Ηθελα να 'ξερα αν υπάρχει έστω και ένας, κυριολεκτώ, ένας εργαζόμενος σε ολόκληρη τη χώρα που να θέλει νόμο για να δουλεύει 13 ώρες στον ίδιο εργοδότη, για κάτι φραγκοδίφραγκα παραπάνω, που δεν μπορούν να λογιστούν καν ως υπερωρίες. Και να είναι αυτός ο εργαζόμενος ας πούμε στα 30 του, ώστε να αντέχει τον μαζοχισμό - για την ακρίβεια τον σαδισμό του αφεντικού - και να θεωρεί ότι υπό τέτοιες συνθήκες θα αποκτήσει την άνεση να κάνει οικογένεια. Α! Ξέχασα, και καριέρα μαζί... Αν υποθέσουμε ότι τηρείται το πενθήμερο και γλιτώνεις τη μετακίνηση μεταξύ δύο διαφορετικών τόπων δουλειάς και με στάνταρ μία έως μιάμιση ώρα στο πήγαινε - έλα σ' αυτόν τον εργασιακό παράδεισο, με 65 έως 75 ώρες δουλειάς ανά εβδομάδα, η μόνη εγγύηση στο τελείωμα του πρώτου τέταρτου του 21ου αιώνα είναι το γρήγορο, το άμεσο σωματικό και ψυχικό ξεπάτωμα των εργαζόμενων ανθρώπων, νέων και μεσήλικων και αυτών στη δραματική περίοδο κοντά στη συνταξιοδότηση, που σπρώχνεται ολοένα εγγύτερα στα 70.
Ξεκινάω με τα γνωστά εδώ σήμερα, γιατί προχθές που έγιναν οι κινητοποιήσεις για τη μεγάλη απεργία έπαιξαν περίπου στο τέλος των ειδήσεων. Ισως γιατί οι κινητοποιήσεις δεν θεωρήθηκαν αρκούντως τρομακτικές, όσο αυτές οι εξωφρενικές που παράγει το κεφάλαιο, όταν σαν το φίδι, το μαύρο και κακό, δαγκώνει την ουρά του. Για παράδειγμα, στη μεγάλη δημοκρατία των ΗΠΑ, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ας πούμε το αμερικάνικου τύπου Δημόσιο, για 15η φορά τα τελευταία 50 χρόνια κατέβασε ρολά λόγω έλλειψης χρημάτων. Για την ακρίβεια, χρηματοδότησης. Φόβος και τρόμος οι απολύσεις, το κόψιμο προγραμμάτων, συνήθως πρόνοιας, σύνταξης κι άλλα τέτοια ψωραλέα ανθρώπινα, ώστε να σφίγγουν οι κώλοι των λοιπών εργαζομένων, εκτός του ευάριθμου σε υπαλλήλους, συρρικνωμένου Δημοσίου. Σχεδόν κάθε φθινόπωρο στην κραταιά, υστερική και εσχατοκαπιταλιστική Αμερική ανοίγει με τον προϋπολογισμό ένα τέτοιο θέμα, οι γιορτές περνάνε με παζάρια και εκβιασμούς και λήγει περίπου στο τέλος του Γενάρη ή λίγο μετά. Με ατομικούς θρήνους και οιμωγές και ...δικομματικούς συμβιβασμούς.
Με τον πόλεμο να μαίνεται από τη Γάζα έως τη Ζαπορίζια, κάπου πρέπει να βρίσκονται και λιγότερο ένοπλοι τρόποι τρομοκράτησης των εργαζομένων στον παράδεισο του κέρδους. Αυτός ο ανθρωποφάγος θεός, το κέρδος, ξέρει καλύτερα από τον καθέναν μας ότι ο φόβος γεννάει τέρατα, που λένε και οι σεναριογράφοι, όταν πουλάνε τα δικά τους. Στη νύχτα και τις δουλειές της, τις ...απολαυστικές, αιώνες τώρα, την εξουσία την έχουν οι κάθε λογής νταβατζήδες. Κι όμως, είμαστε ένας λαός που 'χει φτιάξει μυστηριωδώς την παροιμία «θέλει η πουτάνα μα η χαρά δεν την αφήνει». Οπότε εικάζω ότι σ' αυτόν τον χώρο εργασίας μπορεί και να υπάρχει χαρά εργαζόμενου-ης για 13 ώρες συνεχούς δουλειάς στον ίδιο (;) εργοδότη...
Λέμε οι δημοσιογράφοι ότι η πραγματικότητα δυστυχώς συχνά ξεπερνά τη φαντασία. Ετσι δυστυχώς και τα χοντροκομμένα, αναίσχυντα κυβερνητικά αστεία, σαν της υπουργού Εργασίας, ξεπερνάνε κατά πολύ τη δική μου φαντασία, αφού αυτή φτιάχνει το νόμο του 13ωρου επειδή της το ζητάνε οι εργαζόμενοι. Κι εγώ ούτε κατά φαντασία δεν βρίσκω έναν τέτοιον. Και μια κι ο λόγος για δημοσιογράφους, εδώ είναι που δεν πιστεύω στις συμπτώσεις και στα ...τυχερά των μεγάλων επιτυχιών. Οι δύο Τούρκοι συνάδελφοι, όσο μείνουν ζωντανοί εδώ που τα λέμε, μετά τη συνάντηση Τραμπ - Ερντογάν εκτιμούν πως ως χώρα ...«πήραμε τα αρχ...α μας». Και λένε και λένε και λένε για συνωμοσίες, με τα σόγια και τους υπουργούς του Ερντογάν για να τον φάνε, μπροστά σε ανοιχτή κάμερα και ανοιχτό μικρόφωνό της. Προφανώς τουρκικώς και διεθνώς έχει γίνει το σώσε. Η δική μας κυβέρνηση τρίβει τα χέρια της, λες και είχε φροντίσει να μείνει η κάμερα ανοιχτή. Και ανάμεσα σε λέξεις όπως τα αρχ... και ο πούλ..., ελάχιστοι θα παρατηρήσουν ότι ο ένας δημοσιογράφος ρωτάει τον άλλον «μήπως η κάμερα είναι ανοιχτή;» και εκείνος του απαντά «είσαι με τα καλά σου, αστεία λες;». Οταν όμως οι τραγωδίες παρουσιάζονται ως αστείο, τότε όποιος χαχανίζει υπογράφει την καταδίκη του και μάλιστα με νόμο.
Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