Ανάγκη αποφασιστικής ενίσχυσης των ψηφοδελτίων της ΔΗΠΑΚ
Eurokinissi |
Οι εκλογές αυτές διενεργούνται σε μία κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα αλλά και για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Είναι όμως και μια ευκαιρία να προβληματιστούμε για το τι έγινε τα τελευταία δύο χρόνια στον κλάδο, στο πανεπιστήμιο, στην κοινωνία.
Η κυβέρνηση, όπως έκλεισε άρον άρον τις σχολές χωρίς κανένα σχέδιο, έτσι τις άνοιξε, 3 εξάμηνα μετά, με ένα σχέδιο - παρωδία.
Στην αρχή απαξίωσε τη διά ζώσης εκπαίδευση και παρουσίασε την πανδημία ως ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας μέσω της «πλήρους μετάπτωσης στην εξ αποστάσεως». Η κυβέρνηση τώρα εμφανίζεται φανατική υπέρμαχός της και καταδικάζει, με το γνωστό αυταρχικό ύφος, κάθε προσπάθεια χρησιμοποίησης εργαλείων τηλεκπαίδευσης, ακόμα κι όταν είναι να καλύψουν αστοχίες και ελλείψεις που η ίδια και οι προκάτοχοί της προκάλεσαν.
Ενώ επί 18 μήνες αρνήθηκε να πάρει μέτρα για το άνοιγμα των σχολών, η κυβέρνηση έχει εδώ και δύο μήνες επιβάλει την επιστροφή σε μια «κανονικότητα» χωρίς ουσιαστικά μέτρα προστασίας, χωρίς πραγματική επιδημιολογική επιτήρηση, χωρίς να έχει γίνει ουσιαστικό έργο ούτε στην υποδομή ούτε στο προσωπικό ούτε καν στη φοιτητική μέριμνα που θα έπρεπε να είναι στο κέντρο κάθε σχεδίου επιδημιολογικής επιτήρησης και υγειονομικής φροντίδας σε περίοδο πανδημίας. Βροχή έρχονται οι καταγγελίες από όλα τα πανεπιστήμια της χώρας για τις αίθουσες και τα εργαστήρια που είναι στην ίδια ή και χειρότερη κατάσταση από πριν, για τα κενά και τις ανάγκες που δημιούργησε η πανδημία κι ήρθαν να προστεθούν στις «πάγιες και διαρκείς» ελλείψεις, για τα προβλήματα στα μαθήματα, στην καθαριότητα, στις μετακινήσεις.
Δύο χρόνια σχεδόν δεν στάθηκαν αρκετά για να γίνουν προσλήψεις ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, διοικητικού προσωπικού. Να ανευρεθούν νέοι χώροι για αραίωση των φοιτητών. Να στηθούν μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας μέσα στα πανεπιστήμια. Να επισκευαστούν τα ταλαιπωρημένα κτίρια και να εξοπλιστούν κατάλληλα για να λειτουργήσουν με ασφάλεια σε συνθήκες πανδημίας.
Ψηφίστηκε ο νόμος Κεραμέως - Χρυσοχοΐδη που επιχείρησε να εγκαταστήσει την Πανεπιστημιακή Αστυνομία στις σχολές και να καταπνίξει κάθε φωνή αντίθετη στις προτεραιότητες του Πανεπιστημίου ΑΕ που χτίζουν νόμο τον νόμο οι κυβερνήσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες, που εισήγαγε την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής για να «τρέξουν» οι αντιεκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις και στην Ανώτατη Εκπαίδευση, να ενταθεί η κατηγοριοποίηση μεταξύ των πανεπιστημίων της χώρας και να χαρίσει σε ιδιωτικές δομές Εκπαίδευσης μια δεξαμενή πελατών. Δομές που πρώτα τις προίκισε με πτυχία που βάφτισε ισότιμα με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων.
