ΕΥΡΩΠΗ
Πολεμική οικονομία, η «συνέχιση και προετοιμασία του πολέμου με άλλα μέσα»

Η προπαρασκευή για μεγάλη ιμπεριαλιστική σύγκρουση δίνει διέξοδο στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια και στην αποβιομηχάνιση

Σάββατο 4 Οχτώβρη 2025 - Κυριακή 5 Οχτώβρη 2025

Copyright 2023 The Associated

Στη Γερμανία οι γραμμές παραγωγής στις βιομηχανίες μετατρέπονται για να παράγουν όπλα. Στη Βρετανία ο πρωθυπουργός κάλεσε τη χώρα «να ενωθεί κάτω από έναν κοινό σκοπό», τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, υποσχόμενος «ανάπτυξη» και «θέσεις εργασίας». Στη Ρωσία η παραγωγή έχει στρατιωτικοποιηθεί σε τέτοιον βαθμό και έχει προσαρμοστεί στους σκοπούς του πολέμου, που είναι ένα ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει «πισωγύρισμα».

Οι εξελίξεις στην ίδια τη βιομηχανική παραγωγή, ο μετασχηματισμός της οικονομίας, οι πολεμικοί προϋπολογισμοί, μαρτυρούν ότι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος έχει ξεσπάσει ήδη και - παραφράζοντας τον Κλαούζεβιτς* - όσα συμβαίνουν σήμερα στην πολιτική και την καπιταλιστική οικονομία είναι η συνέχιση και η προετοιμασία του πολέμου με άλλα μέσα.

Στην εποχή μας μονοπωλιακοί όμιλοι, καπιταλιστικά κράτη και ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί προετοιμάζονται «να διεκδικήσουν τη θέση τους στον κόσμο» με πόλεμο. Και προσαρμόζουν την καπιταλιστική οικονομία και παραγωγή ανάλογα, σε μια περίοδο σοβαρών ανακατατάξεων στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία και αμφισβήτησης της πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ.

Στο πρόβλημα της αποβιομηχάνισης της Ευρώπης, με ευρωπαϊκά κεφάλαια να μεταφέρονται σε πιο συμφέρουσες αγορές, και της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που αναζητούν κερδοφόρα διέξοδο, έρχεται να δώσει ...λύση η προετοιμασία για έναν μεγάλο ιμπεριαλιστικό πόλεμο.

Η πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας «απενοχοποιείται»

Η πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας «απενοχοποιείται», μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ετσι, με φόντο την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, γερμανικοί και άλλοι ευρωπαϊκοί πολεμικοί κολοσσοί, όπως η «Rheinmetall», η «Diehl», η «Hensoldt» και η KNDS, ζητούν εργατικό δυναμικό και αποσπούν χιλιάδες εργαζόμενους από τους μεγαλύτερους προμηθευτές της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπως η «Bosch» και η «Continental».

Μετά την «Airbus», και η «Rheinmetall» ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να αλλάξει τη χρήση δύο εργοστασίων της, στα οποία μέχρι τώρα παράγονταν εξαρτήματα αυτοκινήτων, προκειμένου να ενισχύσει τη γραμμή παραγωγής οπλικών συστημάτων.

Η «Rheinmetall» όχι μόνο επεκτείνει τις γραμμές παραγωγής και χτίζει νέα εργοστάσια, αλλά επιπλέον εισέρχεται δυναμικά στον κλάδο της Ναυπηγικής. Πρόσφατα εξαγόρασε τμήμα του ομίλου «Lurssen» (NVL), με έδρα τη Βρέμη, κίνηση η οποία αλλάζει ριζικά τον τομέα των ναυπηγείων στη βόρεια Γερμανία.

Αυτήν τη στιγμή η «Rheinmetall» αξίζει περισσότερο από τον άλλοτε πανίσχυρο όμιλο της αυτοκινητοβιομηχανίας «Volkswagen», που πρόσφατα δήλωσε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να εισέλθει στην - πιο κερδοφόρα - παραγωγή όπλων ή οχημάτων ή εξαρτημάτων για όπλα.

Αντίστοιχα, η αξία της μετοχής της βρετανικής «BAE Systems» έχει αυξηθεί κατά 53% μόνο τους τελευταίους έξι μήνες.

Την ίδια ώρα, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία έχει απολύσει περίπου 51.500 εργαζόμενους μόνο τον τελευταίο χρόνο, περίπου το 7% του συνολικού εργατικού δυναμικού της.

Μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας ανακοινώθηκαν και από άλλους προμηθευτές, όπως η «Schaeffler» και η «Continental».

Επεκτείνονται ραγδαία τα εργοστάσια όπλων στην Ευρώπη

Σε συνθήκες στασιμότητας ή αναιμικής ανάπτυξης των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών οικονομιών, εκατομμύρια επιπλέον τετραγωνικά μέτρα βιομηχανικών εγκαταστάσεων έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία τρία χρόνια στην Ευρώπη για να στεγάσουν τις νέες γραμμές παραγωγής όπλων.

Πιο συγκεκριμένα, τα εργοστάσια της πολεμικής βιομηχανίας στην Ευρώπη επεκτείνονται με ρυθμό τρεις φορές μεγαλύτερο, με τουλάχιστον 7 εκατ. τ.μ. νέων εγκαταστάσεων, σε σχέση με την περίοδο πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, σύμφωνα με στοιχεία από ανάλυση των «Financial Times», βασισμένη σε δεδομένα δορυφόρων ραντάρ που καλύπτουν 150 εγκαταστάσεις από 37 εταιρείες.

Περίπου το 1/3 των εξετασμένων εγκαταστάσεων παρουσίασαν σημάδια επέκτασης ή κατασκευαστικών εργασιών. Οι εγκαταστάσεις αυξήθηκαν από 790.000 τ.μ. το 2020 - 2021 σε 2,8 εκατ. τ.μ. το 2024 - 2025.

Τα δεδομένα δείχνουν ότι η «αναγέννηση» της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, με κρατικό χρήμα από τον ιδρώτα των λαών της Ευρώπης, αρχίζει να παίρνει «σάρκα και οστά».

Η EE μέσω της πρωτοβουλίας «ReArm Europe» υπολογίζει να καταλήξουν έως και 800 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια σε εξοπλισμούς και άλλες στρατιωτικές προετοιμασίες, θέτοντας την πολεμική οικονομία στην καρδιά της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ευρώπη.

Οι μεγαλύτερες επεκτάσεις παρατηρούνται στις εγκαταστάσεις της γερμανικής «Rheinmetall», του ευρωπαϊκού κολοσσού MBDA και της βρετανικής «BAE Systems».

«Στρατιωτικός κεϊνσιανισμός»

Μετά την ομιλία - πολεμικό διάγγελμα του Κιρ Στάρμερ, πρωθυπουργού της Βρετανίας εκλεγμένου με το Εργατικό Κόμμα, στις αρχές Ιούνη, στον βρετανικό Τύπο υπήρξαν ειρωνικές αναφορές για «στρατιωτικό κεϊνσιανισμό στην πράξη», με εκτροπή κεφαλαίων και δαπανών για επέκταση της βρετανικής βιομηχανίας όπλων, όλα στο όνομα της οικονομικής ανάπτυξης.

Μιλώντας από το ναυπηγείο του πολεμικού κολοσσού «BAE Systems» στο Govan, στη Γλασκόβη, ενόψει της παρουσίασης της Ανασκόπησης Αμυντικής Στρατηγικής (SDR), ο Στάρμερ περιέγραψε το όραμα μιας χώρας που έχει εμπλακεί σε «πολεμική νοοτροπία».

Δεσμεύτηκε να δαπανήσει δεκάδες δισ. κρατικού χρήματος σε εργοστάσια όπλων, drones, υποβρύχια και στρατηγικά βομβαρδιστικά από τις ΗΠΑ.

Σε κάθε φράση, τόσο ο Βρετανός πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Αμυνας Τζον Χίλι, κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να δείξουν ότι η πολεμική οικονομία της Βρετανίας και της ΕΕ δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και θα συμβάλει στην «πολυπόθητη» οικονομική ανάπτυξη.

