«Προσπαθήσαμε να δώσουμε φωνή σε όσους αρνήθηκαν να υποταχθούν»

Ο «Ριζοσπάστης» συζητά με τον Κ. Σταματόπουλο, σκηνοθέτη του ντοκιμαντέρ «Πειθαρχική Μεραρχία "999"»

Σάββατο 10 Μάη 2025 - Κυριακή 11 Μάη 2025

Από την Πέμπτη 15/5 προβάλλεται στον κινηματογράφο «Τριανόν» το ντοκιμαντέρ του Κώστα Σταματόπουλου «Πειθαρχική Μεραρχία "999"».

Ενα ντοκιμαντέρ που καταπιάνεται με μια ελάχιστα γνωστή, αλλά βαθιά συγκινητική πτυχή της Ιστορίας. Ενα ντοκιμαντέρ που πιάνει το νήμα της πρόσφατης Ιστορίας μας όχι για να εξιστορήσει την καταστροφή, αλλά για να μας θυμίσει, να μας γνωρίσει, να τιμήσει εκείνους που ύψωσαν το ανάστημά τους, εκείνους που είπαν «όχι». Οπως αναφέρεται, «η τιμή τους είναι η αφετηρία μας», και έτσι για 90 λεπτά ο θεατής παρακολουθεί τη δράση των Γερμανών αντιναζιστών που κατά την Κατοχή λιποτάκτησαν, ενώθηκαν με τον ΕΛΑΣ και συμμετείχαν ενεργά στην Αντίσταση.

Είναι μεγάλη η χαρά μας που φιλοξενούμε στις σελίδες του «Ριζοσπάστη» τον σύντροφο Κώστα Σταματόπουλο, σκηνοθέτη του ντοκιμαντέρ.

«Την πράξη αυτή θέλησα να αναδείξω»

- Πώς γεννήθηκε η ιδέα να ασχοληθείς με το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός;

- Η ιδέα για την ταινία γεννήθηκε το 2016. Μέσα από μια παράπλευρη ιστορική έρευνα, βρέθηκα μπροστά σε ντοκουμέντα που αναφέρονταν στη δράση Γερμανών φαντάρων της Βέρμαχτ οι οποίοι είχαν σταλεί στα λεγόμενα πειθαρχικά τάγματα «999», λιποτάκτησαν και πέρασαν στο πλευρό του ΕΛΑΣ. Η ανακάλυψη αυτή με συγκλόνισε: Μέσα στον πυρήνα του τρόμου, υπήρχαν αυτοί που τόλμησαν να πουν «όχι». Την πράξη αυτή θέλησα να αναδείξω...


Η ταινία πήρε μορφή όταν συναντήθηκα με τον σεναριογράφο Φώτη Μιχαλόπουλο. Μαζί θέσαμε τα πρώτα θεμέλια. Στην πορεία βρήκαμε κι άλλους πολύτιμους συνδημιουργούς. Ο κινηματογράφος είναι συλλογική διαδικασία. Ολοι όσοι συμμετείχαν έδωσαν κάτι από τον εαυτό τους, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Ανάμεσά τους η Σύλβια Καπερνάρου, η οποία βοήθησε στη μετάφραση, και η Αντιγόνη Νουφαρίτση, που ένα μεγάλο μέρος του αποτελέσματος και της συνολικής δύναμης της ταινίας οφείλεται στη δική της συμβολή.

- Από πού ξεκίνησαν και σε ποιο πλαίσιο σφυρηλατήθηκαν οι αντιλήψεις αυτών των ανθρώπων, που τους έφεραν σε αντίθεση με τον ναζισμό;

- Τα «Πειθαρχικά Τάγματα "999"» ιδρύθηκαν από το Γ' Ράιχ με σκοπό να μετατρέψουν σε στρατιώτες όσους είχαν κριθεί στο παρελθόν «ανάξιοι να υπηρετήσουν», δηλαδή πολιτικούς κρατούμενους, αντιφρονούντες, γενικά όσους θεωρούνταν «ανεπιθύμητοι» από το ναζιστικό καθεστώς.

