ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ» ΤΟΥ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Η προσπάθεια να σιγήσει κάθε φωνή διεκδίκησης αφορά όλο τον λαό

Εκπρόσωποι σωματείων του Δημοσίου αποκάλυψαν στη Βουλή τις αντιδραστικές στοχεύσεις της κυβέρνησης και του κράτους

Σάββατο 26 Ιούλη 2025 - Κυριακή 27 Ιούλη 2025

Την απόρριψη του νομοσχεδίου για την «αναμόρφωση» του πειθαρχικού δικαίου από τους εργαζόμενους μετέφεραν την Παρασκευή στη Βουλή εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων από μια σειρά τομείς του Δημοσίου.

Κατά τη διαδικασία της ακρόασης των φορέων στην αρμόδια Επιτροπή, οι συνδικαλιστές καταδίκασαν τις διατάξεις που εντείνουν την εργασιακή τρομοκρατία, ποινικοποιούν την αγωνιστική δράση, βαφτίζουν «παραπτώματα» κάθε δράση και φωνή στοιχειώδους διεκδίκησης. Υπενθυμίζεται ότι ήδη Ομοσπονδίες και Σωματεία έχουν πραγματοποιήσει κινητοποίηση στο υπουργείο Εσωτερικών, ενώ έχει προαναγγελθεί απεργιακή κινητοποίηση τη μέρα κατάθεσης του νομοσχεδίου για ψήφιση στην Ολομέλεια.

Η συζήτηση στην Επιτροπή θα συνεχιστεί τη Δευτέρα (συζήτηση επί των άρθρων) και θα ολοκληρωθεί την Πέμπτη (β' ανάγνωση) για να εισαχθεί το νομοσχέδιο αργότερα στην Ολομέλεια.

Περιορισμός ελευθεριών και πολεμική προετοιμασία

Τα «σύγχρονα δεδομένα» στα οποία σύμφωνα με την κυβέρνηση χρειάζεται να προσαρμοστούν οι διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου σκιαγράφησε η Βέτα Πανουτσάκου, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συλλόγων Υπαλλήλων Αιρετών Περιφερειών (ΟΣΥΑΠΕ). «Οταν το κράτος που υπηρετούμε διαμορφώνει ένα Δίκαιο που αντιμετωπίζει εχθρικά τον λαό και τις διεκδικήσεις του, όταν οι προτεραιότητες που θέτει δεν είναι η κάλυψη των λαϊκών αναγκών αλλά η κάλυψη των πολεμικών δαπανών και εξοπλισμών, όταν κάνει επιλογές και διαμορφώνει περιβάλλον αντίθετο με τα φιλειρηνικά αισθήματα του λαού, είναι σίγουρο ότι πρέπει να περιοριστούν περισσότερο και οι ατομικές και συλλογικές ελευθερίες, πόσο μάλλον των κρατικών υπαλλήλων, των υπαλλήλων δηλαδή που καλούνται να εφαρμόσουν την πολιτική που έχει αυτό το περιεχόμενο», ανέφερε.

Υπογράμμισε πως η «αναμόρφωση» του πειθαρχικού δικαίου δεν στοχεύει τα αδικήματα του λεγόμενου «κοινού ποινικού δικαίου» αλλά στρέφεται ενάντια σε συνδικαλιστές και γενικότερα δημοσίους υπαλλήλους «που διεκδικούν καλύτερους όρους εργασίας, καλύτερες υπηρεσίες για τους πολίτες, που διαμαρτύρονται, που διαφωνούν, που δημοσιοποιούν τα κακώς κείμενα των υπηρεσιών τους». Αυτήν τη δράση και διεκδίκηση την αντιμετωπίζει ως «παράπτωμα», που μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις επιφέρει ακόμα και την απόλυση, είτε «απευθείας» είτε με προϋποθέσεις. Ετσι, «παραπτώματα» όπως η «αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας», η «απείθεια», η «κακόβουλη άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής», η «παραβίαση της υποχρέωσης εχεμύθειας», γίνονται ήδη το έδαφος πάνω στο οποίο διώκονται αγωνιστές, στήνονται Ενορκες Διοικητικές Εξετάσεις (ΕΔΕ), ασκούνται πιέσεις και εκβιασμοί, κατηγορούνται υπάλληλοι ως «επίορκοι».

