Τετάρτη 3 Φλεβάρη 2021
ΔΙΕΘΝΗ

ΛΙΒΑΝΟΣ

Οι αυξήσεις σε βασικά αγαθά θρυαλλίδα σ' ένα «εύθραυστο» περιβάλλον

ΒΗΡΥΤΟΣ.--

Την οργή των Λιβανέζων πολιτών και συνδικάτων προκαλεί η απόφαση της υπηρεσιακής κυβέρνησης του Λιβάνου να αυξήσει κατά 20% την τιμή του ψωμιού εν μέσω βαθιάς οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης που επιταχύνθηκε από την πανδημία του κορονοϊού, η οποία σαρώνει τα λαϊκά στρώματα, έξι μήνες επίσης μετά την καταστροφική έκρηξη στο λιμάνι της πρωτεύουσας που προκάλεσε τεράστιες καταστροφές.

Σε ανακοίνωσή της, η Εθνική Ομοσπονδία Εργαζομένων και Εργατών Λιβάνου (FENASOL) απέρριψε την απόφαση των αρχών για το νέο κύμα ακρίβειας στο ψωμί και το αλεύρι που θα συμπαρασύρει τις τιμές και άλλων βασικών τροφίμων, απαιτώντας από τους αρμόδιους υπουργούς Οικονομίας και Εμπορίου να πάρουν πίσω το μέτρο που παίρνει κυριολεκτικά το ψωμί από το στόμα των φτωχών. Διαπιστώνει δε την ύπαρξη «καρτέλ στο ψωμί» μεγαλεμπόρων, μεσαζόντων και ιδιοκτητών αρτοποιείων. Καταγγέλλει επίσης την εγχώρια μαφία και την αστική τάξη που καταληστεύει τα δημόσια ταμεία και τις λιγοστές τραπεζικές καταθέσεις των λαϊκών νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, καλεί συνδικάτα, επαγγελματικές και αγροτικές ενώσεις να ενώσουν τις δυνάμεις τους, λαμβάνοντας υπόψη και τα προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας «να υψώσουν τη φωνή δυνατά και ξεκάθαρα με τις αρχές της εξέγερσης της 17ης Οκτώβρη» (η λαϊκή κινητοποίηση του φθινοπώρου του 2019 που ανέτρεψε την προηγούμενη κυβέρνηση).

Τη Δευτέρα, ο υπουργός Οικονομίας, Ραούλ Νεχμέ, επικαλούμενος «τη συνεχιζόμενη αύξηση της τιμής του σιταριού» και την αύξηση της ισοτιμίας του νομίσματος έναντι του δολαρίου ανακοίνωσε τη νέα τιμή του ψωμιού. Το βάρος της φρατζόλας θα αυξηθεί, από τα 900 στα 930 γραμμάρια, αλλά ταυτόχρονα θα αυξηθεί και η τιμή της, κατά 20%, από τις 2.000 στις 2.500 λίρες Λιβάνου. Η τιμή του ψωμιού είχε αυξηθεί δύο φορές τους τελευταίους μήνες, μία τον Ιούνη και μια δεύτερη τον Νοέμβρη.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, πάνω από τους μισούς Λιβανέζους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας εκτινάχθηκε από το 8% το 2019 στο 23% σήμερα.