«ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ» ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Εγκλημα σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων το οποίο υλοποιούν από κοινού ΕΕ, κυβερνήσεις και τοπικές διοικήσεις
Παρασκευή 22 Μάρτη 2019

Η τρέχουσα διαδικασία ιδιωτικοποίησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, στο πλαίσιο της δεύτερης «μεταμνημονιακής» «αξιολόγησης», αποτελεί ένα από τα τελευταία βήματα για την ολοκλήρωση της «απελευθέρωσης» της εγχώριας ενεργειακής αγοράς, μια διαδικασία που ακολουθεί τις ευρωενωσιακές κατευθύνσεις και έχει ξεκινήσει στη χώρα μας από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.

Και σε αυτόν τον τομέα, στο «βιογραφικό» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ καταγράφονται μια σειρά από «επιτυχίες» και «πρωτιές» για λογαριασμό του μεγάλου κεφαλαίου, αφού ήταν αυτή που υλοποίησε τις επιταγές ΕΕ - κεφαλαίου για το «άνοιγμα» των αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, την ίδρυση και λειτουργία του χρηματιστηρίου Ενέργειας (αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του τους επόμενους μήνες) και την ενίσχυση των ενεργειακών «διασυνδέσεων» σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο με τις γειτονικές χώρες, στο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού.

Σε αυτό το πλαίσιο, επίσης, προώθησε τους ευρω-αμερικανικούς σχεδιασμούς για την ενίσχυση χρήσης του υγροποιημένου φυσικού αερίου, διέδωσε με ασύλληπτους ρυθμούς την εγκατάσταση αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων σε όλη τη χώρα για το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στους επιχειρηματικούς ομίλους, διαμόρφωσε νέο «φιλοεπενδυτικό πλαίσιο» για την εκμετάλλευση του εγχώριου ενεργειακού πλούτου σε υδρογονάνθρακες και γεωθερμία κ.ο.κ.

Παράλληλα, η κυβέρνηση αξιοποιεί τον εν λόγω κλάδο ως ένα ακόμα παράδειγμα της προπαγάνδας της περί της «δίκαιης» καπιταλιστικής ανάπτυξης που τάχα μπορεί εξίσου να υπηρετήσει την ανάκαμψη των κερδών του κεφαλαίου και τις λαϊκές ανάγκες. Η ως τώρα πείρα, ενδεικτική μόνο γι' αυτά που βρίσκονται μπροστά, δείχνει το ακριβώς αντίθετο, συμβάλλει στο να βγουν συμπεράσματα, να γίνουν οδηγός δράσης για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα στον αγώνα τους για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.

Γιγάντωση της ενεργειακής φτώχειας και της εκμετάλλευσης...

Τι ισχυρίζονται η κυβέρνηση και οι υπόλοιπες αστικές πολιτικές δυνάμεις;

Οτι τάχα το «άνοιγμα» της αγοράς θα μειώσει το κόστος της Ενέργειας για τα λαϊκά στρώματα, εξαιτίας της ενίσχυσης του ανταγωνισμού και της εισόδου στην αγορά περισσότερων «παικτών».

Πρόκειται βεβαίως για ένα από πιο κλασικά επιχειρήματα, που έχει αποδειχθεί διαχρονικά ότι είναι ψέμα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικά, και βέβαια όχι μόνο στον συγκεκριμένο κλάδο. Η εμπειρία των τελευταίων ετών αποδεικνύει ότι όχι μόνο δεν μειώθηκαν οι τιμές στα τιμολόγια ηλεκτρισμού αλλά αυξήθηκαν, και μάλιστα σε εξωφρενικά μεγέθη. Την τελευταία δεκαετία τα επίσημα στοιχεία καταγράφουν αύξηση των τιμολογίων ηλεκτρισμού περίπου 157% σε απόλυτες τιμές, ενώ αν ο υπολογισμός γίνει με όρους πραγματικού εργατικού εισοδήματος, το οποίο κατέρρευσε το ίδιο διάστημα, η αύξηση είναι ακόμη μεγαλύτερη. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι σήμερα από τις συνολικά 7,1 εκατ. συνδέσεις στη ΔΕΗ, οι 2,3 εκατ. να έχουν κάποια οφειλή προς την Επιχείρηση, μικρή ή μεγαλύτερη. Παράλληλα, περισσότερες από 500.000 εμφανίζονται οι απειλητικές επιστολές που έχουν αποσταλεί τους τελευταίους μήνες στους οφειλέτες, με τις οποίες καλούνται να πληρώσουν το 30% του χρέους τους και να ρυθμίσουν το υπόλοιπο, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα ξεκινήσουν εναντίον τους ένδικα μέσα. Δεκάδες χιλιάδες - ανεπίσημες αλλά ασφαλείς πληροφορίες ανεβάζουν αυτό το νούμερο στις 150.000 - είναι τα νοικοκυριά στα οποία έγινε τους τελευταίους μήνες προσωρινή αποκοπή ρεύματος, προκειμένου να «προσέλθουν στο ταμείο».

