«Συνέντευξη με τον Μαρξ»

Συζήτηση με συντελεστές της παράστασης

Σάββατο 23 Οχτώβρη 2021 - Κυριακή 24 Οχτώβρη 2021

«Συνέντευξη με τον Μαρξ»... Ενα θεατρικό ταξίδι, με οδηγούς την ιδιοφυή σκέψη του Μαρξ, από τη μια, και τον ηρωισμό του γαλλικού προλεταριάτου, από την άλλη, που έριξε την καρδιά του στην Επανάσταση και στέριωσε στα οδοφράγματα του Παρισιού το ιδανικό του για μια άλλη κοινωνία όπου θα ανθρωπέψει ο άνθρωπος.

Είχαμε τη χαρά να βρεθούμε και να συνομιλήσουμε με τέσσερα από τα μέλη της ομάδας που ανέλαβε να υλοποιήσει αυτόν τον σκοπό. Με το στοίχημα να έχει κερδηθεί, η συγγραφέας του έργου Ελένη Ζαφειρίου, ο σκηνοθέτης Κώστας Σταματόπουλος, ο ηθοποιός Δημοσθένης Φίλιππας και ο μουσικός Ορέστης Ζαφειρίου μάς μιλάνε για τη σύλληψη της ιδέας, πώς δούλεψαν στη διάρκεια της προετοιμασίας του έργου, τι θέλουν να μείνει στους θεατές και για εκείνο το «καθαρό» και επαναστατικό βλέμμα του Μαρξ...

Η ιδέα

Πώς «γεννήθηκε» το συγκεκριμένο έργο; Μας λέει η Ελένη Ζαφειρίου: «Η σύλληψη της ιδέας έρχεται από παλιά. Και για να ακριβολογώ, όχι ως ιδέα, αλλά ως μια σφραγίδα που εντυπώθηκε στην ψυχή μου όταν ολοκλήρωσα την ανάγνωση του καταπληκτικού έργου του Μαρξ, "Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία". Ο Μαρξ γράφει το έργο ακριβώς τις μέρες που διαδραματίζονται τα γεγονότα της Κομμούνας. Παρατηρούμε, δηλαδή, αυτό που αναγνώρισε ο Ενγκελς σαν αξιοθαύμαστο χαρακτηριστικό του Μαρξ: Να συλλαμβάνει τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα τη στιγμή που γίνονται, ή μόλις έχουν τελειώσει, καθώς και τον χαρακτήρα τους, τη σημασία τους και τις αναγκαίες συνέπειές τους. Το περιεχόμενο του βιβλίου αποτύπωνε όχι μόνο την εξαιρετική ιδιοφυή ανάλυση του Μαρξ όσον αφορά γεγονότα, αλλά και την ψυχική του κατάσταση. Μέσα από τις εκφράσεις, τις λέξεις που έχει διαλέξει και τον τρόπο που αποτυπώνει τη σκέψη του αντιλαμβάνεσαι ότι είναι ένας άνθρωπος που πάλλεται. Θυμώνει, στενοχωριέται, συντρίβεται και την ίδια στιγμή σηκώνει το ανάστημά του, γιατί πρέπει αυτό το κείμενο να περάσει στο Γενικό Συμβούλιο της Α' Διεθνούς Ενωσης Εργατών.

Το 2018 διαβάζω στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση μια πραγματική συνέντευξη που έχει πάρει ένας Αμερικανός δημοσιογράφος από τον Μαρξ για τον χαρακτήρα και τη δράση της Α' Διεθνούς τις μέρες της Κομμούνας. Αυτό ήταν το δεύτερο ανάγνωσμα που με κινητοποίησε.

Και σκέφτομαι. Γιατί όχι και μια συνέντευξη από τον Μαρξ για τα γεγονότα της Κομμούνας; Ετσι, γεννήθηκε η ιδέα».

