Αντάρτισσες της Θεσσαλίας
Κυριακή 10 Δεκέμβρη 2006

Γλυκερία Τσιτσιούλα - Πούλιου (από το Μικρό Κεφαλόβρυσο Τρικάλων), αντάρτισσα του ΕΛΑΣ και αργότερα του ΔΣΕ (2ο Τάγμα)
Οι αντάρτισσες της Θεσσαλίας, αγωνίστριες της Αντίστασης, είχαν μεγάλη συμμετοχή στο ΔΣΑ αλλά και μεγάλο μερίδιο στις θυσίες. Νεαρές αγρότισσες στην πλειονότητά τους αλλά και δασκάλες και κοριτσόπουλα που για πρώτη φορά κράτησαν όπλο, πολέμησαν μέσα σε δύσκολες συνθήκες, σ' όλα τα μέτωπα και όχι σπάνια έδειξαν μεγαλύτερη γενναιότητα από τους άντρες, ακόμα και σύμφωνα με μαρτυρίες των αντιπάλων! Οι διηγήσεις των συναγωνιστών τους αλλά και των ίδιων των μαχητριών ζωντανεύουν και θα ζωντανεύουν στο μέλλον τον τιτάνιο αγώνα που έδωσαν «σε άνιση μάχη κι αγώνα».

Μια αφανής ανταρτοπούλα

Στο βιβλίο του «Ανταρτόπουλο στο ΔΣΕ» ο Τριαντάφυλλος Γεροζήσης θυμάται μια αφανή ανταρτοπούλα του Τυρνάβου:

«Σε ό,τι χρειαζόταν "διάβασμα", γράφει, βγήκε πρώτη απ' όλους τους εκπαιδευμένους και σίγουρα ήταν καλύτερη και σε πολλά από μας τους "παλιούς" μια κοπέλα επιστρατευμένη από κάποιο χωριό του Τυρνάβου. Ηταν ένα "αχαμνό" μαυριδερό, με κάτι μαύρα πολύ λαμπερά μάτια, ανάμεσα στα δεκάξι με δεκαοχτώ χρόνων. Στην αρχή τρομάξαμε να την κάνουμε να πιάσει όπλο στο χέρι της. Τσίριζε, φοβόταν να το ακουμπήσει. Την πήραν οι κοπέλες του προσωπικού των Εμπεδων με το καλό και σιγά σιγά συμφιλιώθηκε με τα όπλα.

Στην αρχή άρχισε να διακρίνεται στη σκοποβολή. Οταν κατάλαβε πώς γίνεται η σκόπευση και απέκτησε μια μικρή εμπειρία, τότε ήταν άπιαστη. Εκοβε το μάτι της και είχε φοβερά σταθερό χέρι. Μόνο αν ήταν το όπλο ελαττωματικό, και τέτοια ήταν τα περισσότερα στα Εμπεδα, δηλαδή αν δεν είχε σταθερή βολή, έχανε, διαφορετικά το μάτι της έκοβε σαν αστραπή. Αυτή λοιπόν ήρθε πρώτη σε όλα τα αγωνίσματα, τους πέρασε όλους τους άλλους, αγόρια και κορίτσια. Δε θυμάμαι πως τη λέγαν... Ηταν αδύνατη, κοντή προς το κανονικό ανάστημα...

Εκείνο όμως που θυμάμαι από αυτήν ήταν τα κατάμαυρα μάτια της, μάτια ωραία και ζωηρά και την έκφραση στο πρόσωπό της. Της λέγανε τα άλλα κορίτσια - με αγόρια δεν είχε πολλά πάρε δώσε - πώς καταφέρνει και κρατά τόσο σταθερό το όπλο ή το οπλοπολυβόλο στη βολή και τις πείραζε λέγοντας "Αντε μωρή, εύκολο είναι, πες πως σφίγγεις τον καλό σου".

Οταν έπαιρνε θέση για βολή ή σε ορισμένες ασκήσεις μάχης, το πρόσωπό της έπαιρνε τη σκληρή έκφραση του μαχητή την ώρα της μάχης που δεν είχε όταν την έφερναν.

Αυτή λοιπόν ήρθε πρώτη στην αρμολόγηση όλων των όπλων, ακόμα και του γερμανικού μυδραλίου, που δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αποτέλεσμα ήταν ότι μάζεψε όλα τα έπαθλα, δηλαδή καμιά οκά ξερά, άλλα τόσα καρύδια και σταφίδες. Αυτά ήταν τα έπαθλα και βέβαια τα μοίρασε σε όλους μας και μεις της αφιερώσαμε "γιορτή".

Μετά από λίγο έφυγαν. Εκείνο τον καιρό έφυγε και η Ταξιαρχία. Αργότερα, όταν γύρισε η Ταξιαρχία, ρωτούσαμε για διάφορους γνωστούς. Κάποιος μου είπε για την κοπέλα ότι "όπου πάει διακρίνεται, σε τίποτα δεν κωλώνει, αυτή θα πάει στη ΣΑΓΑ σίγουρα". Τι απέγινε δεν ξέρω».