Παράλληλα, ισχυρίζονται ότι με το «άνοιγμα» της αγοράς θα δημιουργηθούν «πολλές και ποιοτικές» θέσεις εργασίας.

Πρόκειται για ακόμα ένα χοντρό ψέμα. Το ξήλωμα των εργασιακών δικαιωμάτων, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας που σπάνε κόκαλα, η διαρκής συμπίεση των μισθών, συνολικότερα η ένταση της εκμετάλλευσης, αποτέλεσαν για τους εργαζόμενους στον κλάδο την άλλη όψη της «απελευθέρωσης». Στη ΔΕΗ, για παράδειγμα, ο δρόμος για την «προσαρμογή στα νέα δεδομένα» άνοιξε όλα αυτά τα χρόνια με την αντικατάσταση των μόνιμων θέσεων απασχόλησης από εργολαβικούς εργαζόμενους, με χαμηλότερες αμοιβές. Είναι ενδεικτικό ότι το 1997 απασχολούνταν στο Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας περίπου 9.000 μόνιμοι εργαζόμενοι, ενώ σήμερα ο αριθμός αυτός έχει πέσει κάτω από τους 4.500, με τις αμοιβές των εργολαβικών εργαζομένων να αγγίζουν τον κατώτατο μισθό! Στις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ σε Μεγαλόπολη και Μελίτη, που οδεύουν προς πώληση, ανάμεσα στα υπόλοιπα «δώρα» που θα πάρουν οι επενδυτές είναι και η απόλυτη μείωση του αριθμού των εργαζομένων κατά περισσότερες από χίλιες θέσεις εργασίας. Ανάλογο είναι το παράδειγμα σε μια ακόμη ενεργειακή επιχείρηση, τη ΔΕΠΑ, όπου μέχρι πολύ πρόσφατα η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων ήταν εργολαβικοί. Σήμερα επί της ουσίας οι εργαζόμενοι βρίσκονται «στον αέρα», ενώ και για όσους τελικά προσληφθούν, σύμφωνα με τη νέα νομοθετική ρύθμιση για το «σπάσιμο» και την ιδιωτικοποίηση της εταιρείας, δεν θα αναγνωριστεί η πολυετής προϋπηρεσία που έχουν στην Επιχείρηση. Οσο βέβαια για τις θέσεις εργασίας στην κατασκευή και λειτουργία των διαφόρων αγωγών, είναι ελάχιστες και στη μεγάλη τους πλειοψηφία προσωρινές και με κουτσουρεμένα δικαιώματα.

...και πηγή μεγάλων κινδύνων...

Ενα επιπλέον προπαγανδιστικό κυβερνητικό επιχείρημα είναι ότι η πολιτική αυτή μετατρέπει την Ελλάδα σε «κόμβο μεταφοράς και παραγωγής» Ενέργειας, αναβαθμίζει τη «γεωπολιτική θέση» της χώρας, ενισχύοντας έτσι και την «ασφάλειά της» από εξωτερικούς κινδύνους.

