Associated Press |
Ερείπια από τους σεισμούς στο Γιολτσούκ |
Associated Press |
Ο Α. Οτσαλάν, λίγο μετά τη σύλληψή του |
Λίγες ημέρες μετά, το κυνήγι του «περιπλανώμενου» ιδρυτή και ηγέτη του Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ), Αμπντουλάχ Οτσαλάν, κορυφωνόταν. Μετά την κωλυσιεργία της ιταλικής κυβέρνησης του Μάσιμο ντ' Αλέμα στη διαδικασία χορήγησης πολιτικού ασύλου, ο Οτσαλάν επέβη σε ένα ιδιωτικό αεροσκάφος «φίλου» του επιχειρηματία, αναζητώντας καταφύγιο σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Επί ματαίω: Είναι χαρακτηριστικό ότι την 5η Φεβρουαρίου, βελγικά μαχητικά αναχαίτισαν ένα μικρό επιβατικό που «πιστεύετο» ότι τον μετέφερε, ενώ νωρίτερα την ίδια εβδομάδα την παρουσία του Οτσαλάν στο έδαφός τους είχαν αρνηθεί, μέσω διπλωματικών καναλιών, Ρωσία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Ελβετία, Γιουγκοσλαβία, Νορβηγία κ.ά. ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η εφημερίδα «Hurriyet» έπαιξε με το λογοπαίγνιο «σαν μπαλάκι του πινγκ - πονγκ» σε ένα πρωτοσέλιδό της, και πράγματι έτσι χρησιμοποιήθηκε ο Κούρδος ηγέτης: Σαν παίγνιο, σαν το αντικείμενο ενός διπλωματικού και πολιτικού παιγνιδιού, κι όχι ως διωκόμενος που ζητούσε πολιτικό άσυλο. Η ελληνική κυβέρνηση - διπλωματία τον μεταχειρίστηκε ανάλογα. Η μεταφορά του στην Κένυα (ένας Αμερικανός πρώην πρεσβευτής στην Τουρκία απόρησε: Γιατί στην Κένυα, είπε στο CNN, αφού ήταν βέβαιο ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες θα το μάθαιναν αμέσως και θα ενημέρωναν τις τουρκικές αρχές, αν δεν τις βοηθούσαν να τον συλλάβουν;), τα όσα εξωπραγματικά συνέβησαν εκεί και, τέλος, η προσπάθεια μεταφοράς του (;) και η απαγωγή του από πράκτορες της ΜΙΤ την 15η Φεβρουαρίου έκλεισαν μια ακόμη πράξη στην τραγωδία της αιώνιας εκμετάλλευσης του πανάρχαιου λαού των Κούρδων, για την εξυπηρέτηση γεωστρατηγικών επιδιώξεων.
Την ώρα που οι Δυτικοί αναλυτές έκαναν ανέξοδα λόγο για πιθανότητες «πολιτικοποίησης» του κουρδικού ζητήματος, και Δυτικοί πολιτικοί, οι ίδιοι που δεν του έδιναν άσυλο, ζητούσαν «δίκαιη δίκη» του Οτσαλάν (από τον κρατικό μηχανισμό, που επί πρωθυπουργίας Τσιλέρ δαπανούσε εκατομμύρια δολάρια για να τον δολοφονήσει!), ένα μεγάλο μέρος του τουρκικού λαού, παρασυρμένο από το κλίμα εθνικιστικής υστερίας που καλλιεργήθηκε, συντάχθηκε με την πολιτική μισαλλοδοξίας. Οι εφημερίδες και οι τηλεοράσεις κραύγαζαν «ευχαριστούμε για την Κύπρο τότε, ευχαριστούμε για τον Οτσαλάν τώρα» προς τον πρωθυπουργό Ετσεβίτ (που από «γραφικός» έγινε ήρωας, «κατακτητής της Κένυας», όπως τον είπαν) και κάθε ευρωπαϊκή φωνή περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» εκλαμβανόταν (εύλογα, ως ένα βαθμό) ως επίδειξη υποκρισίας.