Ψηφίστηκε ο νόμος Χατζηδάκη που διαλύει ό,τι άφησαν όρθιο οι προηγούμενοι στις εργασιακές σχέσεις, στο ωράριο, στη σχέση χρόνου εργασίας και μισθού, στην προστασία των εργαζομένων από την αυθαιρεσία των εργοδοτών, στο δικαίωμα των εργαζομένων στη συλλογική δράση, στο ιερό δικαίωμα στην απεργία. Με πρόσχημα την πανδημία, θεσμοθετήθηκε η τηλεργασία, που καταπατά κάθε έννοια διευθέτησης του χρόνου εργασίας, διαλύει τα όρια του προσωπικού χώρου και χρόνου, καθιστά ατομική ευθύνη ακόμα και τις συνθήκες εργασίας.
Βρέθηκαν δισεκατομμύρια ευρώ για ΝΑΤΟικούς εξοπλισμούς κι εκατοντάδες εκατομμύρια για την ενίσχυση επιχειρηματικών κολοσσών, ανανεώθηκε η Συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις, παραδόθηκαν βουνά και νησιά στην «πράσινη» ανάπτυξη, που διέθετε ΜΑΤ για την περιφρούρησή της αλλά όχι πυροσβέστες για τις πυρκαγιές που ρήμαξαν ολόκληρες περιοχές.
Και η ΠΟΣΔΕΠ; Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις η διοίκηση της ΠΟΣΔΕΠ και οι παρατάξεις της πλειοψηφίας την έχουν μετατρέψει επί της ουσίας σε κυβερνητικό παράρτημα. Για τα οξυμένα μισθολογικά, συνταξιοδοτικά, ασφαλιστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η πλειοψηφία του κλάδου δεν υπάρχει ούτε διεκδικητικό πλαίσιο ούτε κατεύθυνση οργάνωσης του κλάδου μας για τη διεκδίκηση της επίλυσής τους. Οσο δε για τις μεγάλες αρνητικές αλλαγές στα ΑΕΙ που νομοθετούνται είτε κυοφορούνται «αθόρυβα» σε κάθε τμήμα και σχολή... μάλλον σε πορεία δημιουργικής εφαρμογής κινείται η πλειοψηφία της ΠΟΣΔΕΠ.
Οι επικείμενες εκλογές στην ΠΟΣΔΕΠ και στους Συλλόγους ΔΕΠ είναι μια ευκαιρία καθεμιά και καθένας από μας να προβληματιστεί για το παρόν και το μέλλον της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, για το πώς μπορεί να συμβάλει στην αναχαίτιση πολιτικών και πρακτικών που αποδομούν ό,τι έχει απομείνει από το δημόσιο πανεπιστήμιο, να διεκδικήσει ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών στις οποίες εργαζόμαστε, πραγματική αναβάθμιση του εκπαιδευτικού κι ερευνητικού έργου, σύνδεση με την κοινωνική πλειοψηφία κι όχι την ολιγαρχία της αγοράς.
Η δουλειά μας είναι γοητευτική γιατί μας επιτρέπει να μαθαίνουμε διαρκώς, να αναζητούμε, να οραματιζόμαστε, να εκπαιδεύουμε και να εμπνέουμε τα νιάτα της πατρίδας μας. Είναι όμως και πολύ απαιτητική και σύνθετη. Εκτός από το εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο, είμαστε επιφορτισμένοι με σημαντικό διοικητικό έργο, ενώ όλο και σημαντικότερο μέρος της προσπάθειάς μας κατευθύνεται στην ανεύρεση χρηματοδότησης. Διαπιστώνουμε με ανησυχία ότι το πανεπιστήμιο στο οποίο σπουδάσαμε δεν έχει σχέση με αυτό στο οποίο υπηρετούμε. Μας ανησυχούν τα κριτήρια με τα οποία δομείται ή αναθεωρείται ένα πρόγραμμα σπουδών, η αποσπασματικότητα των προσφερόμενων γνώσεων, το κυνήγι των δεξιοτήτων εις βάρος της υποδομής, η ιδεαλιστική προσέγγιση του κόσμου και οι αντιδραστικές θεωρίες που τη συνοδεύουν, η κυριαρχία της ζούγκλας της αγοράς ανάμεσα στα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, η αποτίμηση με όρους αγοράς έργων και ανθρώπων, ο εξοντωτικός ανταγωνισμός, η μυστικότητα, η μισαλλοδοξία. Αναρωτιόμαστε τι γνώσεις αλλά και τι παράδειγμα πρέπει να δώσουμε στους νέους και στις νέες μας, πώς θα τους μάθουμε να αντιμετωπίζουν με θάρρος, εντιμότητα κι ειλικρίνεια τη ζωή τους, την επιστήμη και το επάγγελμά τους.