Πρόκειται για επικίνδυνο για το λαό ψέμα. Ο στόχος μετατροπής της Ελλάδας σε «ενεργειακό κόμβο» κάθε άλλο παρά υπερασπίζει τα λαϊκά συμφέροντα ή τα κυριαρχικά δικαιώματα. Εξάλλου, μια ματιά να ρίξει κανείς στη «γειτονιά» μας για το τι συμβαίνει σήμερα σε χώρες που έπαιξαν τα προηγούμενα χρόνια το ρόλο του κόμβου μεταφοράς ενεργειακών αγαθών αρκεί να αποδείξει τον έωλο ισχυρισμό. Ο στόχος αυτός μπορεί πράγματι να ενισχύει τους μονοπωλιακούς ομίλους του χώρου της Ενέργειας και τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους που αναλαμβάνουν την κατασκευή των απαιτούμενων υποδομών. Μπορεί επίσης να εξυπηρετεί την «αναβάθμιση» που επιζητεί η ντόπια αστική τάξη στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μέσα από την υπηρέτηση των σχεδιασμών των ΗΠΑ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Για το λαό, όμως, η εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για την πρόσβαση σε ενεργειακές πηγές και δρόμους μεταφοράς σημαίνει ότι γίνεται ο ίδιος στόχος των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, ότι η Ελλάδα μετατρέπεται σε απέραντη αμερικανοΝΑΤΟική βάση, ότι γίνεται ο «μεντεσές» για να προχωρήσουν τα επικίνδυνα σχέδια των ΗΠΑ - ΕΕ - ΝΑΤΟ στην περιοχή, δίχως να παραβλέπονται φυσικά και οι «διευθετήσεις» σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων που δρομολογούνται στο πλαίσιο αυτών των σχεδίων και των ιμπεριαλιστικών παζαριών.

...απέναντι από τις λαϊκές ανάγκες

Μεταξύ των κυβερνητικών επιχειρημάτων είναι και ο ισχυρισμός ότι η πολιτική που προωθεί θα μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας και θα ενισχύσει την «ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού».

Οταν τα τελευταία τέσσερα χρόνια το εγχώριο σύστημα ηλεκτρισμού έχει κινδυνέψει τουλάχιστον 2 φορές με μπλακάουτ εν μέσω «βαρυχειμωνιάς», επειδή οι μονοπωλιακοί όμιλοι εξήγαγαν τεράστιες ποσότητες ηλεκτρισμού εκμεταλλευόμενοι τις υψηλές τιμές εκείνης της περιόδου, είναι προκλητικό να μιλά κανείς για «ασφάλεια εφοδιασμού». Εξίσου προκλητικός είναι ο κυβερνητικός ισχυρισμός περί «μείωσης της εξάρτησης από εισαγωγές Ενέργειας», αφού η κυβερνητική πολιτική περιορίζει στο ελάχιστο τη χρήση του εγχώριου καυσίμου του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα, με στόχο να πέσει κάτω από 20% μέχρι το 2030, και ταυτόχρονα αυξάνει τη χρήση του εισαγόμενου φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου. Στην ουσία, η «μείωση της ενεργειακής εξάρτησης» δεν αναφέρεται στην κάλυψη των λαϊκών αναγκών στην Ενέργεια, αλλά στην υιοθέτηση και σ' αυτόν τον τομέα των ευρω-αμερικανικών σχεδιασμών για περιορισμό της πρόσβασης ρωσικών ενεργειακών μονοπωλίων στις ευρωπαϊκές αγορές.

Τέλος, σημαντικό στοιχείο της κυβερνητικής προπαγάνδας αποτελεί ο ισχυρισμός περί προώθησης των υποτιθέμενων νέων «πράσινων» και «φιλοπεριβαλλοντικών» μορφών Ενέργειας.