Το κλίμα αυτό συντηρήθηκε έως και τις εκλογές του Απριλίου, αφού ο εθνικισμός προφανώς θεωρήθηκε καλό υποκατάστατο του «ενοποιητικού παράγοντα», που έλειπε από το πολιτικό σκηνικό. Και ήταν, στο μέτρο που έφερε νέες ισορροπίες στη Βουλή που προέκυψε μετά τις εκλογές της 18ης Απριλίου. Οι ισλαμιστές αποδυναμώθηκαν ελαφρά, η Δεξιά έχασε σημαντικό έδαφος. Και πολιτικά κέρδη έδρεψαν το Κόμμα Δημοκρατικής Αριστεράς του Ετσεβίτ και αυτό των «γκρίζων λύκων», το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, που κατήγαγε μια απίστευτη νίκη και ήρθε δεύτερο με 18,2%. Οι κοινοβουλευτικές ισορροπίες ισχύος που προέκυψαν προδιέγραψαν την επόμενη κυβέρνηση: Ενας τρικομματικός συνασπισμός του Ετσεβίτ, του Μπαχτσελί και του Γιλμάζ. Που, τελικά, επήλθε μερικές ημέρες μετά.
Μια παράλληλη ιστορία που εκτυλισσόταν στα Βαλκάνια ήταν αυτή του Κοσσυφοπεδίου. Στην οποία ιστορία η τουρκική πολιτική ηγεσία συντάχθηκε πλήρως με τη «γραμμή» του ΝΑΤΟ, υπέρ ενός τρομοκρατικού (κατά τα όσα έλεγε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ένα χρόνο πριν) και αποσχιστικού (κατά την ηγεσία του ίδιου) κινήματος, του αλβανικού. Η πλήρης αντίφαση δεν είχε καμία σημασία, πέραν της ιστορικής: Στην περίπτωση των Κούρδων, οι ΗΠΑ είχαν και έχουν συμφέρον να μην πριμοδοτηθεί αυτονομιστική λύση (η Τουρκία είναι υπερπολύτιμη σύμμαχος), ενώ αντίθετα στην περίπτωση των Κοσσοβάρων Αλβανών είχαν και παραείχαν (αξίζει να σημειωθεί μόνο τούτο: Προ του πολέμου στο Κοσσυφοπέδιο, η Γιουγκοσλαβία ήταν η μόνη χώρα όπου δε στάθμευαν δυνάμεις του ΝΑΤΟ).
Ενώ η δίκη Οτσαλάν για «εσχάτη προδοσία», «εγκλήματα κατά του τουρκικού λαού», «δολοφονία 30.000 Τούρκων» (εκ των οποίων, βέβαια, η πλειοψηφία ήταν Κούρδοι χωρικοί που δολοφονήθηκαν από τον τουρκικό στρατό, οι δυνάμεις του οποίου έκαψαν 4.000 χωριά από το 1984, κάτι που πέρασε «απαρατήρητο» από τη «διεθνή κοινότητα»...) και ό,τι άλλο βρέθηκε πρόχειρο συνεχιζόταν, κερδίζοντας το ενδιαφέρον του διεθνούς Τύπου, μια μάχη εργαζομένων - κυβέρνησης άρχιζε. Μέσα στο καλοκαίρι, η κυβέρνηση Ετσεβίτ προσπάθησε να περάσει νομοθεσία για την «αναμόρφωση» του ασφαλιστικού συστήματος, ουσιαστικά, καταργώντας τις συντάξεις για μεγάλο μέρος των εργαζομένων, οι οποίοι ήδη υφίστανται μακρόχρονες και ασφυκτικές πιέσεις από το εσωτερικό οικονομικό περιβάλλον των ακραίων αντιθέσεων.
