Associated Press |
Από παλιότερη διαδήλωση εργαζομένων του δημοσίου στη Βρετανία |
Οι ζυμώσεις και διαβουλεύσεις κράτησαν πέντε μέρες και τελικά το βράδυ της περασμένης Τρίτης ο ηγέτης των Τόρις, Ντέιβιντ Κάμερον, μετέβη στη βασίλισσα για να λάβει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης... με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες του Νικ Κλεγκ.
«Ολα αυτά τα παιχνίδια που λαμβάνουν χώρα είναι εξαιρετικά "ψυχαγωγικά" για τα τηλεοπτικά δίκτυα και όσους τα μεταδίδουν», θα δηλώσει ο Βρετανός, πακιστανικής καταγωγής, ιστορικός και συγγραφέας Τάρικ Αλι στο αμερικανικό δίκτυο «Democracy Now», για να τονίσει ότι κυρίαρχο ζήτημα είναι άλλο: «Και τα τρία κόμματα συμφωνούν απολύτως στα οικονομικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν, δηλαδή δραστικές περικοπές στις δαπάνες και κυρίως στις κοινωνικές δαπάνες, των οποίων οι συνέπειες θα είναι σφοδρές για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, καθώς και η απόλυτη δέσμευσή τους για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού και οικονομικού συστήματος». «Επίσης, και τα τρία κόμματα συμφωνούν στη συνέχιση του πολέμου στο Αφγανιστάν», θα προσθέσει ο Τάρικ Αλι, για να καταλήξει ότι οι διαφορές μεταξύ των τριών κομμάτων είναι διαφορές «απόχρωσης» και όχι ουσίας και ότι και τα τρία κόμματα είχαν πρόθεση να κάνουν το ίδιο: Επίθεση στους εργαζόμενους.
Η δέσμευση και των τριών κομμάτων στην προάσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου, πέραν των προεκλογικών τους «δεσμεύσεων», αποκαλύφθηκε και κατά τη διάρκεια των «συνομιλιών» μεταξύ των τριών κομμάτων - Τόρις, Εργατικό Κόμμα και Φιλελεύθεροι Δημοκράτες - που διαγκωνίζονταν για την εξουσία και που έδειχναν ότι όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Ωστόσο, το δρόμο για την κυβέρνηση συνασπισμού άνοιξε το ίδιο το Εργατικό Κόμμα. Ο καταλύτης ήταν η παραίτηση του Γκόρντον Μπράουν από τη θέση του πρωθυπουργού τη στιγμή που κορυφώνονταν οι αντικρουόμενες δηλώσεις στελεχών του Εργατικού Κόμματος είτε περί «άκαρπων» συνομιλιών με το Κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών είτε περί «συνέχισης των συνομιλιών», καθώς και το Φιλελεύθερο Κόμμα, σύμφωνα με βρετανικά μέσα ενημέρωσης, εμφανιζόταν διχασμένο, με το ήμισυ των στελεχών του να προκρίνει μία συμμαχία με τους Τόρις και το άλλο ήμισυ να την απορρίπτει κατηγορηματικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η άνοδος του κόμματος των Φιλελεύθερων Δημοκρατών άρχισε στα τέλη της δεκαετίας του '70 όταν τμήμα στελεχών του Εργατικού Κόμματος αποχώρησε «εξαιτίας της αριστερής στροφής» του, με ηγεσία τον Χάρολντ Ουίλσον και κατόπιν τον Τζέιμς Κάλαχαν, γεγονός που οδήγησε στο να πάρουν την εξουσία οι Τόρις και το αναδυόμενο άστρο της Μάργκαρετ Θάτσερ.
Ετσι, το Εργατικό Κόμμα υπακούοντας για άλλη μία φορά στα κελεύσματα της οικονομικής ολιγαρχίας - όπως ακριβώς έκανε και τα 13 χρόνια που βρισκόταν στην εξουσία - που εξαρχής είχε ταχθεί υπέρ μίας κυβέρνησης Τόρις - Φιλελευθέρων, «αποσύρθηκε» από την κούρσα διεκδίκησης μίας θέσης στην πολιτική εξουσία.