Πράγματι, προωθούνται οι ΑΠΕ σε ολόκληρη τη χώρα, σε ορεινούς όγκους και νησιά φυτρώνουν άναρχα και σαν τα μανιτάρια τα αιολικά πάρκα, με πολύ σοβαρές συνέπειες για το περιβάλλον και τους κατοίκους των περιοχών αυτών, αφού δεν συνοδεύονται από τα απαραίτητα αντιπλημμυρικά, αντιπυρικά και άλλα έργα, αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας μετατρέπεται σε απέραντο φωτοβολταϊκό πάρκο κ.ο.κ. Αυτό που έχει συμβεί ήδη στην Εύβοια και ξεκινά να γίνεται στις κορυφογραμμές των Αγράφων θα αποτελέσει τον κανόνα για ολόκληρη τη χώρα, αφού προβλέπεται η χρήση τέτοιων μορφών Ενέργειας μέχρι το 2030 να έχει φτάσει περίπου στο 50% της εγχώριας παραγωγής. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι η καύση βιομάζας, RDF ή άλλων αποβλήτων, με τους επιχειρηματικούς ομίλους να μη «δίνουν λογαριασμό» ακόμα και για την καύση αποδεδειγμένα καρκινογόνων ουσιών, θεωρείται επίσης «οικολογική» μορφή Ενέργειας.

Κριτήριο αποφασιστικής ενίσχυσης του ΚΚΕ

Η πολιτική της «απελευθέρωσης» της Ενέργειας, πολιτική της ΕΕ που από κοινού στηρίζουν όλα τα αστικά κόμματα και οι εκλεκτοί τους στην Τοπική Διοίκηση και υλοποίησαν διαδοχικά οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για λογαριασμό του κεφαλαίου, έχει ήδη ως αποτέλεσμα την έκρηξη της ενεργειακής φτώχειας για ακόμα μεγαλύτερα τμήματα του λαού, την ένταση της εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές σε καύσιμα, την ενίσχυση του κινδύνου ενεργειακού εφοδιασμού, παράλληλα με τις «εκπτώσεις» σε μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και βέβαια τους πολύ μεγάλους κινδύνους από τις ιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις.

Και εδώ επιβεβαιώνεται ότι η πολιτική υπέρ του κεφαλαίου όχι μόνο δεν συμβιβάζεται με τις λαϊκές ανάγκες, αλλά τις αντιστρατεύεται. Γι' αυτό και η πάλη των εργαζομένων ώστε να μη γίνει καμία διακοπή ηλεκτρικού ρεύματος σε φτωχά λαϊκά νοικοκυριά, για άμεση επανασύνδεση της παροχής στις λαϊκές οικογένειες που δεν μπορούν να πληρώσουν, δραστική μείωση των τιμολογίων ηλεκτρισμού, κατάργηση των φόρων και «πράσινων» τελών στα τιμολόγια, διεύρυνση του κοινωνικού τιμολογίου, ένταξη στη ρύθμιση των δόσεων σε όλα τα λαϊκά νοικοκυριά, διαγραφή χρέους σε πολύτεκνους, ανέργους και άλλες ευπαθείς ομάδες, απαγόρευση εγκατάστασης ανεμογεννητριών μέσα ή κοντά σε περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, χωροθέτηση ειδικών ζωνών για τέτοιου είδους εγκαταστάσεις, πρέπει παράλληλα να βάζει στο στόχαστρο την καρδιά του προβλήματος, την πολιτική ΕΕ - κυβερνήσεων - κεφαλαίου.

Τα παραπάνω πρέπει να γίνουν και κριτήριο ψήφου για εργαζόμενους και λαϊκά στρώματα, για την αποφασιστική ενίσχυση του ΚΚΕ παντού. Γιατί είναι το μόνο κόμμα που με συνέπεια αντιστρατεύεται την ΕΕ των μονοπωλίων και την πολιτική της, έχοντας τη μόνη ολοκληρωμένη πρόταση υπέρ των λαϊκών συμφερόντων: Για τη δημιουργία, στο πλαίσιο της εργατικής - λαϊκής εξουσίας και οικονομίας, ενιαίου κρατικού φορέα Ενέργειας, με κοινωνικό έλεγχο, που θα λειτουργεί με επιστημονικό σχεδιασμό, για την ενιαία, ασφαλή και ποιοτική λειτουργία των ενεργειακών συστημάτων, αξιοποιώντας όλες τις εγχώριες ενεργειακές πηγές, με γνώμονα την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του λαού.


Φ. Κ.