Δουλεύοντας το κείμενο

Πώς δούλεψε το κείμενο; Και μάλιστα ένα τέτοιο κείμενο πυκνό σε νοήματα και σε ιστορικά γεγονότα. Η Ελ. Ζαφειρίου μάς λέει πως μπαίνοντας στη δραματουργική διαδικασία επιδίωξε να δώσει «τα κρίσιμα γεγονότα σε μια χρονολογική σειρά. Ετσι, προσπάθησα αυτό το γεγονός που χαρακτηρίστηκε αναντίρρητα ως ο "προάγγελος της νέας κοινωνίας" να φτάσει στον θεατή. Να μπορέσει να έρθει σε επαφή το κοινό τόσο με το γεγονός, όσο και με τον ίδιο τον Μαρξ, ο οποίος εκείνη τη στιγμή αναδεικνύει όλα του τα ταλέντα σε επίπεδο φιλοσοφικό, πολιτικό, αλλά και λογοτεχνικό. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η Κομμούνα έχει αποσοβηθεί ακόμα και στη Γαλλία. Πόσο μάλλον εδώ. Για μένα, αυτό το γεγονός λειτούργησε και σαν καθήκον.

Ο,τι λέει ο Μαρξ επί σκηνής είναι τα λόγια του. Με πολύ μεγάλο σεβασμό παρέμεινα στο κείμενο. Δεν ήθελα να αλλάξει ούτε μια λέξη. Εκτός από τη δραματουργική διαδικασία ένα άλλο κομμάτι δικό μου είναι οι ερωτήσεις του δημοσιογράφου. Εχοντας μελετήσει αρκετά βιβλιογραφία της εποχής είχα δει τη λύσσα, με την οποία όλη η αστική δημοσιογραφία είχε πέσει πάνω στην Κομμούνα. Ετσι, στο στόμα του δημοσιογράφου έβαλα τις απόψεις της αστικής τάξης της Ευρώπης και της Αμερικής για την Κομμούνα. Προσπάθησα μέσα από τη θέση του κειμένου να βγάλω την αντίθεση των ερωτήσεων».

Πάνω σε αυτό το θέμα, ο Δημοσθένης Φίλιππας προσθέτει ότι «αυτό που κατάφερε να κάνει η Ελένη με το κείμενο είναι άθλος. Είναι πάρα πολύ δύσκολο και πάρα πολύ πετυχημένο εκ του αποτελέσματος. Δόμησε εξαιρετικά το κείμενο. Ειδικά για κάποιον που έχει διαβάσει το κείμενο του Μαρξ θα συνειδητοποιήσει πόσο τρομακτική είναι αυτή η δουλειά. Κατάφερε να απομονώσει την ουσία, να βάλει στη σειρά τα γεγονότα και οι ερωτήσεις έρχονται να καλύψουν απόλυτα τον λόγο της απάντησης. Ετσι, δομείται μια ιστορία με αρχή, μέση, τέλος».

Υλοποιώντας την ιδέα

Ζητάμε από τον Κώστα Σταματόπουλο να μας πει πώς ξεκίνησε αυτή η ιδέα να παίρνει «σάρκα και οστά». «Αρχικά, με την Ελένη συμφωνήσαμε στην κατεύθυνση και το περιεχόμενο που θέλαμε να έχει ένα τέτοιο ανέβασμα. Στη συνέχεια, μαζί με τον Δημοσθένη ξεκινήσαμε να δουλεύουμε πάνω στο κείμενο, τη δραματουργία της σκηνής.

Το κύριο ήταν το χτίσιμο του θεατρικού Μαρξ. Παίρνοντας υπόψιν τη φράση του Μαρξ, "οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζητούμενο όμως είναι να τον αλλάξουμε", καταλήξαμε ότι θέλουμε έναν Μαρξ ενεργό επαναστάτη, που συμμετέχει με όλο του το "είναι" στα γεγονότα της εποχής του».

