Από τη συζήτηση του «Ρ» με τους νεολαίους συνδικαλιστές |
«Βλέπεις μεγάλους ανθρώπους που παίρνουν σύνταξη και εξακολουθούν και μένουν στην παραγωγή μέχρι τα βαθιά γεράματα, για να βοηθήσουν τα παιδιά τους αλλά και για να επιβιώσουν οι ίδιοι. Ενώ η νεολαία, έτσι όπως είναι σήμερα η κατάσταση, δεν πρόκειται να πάρει σύνταξη...».
«Ας πούμε, μόνο για να πας να γεννήσεις, θέλεις πάρα πολλά λεφτά. Πώς θα μείνω εγώ, για παράδειγμα, έγκυος, που δεν έχω δουλιά; Κι αν είχα θα 'παιρνα 700 ευρώ... Οι γονείς μας βοήθησαν τους παππούδες και τις γιαγιάδες τα προηγούμενα χρόνια. Τώρα εμείς πώς να τους βοηθήσουμε; Αν παίρνω 700 ευρώ, να του δώσω 100; Μετά από 10 μέρες θα τα πάρω πίσω...». Η κουβέντα στρέφεται στα ιδιαίτερα προβλήματα και στις ανάγκες που έχουν οι εργαζόμενες.
«Στη γυναίκα απαγορεύουν τη μητρότητα. Δεν μπορεί μία κοπέλα, άμα φτάσει στα 28, να πάει να παντρευτεί. Η εργοδοσία δεν καλύπτει πλέον τη μητρότητα», κι εξηγεί ότι εξαρτάται από τη ...διακριτική ευχέρεια του «ξενοδόχου ή του ιδιοκτήτη του "Αττικα" αν θα καλύψει τα επιδόματα μητρότητας, τοκετού, κτλ.». Αλλωστε, οι ατομικές συμβάσεις που γενικεύονται επιταχύνουν ουσιαστικά έναν οδοστρωτήρα που συνθλίβει ακόμα και όσα ανεπαρκή μέτρα ίσχυαν μέχρι σήμερα για τη στήριξη της οικογένειας: Γονικές άδειες, μειωμένα ωράρια κτλ.. Βέβαια, το θέμα δεν είναι «να σώσουμε ό,τι προλάβουμε». Μόνη ελπίδα είναι ο αγώνας για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών...