιο παράλογες καταστάσεις εμφανίζονται ακριβώς τη στιγμή που ο ανθρώπινος πόνος βρίσκεται στο απόγειό του. Το φιλμ δομείται πάνω σε πορτρέτα απολύτως κοινών ανθρώπων που μέσα στη δυσκολία τους χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους και τη σιγουριά τους, πασχίζουν όμως να ανακτήσουν ή να διαμορφώσουν μια νέα, μια καινούρια ισορροπία βασισμένη σε διαφορετικές βάσεις από εκείνες της πρότερης, της αρχικής δηλαδή ισορροπίας.

Ο Πέιν αφήνει τη διαμόρφωση της ουσίας της ταινίας στα καδραρίσματα των προσώπων και των χώρων, όπως επίσης στους μεστούς, καθημερινούς, ρεαλιστικούς διαλόγους. Με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο και με γραμμική σκηνοθεσία, χαμηλών τόνων - σύμφωνα με το γνωστό, προσωπικό του στιλ - ο Πέιν φτιάχνει μια ανθρώπινη ταινία που αγγίζει το θεατή, ακριβώς γιατί αναφέρεται σε χαρακτήρες και προβλήματα που ελάχιστα απέχουν από αυτά που απασχολούν έναν κοινό άνθρωπο. Βέβαια αντικειμενικά είναι ο Κλούνι που επωμίζεται το βάρος της ταινίας, αυτός συνιστά τη ραχοκοκαλιά και το μοχλό εξέλιξης της ιστορίας. Οπως σ' αυτόν ανήκει η μερίδα του λέοντος των επαινετικών σχολίων και απόψεων για το αποτέλεσμα. Ο Κλούνι ενσαρκώνει, μετατρέποντας σε ερμηνευτική ωριμότητα τη σιγουριά που του χαρίζουν τα φυσικά του προσόντα και οι διάσπαρτοι, πρωτόγνωρα αστείοι τόνοι, το ρόλο ενός καταθλιπτικού, αποξενωμένου και μπερδεμένου μεσήλικα που αναζητά υπαρξιακή αποκατάσταση. Με απλότητα, ειλικρίνεια, πειστικότητα και πλήθος εκλεπτυσμένα κωμικών στιγμών - ακριβώς λόγω της αφαιρετικής, ερμηνευτικής προσέγγισης που έχει χαράξει - ο Κλούνι συνθέτει εξαίρετα το πορτρέτο αυτού του «μικρού» πολιτισμένου, συμπαθητικού ανθρώπου. Δίπλα του και γύρω του κινούνται υποστηρικτικά γνωστοί και άγνωστοι καρατερίστες ηθοποιοί με ερμηνείες άξιες μνείας.

Αξια συμπρωταγωνίστρια του δικηγόρου Κινγκ, η 50ή Πολιτεία των ΗΠΑ, η εξωτική Χαβάη. Γνωστή και ως επίγειος παράδεισος. Αυτή την εικόνα θέλουν οι παραγωγοί της ταινίας να πάρουμε εμείς, οι θεατές, οι εν δυνάμει αυριανοί τουρίστες. Γι' αυτό και η ξενάγηση στην ιδιαιτερότητα του τόπου και του πολιτισμού εισβάλλει εμφατικά παντού σε αντιδιαστολή με την κυρίαρχη ισοπεδωτικά παγκοσμιοποιημένη ομοιομορφία. Αξονας της ξενάγησης, που γύρω του περιστρέφεται όλη αυτή η ιδιαίτερη ομορφιά, από την τροπική φύση ως τις εξωτικές γεύσεις, μυρωδιές και ήχους, η μουσική ενός πολιτισμού και ακούσματα που πλημμυρίζει ή μάλλον κατακλύζουν ευχάριστα κάθε μόριο της ταινίας.

Παίζουν: Τζορτζ Κλούνι, Σέιλιν Γούντλι, Αμάρα Μίλερ, Νικ Κρόουζ, Μπο Μπρίτζες, Μάθιου Λίλιαρντ, Τζούντι Γκριρ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2011).