ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
Σημαντική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας
Πέμπτη 7 Σεπτέμβρη 2006

Ετσι καταντούν οι «ειδικές ρυθμίσεις» το εσωτερικό των ...«διατηρητέων» κτιρίων
Μια σημαντική απόφαση για τη διάσωση και προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς έλαβε το Ε' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο, υπό την προεδρία του Κ. Μενουδάκου ακύρωσε την πράξη του υπουργείου Πολιτισμού του Ιούλη 2004, με την οποία είχε εγκριθεί μελέτη για πλήρη εσωτερική αναδιάταξη (γκρέμισμα ορόφων κ.λπ.) του ιστορικού κτιρίου της πλατείας Κλαυθμώνος, επί των οδών Σταδίου 32 και Κοραή 2 που χτίστηκε το 1860 και που είχε κηρυχτεί διατηρητέο από το 1984.

Με την απόφαση του ΥΠΠΟ προβλέπονταν το γκρέμισμα τεσσάρων ορόφων και η δημιουργία εσωτερικά έξι χαμηλοτάβανων ορόφων, τακτική παλιά και πασίγνωστη στο κεφάλαιο που διατηρεί μεν το κέλυφος (εξωτερική όψη) των κτιρίων, αλλά το κάνει αγνώριστο εσωτερικά. Κατά αυτού του «ξεκοιλιάσματος» των, κατά τα άλλα, «διατηρητέων» κτιρίων, έχουν ταχθεί αρχιτέκτονες, μηχανικοί και άλλοι επιστήμονες. Αρχικά το κτίριο αυτό είχε χρησιμοποιηθεί ως ξενοδοχείο, στη συνέχεια ως τράπεζα, ενώ ακολούθησαν διάφορες εμπορικές χρήσεις, ενώ είναι ιδιοκτησία του Ορφανοτροφείου Θηλέων Χατζηκυριάκου.

Το ΣτΕ αναφέρει ότι στα διατηρητέα κτίρια επιτρέπονται μόνο ορισμένες επεμβάσεις για στατικούς και λειτουργικούς λόγους. Είναι ανεπίτρεπτο, όμως, οι επεμβάσεις αυτές να αλλοιώνουν το γενικό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα και τις βασικές αρχές της αρχιτεκτονικής σύνθεσης των κτιρίων.

Κατά της εν λόγω απόφασης του ΥΠΠΟ προσέφυγε στο ΣτΕ ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Γ. Σαρηγιάννης, αφού, πριν δύο χρόνια συμμετείχε στην τριμελή επιτροπή που συστάθηκε στο πλαίσιο της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, ακριβώς για να μελετηθεί το πρόβλημα της προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Τότε, τα πορίσματα - καταπέλτες για την ελληνική πολιτεία είχαν παρουσιαστεί σε συνέντευξη Τύπου, στην οποία υπογραμμίστηκε η ανυπαρξία πολιτικής βούλησης εκ μέρους της πολιτείας για τη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς και πιο συγκεκριμένα της αρχιτεκτονικής, προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων.

Αλλά και ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων πέρυσι είχε καταγγείλει ότι τα κτίρια αυτά «ανασκευάζονται», παρά την κήρυξή τους, «με τις λεγόμενες ειδικές ρυθμίσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ». Τα αποτελέσματα αυτών των «ρυθμίσεων», είναι: «Η αύξηση του αριθμού των ορόφων και η αναντιστοιχία των όψεων με το εσωτερικό του κτιρίου. Προσθήκες και επιπλέον ορόφων πάνω από το κηρυγμένο κτίριο. Η καταστροφή όλων των χαρακτηριστικών αρχιτεκτονικών στοιχείων της εσωτερικής δομής τους. Η διατήρηση μόνο του εξωτερικού τους κελύφους και αυτού αλλοιωμένου από τους επιπλέον ορόφους. Η μετατροπή του κτιρίου σε σκηνικό. Η εν τέλει καταστροφή της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς».

Το θέμα, βέβαια, εξακολουθεί να είναι μείζον, παρά τη θετική απόφαση του ΣτΕ, αφού κινείται στο πλαίσιο της γενικότερης εμπορευματοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Χρειάζεται, λοιπόν, η προστασία αυτής της κληρονομιάς να αποτελέσει υπόθεση και μέρος του συνολικότερου διεκδικητικού πλαισίου για τον πολιτισμό του λαϊκού κινήματος.