Η Βρετανία θα επεκτείνει το πρόγραμμα υποβρυχίων, το οποίο αναφέρεται ότι θα δημιουργήσει 30.000 νέες θέσεις εργασίας, και θα κατασκευάσει τουλάχιστον 6 νέα εργοστάσια που θα ενταχθούν στην πολεμική οικονομία.

Οπως όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ, και η Βρετανία σκοπεύει να δαπανά το 2,5% - 3% του ΑΕΠ της τα επόμενα χρόνια για εξοπλισμούς, συνολικά 5% για στρατιωτικούς σκοπούς και τις αντίστοιχες υποδομές. Αυτό σημαίνει τουλάχιστον 85 δισ. λίρες στρατιωτικές δαπάνες τον χρόνο.

Αντίστοιχα, η Γερμανία έχει προϋπολογίσει περίπου 83 δισ. ευρώ για στρατιωτικούς σκοπούς το 2026 και έπεται αύξηση.

«Κλειδωμένη» η ρωσική οικονομία στην πολεμική προετοιμασία

Ακόμα κι αν σιγήσουν τα όπλα στην Ουκρανία με κάποιον προσωρινό και εύθραυστο συμβιβασμό, η οικονομία των μελών του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας ενδέχεται να μην αποχωρήσει ποτέ από το πεδίο της μάχης.

Στη Ρωσία, διαδοχικά χρόνια υψηλών στρατιωτικών δαπανών έχουν «κλειδώσει» την καπιταλιστική οικονομία της σε μια κατάσταση πολεμικής προετοιμασίας, που έχει μεταμορφώσει τα εργοστάσια, απορροφώντας στην παραγωγή πολεμικών εξοπλισμών εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους.

Οπως μάλιστα τονίζουν αναλυτές στο «Bloomberg», η αύξηση της παραγωγής όπλων απέτρεψε την ύφεση της ρωσικής οικονομίας - και θα εγείρει κινδύνους αν η Μόσχα κάνει πίσω.

Σε αυτό το γεωπολιτικό πλαίσιο οξυμένου ανταγωνισμού, αλλά και επειδή βρίσκουν διέξοδο λιμνάζοντα κεφάλαια, η ακμάζουσα ρωσική πολεμική βιομηχανία βρίσκεται στο επίκεντρο του «μακροπρόθεσμου οράματος ανάπτυξης» της Ρωσίας.

Την προηγούμενη βδομάδα ο Ρώσος Πρόεδρος Βλ. Πούτιν επισκέφτηκε το παλαιότερο πολεμικό εργοστάσιο της Ρωσίας, από όπου διαμήνυσε ότι «η ζήτηση για σύγχρονες Ενοπλες Δυνάμεις δεν θα τελειώσει εκεί».

Η Μόσχα θα μπορούσε να μετατρέψει σε μια βιώσιμη πηγή εσόδων αυτό που επί του παρόντος εξαντλεί τον προϋπολογισμό της, πουλώντας όπλα σε συμμάχους της, όπως η Κίνα, αν και τα προβλήματα για τη ρωσική καταπιταλιστική οικονομία παραμένουν και εντείνονται από τα χρόνια πολέμου, τις κυρώσεις, το ασταθές τραπεζικό σύστημα και την υποτονική ανάπτυξη.

Η αύξηση της στρατιωτικής παραγωγής της Ρωσίας είναι ραγδαία. Ενδεικτικά, πριν την εισβολή στην Ουκρανία το 2022 ο στρατός επρόκειτο να παραλάβει 400 τεθωρακισμένα οχήματα το επόμενο έτος. Τώρα παραλαμβάνει 10 φορές περισσότερα.

Επίσης η Ρωσία έχει καινοτομήσει αναπτύσσοντας τις δικές της γραμμές παραγωγής για drones, καθώς αυτός ο τύπος όπλου έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης, αλλά και των μελλοντικών συγκρούσεων. Ξεκινώντας αρχικά με εισαγωγές από το Ιράν, πέρυσι η Ρωσία παρήγαγε 1,5 εκατ. drones - από 140.000 το 2023.