Η κίνηση αυτή της κυβέρνησης εντασσόταν σε μια σειρά μέτρων, προκειμένου να εγκριθεί ένα «πακέτο βοήθειας» του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και προκάλεσε μια κινητοποίηση που η Τουρκία είχε να δει αρκετά χρόνια: Μια απεργία με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων στο δημόσιο τομέα, αλλά και στον ιδιωτικό. Ο Ελληνας αναγνώστης που δεν είναι εξοικειωμένος με τα τουρκικά πράγματα ίσως απορήσει με την απόδοση τόσο μεγάλης σημασίας σε μια απεργιακή κινητοποίηση, ενός δικαιώματος τόσο συχνά ασκούμενου στη χώρα μας, αλλά πρέπει να λάβει υπ' όψιν του ότι οι διαδηλώσεις είναι εξ ορισμού απαγορευμένες στη γείτονα χώρα...
Η υπόθεση του ασφαλιστικού παραπέμφθηκε για το φθινόπωρο, καθώς το Κοινοβούλιο έκλεισε, ενώ την επικαιρότητα μονοπώλησε η θανατική καταδίκη, την 29η Ιουνίου, σε βάρος του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, δι' απαγχονισμού. Η εκτέλεση αποτέλεσε το αντικείμενο «συζήτησης», λόγω της προεξοφληθείσας προσφυγής των δικηγόρων του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ αμερικανικές εφημερίδες, με γνωστότερη την «Washington Post», έκαναν λόγο για «ευκαιρία» μιας «ειρηνικής επίλυσης» του Κουρδικού, χάριν της «σταθερότητας» στην πολύτιμη χώρα - σύμμαχο των ΗΠΑ...
Ο Ιούλιος είδε άλλη μια εκκαθαριστική επιχείρηση του τουρκικού στρατού στο έδαφος του Βόρειου Ιράκ, το λεγόμενο «κουρδικό θύλακο», η οποία πέρασε απαρατήρητη από τα δυτικά ΜΜΕ, που εμφορούνταν από πολεμικό κλίμα για άλλους λόγους - λόγω της αποκορυφωθείσας εκστρατείας του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο.
Ηταν ξημερώματα της 7ης Αυγούστου, 03:02, όταν οι σεισμογράφοι άρχισαν έναν τρελό, αναπάντεχα άγριο, χορό. Η Τουρκία δεν είναι ασυνήθιστη στους σεισμούς - το 1998, 144 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί σε μια σεισμική δόνηση κοντά στις ακτές του Αιγαίου. Αλλά αυτή τη συγκεκριμένη νύχτα και τις νύχτες που ακολούθησαν, ήταν σαν ο Εγκέλαδος να άνοιξε την πόρτα του μυθικού κάτω κόσμου. 7,4 Ρίχτερ, είπαν Τούρκοι επιστήμονες, άλλοι σεισμολόγοι έκαναν διαφορετικές εκτιμήσεις, κυμαινόμενες από τους 6,8 έως τους 7,8 βαθμούς. Το ενδιαφέρον των εκτιμήσεων ήταν ακαδημαϊκό. Η ουσία ήταν αλλού: Στις πόλεις, όπου τα κτίρια είχαν κτιστεί παράνομα, χωρίς άδειες, σε μια νύχτα, για να στεγάσουν φτωχοδιαβόλους. Σε μια ζώνη 250 χιλιομέτρων, την πιο βιομηχανοποιημένη της Τουρκίας. Οταν οι αναφορές άρχισαν να φθάνουν, κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο κατάλογος θα έφθανε σε αυτό το μάκρος. 2, 3, 7, 100, 1.000, 2.000, 7.000, οι αριθμοί περιγελούσαν την ανθρώπινη ζωή, τρομοκρατούσαν. Ο αριθμός ανέβηκε στις 22 χιλιάδες, κατέβηκε με πρωθυπουργική εντολή στις 12, ξανανέβηκε στις 17. Τα συνεργεία ήλθαν, αλλά με καθυστέρηση. Ο κρατικός μηχανισμός πιάστηκε στον ύπνο.
