Απεργία - σταθμός κόντρα σε ένα νομοσχέδιο - τομή στην εκμετάλλευση
Σάββατο 20 Σεπτέμβρη 2025 - Κυριακή 21 Σεπτέμβρη 2025

Στην τελική ευθεία μπροστά στον μεγάλο αγωνιστικό σταθμό της πανεργατικής απεργίας της 1ης Οκτώβρη, κορυφώνεται και η αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, την εργοδοσία και τους μηχανισμούς τους σε κάθε χώρο δουλειάς. Τις μέρες που απομένουν η συζήτηση «ανάβει» ακόμα περισσότερο για το νομοσχέδιο - έκτρωμα και όσα φέρνει στη ζωή των εργαζομένων, ενώ τα σωματεία παίρνουν όλα τα μέτρα για την επιτυχία της μάχης, κόντρα στις προσπάθειες υπονόμευσης του αγώνα.

Σε αυτήν την κατεύθυνση, όρος για τη μαζική και μαχητική κινητοποίηση είναι η ουσιαστική συζήτηση, η απάντηση σε ερωτήματα και ανησυχίες, να μη βρίσκουν τόπο οι ισχυρισμοί της εργοδοσίας και της κυβέρνησης, που όταν δεν μπορούν να «θάψουν» τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις επιστρατεύουν την παραπλάνηση και την τρομοκρατία. Οταν δε και τα παραπάνω μέσα εξαντλούνται, σειρά παίρνει η καλλιέργεια της μοιρολατρίας και της παραίτησης, με τη συνδρομή πάντα των εργατοπατέρων, του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού.

«Μα στην ουσία ήδη δουλεύουμε πολλές παραπάνω ώρες από το 8ωρο»

«Πόσο χειρότερα μπορούν να γίνουν τα πράγματα στη ζούγκλα της αγοράς εργασίας;», είναι ένα από τα ερωτήματα των εργαζομένων σχετικά με το νομοσχέδιο. Σε αυτήν τη μαύρη πραγματικότητα όμως πατάει η ΝΔ και έρχεται να βάλει σφραγίδα στην «ευελιξία», στη ζωή - λάστιχο.

Και με αυτόν ακριβώς τον τρόπο αποκαλύπτεται το μέγεθος της βαρβαρότητας που ήδη ζουν οι εργαζόμενοι, και η οποία φέρει τη σφραγίδα όλων των κυβερνήσεων. Οτι δηλαδή οι μισθοί δεν φτάνουν ούτε για τα βασικά και αναγκάζονται να κυνηγούν υπερωρίες, να τρέχουν από τη μια δουλειά στην άλλη για να καταφέρουν να ζήσουν στοιχειωδώς τις οικογένειές τους.

Τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους: Ο μέσος πραγματικός ετήσιος μισθός είναι 32,8% κάτω σε σχέση με το 2009, 1 στους 3 εργαζόμενους αμείβεται με λιγότερα και από τον κατώτατο μισθό, 1 στους 4 δίνει πάνω από το 30% του μισθού του για ενοίκιο.

Αυτή η πραγματικότητα είναι που οδηγεί τους εργαζόμενους να τρέχουν από τη μια δουλειά στην άλλη, να κυνηγούν υπερωρίες, νυχτερινά και αργίες, τα οποία η κυβέρνηση κάνει ακόμα περισσότερα και ακόμα πιο «φτηνά» για την εργοδοσία, δίνοντας νέα περιθώρια κέρδους. Ετσι βγαίνουν τελικά τα ρεκόρ κερδών στο χρηματιστήριο, έτσι «καπαρώνονται» τα 28 δισ. για τη ΝΑΤΟική πολεμική οικονομία τα επόμενα χρόνια, τα «στοιχήματα» δηλαδή που ενώνουν όλα τα αστικά κόμματα.

Ομως το νομοσχέδιο κάνει μια τομή: Μετατρέπει σε κανονικότητα όχι απλά τις περισσότερες ώρες δουλειάς μέσω του 13ωρου, αλλά την «ευελιξία» δίχως τέλος, ώστε να φτάνει στα απώτατα όρια η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης.

Εκεί στοχεύουν η γενικευμένη «διευθέτηση» του εργάσιμου χρόνου για όλο το έτος, οι υπερωρίες στην εκ περιτροπής εργασία, οι δουλειές των 2 ημερών, η κατάργηση της ενιαίας άδειας αναψυχής, επισφραγίζοντας τελικά το «μοντέλο» ενός εργαζόμενου που θα είναι διαθέσιμος όλη μέρα και όλο τον χρόνο στην εργοδοσία. Εργαζόμενοι που θα δουλεύουν χωρίς ωράριο, όποτε και για όσο χρειαστεί, από 6ωρο έως 12ωρο, για 4 ή για 7 μέρες τη βδομάδα, να μην προγραμματίζουν τη ζωή τους και ο ελεύθερος χρόνος να είναι ένας «μέσος όρος» μερικών ωρών σε βάθος ενός έτους.

