Καθ' οδόν: Στο Παρίσι
Κυριακή 28 Δεκέμβρη 2003

Πλαζ ντου Τέρντρ(γκραβούρα εποχής)
Παραμονή της Παραμονής σήμερα. Στις δώδεκα τα μεσάνυχτα μεθαύριο, θα σβήσουμε τα φώτα για να επιτρέψουμε στο 2003 μια διακριτική έξοδο από τη ζωή μας. Φωταψίες, φιλιά και ευχές θα ακολουθήσουν, ενώ, το, πολλά υποσχόμενο, Νέο έτος, μυστηριώδες και αινιγματικό, θα κάνει μια εντυπωσιακή εμφάνιση. Αυτές τις ώρες αιωρείται πάντα μια αμηχανία, ένας αόριστος φόβος, μια μελαγχολία που συνοδεύουν τη χαρά, μας πλημμυρίζουν. Γι' αυτό λέμε, απόψε, που ακόμα μπορούμε, να ξεσκάσουμε. Να το σκάσουμε. Να δώσουμε στον παλιό χρόνο την ευκαιρία να μας αφήσει καλές, ανεπανάληπτες αναμνήσεις. Μην καθυστερούμε άλλο, πάμε φύγαμε. Ετσι, χωρίς αποσκευές, τι να τις κάνουμε άλλωστε; Πάμε Παρίσι;

Στην Πόλη των Φώτων, της τέχνης και της διανόησης. Στην πόλη, που ο ποταμός Σηκουάνας κόβει στα δύο, στην πόλη, που ενώνεται με υπέροχες γέφυρες που, όμοιές τους, πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχουν. Οι αμύθητοι θησαυροί του Λούβρου, η υπέροχη Νοτρ Νταμ, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, η Αψίδα του Θριάμβου, η πλατεία Ομονοίας (Πλας ντε λα Κονκόρτ), τα Σανζ Ελιζέ, το άπλετο φως, τα ωραία μαγαζιά και κυρίως η ατμόσφαιρα κάνουν το Παρίσι την ωραιότερη, την πιο γοητευτική πόλη στον κόσμο. Το Καρτιέ Λατέν γνωστό από τους κύκλους της διανόησης είναι στη διάθεσή μας. Αποφασίστε εσείς πού θα πιούμε ένα καφέ, στο περίφημο «Ντε Μαγκό» ή στο «Καφέ ντε Φλορ», που έχουν γράψει ιστορία τα τελευταία εξήντα χρόνια.

Μουλέν Ρουζ, πλαζ Μπλανς (γκραβούρα εποχής)
Το Παρίσι διαθέτει πάνω από εκατό αξιόλογα μουσεία, ο χρόνος μας όμως είναι περιορισμένος, γι' αυτό διαλέγουμε το Λούβρο. Αλλά και αυτό απέραντο είναι... Μια γεύση μονάχα θα πάρουμε από τις γυάλινες πυραμίδες του αρχιτέκτονα Ι.Ε. Πέι, που τελικά δένουν αρμονικά με το μεγαλοπρεπές σύμπλεγμα κτιρίων. Μας καλωσορίζει η περήφανη Νίκη της Σαμοθράκης, ενώ η πανέμορφη Αφροδίτη της Μήλου στέκει ήρεμα λίγο πιο πέρα. Η πασίγνωστη Μόνα Λίζα, με το αινιγματικό χαμόγελο καραδοκεί για να μας αιφνιδιάσει, να μας βάλει σε σκέψεις, να μας εμπλέξει σε ατέρμονες συζητήσεις. Η Μόνα Λίζα ποτέ δεν έμαθε τα δικά μου αισθήματα που τρέφω για εκείνη. Ποτέ δε θα τα μάθει, διότι από ευγένεια ούτε και τώρα προτίθεμαι να τα αποκαλύψω. Ενώ, ο Ντελακρούα γνωρίζει πόσο τον θαυμάζω. Απεριόριστα. Από τη στιγμή που κοριτσάκι πρωτόδα τη «Σφαγή της Χίου», κι έμεινα εκεί σα χαζή. Και την κοιτούσα και την κοιτούσα, με τις ώρες, ανίκανη να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Ο Βερονέζε, ο Καραβάτζιο, ο Τιτσιάνο, όλη η ιταλική σχολή είναι εκεί. Αλλά και η γαλλική και η αγγλική και η φλαμανδική, όλες οι σχολές και τα αριστουργήματά τους είναι συγκεντρωμένες σ' αυτές τις αίθουσες.