Ο Εγκέλαδος είχε «ταξικό» κριτήριο, είπαν πολλοί. Η προσωποποίηση των ευθυνών, όμως, είχε άλλους αποδέκτες. Ενα ολόκληρο πλαίσιο διαφθοράς, που διέθρεψαν επί χρόνια οι εργολάβοι, οι κρατικοί υπάλληλοι όλων των βαθμίδων και το πολιτικό προσωπικό, ήταν η βασικότερη αιτία που η καταστροφή προσέλαβε τις διαστάσεις που προσέλαβε. Διαστάσεις πέραν πάσης περιγραφής. Οι επίσημοι αριθμοί των 17 χιλιάδων νεκρών και των 300 χιλιάδων αστέγων ήταν «υποτιμημένοι», είπαν πολλοί. Δεν αποσαφηνίστηκε, για παράδειγμα, πού πήγαν οι δεκάδες χιλιάδες αγνοούμενοι. Η βιασύνη των αρχών να αντικαταστήσουν οι μπουλντόζες τα σωστικά συνεργεία ήταν χαρακτηριστική...
Δεν ήταν το τέλος της τραγωδίας. Την 12η Νοεμβρίου ένας ακόμη σεισμός πάνω από 7 Ρίχτερ κόστισε άλλες 374 ζωές, επισήμως. Ανεπισήμως, η εκατόμβη των νεκρών από τους σεισμούς, όπως είπαν παρατηρητές και πολιτικοί, κόστισε σχεδόν 50.000 ζωές. Οσο για τους ζωντανούς, ειδικά τους χιλιάδες πληγέντες, πολλοί από αυτούς ζουν έως και σήμερα σε σκηνές που δεν είναι καν αδιάβροχες...
Το πλήγμα του Εγκέλαδου στην Τουρκία και στη συνέχεια στην Ελλάδα προκάλεσε ένα κλίμα αλληλεγγύης, το οποίο οι ηγεσίες ΗΠΑ και Ευρώπης έσπευσαν να εξαργυρώσουν σε πολιτικό επίπεδο. Η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Μπιλ Κλίντον στην Αγκυρα για τη Σύνοδο του ΟΑΣΕ σφράγισε την προσπάθεια αυτή, η οποία, παρά τις λαϊκές αντιστάσεις, συνεχίστηκε.
Η υπόθεση Οτσαλάν πήγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το ΡΚΚ ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τον ένοπλο αγώνα (μέχρι νεωτέρας), Αμερικανοί διπλωμάτες ανακοίνωσαν τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο ότι «υπάρχει πρόοδος» στην κατάσταση, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα (αν και στις φυλακές σφαγιάστηκαν 11 πολιτικοί κρατούμενοι μέσα σε μια ημέρα...) και το ενδιαφέρον μετατοπίσθηκε στη Σύνοδο της ΕΕ στο Ελσίνκι. Οπου υπήρξε η γνωστή «θετική» κατάληξη. Θετική για την κυβέρνηση Ετσεβίτ, βέβαια, αφού οι εργαζόμενοι, οι οποίοι είδαν το φθινόπωρο να περνούν οι επιταγές του ΔΝΤ για το συνταξιοδοτικό, επωμίζονται και νέα κόστη για την προσπάθεια «οικονομικής σύγκλισης» με τα ευρωπαϊκά κριτήρια ένταξης...
Η νέα χρονιά αναμένεται να κρίνει πολλά για την Τουρκία. Το πολιτικό σκηνικό θα περάσει από νέες ανακατατάξεις, με τις προεδρικές εκλογές, οι οποίες μένει να φανεί αν θα οδηγήσουν στην αντικατάσταση του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Η εργασιακή «ειρήνη» θα τεθεί εν αμφιβόλω, καθώς η κυβέρνηση θα πιέζεται, τόσο από το ΔΝΤ, όσο και από την ΕΕ για όλο και σκληρότερα οικονομικά μέτρα νεοφιλελεύθερης έμπνευσης. Η υπόθεση Οτσαλάν αναμένεται να φθάσει στην απόληξή της, άρα η στάση των Κούρδων, οι οποίοι μοιάζουν να ελπίζουν σε «εκδημοκρατισμό», να επαναπροσδιοριστεί. Στο πολιτικό σκηνικό, αναμένεται ο νέος γύρος του πολέμου κατά του πολιτικού Ισλάμ, αφού εκκρεμεί δίκη εναντίον του Κόμματος Αρετής (FP). Εν ολίγοις: Ολα μένουν ανοιχτά...