O Γράμμος
Κυριακή 24 Αυγούστου 2003

Ξεκινήσαμε πρωί. Τα γνωστά κόκκινα σύννεφα του φετινού Αυγούστου παρόντα στο βουνό της Ανατολής, όπως κάθε μέρα και ο Τάκης, ο Σερσέμης, να προσπαθεί να ποτίσει τις ντοματιές, ισχυριζόμενος πως και φέτος τις πιο πολλές ρίζες τις έφαγαν οι κρεμμυδοφάγοι. Οσο για την Τόρα, το καινούριο σκυλί της ανασκαφής, να στριφογυρίζει περιφέροντας την αλυσίδα της δεξιά κι αριστερά. Εμείς, ωστόσο, ξεκινήσαμε με το πρόγραμμα από μέρες συμφωνημένο. Πρώτη στάση για καφέ στην Κοτύλη. Στο κεντρικό καφενείο, κάτω από το μεγάλο πλατάνι, με τον Θοδωρή να προσπαθεί να μου περιγράψει τον τάφο που είχε εντοπίσει εκεί κοντά, υπογραμμίζοντας με ύφος μυστηριώδες τη σημασία του. Και μετά στο γαλατάδικο της κοινότητας, όπου δοκιμάζοντας το φρέσκο τυρί, πρόλαβα να υπενθυμίσω στους πρωινούς του θαμώνες πως τα πράγματα δεν πάνε καλά και πως έπρεπε να σκεφτούν καλά ποιοι φταίνε για τα προβλήματά τους και ανάλογα να πράξουν στις εκλογές που έρχονται. Οι ακροατές μου σήκωσαν τα ποτήρια τους με το πρωινό τσίπουρο και μου ευχήθηκαν καλό ταξίδι. Το φρέσκο τυρί, όπως το φαντάστηκα, αλμυρό και πιο ακριβό από το σούπερ μάρκετ. Νόστιμο ωστόσο. Δεύτερη στάση στο Χάρο. Αναμνηστικές φωτογραφίες και πολλών λεπτών προαιρετική σιγή, για να φέρουμε στο μυαλό μας τη φρίκη και τη σημασία της μάχης στη θέση αυτή, τον Αύγουστο του 1948.

Οι πέντε Εγγλέζοι φοιτητές, που βρίσκονταν στην παρέα μας, άκουσαν αδιάφοροι τη σχετική περιγραφή και τους λόγους της σιωπής μας. Οπως, επίσης, αδιάφοροι άκουσαν τη σχετική αναφορά της Νάσιας, με τα άπταιστα αγγλικά της, στον εμφύλιο πόλεμο. Στο ρόλο της Αγγλίας, και, στη συνέχεια, της Αμερικής. Κατάλαβα πως όλες αυτές οι αναφορές δεν τους έλεγαν τίποτε απολύτως. Κι ακόμα περισσότερο, φυσικά, δεν τους έκαναν να αισθανθούν τύψεις για την ευθύνη της πατρίδας τους. Το θλιβερό όμως είναι πως και τα πιο πολλά από τα Ελληνόπουλα της ίδιας ηλικίας με τους Εγγλέζους φοιτητές δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν τη σημασία του Χάρου και της θυσίας των συνομήλικών τους, τότε, του εφεδρικού ΕΛΑΣ στη θέση εκείνη. Γι' αυτό, όταν ξεκινήσαμε για τις Αρένες, τον προορισμό της εκδρομής μας, σκέφτηκα πως σήμερα ο Γράμμος είναι απλώς ένα ωραίο βουνό. Ενα βουνό με βλάστηση εκπληκτική, με τις δυο περίεργες λίμνες σε μια από τις κορυφές του, στις Αρένες. Φαίνεται πως για τους νέους ο Γράμμος δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα τοπίο, όπου δεν υπάρχουν μπαρ και καφετερίες. Δεν υπάρχει ο γνωστός «χαβαλές» της περίφημης εκπαιδευτικής «πενταήμερης». Δεν υπάρχει τίποτε που να σε πάει αλλού. Κι όμως αυτό το «αλλού» υπάρχει, έντονο, μάλιστα, αλλά στα σχολειά μας δε λένε τίποτε. Σχεδόν έχουν συμφωνήσει οι πάντες, την Ιστορία να την εννοούν αλλιώς. Και να τη διδάσκουν αλλιώς. Μια Ιστορία που δεν ταυτίζεται με το λαό που την παράγει με την πάλη του, αλλά με τους ηρωισμούς των ατόμων. Των επώνυμων ατόμων. Τους παράλογους ηρωισμούς. Και καμιά φορά τους περιττούς.

Κάποια στιγμή όμως έπρεπε να επιστρέψουμε. Ο ήλιος είχε γείρει επικίνδυνα και ο δρόμος της επιστροφής ήταν μακρύς. Το πρώτο χωριό της επιστροφής το Πευκόφυτο. Και ύστερα πάλι η Κοτύλη. Ο Θοδωρής μας αποχαιρέτησε θλιμμένος. «Είδατε το Χάρο;», με πήρε παράμερα και με ρώτησε. «Εκεί σκοτώθηκε ο παππούς μου. Δεν το λέω σε κανένα όμως». Ναι, δεν το λέμε σε κανένα. Οχι για τον παππού του Θοδωρή, βέβαια, μα για όλους εμάς. Γιατί όλοι, λίγο ως πολύ, έχουμε χάσει κάποιον δικό μας εκεί. Τι να σου κάνουν τότε και τα Εγγλεζόπουλα;


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