Πρόκειται κυρίως για Γερμανούς πολιτικούς κρατούμενους και αντιφασίστες, στην πλειονότητά τους μέλη ή στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD), πολλοί από τους οποίους είχαν ήδη φυλακιστεί και διωχθεί από τους ναζί πριν ακόμα ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Ανάμεσά τους υπήρχαν και σοσιαλδημοκράτες, παρά τη στάση του SPD. Στα Τάγματα συμμετείχαν επίσης ποινικοί κρατούμενοι, αλλά και ναζί αξιωματικοί.

Συγκροτήθηκαν το 1942, για καίριες και εξαιρετικά επικίνδυνες αποστολές, όπως η φύλαξη ακτών, η εμπλοκή σε μέτωπα ανταρτοπολέμου κ.λπ., με την ελπίδα ότι θα τους «ξεφορτωθούν» σε μάχες με μεγάλες απώλειες.

Ενα σημαντικό ποσοστό αυτών των στρατιωτών αυτομόλησε στον ΕΛΑΣ. Δρούσαν ως σύνδεσμοι, μεταφορείς πληροφοριών, αλλά και ως ένοπλοι αντάρτες. Πολλοί συμμετείχαν σε καλά οργανωμένες επιχειρήσεις απελευθέρωσης ελληνικών χωριών.


Εκτός όμως από τη συνειδητή πολιτική στράτευση των περισσότερων που αυτομόλησαν, υπήρξαν και περιπτώσεις όπου υπερίσχυσαν η έμφυτη ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ηθική. Και τέτοιες περιπτώσεις «φωτίζονται» στην ταινία μας.

Ενα οδοιπορικό στον χώρο και στον χρόνο

- Ποια ήταν η μέθοδος που ακολούθησες γύρω από τη συγκέντρωση των πηγών σου και πόσο δύσκολο ήταν να συγκεντρωθεί ένα τέτοιο υλικό 80 χρόνια μετά;

- Η έρευνα ήταν επίπονη. Μιλάμε για μια ιστορία που σκεπάστηκε συνειδητά, όχι μόνο από τους «νικημένους» του πολέμου, αλλά και από εκείνους που θέλησαν να σβήσουν κάθε ίχνος της ανυπακοής. Μιλάμε για ένα γεγονός που όχι μόνο έμεινε στη σκιά της επίσημης Ιστορίας, αλλά και ενεργά αποσιωπήθηκε από πολλούς, τόσο στη Γερμανία όσο και στην Ελλάδα, μετά τον πόλεμο. Η ίδια η φύση των γεγονότων, δηλαδή η λιποταξία από τον ναζιστικό στρατό, η ανυπακοή, η ένταξη με την πλευρά του «εχθρού λαού», έκανε τους ίδιους τους πρωταγωνιστές να σιγήσουν για χρόνια.

Ξεκίνησα, λοιπόν, κατανοώντας ότι το υλικό που θα βρω δεν είναι ουδέτερο. Το ντοκιμαντέρ φέρει έναν ιδεολογικό πυρήνα. Αυτόν τον πυρήνα τον εντόπιζα ήδη στις ίδιες τις μαρτυρίες.

Η έρευνα περιλάμβανε επίμονη αναζήτηση σε ελληνικά και γερμανικά αρχεία, επιτόπιες επισκέψεις σε τόπους εκτελέσεων, μαρτυρίες απογόνων, όπως του εγγονού του Εριχ Γκέρτνερ και της Γκαλόνσκα Χάιντι, και προσωπική αλληλογραφία που σώθηκε, όπως τα γράμματα από το μέτωπο.

Ενα από τα δυσκολότερα και πιο φορτισμένα κομμάτια ήταν η τεκμηρίωση των εκτελέσεων στην Αμαλιάδα. Εκεί δεν ήταν απλώς ντοκουμέντα, ήταν αποσιωπημένοι τάφοι. Στην Αμαλιάδα το 1944 οκτώ Γερμανοί αντιφασίστες (Werner Illmer, Hermann Bode, Willi Dehmel, Hans Juchelka, Rudolf Kalb, Franz Scheider, Heinz Steyer και Heinrich Warnken) εκτελέστηκαν. Μόνο πρόσφατα απέκτησαν το πρώτο μνημείο τιμής, ως αναπόσπαστο μέρος του ντοκιμαντέρ, σε καλλιτεχνική επιμέλεια Εύας Μελά, ενώ η αντίστοιχη προτομή τους στο Βερολίνο, του Werner Illmer, είχε κατεδαφιστεί το 1991.