Παραμερίζοντας τις τυμπανοκρουσίες που συνόδευσαν το σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης συνασπισμού της Βρετανίας από το 1945, όταν και έληξε η θητεία της κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» υπό τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο βασικός στόχος, όπως τόνισαν και στην κοινή συνέντευξη οι ηγέτες των δύο κυβερνητικών πλέον εταίρων, Ντέιβιντ Κάμερον και Νικ Κλεγκ (που θα είναι αντιπρόεδρος της κυβέρνησης), είναι η «μείωση του τεράστιου ελλείμματος του προϋπολογισμού». Με απλά λόγια, επιβολή αιματηρών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες και λυσσαλέα επίθεση στις αποδοχές εκατομμυρίων εργαζομένων.
Αναμενόμενο λοιπόν είναι ότι «πρώτος και κυρίαρχος στόχος» της νέας κυβέρνησης, όπως ανακοινώθηκε, είναι η μείωση του τεράστιου ελλείμματος του προϋπολογισμού που αντιμετωπίζει η χώρα, περιλαμβανομένης και της περικοπής 6 δισεκατομμυρίων λιρών στις δημόσιες δαπάνες, ενώ έκτακτος προϋπολογισμός θα κατατεθεί προς ψήφιση στο Κοινοβούλιο εντός 50 ημερών. Οι δηλώσεις έγιναν στο φόντο των ανακοινώσεων της Τράπεζας της Αγγλίας ότι «οι περικοπές θα πρέπει να γίνουν το συντομότερο δυνατόν» και της ανακοίνωσης του αριθμού των ανέργων που έφτασε στα 2,51 εκατομμύρια, ο μεγαλύτερος αριθμός ανέργων από το 1994, ενώ έπεται συνέχεια...
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι «οι περικοπές» και ο «έκτακτος προϋπολογισμός» θα προστεθούν ήδη στον προϋπολογισμό λιτότητας που είχε καταθέσει ο απερχόμενος πρωθυπουργός, Γκόρντον Μπράουν, και στις απολύσεις που είχε δρομολογήσει. Σχέδια που προκάλεσαν τις θυελλώδεις αντιδράσεις των εργαζομένων και τη μεγαλύτερη εργατική κινητοποίηση και απεργία από το 1987 στο στενό δημόσιο τομέα. Προέβλεπαν ακόμα περικοπή κατά 30% της αποζημίωσης των εργαζομένων που τυχόν θα απολυθούν από το δημόσιο, ανοίοντας τις πόρτες για μαζικές απολύσεις, όπως ζητούσε το κεφάλαιο, ασχέτως ποια θα ήταν η επόμενη κυβέρνηση. Ανάμεσα στα θύματα των «περικοπών» και η Ανώτατη Παιδεία. Η χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 6,6%, ποσοστό ρεκόρ από τη δεκαετία του 1970. Για τα επόμενα τρία χρόνια προβλέπονται περικοπές πάνω από 1 δισ. ευρώ ενώ 99 πανεπιστήμια, περισσότερα από τα μισά, μέχρι στιγμής έχουν ανακοινώσει μέτρα περιορισμού των εξόδων τους, όπως απολύσεις διδακτικού και διοικητικού προσωπικού, κλείσιμο τμημάτων και σχολών, αναβολή δημιουργίας νέων κτιρίων, περικοπές υποτροφιών και ενισχύσεων σε φοιτητές χαμηλών εισοδημάτων, μεγαλύτερη αναλογία φοιτητών ανά καθηγητή και προτάσεις για δίχρονα αντί τρίχρονα πτυχία. Και αυτά ενόσω τα δίδακτρα έχουν τριπλασιαστεί τα τελευταία τρία χρόνια.
Συνεπώς ο δρόμος είχε στρωθεί από την κυβέρνηση των Εργατικών και η κυβέρνηση συνασπισμού, κάτι σαν «συγχώνευση εταιρειών» κατά κάποιους αναλυτές, σάλπισε την επίθεση αμέσως μετά το πρώτο υπουργικό συμβούλιο την Πέμπτη και ανακοίνωσε την περικοπή των αμοιβών των μελών του κατά 5% για να δώσει υποτίθεται το ...καλό παράδειγμα.