Στη φωτιά της μάχης

Πρώτες στη μάχη, στις πορείες, στις θυσίες αλλά και στο τραγούδι οι Θεσσαλές αντάρτισσες. Γενναίες σ' οποιαδήποτε θέση. Στο βιβλίο «Μαχήτριες της λευτεριάς» ο Γιώργος Αθανασίου αναφέρεται ανάμεσα σε άλλες ηρωίδες στην Σοφία Αντωνίου: «Της Σοφίας, γράφει, της σκότωσαν οι φασίστες δυο αδέλφια στη Θεσσαλία απ' όπου κατάγεται. Ο πόνος μεγάλος. Μα δεν εκφράζεται με κλάματα, μόνο με το μίσος της, όπως ταιριάζει στους μαχητές και γίνονται τα χτυπήματά της στις μάχες ακόμη πιο σκληρά και αμείλιχτα. Ανήκει κι αυτή στο 1ο Τάγμα της 16ης Ταξιαρχίας, όπως η Θεανώ. Χωρίς να πάει σε στρατιωτική σχολή αναλαβαίνει τη διοίκηση της ομάδας. Στις 13 του Οχτώβρη 1948 παίρνει αποστολή, με την ομάδα της, να σιγήσει το εχθρικό πολυβολείο που θέριζε την Καλαμιά στο δρόμο προς το ύψωμα Γκλαβάτα. Η Σοφία μαζί με την παντσερίτσα της και τη Μαρίκα Τριανταφυλλίδου φτάνει σουρνάμενη 100 μέτρα κάτω από εχθρικό πολυβολείο. Προτού ρίξει το "πάντσερ" φωνάζει στους φαντάρους να παραδοθούν. Μια ριπή από αμερικάνικο "βίκερς" της τρυπά την αριστερή ωμοπλάτη. Μα η Σοφία αψηφάει τον πόνο. Ρίχνει το "πάντσερ" και πρώτη καβαλά το εχθρικό πολυβολείο. Ετσι τραυματισμένη πολεμάει όλη μέρα, ανατινάζει και δεύτερο πολυβολείο του εχθρού και μόνο κάτω από την πίεση της διοίκησής της κι όταν πια η κατάστασή της ήταν αρκετά σοβαρή, δέχτηκε να την οδηγήσουν στο νοσοκομείο...».

Συχνά οι αντίπαλοι τις θαύμαζαν και τις φοβόντουσαν πιο πολύ από τους άντρες μαχητές. Ο «Ταχυδρόμος» του Βόλου έγραψε για τις μαχήτριες του ΔΣΕ στη μάχη της Καρδίτσας: «Εδειξαν μαχητικότητα και ορμή, εν πολλοίς ανωτέραν των ανδρών».

Ο χορός του Ζαλόγγου

Η Βαγγελίτσα Κουσιαντζά, η ηρωική δασκάλα, μεγάλωσε στο χωριό Παλαμάς Καρδίτσας. Στην Εθνική Αντίσταση πήρε ενεργό μέρος και αναδείχτηκε σε στέλεχος του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Μετά τη Βάρκιζα περνάει στην παρανομία. Την καταδίδουν και βασανίζεται στα κρατητήρια. Της σκίζουν με μαχαίρι τα πόδια και της ρίχνουν καυτό λάδι στις πληγές. Σε λίγο καιρό ξαναπιάνεται και μετά τα βασανιστήρια παθαίνει καρδιακή προσβολή. Δραπετεύει και καταφεύγει στο βουνό.

Στις αρχές του Απρίλη του 1947 πολιτικά στελέχη και τμήματα του ΔΣΕ αλλά και άμαχοι, γυναίκες και παιδιά από οικογένειες αγωνιστών προσπαθώντας να ξεφύγουν από τις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού βρέθηκαν στον αυχένα της Νιάλας, μιας κακοτράχαλης και δύσβατης βουνοκορφής των Αγράφων. Εδώ, σ' αυτή την παγωμένη άγρια κορυφή θα πεθάνουν από το κρύο μέσα στα χιόνια πολλοί. Μαζί και η Βαγγελίτσα Κουσιαντζά στην πορεία, μαζί και ο 18χρονος τότε Βασίλης Φυτσιλής, σημερινός πρόεδρος της ΠΕΑΕΑ. Αυτός που θα σώσει προσωρινά τη ζωή της και για πάντα τη μνήμη της στο βιβλίο τους «Βαγγελίτσα Κουσιαντζά» (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).

Στη Νιάλα πιάστηκαν από το στρατό τριάντα άντρες και μια γυναίκα, η Κουσιαντζά. Στα κρατητήρια του Καρπενησιού η Βαγγελίτσα βασανίζεται πάλι. Της σπάσανε και δυο πλευρά. Στη Λαμία δέκα καταδικάζονται σε θάνατο, ανάμεσα τους και η ηρωική δασκάλα. Οδηγούνται στο νεκροταφείο της Σηριώτισσας για εκτέλεση. Μπροστά στο απόσπασμα οι νέοι χορεύουν το χορό του Ζαλόγγου. Η Βαγγελίτσα φορώντας ένα κόκκινο φουστάνι σέρνει πρώτη το χορό. Οι φαντάροι αρνούνται να τους εκτελέσουν. Στη θέση τους μπήκαν χωροφύλακες και Μάυδες. Τελευταία έπεσε η Κουσιαντζά.

Ο Φυτσιλής άκουσε ένα χωροφύλακα, αυτόπτη μάρτυρα, που διηγόταν αργότερα εντυπωσιασμένος: «Μεγάλη κομμουνίστρια εκείνη η δασκάλα... Ολοι έπεσαν κι αυτή να στέκεται γονατισμένη με το ένα της πόδι κι έλεγε κι έλεγε... Και να μη βγαίνει η ψυχή της η άτιμη... τρεις σφαίρες της έριξε ο επικεφαλής για χαριστική βολή κι αυτή εκεί. Ως το τέλος να φωνάζει για το Κουκουέ... Μεγάλη κομμουνίστρια σας λέω...».

Χιλιάδες οι αφανείς αγωνίστριες του ΔΣΕ που με την ηρωική δράση τους ξεπέρασαν στις πολεμικές επιχειρήσεις τον εαυτό τους αλλά και την πιο δυνατή φαντασία. Ηταν οι άγνωστες μαχήτριες που συντέλεσαν σ' ένα θαύμα, μια εποποιία άγνωστη στους περισσότερους.


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