- Σε ποια μέρη ταξιδέψατε για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ;

- Για την ταινία αυτή κάναμε ένα πραγματικό οδοιπορικό, όχι μόνο στον χώρο αλλά και στον χρόνο. Επρεπε να ακουμπήσουμε τα ίχνη ανθρώπων που εδώ και 80 χρόνια δεν είχαν ειπωθεί, ούτε χαρτογραφηθεί.

Ξεκινήσαμε από την Ελλάδα, από μέρη όπως η Λήμνος, η Αμαλιάδα, η Λαμία, η Θεσσαλονίκη, η Μεσσηνία και η Καλαμάτα, περιοχές όπου έδρασαν, αυτομόλησαν και εκτελέστηκαν Γερμανοί αντιφασίστες. Στη Λήμνο με βοήθησαν ιδιαίτερα ο Κώστας Μαδυτινός, η Βασιλική Νιαουνάκη και φυσικά ο Δημήτρης Μάντζαρης, ο οποίος φώτισε αθέατες πτυχές της ιστορίας των πειθαρχικών μονάδων εκεί. Στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα κάναμε ένα συγκλονιστικό οδοιπορικό μαζί με τον Andre Gartner, εγγονό του Erich Gartner, του αυτόμολου στρατιώτη που πολέμησε με τον ΕΛΑΣ. Περάσαμε από τη Δομνίστα, τη Βίνιανη, τις Κορυσχάδες, τη Βαμβακού, τη Νεράιδα, το Νεοχώρι, τη Λίμνη Πλαστήρα, την Ελάτη, το Περτούλι και καταλήξαμε στην Καστανιά Τρικάλων και στη Λαμία. Μέσα από τα ημερολόγια και τις σημειώσεις του παππού του, ο Andre ανασύνθεσε τη διαδρομή του, όχι μόνο ως ιστορική μαρτυρία αλλά και ως πράξη αποκατάστασης μνήμης.

Τα γυρίσματα συνεχίστηκαν στη Γερμανία.

Στον καιρό των «τεράτων», ο κινηματογράφος οφείλει να σταθεί απέναντι

- Το ντοκιμαντέρ μάς συγκίνησε βαθιά... Εσύ ποιες στιγμές θα ξεχώριζες;

- Θα σου μιλήσω ειλικρινά. Δύο στιγμές με σημάδεψαν βαθιά, ως δημιουργό και ως άνθρωπο.

Η πρώτη αφορά τον Χέρμαν Μπόντε, που μόλις 20 ετών ήταν ίσως ο νεότερος αιρετός εκπρόσωπος σε όλη τη Γερμανία στη λίστα του KPD. Οταν καταδικάστηκε σε θάνατο και οδηγήθηκε στην εκτέλεση, δεν πρόδωσε κανέναν, δεν λύγισε. Και αυτό που με συγκλόνισε ήταν το πώς οι κάτοικοι της Αμαλιάδας το 1944 τον αποχαιρέτησαν σαν δικό τους άνθρωπο. Με στεφάνια, κόκκινες κορδέλες, με μια σιωπηλή υπόσχεση μνήμης. Αυτή η εικόνα, μια θάλασσα λουλουδιών για έναν Γερμανό «εχθρό» που έγινε αδελφός...

Η δεύτερη περίπτωση ήταν ο «Λεωνίδας», ο Γερμανός που απελευθέρωσε 50 Καλαματιανούς με τη βοήθεια του σκύλου του. Η ιστορία του «Λεωνίδα», που περιγράφεται μέσα από τη μαρτυρία του Κώστα Λυμπερόπουλου, είναι σχεδόν απίστευτη: Ενας σκύλος, εκπαιδευμένος να σκοτώνει, χρησιμοποιείται για να σώσει. Και ο Κώστας Λυμπερόπουλος, που πέθανε τον Ιούλιο του 2024, λίγους μήνες πριν ολοκληρώσουμε την ταινία, ήταν για μένα φωνή της ζωντανής μνήμης.

Αυτό που με συγκίνησε, τελικά, δεν ήταν ο ηρωισμός με την έννοια της θυσίας, αλλά η συνειδητή δράση και επιλογή μέσα στη βαρβαρότητα.