Το νομοσχέδιο λοιπόν αποτελεί τη βάση για τη νέα εφόρμηση της εργοδοσίας, κάτι που αποκαλύφθηκε και στη «δημόσια διαβούλευση» που ολοκληρώθηκε την Παρασκευή, με φορείς της μεγαλοεργοδοσίας να απαιτούν περαιτέρω ελαστικοποίηση, μέχρι και 16ωρα (!), περιγράφοντας ουσιαστικά τα ...επόμενα νομοσχέδια αν οι εργαζόμενοι δεν αντιδράσουν στέλνοντας στα σκουπίδια αυτήν την αθλιότητα.

«Το νομοσχέδιο θα ψηφιστεί, αφού η ΝΔ είναι πλειοψηφία»

«Ακόμα και να απεργήσουμε, η κυβέρνηση είναι πλειοψηφία στη Βουλή, οπότε θα ψηφίσει το νομοσχέδιο»: Η σκέψη αυτή απασχολεί εργαζόμενους που αναλογίζονται αν αξίζει να κάνουν το βήμα και να απεργήσουν την 1η Οκτώβρη, αν θα έχει κάποιο αποτέλεσμα η δική τους συμμετοχή.

Βεβαίως, η κυβέρνηση έχει την πλειοψηφία στη Βουλή για να ψηφίσει το νομοσχέδιο, όμως ο αγώνας των εργαζομένων με όλες τις μορφές και με κορυφαία την απεργία μπορεί να βάλει τη δική του σφραγίδα στις εξελίξεις.

Πρώτον, γιατί «χτυπάει» εκεί που πραγματικά πονούν αυτοί που παρήγγειλαν το νομοσχέδιο: Οι βιομήχανοι, οι ξενοδόχοι, οι μεγαλέμποροι, οι κατασκευαστικές, οι τραπεζίτες. Με την απεργία «νεκρώνει» η παραγωγή και μπλοκάρει η κερδοφορία, για τη στήριξη της οποίας έρχονται η 13ωρη δουλειά και η «ευελιξία». Ετσι, οι εργαζόμενοι «μετρούν» και δείχνουν τη δική τους δύναμη, αποδεικνύουν στην πράξη ότι χωρίς αυτούς «γρανάζι δεν γυρνά».

Δεύτερον, ακόμα κι αν γίνει τελικά νόμος ένα νομοσχέδιο όπως αυτό, το «στοίχημα» για τους εργαζόμενους παραμένει ανοιχτό: Πατώντας στον απεργιακό τους ξεσηκωμό μπορούν να βρουν τη δύναμη για να το υπονομεύσουν στην πράξη εκεί που θα επιχειρήσει να το υλοποιήσει η εργοδοσία. Υπάρχουν τέτοια θετικά παραδείγματα όπου οι εργαζόμενοι με τα σωματεία τους έκαναν κουρελόχαρτα αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, υπέγραψαν Συλλογικές Συμβάσεις με προβλέψεις κόντρα στο νομοθετικό πλαίσιο. Πιο πρόσφατο είναι αυτό των μεταλλωρύχων της Χαλκιδικής, που με τον αγώνα τους ακύρωσαν τις αξιώσεις της εργοδοσίας για 12ωρη δουλειά μέσα από τη «διευθέτηση» που προέβλεπε ο προηγούμενος νόμος της ΝΔ. Επίσης: Οι Οικοδόμοι, με τις αυξήσεις στα μεροκάματα που απέσπασαν στη ΣΣΕ. Οι μεταλλεργάτες στη Ζώνη του Περάματος, που έχουν κατοχυρώσει το 7ωρο - 5ήμερο και την απαγόρευση υπερωρίας πάνω από 10 ώρες. Και οι εργαζόμενοι στη ΔΕΛΤΑ, που πήραν τις προσαυξήσεις για τις τριετίες, παρά τον νόμο που δίνει το δικαίωμα στην εργοδοσία να τους τις κλέβει.

Τρίτο και βασικότερο είναι ότι το παραπάνω ερώτημα φέρνει στο επίκεντρο της συζήτησης το κίνημα που έχουν ανάγκη σήμερα οι εργαζόμενοι για να περάσουν στην αντεπίθεση.

Δεν είναι τυχαίο ότι τη λογική της «αναποτελεσματικότητας» την καλλιεργούν και συνδικαλιστές της σοσιαλδημοκρατίας, των κομμάτων που έφεραν την «ευελιξία» και τη «διευθέτηση» του εργάσιμου χρόνου. Τέτοια στελέχη φτάνουν π.χ. παραμονές της απεργίας να λένε σε σωματεία ότι «και να απεργήσουν οι εργαζόμενοι δεν θα βγει τίποτα, το βασικό είναι στις εκλογές να αλλάξει η κυβέρνηση». Δηλαδή «σιωπητήριο» και αναμονή σήμερα, ή το πολύ - πολύ «αγώνες» που θα απαιτούν «επιστροφή στην ευρωπαϊκή κανονικότητα», δηλαδή τα 13ωρα από άλλο ...δρόμο, διευκολύνοντας τελικά την κυβερνητική εναλλαγή, ώστε να συνεχίζεται η ίδια βάρβαρη πολιτική.

Επομένως, πράγματι σήμερα πρέπει να ανοίξει «στα γεμάτα» η συζήτηση για την προοπτική του αγώνα, για το πώς θα βαδίσει η εργατική τάξη, σε συμμαχία με τον λαό και τη νεολαία, στον δρόμο της ανατροπής, για να κάνουν πράξη και το ότι μπορούν «χωρίς αφεντικά». Να τεθούν δηλαδή στο στόχαστρο και η κυβέρνηση και όλες οι δυνάμεις με τις οποίες πραγματικά κυβερνά σήμερα το κεφάλαιο, διαλύοντας δικαιώματα και κατακτήσεις: Τα αστικά κόμματα, η ΕΕ, τα κρατικά επιτελεία κ.ο.κ.

Αυτό που κρίνεται λοιπόν σε μεγάλο βαθμό και μπροστά στην απεργία είναι κατά πόσο η έκφραση της λαϊκής δυσαρέσκειας θα εκφραστεί με την ενίσχυση του ρεύματος αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής, με το να δυσκολέψει τις προσπάθειες αναδιάταξης και ανακύκλωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, να ακυρώσει σχέδια εγκλωβισμού του λαού στην αναμονή για δήθεν καλύτερες μέρες, από τις διεργασίες αυτών που τον τσακίζουν.

Κρίνεται κατά πόσο θα κατοχυρώνεται η γραμμή ότι για να κερδίσει ο λαός πρέπει να χάσει το κεφάλαιο, και από την άλλη κατά πόσο θα ηττάται η αυταπάτη ότι υπάρχει τάχα δρόμος όπου μπορούν να συναντηθούν τα κέρδη με τις ανάγκες των εργαζομένων.

Σε μια τέτοια κατεύθυνση μετριέται ουσιαστικά και το «αποτέλεσμα» της κάθε απεργίας, όπως και της 1ης Οκτώβρη.

Δίνοντας μάλιστα τη μάχη με τέτοιο προσανατολισμό, η προετοιμασία, η οργάνωση, η μέρα της απεργίας αφήνουν πολύτιμη παρακαταθήκη για την ισχυροποίηση των σωματείων, για την ένταξη περισσότερων εργαζομένων σε αυτά, για την ενίσχυση της ταξικής γραμμής, για την πιο αποτελεσματική αναμέτρηση με την εργοδοσία και τις κυβερνήσεις της.

«Ναι, αλλά είναι σήμερα ρεαλιστική η μείωση του χρόνου εργασίας;»

Αυτός ο ανατρεπτικός προσανατολισμός κατακτιέται βάζοντας στο επίκεντρο όχι απλά την απόκρουση της επίθεσης, αλλά και το πραγματικά σύγχρονο και προοδευτικό σήμερα.

Προβάλλοντας δηλαδή ότι εν έτει 2025, την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης και των μεγάλων επιστημονικών επιτευγμάτων, «ρεαλισμός» δεν είναι η 13ωρη δουλειά αλλά η μείωση του εργάσιμου χρόνου.

Αυτό είναι που φέρνουν στο επίκεντρο οι διεκδικήσεις για 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο, για πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, για περισσότερο ελεύθερο χρόνο, για δωρεάν πρόσβαση σε Υγεία, Παιδεία, Πολιτισμό.

Φανερώνουν ταυτόχρονα τι εμποδίζει το να γίνουν πράξη τα παραπάνω: Το κυνήγι του κέρδους, το γεγονός ότι κουμάντο στην παραγωγή κάνουν μια χούφτα επιχειρηματικοί όμιλοι και όχι αυτοί που παράγουν τον πλούτο, οι εργαζόμενοι.

Ετσι επιβεβαιώνεται και η ανάγκη για την αλλαγή των συσχετισμών, για ένα κίνημα αντεπίθεσης, που θα βάζει στόχο να ανατρέψει τον πραγματικό ένοχο, την εξουσία του κεφαλαίου, ώστε να κατακτήσουν οι εργαζόμενοι τη ζωή που τους αξίζει μέσα από τη δική τους εξουσία και οικονομία.


Γ. Δ.