ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
Τι ξέρουν οι Ιρλανδοί;

Η Ελληνίδα ΥΠΕΞ εμφανίζεται να γνωρίζει καλύτερα το συμφέρον του λαού της Ιρλανδίας από τους ίδιους τους Ιρλανδούς...

Πέμπτη 19 Ιούνη 2008

Associated Press

Δε συμβουλεύτηκε την Ντόρα Μπακογιάννη ο Ιρλανδός της φωτογραφίας
Την αφ' υψηλού αντιμετώπιση της βούλησης του ιρλανδικού λαού, η οποία εκφράστηκε με το πρόσφατο δημοψήφισμα κατά της Ευρωσυνθήκης, περιέγραψε, χτες, σε συνέντευξη Τύπου η υπουργός Εξωτερικών. Η Ντόρα Μπακογιάννη, εκτός από την υποτίμηση της έκφρασης της βούλησης ενός λαού, στη συνέντευξη που παραχώρησε, επανέλαβε τις πάγιες θέσεις της ελληνικής διπλωματίας για το σύνολο των ζητημάτων της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

Για την Ευρωπαϊκή Ενωση

Για τα «προβλήματα» που έχουν προκληθεί κάθε φορά που κάποιο κράτος - μέλος της ΕΕ ζητούσε την κύρωση ευρωπαϊκής Συνθήκης από το λαό η υπουργός δήλωσε: «Είναι πάρα πολύ δύσκολο να απαντήσεις με ένα "ναι" ή με ένα "όχι" σε μια τόσο πολύπλοκη και δύσκολη Συνθήκη όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι λαοί απαντούν στα θέματα που τους απασχολούν εκείνη τη στιγμή πάρα πολύ έντονα. Τα "όχι" που ενδεχομένως καταγράφονται, ακόμη και μεταξύ των κομμάτων σήμερα, έχουν διαφορετική εκκίνηση».

Για να υποστηρίξει τα λεγόμενά της η Ντόρα Μπακογιάννη διαστρέβλωσε το μήνυμα των Ιρλανδών λέγοντας: «Το "όχι" των Ιρλανδών, οι οποίοι ανησυχούν ότι, ενδεχομένως, μια πιο κοινωνική Ευρώπη θα βάλει κανόνες πιο αυστηρούς στην ελεύθερη οικονομία και στην ανταγωνιστικότητα, δε νομίζω ότι μπορεί να έχει σχέση με το "όχι" του ΚΚΕ».

Θέλοντας να «στοιχειοθετήσει» την άποψη πως δε χρειάζονται δημοψηφίσματα η υπουργός Εξωτερικών συμπλήρωσε: «Οταν το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας της Ιρλανδίας, όλα τα κόμματα, τάσσονται υπέρ της Συνθήκης, πιστεύει κανείς σοβαρά ότι σε μια δημοκρατία, όπου οι άνθρωποι εκλέγονται, θεωρούν ότι κάνουν κάτι ενάντια στα συμφέροντα του λαού τους; Εγώ δεν το πιστεύω. Πιστεύω, όμως, ότι με τη λογική του "ναι" και του "όχι", δηλαδή του ελάχιστου κοινού παρονομαστή, δυστυχώς, απλοποιημένες απαντήσεις σε σύνθετες ερωτήσεις οδηγούν σε λάθος συμπεράσματα».

Για την ΠΓΔΜ

H υπουργός Εξωτερικών, σχολιάζοντας δηλώσεις αξιωματούχων της ΠΓΔΜ ότι για να βρεθεί λύση στο ζήτημα της ονομασίας, πρέπει πρώτα η Ελλάδα να αποδεχτεί την ύπαρξη μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας, σημείωσε: «Η εντολή του διαπραγματευτή είναι σαφής: Αναζητούμε κοινά αποδεκτή λύση για το θέμα του ονόματος. Εχουμε επανειλημμένως πει ότι αυτή η διαπραγμάτευση έχει ένα και μόνο αντικείμενο. Δε θα παρασυρθούμε σε μια συζήτηση που τελικά μπορεί να οδηγήσει σε εκτροπή της διαπραγματευτικής προσπάθειας από το αντικείμενό της».

Για Τουρκία και Κυπριακό

Τα γενικότερα μηνύματα και η καλή ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει τις επαφές των δύο κοινοτήτων δικαιολογούν κάποια αισιοδοξία, δήλωσε η Ντόρα Μπακογιάννη αναφερόμενη στο Κυπριακό. Επισήμανε, όμως, ότι ο δρόμος για δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση, στη βάση δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας, δε θα είναι στρωμένος με ρόδα. Απαντώντας, πάντως, σε ερώτηση για το αν θα υπάρξουν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρη Χριστόφια, και του Τουρκοκύπριου ηγέτη, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, η υπουργός δήλωσε ότι πρόκειται για θέμα του Προέδρου Χριστόφια.

Σχετικά με τις πρόσφατες εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία σημείωσε ότι η γειτονική χώρα αναζητά τρόπους διεξόδου και υπογράμμισε πως είναι προφανές ότι η ευρωπαϊκή της προοπτική χρειάζεται μια νέα πνοή, την οποία μόνο η ίδια μπορεί να δώσει. Για το αν Αθήνα και Αγκυρα έχουν ανοίξει διμερή διάλογο για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης στη βάση αμοιβαιότητας, η Ντ. Μπακογιάννη τόνισε: «Να ξεκαθαρίσουμε τα περί αμοιβαιότητας. Αμοιβαιότητα στο σεβασμό και την εφαρμογή πολιτικών προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δε νοείται στην εποχή μας, απλά και μόνο διότι είναι καθήκον των δημοκρατικών κρατών να σέβονται αυτά τα δικαιώματα και να εφαρμόζουν τις σχετικές πολιτικές. Η Ελλάδα το πράττει όσον αφορά τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Η Τουρκία από την πλευρά της, όχι σε μια λογική αμοιβαιότητας, οφείλει να κάνει το ίδιο σε θέματα που άπτονται της λειτουργίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Σχολής της Χάλκης, των Ελλήνων της Πόλης, των περιουσιών τους, της Ιμβρου και της Τενέδου».