- Τελικά, σε μια εποχή που γίνεται προσπάθεια με κάθε τρόπο η ιστορική μνήμη να παραγραφεί, που οι καπνοί του πολέμου «πυκνώνουν», ο κινηματογράφος μπορεί να παίξει κάποιο ρόλο;

- Ο κινηματογράφος δεν είναι απλώς ένα μέσο ψυχαγωγίας. Είναι πολιτιστικό εργαλείο, κοινωνική πράξη, και σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους μπορεί να γίνει όπλο. Το ντοκιμαντέρ «Πειθαρχική Μεραρχία "999"» δεν γεννήθηκε μόνο από την ανάγκη να φωτίσουμε το παρελθόν. Γεννήθηκε από την αγωνία για το παρόν.

Ζούμε σε εποχές όπου η αλήθεια τεμαχίζεται, ανασυντίθεται κατά το δοκούν και μετατρέπεται σε εργαλείο ισχύος. Η Ιστορία γίνεται πεδίο μάχης ανάμεσα σε ανταγωνιστικά συμφέροντα: Βλέπουμε φασίστες να παρουσιάζονται ως ήρωες, «γεράκια» του πολέμου να βαφτίζονται «υπερασπιστές της δημοκρατίας», ενώ η συλλογική μνήμη παραμορφώνεται μέσα από φίλτρα προπαγάνδας και σκοπιμότητας.

Μέσα σε αυτήν τη συνθήκη, η Τέχνη και ειδικά ο κινηματογράφος μπορεί να λειτουργήσει ως πράξη αντίστασης. Οχι με όρους ουδετερότητας, αλλά με πλήρη συνείδηση του ιστορικά χρήσιμου φορτίου της αλήθειας. Στο ντοκιμαντέρ προσπαθήσαμε να δώσουμε φωνή σε όσους αρνήθηκαν να υποταχθούν, όχι μόνο στον ναζισμό, αλλά συνολικά στη λογική του πολέμου, της κυριαρχίας, του μίσους.

Αυτοί οι Γερμανοί αντιφασίστες που πολέμησαν πλάι στον ΕΛΑΣ λειτούργησαν σαν πρόπλασμα ενός διεθνισμού, ενός άλλου κόσμου, που δεν έχει ανάγκη τα σημερινά «όρια» της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων.

Και σήμερα, με τον κόσμο να ξαναβυθίζεται σε ενδοϊμπεριαλιστικούς πολέμους, από την Ουκρανία έως τη Μέση Ανατολή, το ντοκιμαντέρ αυτό γίνεται ξανά εργαλείο κατανόησης. Θυμίζει ότι ακόμη και μέσα στη βαρβαρότητα, ο άνθρωπος μπορεί να επιλέξει να πει «όχι». Και αυτό το «όχι» έχει σημασία.

Ο ρόλος του κινηματογράφου μπορεί να είναι ακριβώς αυτός: Να βοηθά τις κοινωνίες να σκέφτονται μέσα από την πράξη. Να συνδέουν το τότε με το τώρα. Οχι να καταναλώνουν την Ιστορία σαν αφήγηση, αλλά να την κατοικούν ως ζωντανή μνήμη. Nα αναγνωρίζουν την κοινωνική πραγματικότητα και τις αντιφάσεις της. Στον καιρό των «τεράτων», ο κινηματογράφος οφείλει να σταθεί απέναντι. Οχι ως διακοσμητικός θεατής, αλλά ως ενεργός μάρτυρας.

Οι συντελεστές του ντοκιμαντέρ:

Σενάριο: Φώτης Μιχαλόπουλος, Κώστας Σταματόπουλος. Ιστορικός σύμβουλος: Θεόφιλος Διαμάντης. Παραγωγή: Παναγιώτης Κακαβιάς - «Kfilms».

Φωτογραφία: Σέργιος Κολισίκας, Χρήστος Δούρος. Μοντάζ: Γιώργος Διδυμιώτης, Αντιγόνη Νουφαρίτση. Μουσική: Κλείτος Κυριακίδης. Αφήγηση: Δανάη Κατσαμένη, Δημοσθένης Φίλιππας.


Α. Π.