Από έναν μακρύ και αποκαλυπτικό σχετικό κατάλογο, ξεχώρισε ενδεικτικά την περίπτωση επιβολής πειθαρχικής ποινής από τον περιφερειάρχη Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης στον πρόεδρο και στην γραμματέα του Συλλόγου Υπαλλήλων της ΠΕ Εβρου για άσκηση «κακόβουλης κριτικής προς την προϊσταμένη αρχή», με αφορμή ανακοίνωση του Σωματείου όπου εκφράστηκε η διαφωνία σε διαδικασία ανάθεσης και ιδιωτικοποίηση αρμοδιότητας.

«Τα περισσότερα αδικήματα υπήρχαν και στις προηγούμενες εκδόσεις και των προηγούμενων κυβερνήσεων», υπενθύμισε η Β. Πανουτσάκου και πρόσθεσε πως «πολλές ρυθμίσεις παραμένουν στο συρτάρι και αξιοποιούνται την κατάλληλη στιγμή» από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Τώρα η κυβέρνηση κάνει ακόμα χειρότερο το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, διευρύνοντας τα αδικήματα, μετατρέποντας σε «πειθαρχικό παράπτωμα» κάθε έκφραση διαφωνίας με την εφαρμοζόμενη πολιτική, καταργώντας το δικαίωμα ένστασης και επανεξέτασης μιας ποινής που επιβάλλεται από το πειθαρχικό συμβούλιο, απαλείφοντας από τη σύνθεση των πειθαρχικών συμβουλίων τούς αιρετούς εκπροσώπους των εργαζομένων.

«Στόχος του σχεδίου νόμου είναι η επιβολή "σιωπητηρίου" στους χώρους δουλειάς», σχολίασε, και ο στόχος αυτός υπηρετείται και από την αυστηροποίηση των ποινών, που περιλαμβάνουν εξοντωτικά διοικητικά πρόστιμα και απολύσεις. Οπως χαρακτηριστικά τόνισε, το νέο πειθαρχικό αδίκημα της «άρνησης συμμετοχής στην αξιολόγηση», που συμπληρώνει το προϋπάρχον αδίκημα της «αδικαιολόγητα μη έγκαιρης σύνταξης έκθεσης αξιολόγησης», μπορεί να επιφέρει την ποινή της οριστικής παύσης, εξομοιούμενο με αδικήματα ιδιαίτερης ηθικής απαξίας, όπως είναι αυτό «της πράξης κατά της γενετήσιας ελευθερίας, της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας άλλου προσώπου ή της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής»!

«Δεν δεχόμαστε αυτό το πειθαρχικό δίκαιο, σας καλούμε να το αποσύρετε», τόνισε η Β. Πανουτσάκου, υπενθυμίζοντας ότι κι άλλες κυβερνήσεις επιχείρησαν να φιμώσουν τους εργαζόμενους, «με ιδιώνυμα, απειλές, διώξεις και ποινές», ωστόσο «απέτυχαν παταγωδώς».

Στοχεύουν μάχιμους εκπαιδευτικούς, που πονάνε τη δουλειά τους

Τη φωνή των χιλιάδων εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης που απορρίπτουν το νομοσχέδιο μετέφερε ο Σπύρος Μαρίνης, πρόεδρος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας (ΔΟΕ). «Η κυβέρνηση με το παρόν σχέδιο στοχεύει τα συνδικάτα και τους αγώνες των δημοσίων υπαλλήλων, και όχι κάποιους επίορκους υπαλλήλους», ξεκαθάρισε, επισημαίνοντας ότι τα υπαρκτά φαινόμενα σήψης, διαφθοράς και παραβατικότητας δημιουργούνται στο έδαφος της πολιτικής «που στηρίζει την επιχειρηματική δράση και την προώθηση των μεγάλων συμφερόντων, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών, την εργολαβοποίηση κρίσιμων δομών και τις απευθείας αναθέσεις, τη διανομή των ευρωπαϊκών κονδυλίων με όρους ρουσφετιού και ψηφοθηρίας».