Στο Μαρέν...

Μα φυσικά, εκεί θα πάμε. Στο Μαρέν. Θέλουμε να δούμε συγκεντρωμένα σε μια μονάχα συνοικία όλα τα ιστορικά και αρχιτεκτονικά μνημεία, τα ιδιωτικά μέγαρα, τα μουσεία, τις πλατείες, τους κήπους της πανέμορφης αυτής πόλης. Για να το κάνουμε όμως θα μας χρειαζόταν μια εβδομάδα τουλάχιστον. Και εμείς δεν έχουμε ούτε «χώρο» ούτε χρόνο. Επιλέγουμε το «Μέγαρο Σαλέ» που, λέγεται ότι είναι και το παλιότερο κτίριο, και που στεγάζεται από το 1985 το «Μουσείο Πικάσο». Αυτή κι αν είναι εμπειρία. Μεγάλη και αλησμόνητη εμπειρία. Οχι μονάχα για τα εκθέματα, αλλά και για το ίδιο το κτίριο που, από τον 16ο αιώνα που χτίστηκε, άλλαξε πολλές φορές χέρια και χρήσεις. Να φανατιστεί κανείς ότι εκεί πήγε κάποιες τάξεις του γυμνασίου ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ. Τόσο παλιό, τόσο φωτισμένο είναι.

Οι πλανόδιοι βιβλιοπώλες στη Νοτρ Νταμ (γκραβούρα εποχής)
Οπου κι αν πας, όπου κι αν σταθείς το Παρίσι σε μαγεύει. Το Μονπαρνές έχει τη δική του γοητεία, γοητεία που αιχμαλώτισε τον Σατί, τον Βερλέν, τον Ρεμπό, τον Χέμινγουέι. Οι πανέμορφοι κήποι του Λουξεμβούργου μας περιμένουν να τους διασχίσουμε. Το περίφημο «Καφέ ντε Λαπέ» (Καφενείο της Ειρήνης), προσελκύει τους ώριμους ταξιδιώτες ή και τους ντόπιους, που προτιμούν να απολαύσουν τον καφέ ή το τσάι τους με ηρεμία, δεν είναι για μας. Εμείς προτιμούμε την ένταση. Θέλουμε να τα δούμε όλα, να τα νιώσουμε όλα, να τα μάθουμε όλα χωρίς να μετακινηθούμε. Γίνεται κάτι τέτοιο; Οχι βέβαια. Διότι άλλο είναι να σου λένε ότι στη θέση της τρομερής φυλακής της Βαστίλλης τώρα λειτουργεί η νέα σκηνή της Οπερας και ότι εκεί που κάποτε ακούγονταν οι αναστεναγμοί και οδυρμοί των κρατουμένων, τώρα ξεχύνονται μελωδίες από τα έργα του Μπιζέ, του Μπερλιόζ, του Βέρντι και του Πουτσίνι... και άλλο να το ζεις.

Αν πραγματικά υπάρχει ένα μέρος που, συνεχώς νοσταλγώ, είναι τούτη η πόλη. Η ιστορία της, η ρυμοτομία του Οσμάν, τα υπέροχα κτίρια, η ατμόσφαιρα, ο Σηκουάνας, αλλά κυρίως η μυρουδιά από τον καπνό Γκολουάζ που έχει γίνει ένα με τον παρισινό αέρα. Που πότισε την άσφαλτο και τα πανέμορφα κτίρια, που κάθισε σαν νούφαρο πάνω στο νερό του ποταμού. Πολλά παραλείψαμε να κάνουμε και να δούμε τόση ώρα, τουλάχιστον όμως δε λείψαμε. Ηρθαμε, έστω και νοερά. Οπως μπορείς λοιπόν ταξιδεύεις και όχι όπως θα ήθελες. Ευτυχισμένος να είναι ο καινούριος χρόνος, που στην πατρίδα θα μας βρει.