Παπαγεωργίου Βασίλης |
Ας δούμε, όμως, τα βασικά στοιχεία του εκλογικού σταυρόλεξου, που αντιμετωπίζει ο ΣΥΝ, στην προσπάθειά του να εγκλωβίσει εργαζόμενους, που έχουν απογοητευτεί από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και αναζητούν μια διέξοδο. Από τη μια, πρέπει να εμφανιστεί ως μια γνήσια και συνεπής αντιδικομματική δύναμη και, κυρίως, να οριοθετηθεί από το ΠΑΣΟΚ, προβάλλοντας μια πολιτική φιλολαϊκής - υποτίθεται - διεξόδου. Κι από την άλλη, να αντιμετωπίσει την πολιτική του ΚΚΕ. Κι όλ' αυτά, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής και των βασικών επιδιώξεών του, στις οποίες ομονοούν και συμφωνούν όλες οι ομάδες και οι τάσεις που τον αποτελούν.
Η «αντινεοφιλελεύθερη» πολιτική διεξόδου, όμως, είναι στην καλύτερη περίπτωση μια αυταπάτη. Στην πραγματικότητα είναι άλλη μια πρόταση διαχείρισης του συστήματος και είναι τόσο φιλολαϊκή, όσο είναι «σοσιαλισμός» ο προτεινόμενος από τον ΣΥΝ «σοσιαλισμός με δημοκρατία» και με άλλα λόγια ο «ανθρώπινος καπιταλισμός». Κι αυτά, όχι μόνον ή κυρίως, επειδή το περιεχόμενο της πρότασης είναι τουλάχιστον ασαφές. Ούτε μόνον επειδή παραπέμπει κυρίως στον τρόπο άσκησης της πολιτικής και στον τρόπο διαχείρισης της οικονομίας και όχι στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Κυρίως, γιατί δεν υπάρχουν αντικειμενικά δυνατότητες εφαρμογής μιας πραγματικά φιλολαϊκής πολιτικής στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος. Στις σημερινές συνθήκες, η οποιαδήποτε τέτοια απόπειρα έρχεται αναπόφευκτα σε σύγκρουση με τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος, φέρνοντας στο προσκήνιο το κρίσιμο θέμα της εξουσίας. Αυτό ακριβώς εξηγεί και το γεγονός, πως οι όποιοι στόχοι πάλης και αιτήματα προβάλλει ο ΣΥΝ, στο πλαίσιο της προτεινόμενης διεξόδου του, δε συνιστούν μια συνολική εναλλακτική λύση, αλλά μια πολιτική άμβλυνσης των πιο ακραίων μορφών των σημερινών προβλημάτων. Χαρακτηριστικό και επίκαιρο παράδειγμα αποτελούν οι προτάσεις και η τακτική του στο θέμα της Παιδείας, η στάση της ΑΡ.ΣΗ. («Αριστερά Σήμερα»), κλπ.
Πέρα απ' αυτά, η εφαρμοζόμενη σήμερα πολιτική των καπιταλιστικών διαρθρωτικών αλλαγών - την οποία ονομάζουν νεοφιλελεύθερη - δεν είναι το αποτέλεσμα μιας συγκυριακής κυριαρχίας των όποιων νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, αλλά η απάντηση στις εσωτερικές ανάγκες ανάπτυξης του σύγχρονου καπιταλισμού. Γι' αυτό και η πολιτική αυτή εφαρμόζεται τις τελευταίες δεκαετίες, με τη μια ή την άλλη μορφή διαχείρισης, απ' όλες τις κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών - συντηρητικές, σοσιαλδημοκρατικές, κεντροαριστερές - ακόμη κι από τους συντρόφους του ΣΥΝ στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Η επιχειρούμενη οριοθέτησή του απ' το ΠΑΣΟΚ, παρότι ζωτικής εκλογικής σημασίας γι' αυτόν, αφήνει πάντα ανοιχτή την πόρτα της μελλοντικής γενικότερης συνεργασίας μαζί του και συνοδεύεται μόνιμα από προσκλήσεις «αντινεοφιλελεύθερης» σύμπραξης προς την ηγεσία του. Επίσης, συντηρεί συστηματικά τις «γέφυρες συνεργασίας» με το ΠΑΣΟΚ σε διάφορους τομείς (Τοπική Αυτοδιοίκηση, ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΕ κλπ.).
Εμφανίζεται ως πρωτομάχος της ενότητας της Αριστεράς και απευθύνει συστηματικά υποκριτικές εκκλήσεις συνεργασίας προς το ΚΚΕ, επιχειρώντας να ψαρέψει αριστερές ψήφους στα θολά νερά, αλλά αποκρύπτει και αποφεύγει να μιλήσει για τις μεγάλες και σοβαρές διαφορές που χωρίζουν τα δύο κόμματα. Και την ίδια στιγμή, αντιμάχεται με λύσσα, σε όλα τα πολιτικά και κοινωνικά μέτωπα, την πολιτική του ΚΚΕ, την πολιτική της αντιιμπεριαλιστικής αντιμονοπωλιακής συσπείρωσης, τη διέξοδο του Λαϊκού Μετώπου πάλης και εξουσίας. Κι όχι μόνον αυτή. Ο καθένας καταλαβαίνει, ότι ο στόχος της ενίσχυσής του και πολύ περισσότερο της ανάδειξής του σε κορμό της «μεγάλης αριστεράς», είναι συνώνυμος με τη δραστική μείωση της επιρροής του ΚΚΕ ή την υποταγή του τελευταίου στη διαχειριστική πολιτική και στις επιδιώξεις του ΣΥΝ. Ακριβώς αυτό εννοεί η ηγεσία του, όταν μιλά για ενότητα της Αριστεράς...
Και, βέβαια, συντηρεί τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά τον ολοφάνερα ετερόκλητο και ψηφοθηρικό χαρακτήρα αυτής της συμμαχίας, όπου τα μόνα κοινά - εκτός του «αντινεοφιλελευθερισμού - στοιχεία των συνισταμένων του είναι ο οπορτουνισμός και η εμπάθεια κατά του ΚΚΕ.
Με δυο λόγια, η πολιτική της «αντινεοφιλελεύθερης» συσπείρωσης βοηθά αντικειμενικά την κυρίαρχη πολιτική και τον δικομματισμό, εμποδίζοντας τη ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων και σκορπίζοντας αυταπάτες. Μετατρέπει αντικειμενικά τον ΣΥΝ σε ανάχωμα προστασίας του πολιτικού συστήματος, κάνοντας φανερά - εκτός των άλλων - τα περιορισμένα όρια του αντιδικομματισμού του. Και μπορεί, βέβαια, η πολιτική αυτή να φέρνει τον ΣΥΝ μονίμως στον προθάλαμο της όποιας μελλοντικής κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, αλλά ο λαός μας δεν έχει τίποτε να κερδίσει από μια ακόμη διαχείριση του συστήματος, έστω και «αντινεοφιλελεύθερη».