Ο Δ. Φίλιππας μας μιλά για τον «δικό» του Μαρξ και πώς κλήθηκε να αναλάβει αυτόν τον ρόλο. «Ηταν πάρα πολύ ενδιαφέρον και μεγάλο στοίχημα να υποδυθώ ένα πρόσωπο υπαρκτό με το τεράστιο γνωστικό πεδίο του: φιλοσοφικό, πολιτικό, ιστορικό και το οποίο έχει την τύχη ή την ατυχία να έχει μια πολύ συγκεκριμένη αποτύπωση στο σήμερα.

Επρεπε, λοιπόν, να προσεγγίσουμε τον πολιτικό Μαρξ, τον φιλόσοφο, τον ιστορικό, τον άνθρωπο. Στο έργο, ο Μαρξ σχολιάζει τα γεγονότα, τα οποία τα γνωρίζει, έχει συμμετάσχει με τον τρόπο του και βγαίνει μπροστά για να τα υπερασπιστεί απέναντι σε ένα κοινό μέτωπο που ήταν ενάντια στα γεγονότα και αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Το κείμενο του Μαρξ είναι πολύ ζωντανό. Εχει πάρα πολλά συναισθήματα μέσα του. Εχει τρομακτικό θυμό, είναι πάρα πολύ ειρωνικός, σχολιάζει, χαίρεται, ξεσπά, αγωνιά για αυτούς τους ανθρώπους. Ελπίζω όλα αυτά να καταφέραμε να τα δώσουμε».

Για το ταλέντο του Δ. Φίλιππα, το δόσιμό του πάνω στη σκηνή η Ελ. Ζαφειρίου και ο Κ. Σταματόπουλος μιλούν με τα καλύτερα λόγια και θυμούνται, όταν προσπαθούσαν να βρουν πώς θα είναι ο «Μαρξ». «Ο Μαρξ δεν ήταν στην ηλικία του Δημοσθένη. Ηταν πιο μεγάλος. Δεν μας ένοιαζε αυτό. Εμείς, ψάχναμε την ψυχή του Μαρξ που είναι νέα και δυναμική, αυτό το υπέροχο θυμικό. Ψάχναμε ένα βλέμμα καθαρό...».

Η ομάδα

«Μια μεγάλη περιπέτεια για όλους ήταν αυτή η προσπάθεια. Εντέλει άξιζε να γίνει», μας λέει ο Κ. Σταματόπουλος, και αναφέρεται και στις δυσκολίες που προέκυψαν λόγω της πανδημίας, αναβολές, καθυστερήσεις, το ρίσκο της παραγωγής αν η παραγωγή αναγκαστεί να κατέβει πρόωρα.

«Από όλους μας, όμως, υπήρχε η συμφωνία να γίνει. Λέει ο Ενγκελς για τις ιδέες. Οι ιδέες δεν είναι τίποτα, αν δεν υπάρχει μια υλική δύναμη, ο άνθρωπος δηλαδή, που θα τις πραγματώσει. Κοινή συνισταμένη όλων μας ήταν ότι δεν θέλαμε να είναι μια μουσειακή, μια επετειακή παράσταση. Εχοντας αυτόν τον στόχο ξεκινήσαμε να χτίζουμε και να πειραματιζόμαστε με στοιχεία σκηνικά που θα μπορούσαν να ενδυναμώνουν, να τονίζουν σημεία.

Π.χ. το ζήτημα του μονοπωλίου της βίας από την πλευρά του αστικού κράτους, ένα ζήτημα που τίθεται και σήμερα πάρα πολύ έντονα. Ο Μαρξ το πιάνει. Το κείμενο στο δίνει. Πώς θα καταφέρουμε να το δώσουμε στον θεατή και όχι μόνο με την ερμηνεία; Κάπου εκεί άρχισε να στήνεται μια υπέροχη ομάδα. Η Αννα Λιανοπούλου στην κίνηση, η Βίκυ Πάντζιου με την ομάδα της για την κατασκευή του σκηνικού χώρου και τα κοστούμια, ο Ακης Βαλεργάκης στον σχεδιασμό του φωτισμού, ο Ορέστης Ζαφειρίου στη μουσική, η Σοφία Καρακάση με την πολύτιμη βοήθειά της, η Λίνα Δημοπούλου στην έξοχη ελεύθερη απόδοση του τραγουδιού της εποχής "Χορός των βομβών" της Λουίζ Μισέλ, η καθοριστική αρωγή της "Σύγχρονης Εποχής"».