«Κανένα από αυτά τα φαινόμενα δεν στοχεύει το υπό συζήτηση νομοσχέδιο. Το αντίθετο, επιχειρεί να τα κουκουλώσει», τόνισε. Την ίδια στιγμή, βάζει στο στόχαστρο «το πιο υγιές και ευσυνείδητο τμήμα των εργαζομένων, που νοιάζεται για την ποιότητα των υπηρεσιών προς τους πολίτες, για τα προβλήματα που δημιουργεί η υποστελέχωση των υπηρεσιών, για τον προσανατολισμό που παίρνουν μια σειρά τομείς, που αντί για τις ανάγκες υπηρετούν τα κέρδη των λίγων».

Στην κατεύθυνση αυτή, ανέτρεξε σε μια σειρά περιπτώσεις εκπαιδευτικών που ήδη ελέγχονται πειθαρχικά και απειλούνται με ποινές: Τη δασκάλα από το Μενίδι που ζήτησε σχολικό νοσηλευτή για μαθητή της ο οποίος παρέμενε επί μήνες εκτός σχολείου, τη νηπιαγωγό από την Παιανία που διεκδίκησε διαχωρισμό τμημάτων, τους εκπαιδευτικούς του 1ου Ειδικού Νηπιαγωγείου Πειραιά που απαίτησαν μέτρα για την ασφαλή φοίτηση των μαθητών, τη δασκάλα από το 3ο Δημοτικό Σχολείο Ταύρου που μέσω εικαστικής δημιουργίας μίλησε για τη γενοκτονία στη Γάζα, την εκπαιδευτικό - μέλος της ΕΛΜΕ Πειραιά που απειλήθηκε με δυνητική αργία για τη συνδικαλιστική της δράση, τη θεατρολόγο και πρόεδρο του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Ζακύνθου που οδηγήθηκε σε ΕΔΕ για θεατρική παράσταση που ανέβασε, και μάλιστα εκτός σχολικού πλαισίου, με θέμα «Η Αννα Φρανκ συνομιλεί με τα παιδιά της Παλαιστίνης».

«Ολες οι παραπάνω περιπτώσεις δεν αφορούν επίορκους και αργόμισθους, αλλά μάχιμους εργαζόμενους, που πονάνε τη δουλειά τους», υπογράμμισε. Και στις παραπάνω περιπτώσεις προστίθενται χιλιάδες ακόμα εκπαιδευτικοί που «αγωνίζονται, με βάση τις αποφάσεις των Ομοσπονδιών τους, ενάντια στην αντιεπιστημονική αξιολόγηση, που στόχο έχει την εμπορευματοποίηση - κατηγοριοποίηση του σχολείου», και πλέον απειλούνται ακόμα και με απόλυση.

Ο Σπ. Μαρίνης απαίτησε να σταματήσουν οι άδικες διώξεις που παίρνουν χαρακτήρα «αντισυνδικαλιστικού πογκρόμ» ενάντια σε απεργούς εκπαιδευτικούς που συμμετέχουν σε νόμιμη απεργία και ασκούν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματά τους. Στο έδαφος αυτό, επεσήμανε ότι το κυβερνητικό νομοσχέδιο «αφορά όλο τον λαό, γιατί θα επιδράσει συνολικά στη λειτουργία του Δημοσίου προς το χειρότερο, ειδικά σε περιόδους που δυναμώνει η συνολικότερη επίθεση στη ζωή και στα δικαιώματα των εργαζομένων».