Το κόστος του πολέμου, όμως, είναι τεράστιο. Οι στρατιωτικές δαπάνες μεταξύ 2022 και 2024 ήταν τουλάχιστον 263 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τα διαθέσιμα επίσημα στοιχεία. Και οι δαπάνες δεν δείχνουν κανένα σημάδι συγκράτησης τα επόμενα τρία χρόνια, προκαλώντας ελλείμματα σε έναν προϋπολογισμό που είναι ήδη συμπιεσμένος από τις κυρώσεις.

Οπως τονίζουν οικονομικοί αναλυτές, ο πόλεμος στην Ουκρανία «έχει γίνει ένα γιγαντιαίο πεδίο δοκιμών για νέα όπλα και τεχνολογίες». Μετά το τέλος της σύγκρουσης ή τη μετάβαση σε ένα παγωμένο στάδιο, «και οι δύο χώρες είναι πιθανό να εξάγουν την τεχνολογία και τον εξοπλισμό που έχουν αποδειχθεί πιο επιτυχημένοι».

Εξάλλου, η πολεμική βιομηχανία και οι εξαγωγές εξοπλισμών βρίσκονται στην καρδιά ενός μεταπολεμικού σχεδίου «ανασυγκρότησης» της Ουκρανίας.

Πριν από την επίθεση στην Ουκρανία, η Ρωσία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων στον πλανήτη μετά τις ΗΠΑ. Οι ρωσικές πωλήσεις μειώθηκαν μόνο τα τελευταία χρόνια, επειδή η χώρα χρησιμοποιεί στην Ουκρανία ό,τι κατασκευάζει.

Πάντως η ρωσική πολεμική βιομηχανία συνεχίζει να συμμετέχει σε εκθέσεις όπλων, στην Ινδία, στην Κίνα, στη Μέση Ανατολή και στην Αφρική, ενώ για πρώτη φορά μετά από 6 χρόνια ρωσικά όπλα παρουσιάστηκαν σε εκθέσεις στη Μαλαισία και στη Βραζιλία.

Η κρατική εταιρεία εξαγωγής όπλων «Rosoboronexport», η οποία διαχειρίζεται περίπου το 85% των πωλήσεων στο εξωτερικό, αναφέρει ότι η συσσωρευμένη ζήτηση έχει οδηγήσει τις παραγγελίες της σε ρεκόρ 60 δισ. δολαρίων - παρέχοντας στα εργοστάσια εγγυημένη ζήτηση και πολυετή συμβόλαια.

Η Ρωσία θα μπορούσε να εξάγει στρατιωτικό εξοπλισμό αξίας 17 έως 19 δισ. δολαρίων ετησίως τα πρώτα τέσσερα χρόνια μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκτιμά το Κέντρο Ανάλυσης του Παγκόσμιου Εμπορίου Οπλων.

Ρωσία: Προϋπολογισμός πολέμου την επόμενη τριετία

Πολεμικός θα παραμείνει ο προϋπολογισμός της Ρωσίας τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με ένα σχέδιο προϋπολογισμού για την περίοδο 2026 - 2028 που υπέβαλε η κυβέρνηση στην Κρατική Δούμα στις 29 Σεπτέμβρη, τα ομοσπονδιακά έσοδα το 2026 θα ανέλθουν σε περίπου 485 δισ. δολάρια και οι δαπάνες σε περίπου 531 δισ. δολάρια.

Για δαπάνες «εθνικής άμυνας» το 2026 θα διατεθούν 155 δισ. δολάρια, περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2025.

Το 2027 προβλέπεται αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στα 164 δισ. δολάρια και στη συνέχεια θα μειωθούν λίγο, στα 156,5 δισ. το 2028.

Ο προϋπολογισμός του 2026 προβλέπει επίσης 47 δισ. δολάρια για την «εθνική ασφάλεια».

Η Ρωσία σχεδιάζει να διαθέσει περίπου το 38% των δαπανών της το 2026 σε συνδυασμένες δαπάνες «άμυνας» και «ασφάλειας», από 41% το 2025.

* «Ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα (συγκεκριμένα: με βίαια) μέσα», Β. Ι. Λένιν, «Για τους δίκαιους και άδικους πολέμους», σελ. 47, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή».


E. M.