«Με εξέπληξε το πόσο ταυτιστήκαμε. Η διαδικασία της δημιουργίας της παράστασης ήταν μια ομαδική δουλειά από ανθρώπους που ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι σε αυτό. Το αγαπούσαν», μας λέει ο Δ. Φίλιππας και η Ελ. Ζαφειρίου προσθέτει ότι παραμερίστηκε καθετί εγωκεντρικό.

Ενώ, ο Ορ. Ζαφειρίου μάς μίλησε για τον τρόπο οργάνωσης και σύνθεσης της μουσικής, που στοχεύει σε μια αφαιρετική περιγραφή της Ιστορίας της Κομμούνας, του χώρου της κάθε σκηνής και των γεγονότων που περιγράφονται εντός του. «Νοηματοδοτεί περαιτέρω το περιεχόμενο του κειμένου, την ένταση και τη ροή της ερμηνείας του ηθοποιού καθώς και των συναισθημάτων που προκύπτουν από τη σχέση του λόγου και της καλλιτεχνικής έκφρασής του. Επιχειρεί να αναδείξει τον κοινωνικό - πολιτικό χαρακτήρα του έργου, δημιουργώντας ηχητικούς χώρους με ευρύ φάσμα ηχοχρωμάτων και δυναμικών, όπου συνυπάρχουν και συμπληρώνονται τα ηχητικά σχόλια με τα μουσικά θέματα. Χρησιμοποιώντας ηλεκτροακουστικά μέσα (ηχογραφήσεις αντικειμένων και field recordings μέσω μικροφώνων, ηχεία, synthesizers, ηλεκτρονικό υπολογιστή), προσδιορίζεται μια μορφή ηχητικής αναπαράστασης που λειτουργεί αντιστικτικά με το κείμενο. Η μουσική λειτουργεί ως ένα ηχητικό περιβάλλον που "ολοκληρώνεται" με τη συμμετοχή των θεατών κατά την ακρόαση».

Τι έχει να πει στο σήμερα;

Ολοι συμφωνούν ότι η παράσταση απευθύνεται και σε ένα κοινό πιο «υποψιασμένο», πιο «διαβασμένο», αλλά και σε ένα κοινό που μπορεί να μη γνωρίζει και τίποτα για το θέμα του έργου.

«Ηταν μεγάλο στοίχημα να μην αφορά η παράσταση μόνο τους μυημένους, αλλά και έναν θεατή που δεν έχει γνώση των ιστορικών γεγονότων», μας λέει ο Κ. Σταματόπουλος και ο Δ. Φίλιππας προσθέτει ότι «όλων το μέλημα ήταν μέσα από την παράσταση να μπορέσουμε να μεταφέρουμε τη σημαντικότητα των γεγονότων. Εχουν τρομερό ενδιαφέρον αναφορές του Μαρξ σε γεγονότα της εποχής που είναι αναγνωρίσιμες στο σήμερα. "Α! κάτι μου θυμίζει!", πολλές φορές σημείωσα αυτήν τη φράση στο περιθώριο του βιβλίου». Στο κοινό που δεν γνωρίζει τα γεγονότα η παράσταση έχει λειτουργήσει σαν κίνητρο, μας λέει η Ελ. Ζαφειρίου, σημειώνοντας πως «επειδή η παράσταση δημιουργεί συναισθήματα, δεν είναι ένα μάθημα Ιστορίας, φέρνει το συγκεκριμένο κοινό μπροστά και σε μια ατομική ευθύνη... "Απόψε κιόλας ψάχνω...", μου έχουν πει πολλοί».


Α. Π.