Οσοι από μας αναγνωρίζουμε τις αγωνίες μας στα παραπάνω, ήρθε η ώρα να σκεφτούμε τι κρύβεται τελικά πίσω απ' όλα αυτά, να στοχεύσουμε τον πραγματικό αντίπαλο. Το σύστημα που θέλει πολλές κατηγορίες φοιτητών και μαθητών για να έχει να διαλέγει «ευέλικτους» εργαζόμενους... Που καλλιεργεί «ρευστές» συνειδήσεις για να αποδέχονται ως ατομική ευθύνη την αποτυχία και τη φτώχεια... Που στηρίζει κι επιδιώκει την κατηγοριοποίηση, την ανισότητα, την αλληλοεξόντωση γιατί με αυτόν τον τρόπο αναπαράγεται... Που θεωρεί την υπεράσπιση και προστασία της ανθρώπινης ζωής κόστος... Τον καπιταλισμό.
Η ΔΗΠΑΚ έχει ανοιχτό μέτωπο με τη λογική των χαμηλών εκπαιδευτικών απαιτήσεων. Δεν είναι πολυτέλεια οι αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και ζωής. Είναι αναγκαιότητα. Είναι εφικτό.
Η ΔΗΠΑΚ είναι η μόνη δύναμη που αντιπαρατίθεται με το σύνολο της στρατηγικής του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και όχι μόνο σε δευτερεύουσες πλευρές της. Εναντιώνεται στην εμπορευματοποίηση της Εκπαίδευσης, της Ερευνας, των ανθρώπων και των σχέσεών τους.
Η ΔΗΠΑΚ αγωνίζεται για τη διατήρηση του επιστημονικού χαρακτήρα προγραμμάτων σπουδών που να υπηρετούν πλήρως και ολοκληρωμένα το επιστημονικό αντικείμενο που θεραπεύουν καθώς και τη σύνδεσή τους με πλήρη εργασιακά δικαιώματα των αποφοίτων.
Η ΔΗΠΑΚ αντιτίθεται στη μερική αντικατάσταση του μόνιμου ΔΕΠ και στην κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών από συμβασιούχους διδάσκοντες με ελαστικούς όρους εργασίας και διεκδικεί μόνιμες θέσεις εργασίας με πλήρη δικαιώματα.
Η ΔΗΠΑΚ, παρούσα στις διεκδικήσεις μελών ΔΕΠ, εργαζομένων και φοιτητών, παραμένει σταθερή στη στρατηγική της στόχευση που είναι ένα Δημόσιο Δωρεάν Πανεπιστήμιο για όλους, απαλλαγμένο από τη «μιζέρια» και τις δεσμεύσεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Η ενίσχυση της ΔΗΠΑΚ είναι σημαντική συμβολή για να τεθούν στο επίκεντρο οι πραγματικές ανάγκες της επιστήμης, της κοινωνίας, των ανθρώπων που «δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό» στα αμφιθέατρα και θέλουν να κοιτούν στα μάτια τους φοιτητές τους, ως συνοδοιπόρους στους αγώνες και στα μεγάλα γιατί της κάθε επιστήμης.
Η ενίσχυση των δυνάμεων της ΔΗΠΑΚ αποτελεί συμβολή στην πάλη για: