Η ενότητα του ευρωατλαντικού άξονα «ξεθώριασε», διαβάζουμε στον Τύπο («Βήμα της Κυριακής»), και οι Ευρωπαίοι προετοιμάζονται για όλα τα πιθανά σενάρια σε περίπτωση «μείωσης της έκθεσης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ», επιταχύνοντας τη στροφή στην πολεμική οικονομία, στο όνομα της «στρατηγικής αυτονομίας» της ΕΕ. Σε αυτήν την κατεύθυνση γίνεται μεγάλη συζήτηση για τον ρόλο της Τουρκίας, που διαθέτει τον μεγαλύτερο ΝΑΤΟικό στρατό μετά τις ΗΠΑ και πολεμική βιομηχανία με μεγάλες δυνατότητες. «Ευρωπαϊκή άμυνα χωρίς Τουρκία δεν υπάρχει», υποστηρίζουν πολλοί, επιβεβαιώνοντας ότι στα επόμενα βήματα του παζαριού για τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό προστίθενται και νέες παράμετροι. Το δίλημμα για την Ελλάδα - γράφει ο Τύπος - είναι «προσαρμογή» ή «απομόνωση», ανάλογα με το αν θα κυριαρχήσει η «διαπραγματευτική ευελιξία» ή μια «υπερήφανη εμμονή». Τα δύο σενάρια, βέβαια, μόνο αντικρουόμενα δεν είναι. Η πολιτική της διαπραγμάτευσης επώδυνων συμβιβασμών και διευθετήσεων με την Τουρκία είναι αδιαμφισβήτητη από την αστική τάξη και όλα τα κόμματά της, στο όνομα της ευρωατλαντικής συνοχής, ενώ οι όποιες αντιπαραθέσεις αφορούν το πότε και το πώς, με ένα τμήμα να μην αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξει συμβιβασμός μετά από κάποιο επεισόδιο - ακόμα και στρατιωτικό - που θα αξιοποιηθεί και για τον εκβιασμό του λαού. Αυτή είναι η ...τεκτονική διαφορά ανάμεσα σε αυτούς που «τρέχουν με χίλια» τον ευρωατλαντικό σχεδιασμό και στους άλλους, που θέλουν να διανύσουν «λάου λάου» τον ίδιο ΝΑΤΟικό χάρτη στα παζάρια με την Τουρκία, ζητώντας μεγαλύτερα ανταλλάγματα για την αστική τάξη.