Κατά τα βρετανικά ΜΜΕ ο μισθός του πρωθυπουργού θα μειωθεί στις 142.500 στερλίνες το χρόνο από 150.000, ενώ οι κορυφαίοι υπουργοί θα πληρώνονται περίπου 135.000 και η πρώτη αυτή απόφαση συνιστά «μία συμβολική κίνηση». Ουσιαστικά αποτελεί το σάλπισμα επίθεσης και βήμα υλοποίησης των προεκλογικών δεσμεύσεων των Τόρις, καθώς ο πρωθυπουργός πια Ντέιβιντ Κάμερον είχε δηλώσει ότι σε περίπτωση που εκλεγεί θα προχωρήσει σε περικοπές των μισθών «των ανώτατων δημοσίων υπαλλήλων». Εξάλλου, η βρετανική κυβέρνηση «μπορεί να αποφασίζει» για το δημόσιο, αλλά φυσικά έχει αφήσει το κεφάλαιο ασύδοτο στον ιδιωτικό τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την πρόσφατη έρευνα του Βρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στις αρχές Μάρτη η πλειοψηφία των βρετανικών επιχειρήσεων, για την ακρίβεια δύο στις τρεις, προειδοποίησαν ότι «ετοιμάζονται για μείωση ή πάγωμα των μισθολογίων τους».
Και όλα αυτά στη Βρετανία, όπου, σύμφωνα με την οργάνωση «Fight Poverty», ένας στους πέντε πολίτες ζει σε συνθήκες φτώχειας. Δείκτες που θα επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο με τη «συγχώνευση» σε κυβερνητικό επίπεδο. Η συμφωνία εξάλλου για τη συγχώνευση δεν περιλαμβάνει τίποτα το αξιοσημείωτο παρά μόνο κάποιες «αποχρώσεις»: Δε θα περικοπεί ο φόρος κληρονομιάς και τα χρήματα που εξοικονομούνται θα διοχετευτούν στο να τεθεί αφορολόγητο 10.000 λιρών, ενώ δεν πρόκειται να εισαχθεί «φόρος υψηλών εισοδημάτων», όπως είχαν υποσχεθεί προεκλογικά οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες. Υιοθέτηση «σκληρότερων μέτρων» εναντίον των υπέρογκων μπόνους των τραπεζιτών. Περισσότερες ρυθμιστικές εξουσίες στην Τράπεζα της Αγγλίας. Το νομοσχέδιο για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος προς το αναλογικότερο θα τεθεί σε δημοψήφισμα (αλλά οι εταίροι θα έχουν το δικαίωμα να εκφράσουν αντίθετες απόψεις στην εκστρατεία αυτή). Τα μέλη της Βουλής των Λόρδων θα εκλέγονται και δε θα είναι πια «κληρονομικό δικαίωμα».
Οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες θα καταλάβουν συνολικά 20 χαρτοφυλάκια, κυρίως υφυπουργεία. Σημαντικότερο όλων το υφυπουργείο Οικονομίας ή, καλύτερα, υπουργείο Επιχειρήσεων, το οποίο αναλαμβάνει ο Βινς Κέιμπλ υπό τη σκιά του Τζορτζ Οσμπορν, που ήδη δεσμεύτηκε «για επιτάχυνση» και μεταρρυθμίσεις στην Υγεία και στην Παιδεία.
Πιο δραστήριος από όλους, όπως αποδεικνύεται, είναι ο πρώην ηγέτης των Τόρις και νυν υπουργός Εξωτερικών, Ουίλιαμ Χέιγκ, που μετέβη την Παρασκευή στην Ουάσιγκτον προσδοκώντας μία «στενή, αλλά όχι δουλοπρεπή, όπως είπε, σχέση με τις ΗΠΑ». Στο επίκεντρο των συνομιλιών του Χέιγκ ήταν το Αφγανιστάν και φυσικά δεν πρόκειται να υπάρξει καμία αλλαγή στην πολιτική απόλυτης σύμπλευσης με τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ στα πολεμικά πεδία, αλλά και στα σχέδια για το Ιράν, την ευρύτερη Μέση Ανατολή και αλλού.